Βαρθολομαίος: «Υπηρετούμε την αλήθεια, άνευ ιταμών συμφερόντων»

Βαρθολομαίος: «Υπηρετούμε την αλήθεια, άνευ ιταμών συμφερόντων»

Μήνυμα προς τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου και τους Συνοδικούς

Στο Οικουμενικό Πατριαρχείο «υπηρετούμε την αλήθεια μόνη, άνευ υπολογισμών και δευτέρων σκέψεων, άνευ άλλων ιταμών συμφερόντων και αναξιοπρεπών σκοπιμοτήτων», υπογράμμισε ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας, Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, στο μήνυμα του προς τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο και τα μέλη της Ιεράς Συνόδου  με την ευκαιρία σήμερα  της μνήμης του ιδρυτή και προστάτη της Εκκλησίας Κύπρου Αποστόλου Βαρνάβα.
Το μήνυμα ανέγνωσε στο τέλος της Συνοδικής Θείας Λειτουργίας στον ιερό ναό Αποστόλου Βαρνάβα στην Δασούπολη ο εκπρόσωπος του κ. Βαρθολομαίου, Μητροπολίτης Γαλλίας Εμμανουήλ, ο οποίος έλαβε μέρος στο Συνοδικό Συλλείτουργο, προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου. Επίσης , συλλειτούργησε ο έξαρχος στην Κύπρο του Πατριαρχείου Αλεξάνδρειας, επίσκοπος Νιτρίας.

 


Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στο μήνυμα του σημείωσε ότι η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία (Κωνσταντινούπολη) γέννησε όλες τις νεότερες Εκκλησίες και είναι «η διασώσασα και διασώζουσα και το υμέτερον (Εκκλησία Κύπρου) εκ της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου καθεστώς αυτοκεφαλίας».

Ο κ. Βαρθολομαίος αναφέρθηκε εμμέσως, πλην σαφώς, στην απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρυχείου για παραχώρηση αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία Ουκρανίας, τονίζοντας:

*«Σε σκοτεινές μέρες της Ιστορίας η δική μας πονεμένη και ευγενική στάση, η κοσμιότητα μας απέναντι στην ψευδώνυμη, όπως φάνηκε τελικά πανορθόδοξη ενότητα, θεωρήθηκε (από κάποιους) ότι διαλέξαμε την παραίτηση του Θρόνου μας από τις ευθύνες, με τις οποίες κόσμησε Αυτόν η Εκκλησία, αλλά όχι!»

*”Στην Κωνσταντινούπολη δεν βρίσκεται κάποιο συντονιστικό όργανο, υπό τύπο χοράρχου, αλλά η αγαπώσα καρδία και ο νους της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
*«Το Φανάρι ζει και αυτό ήλθαμε να υπενθυμίσουμε αγαπητικώς, αφενός προς την υμετέρα φίλη Μακαριότητα, αφετέρου δε προς πάσα κατεύθυνση μισούντων και αγαπόντων ημάς».

Καταλήγοντας, στο μήνυμα του ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπογράμμισε ότι στην Κύπρο «ζει τιμαλφές μέρος της Οικουμενικής Ρωμηοσύνης, εξ εκείνης της Μεγαλομάρτυρος Ρωμηοσύνης».
Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, απαντώντας στο μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχη, ζήτησε από τον Μητροπολίτη Γαλλίας να μεταφέρει στον κ. Βαρθολομαίο  για την ονομαστική Του εορτή  ευχές για έτη πολλά «και ο Θεός να του δώσει ό,τι καλό και για την Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και για όλη την Ορθοδοξία».


Ο κ. Χρυσόστομος, μεταξύ άλλων, διαβεβαίωσε ότι η Εκκλησία Κύπρου «στέκεται και θα στέκεται πάντοτε δίπλα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, έτσι και τώρα θα το στηρίξουμε… Δεν μας χωρίζει τίποτε. Είμαστε πάντοτε προσανατολισμένοι στην Κωνσταντινούπολη και στο κέντρο της Ορθοδοξίας μας».
Κατά την έξοδο από τον ναό ρωτήσαμε τον Αρχιεπίσκοπο, γιατί με βάση όσα είπε και όσα άκουσε στο μήνυμα του κ. Βαρθολομαίου, δεν μνημονεύει ακόμη τον Αρχιεπίσκοπο Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο. Μας απάντησε ότι η Εκκλησία Κύπρου «ανέλαβε μια σταυροφορία, η οποία δεν τελείωσε ακόμη». Εξέφρασε την ελπίδα να προκύψει κάτι καλύτερο για όλη την Ορθοδοξία για να χαρεί πρώτα ο Θεός και μετά εμείς οι άνθρωποι. «Όταν έλθει η ώρα θα τον μνημονεύσουμε (τον Αρχιεπίσκοπο Επιφάνιο). «Δεν βιαζόμαστε», πρόσθεσε.

Α. ΒΙΚΕΤΟΣ

Το μήνυμα

*Το πλήρες κείμενο του μηνύματος του Οικουμενικού Πατριάρχη είναι το ακόλουθο:

“Μακαριώτατε καί Ἁγιώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Νέας Ἰουστινιανῆς καί πάσης Κύπρου, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ λίαν ἀγαπητέ καί περιπόθητε ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Μετριότητος κύριε Χρυσόστομε, τήν Ὑμετέραν σεβασμίαν Μακαριότητα ἀδελφικῶς ἐν Κυρίῳ κατασπαζόμενοι, ὑπερήδιστα προσαγορεύομεν.

