Ο κ. Αρέστη επιχείρησε ανεπιτυχώς να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα

Ο κ. Αρέστη επιχείρησε ανεπιτυχώς να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα

Του Αριστείδη Χ. Βικέτου

Κατά το κοινώς λεγόμενον το πολυδιαφημισμένο από τον πρόεδρο Χριστοδουλίδη Γνωμοδοτικό Συμβούλιο (Γ.Σ) στην πρώτη του επιλογή   μελών των Δ.Σ. Ημικρατικών Οργανισμών, τα “θαλάσσωσε”, παρόλο ότι σε αυτό προεδρεύει  ο πρώην  Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου και πρώην Δικαστής της Κύπρου στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο, Γιώργος Αρέστη. Ως γνωστόν, την περασμένη Παρασκευή (19.1.2024) το Υπουργικό Συμβούλιο, με βάση τις εισηγήσεις του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου, διόρισε τα νέα μέλη των Δ. Σ. των Ημικρατικών Οργανισμών.

Αμέσως ξέσπασε σάλος για τον διορισμό του στελέχους του ΕΛΑΜ και υμνητή της χούντας στην Ελλάδα του Γεώργιου Παπαδόπουλου, Κωσταλιά Κωνσταντίνου στο Δ.Σ. του ΤΕΠΑΚ. Επίσης, στο Δ.Σ. του ΤΕΠΑΚ διορίστηκε ως μέλος ο ξάδερφος του προέδρου Χριστοδουλίδη , ο εκπαιδευτικός Λουκάς Χριστοδουλίδης. Κατόπιν εορτής ο κ. Αρέστη, ο οποίος ήταν και υποστηρικτής της υποψηφιότητας Χριστοδουλίδη,  διευκρίνισε ότι για τα μέλη των Δ. Σ. των Πανεπιστημίων δεν υπέβαλε εισηγήσεις το Γ.Σ, διότι εκ του νόμου δεν μπορεί να το κάνει. Αυτό , όπως είπε, είναι θέμα του Υπουργικού Συμβουλίου.

Δεν γνώριζε ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης ότι ο κ. Κωσταλιάς είναι θιασώτης του Γεώργιου Παπαδόπουλου και ότι ο κ. Λουκάς Χριστοδουλίδης είναι ξάδερφος του; Συγγενείς διόρισε πέρσι και στο προεδρικό. Το αρχαίο ρητό λέει «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού». Αλλά αυτά, φαίνεται ότι είναι «ψιλά γράμματα» για τον πρόεδρο.

Δημοσιεύματα στον Τύπο έφεραν στο φως και άλλα παρατράγουδα. Συγκεκριμένα :

* Διορισμός προσώπων σε θέσεις με  σύγκρουση συμφέροντος,

* Επιλογή προσώπων που στήριξαν πέρσι την υποψηφιότητα Χριστοδουλίδη.

Εξάλλου, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Μαρίνας Οικονομίδου στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας “Καθημερινή” Κύπρου,  “ζήτημα  προκύπτει στην περίπτωση δύο μεγάλων Ημικρατικών οργανισμών, αυτών της ΑΤΗΚ και ΑΗΚ, είναι η σύγκρουση συμφερόντων των προέδρων. Ο Πρόεδρος της ΑΗΚ Γιώργος Πέτρου είναι διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας STAROIL, με αποτέλεσμα να προκύπτει ζήτημα σύγκρουσης συμφέροντος. Το ίδιο και με τη Πρόεδρο της ΑΤΗΚ Μαρία Τσιάκκα στην οποία ανήκει η εταιρεία tsiakkastel. Η Πρόεδρος της Αρχής Αδειών Δέσπω Αμερικάνου, ο Πρόεδρος του ΚΟΑ Γιάννης Ιωάννου, η αντιπρόεδρος του ΡΙΚ Χριστίνα Σαρρή ήταν στους 101 που στήριξαν την υποψηφιότητα Χριστοδουλίδη. Το ίδιο ο Νικόλας Οικονομίδης ενώ υποστηρικτές στον προεκλογικό του υπήρξαν οι Μαρία Χατζηθεοδοσίου, Γιώργος Σταματίου, Κωνσταντίνα Παφίτη και Λοϊζος Μιχαηλίδης. Σε όλους τους οργανισμούς διαπιστώνεται έντονο το χρώμα των κομμάτων της συγκυβέρνησης και σίγουρα προσώπων που βρέθηκαν κοντά στον Νίκο Χριστοδουλίδη κατά τον προεκλογικό. Ο Πρόεδρος της Αρχής Λιμένων Ζήνωνας Αποστόλου είναι Συναγερμικός και είχε ενεργό δράση στον προεκλογικό του Νίκου Χριστοδουλίδη. Ερώτημα είναι ποια σχέση μπορεί να έχει με την Αρχή Λιμένων. Ενεργό ρόλο στον προεκλογικό Χριστοδουλίδη είχε και ο Πρόεδρος της ΚΟΑ Γιάννη Ιωάννου ο οποίος επίσης προέρχεται από τον χώρο του ΔΗΣΥ. Ζήτημα που ενδεχομένως να προκύψει για τον κ. Ιωάννου στην πορεία και για την αντικειμενικότητά του, είναι το γεγονός ότι υπήρξε Πρόεδρος του Σωματείου του ΑΠΟΕΛ”.

Το πλέον οικτρό είναι οι δηλώσεις στο ΚΥΠΕ   του προέδρου του Γ.Σ., έγκριτου νομικού, Γιώργου Αρέστη, από τις οποίες φαίνεται να θεωρεί ότι οι Κύπριοι πολίτες “τρώνε κουτόχορτο”.  Ο κ. Αρέστη στην προσπάθεια του να “υπερασπιστεί” τις επιλογές του Γ.Σ. γενικολόγησε και ουδόλως έπεισε. Επίσης, δεν μπορούμε να αντιπαρέλθουμε αβασάνιστα το γεγονός  ότι ο κ. Αρέστη μίλησε αναλυτικά  σήμερα , αφού του ζήτησε δηλώσεις το ΚΥΠΕ και αφού προηγήθηκε η  δήλωση  του προέδρου Χριστοδουλίδη: “Κάθε καινοτομία και κάθε μεγάλη μεταρρύθμιση φέρνει αντιδράσεις όπως αυτές που βλέπουμε”

Μετά τα όσα έγιναν  , ο κ. Αρέστη και τα άλλα μέλη του Γ.Σ., κατά την άποψη μου , μία επιλογή είχαν: Να παραιτηθούν αυθωρεί και παραχρήμα, γιατί απέτυχαν παταγωδώς!  Πάντως, έχουν καιρό να το σκεφτούν και να το πράξουν , διότι έχασαν το τεκμήριο της αντικειμενικότητας.

Όσον αφορά την δήλωση του πρόεδρου Χριστοδουλίδη αποτελεί μία ακόμη πομφόλυγα για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους.

Οι δηλώσεις Αρέστη στο ΚΥΠΕ

Άδικες θεωρεί τις αντιδράσεις για το έργο του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου όσον αφορά τους διορισμούς στους Ημικραικούς Οργανισμούς, ο Πρόεδρος του σώματος, Γιώργος Αρέστη, που δήλωσε ικανοποιημένος από το έργο που αυτό παρήγαγε. Σε δηλώσεις στο ΚΥΠΕ σημείωσε ότι ήταν η πρώτη φορά που ο απλός πολίτης είχε την ευκαιρία να συμμετέχει στα συμβούλια τέτοιων οργανισμών χωρίς να χρειαστεί να περάσει μέσα από κομματικές διαδικασίες.

Ο Γιώργος Αρέστη δήλωσε ότι στο  Συμβούλιο εργάστηκαν με σύμπνοια, συναινετικά και παρήγαγαν ένα έργο «που πρώτη φορά παράγεται στην Κύπρο. Μάλιστα μέσα στα στενά χρονικά περιθώρια που μας έθεσε ο ΠτΔ». Σημείωσε ότι το συμβούλιο έπιασε δουλειά εντός Οκτωβρίου και ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είχε ζητήσει οι εισηγήσεις τους να ήταν έτοιμες πριν από τα Χριστούγεννα.

Δήλωσε ότι οι αποφάσεις του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου λαμβάνονταν συναινετικά, ομόφωνα σε συνεδρίες που πάντοτε προέδρευε ο ίδιος. Ο κ. Αρέστη υπογράμμισε ότι στηρίχθηκαν μόνο στις δηλώσεις ενδιαφέροντος που τους είχαν αποσταλεί και σε τίποτε άλλο. Λάμβαναν υπόψην, ανέφερε, τις πρόνοιες του γενικού νόμου 149 του 1988 που ρυθμίζει την λειτουργία όλων των Ημικρατικών Οργανισμών, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και του οικείου νόμου που θέτει κάποια ειδικά προσόντα, κριτήρια που πρέπει να έχει ένας υποψήφιος για κάποιους Ημικρατικούς. Έφερε ως παράδειγμα πως θεωρείται ειδικό προσόν για κάποιον που θα έκανε αίτηση για το ΔΣ του ΘΟΚ, να έχει κάποια σχέση με το θέατρο, τις τέχνες γενικότερα.

Ερωτηθείς αν υπήρξε παρέμβαση προς τα μέλη του συμβουλίου απάντησε: «Καμία παρέμβαση. Πως θα είχαμε (παρέμβαση), όταν κατά 95% οι εισηγήσεις μας έγιναν δεκτές από το Υπουργικό Συμβούλιο;».

Δήλωσε δε ικανοποιημένος για την μεγάλη αυτή αποδοχή από μέρους του Υπουργικού των εισηγήσεων του Γνωμοδοτικού, σημειώνοντας ότι το Υπουργικό αιτιολόγησε ως όφειλε, με βάση την απόφαση λειτουργίας του Γνωμοδοτικού, το 5% των εισηγήσεων που δεν τις αποδέχθηκε.

Κληθείς να σχολιάσει τις αντιδράσεις που έχουν προκληθεί, ο Γιώργος Αρέστη είπε ότι αυτές είναι «πολύ άδικες. Γιατί αυτό το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο εργάστηκε επισταμένα, κάτω από αντίξοες συνθήκες, δεν είχαμε καν χώρο να συνεδριάσουμε». Συνεδρίασαν, είπε, είτε στο πανεπιστήμιο όπου ένα εκ των μελών του Γνωμοδοτικού εργαζόταν, είτε σε μεγάλη εταιρεία  – ελεγκτικό οίκο, με την οποία συνεργαζόταν ένα άλλο μέλος του συμβουλίου. «Φέραμε σε πέρας ένα αξιόλογο έργο. Λυπούμαι να πω ότι αδικείται το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο με την επίθεση που του γίνεται».

Η επίθεση, πρόσθεσε, έρχεται από δύο κατευθύνσεις, η μία από εκείνους που δεν επιλέγηκαν, σημειώνοντας ότι δέχθηκαν συνολικά 1070 αιτήσεις και στο Υπουργικό Συμβούλιο για τα 11 Διοικητικά Συμβούλια πρότειναν περίπου 300 άτομα. «Αυτοί που δεν επιλέγηκαν φυσιολογικό είναι να έχουν παράπονο. Δεν μπορούσαν όλοι να επιλεγούν, και οι 1070» συμπλήρωσε.

Η άλλη κατηγορία αντιδράσεων είναι από τα κόμματα, είπε, κάτι που επίσης ο κ. Αρέστη βρίσκει φυσιολογικό, όπως ανέφερε. «Για πρώτη φορά τα κόμματα δεν έχουν την μερίδα του λέοντος στους διορισμούς των ΔΣ των Ημικρατικών Οργανισμών. Είναι η πρώτη φορά που ο απλός πολίτης έχει την δυνατότητα να γίνει μέλος ΔΣ Ημικρατικού, χωρίς να πρέπει να πάει να παρακαλέσει και να περάσει μέσα από τις κομματικές διαδικασίες. Είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό το πράγμα» ανέφερε.

Απαντώντας δε σε άλλη ερώτηση διερωτήθηκε γιατί «τα κόμματα πρέπει να είναι πάνω από τον απλό, ανώνυμο πολίτη, στον οποίο πρώτη φορά δόθηκε η ευκαιρία να συμμετέχει σε αυτές τις διαδικασίες;». Σέβεται τα κόμματα, είπε, αλλά ρόλος τους είναι να καθορίζουν πολιτική και όχι να έχουν ρόλο και στον τελευταίο διορισμό του κράτους.

Ο κ. Αρέστη εκτίμησε ότι κάποια στελέχη ή μέλη κομμάτων δεν υπέβαλλαν αίτηση στο Γνωμοδοτικό γιατί πιθανόν δεν συμφωνούν με την πολιτική του Προέδρου Χριστοδουλίδη και δεν ήθελαν να εξυπηρετούν και να προάγουν τους στόχους αυτής της κυβερνητικές πολιτικής μέσω των Ημικρατικών. «Πώς είναι τόσο βέβαια τα κόμματα ότι στελέχη τους έκαναν αίτηση και δεν επιλέγηκαν; Εμείς δεν είχαμε ιδέα και δεν ήταν κριτήριό μας η κομματική η πολιτική τοποθέτηση εκάστου των υποψηφίων. Το έντυπο που συμπλήρωσαν δεν είχε χρώμα ούτε κόκκινο, ούτε μπλε, ούτε πράσινο, ούτε κίτρινο. Ήταν όλα τα ίδια».

Κληθείς να σχολιάσει εάν υπάρχουν άτομα που έχουν σύγκρουση συμφερόντων με την θέση στην οποία διορίστηκαν, ο κ. Αρέστη είπε ότι έκριναν τους υποψήφιους με βάση τα στοιχεία που είχαν συμπληρώσει στην αίτηση. «Δεν είχαμε την ευχέρεια και τον τρόπο να κάνουμε περεταίρω έρευνα». Προβληματίστηκαν, συνέχισε, για τυχόν προσωπικές συνεντεύξεις, αλλά ήταν πρακτικά αδύνατο με τόσο μεγάλο αριθμό αιτήσεων. Γι’ αυτό στο έντυπο που συμπλήρωνε ένας ενδιαφερόμενος είχε 8 ερωτήσεις, εξήγησε, για να δουν κάποιες αντιλήψεις, την προσωπικότητα και πως αντιλαμβανόταν τον Οργανισμό τον οποίο ήθελε να υπηρετήσει.

Εάν εκ των υστέρων υπάρχουν στοιχεία στο βιογραφικό κάποιου που δείχνουν ότι υπάρχει σύγκρουση συμφέροντος – σε περίπτωση που γίνει έρευνα κι αυτό αποδειχθεί – υπάρχουν διορθωτικά μέτρα, συμπλήρωσε. «Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί ανά πάσα στιγμή να ζητήσει από κάποιον να υποβάλλει την παραίτησή του και να διορίσει κάποιον άλλον. Υπάρχουν διορθωτικά μέτρα. Γιατί κάποιοι σχίζουν τα ιμάτιά τους; Γιατί τόσος θόρυβος;»

ΤΕΠΑΚ

Για το ΔΣ του ΤΕΠΑΚ, ο Γιώργος Αρέστη είπε ότι ο διορισμός των μελών του ΔΣ δεν ήταν στην δικαιοδοσία του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου και στην ερώτηση, εάν ο ΠτΔ δικαιούται να παύσει μέλος που μόλις έχει διοριστεί, ο κ. Αρέστη είπε ότι με βάση τον γενικό νόμο 149, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και το Υπουργικό Συμβούλιο δικαιούνται να ζητήσουν την παραίτηση, αλλά «δεν ξέρω τις λεπτομερείς του θέματος». Σημείωσε δε ότι τα ΔΣ του ΤΕΠΑΚ, του Πανεπιστημίου Κύπρου, του Ανοικτού Πανεπιστημίου δεν καλύπτονται από την νομοθεσία 149 του 1988.

 

 

 

Share this post