«Ἐπειδή ἡ ἁγία Μεγάλη Ἐκκλησία, κοινή Μήτηρ τῶν ὅλων καί προνοητής καθέστηκεν εὐλόγως καί ἡ κατά Κύπρον μερική Ἐκκλησία, τήν ἐνσκήψασαν αὐτῇ λοιμικήν καί ψυχώλεθρον νόσον καί ἔκ τινων κακοτρόπων ἐπήρειαν, ἀναφέρει αὐτῇ τῇ κοινῇ Μητρί Μεγάλῃ Ἐκκλησίᾳ πρός παῦσιν ταύτης καί διόρθωσιν διά τῆς ἀμφιστόμου μαχαίρας ἥν αὐτῇ ὁ Κύριος μέχρι τοῦ νῦν ἐχαρίσατο….» (Ἀναφορά τῶν Κυπρίων, ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου αὐτῶν Φιλοθέου, Καλ. Δελικάνη, “Ἐπίσημα Ἐκκλησιαστικά Ἔγγραφα”, Τόμος ΙΙ, σελ. 586-587)
Διά τῶν ἐμπνευσμένων τούτων λόγων οἱ ἀείμνηστοι Μητροπολῖται Πάφου Ἰωακείμ, Κιτίου Μακάριος, καί Κυρηνείας Νικηφόρος ὡς καί εἴκοσι καί εἷς κληρικοί καί ἱσάριθμοι πρόκριτοι λαϊκοί ἐκ τῆς Ὑμετέρας εὐλογημένης νήσου, ἀπηυθύν-θησαν ἐν ἔτει 1759 πρός τήν καθ΄ἡμᾶς Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Μεγάλην Ἐκκλησίαν διά τήν ἐπίλυσιν τοῦ τότε ἐκκλησιαστικοῦ παρ΄ ἐκείνοις προβλήματος. Καί διατηροῦμεν τά τοιαῦτα ὡς κειμήλια ἱερά, κληροδοτηθέντα ἡμῖν παρά τῶν ἀοιδίμων Προκατόχων ἡμῶν, τῶν Ἀρχιεπισκόπων Κωνταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν, σειρᾶς ὅλης τιμίων ἀνδρῶν ἐκδαπανησάντων τό ζῆν αὐτῶν διά τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ καί εἰς τήν διακονίαν τῆς Ἐκκλησίας.
Διά τῆς ἀναγνώσεως καί ἀναδιφήσεως τοιούτων ἐκκλησιαστικῶν κειμένων ἀναβαπτιζόμεθα εἰς ὅσα ἔχομεν ἐνσυνειδήτως ὑποχρέωσιν ὅπως διακονῶμεν ἐκ τῆς ἕδρας τοῦ μαρτυρικοῦ Φαναρίου. Διότι εἴμεθα μεγαλομάρτυς Ἐκκλησία, οὐχί τόσον ὡς ἐκ τῶν ἐξωτερικῶν λόγων ἀλλά κυρίως διότι ἔχομεν παντοῦ καί πάντοτε τήν εὐθύνην ἔκ τε τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων καί ἐξ αὐτῆς ταύτης τῆς καθηγιασμένης πράξεως τῆς Ἐκκλησίας νά ὑπηρετῶμεν τήν ἀλήθειαν μόνην, ἄνευ ὑπολογισμῶν καί δευτέρων σκέψεων, ἄνευ ἄλλων ἰταμῶν συμφερόντων καί ἀναξιοπρεπῶν σκοπιμοτήτων. Εἴμεθα ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία, ἡ γεννήσασα πάσας τάς νεωτέρας τοιαύτας, ἡ διασώσασα καί διασώζουσα καί τό ὑμέτερον ἐκ τῆς Γ΄ἐν Ἐφέσῳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καθεστώς αὐτοκεφαλίας, ἡ ἔχουσα τήν ὑποχρέωσιν προνοίας πάσης ἄλλης Ἐκκλησίας, τῶν τε ἀδελφῶν Πρεσβυγενῶν καί τῶν θυγατέρων νεωτέρων τοιούτων, τῶν ἐκ τοῦ ἡμετέρου Κανονικοῦ σώματος ἐν κόποις, ἐν στερήσεσιν, ἐν θλίψει, πλήν μετ΄ ἐνδιαφέροντος καί προνοίας ἀπογαλακτισθεισῶν, διά νά ἔχωσι τήν ἰδικήν των ἐσωτερικήν αὐτοτέλειαν.
Ὑπό τήν ἔννοιαν ταύτην ἀντιλαμβανόμεθα καί μετ΄ἐγκαυχήσεως μνημονεύομεν ταύτην τήν ἱεράν καί πανεπίσημον ὥραν τῆς Θρονικῆς ὑμῶν Ἑορτῆς, τῆς ἀναφορᾶς τῶν προγόνων Ὑμῶν, Μακαριώτατε ἅγιε ἀδελφέ, ὅτι ἡ Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, εἶναι «κοινή Μήτηρ τῶν ὅλων καί προνοητής». Καί ὄντως εἶναι. Ἀληθῶς ἐστι. Λυπούμεθα δέ ὅτι ἐφθάσαμεν εἰς τό σημεῖον νά ἐπαναλαμβάνωμεν τά αὐτονόητα καί τά καθεστῶτα ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, πλήν ἀναγκαζόμεθα, διότι ἐκ τῶν ποιμαντικῶν ὑποχωρήσεων καί μάλιστα ἐν ἡμέραις ζοφεραῖς τῆς ἱστορίας, ἡ ἡμετέρα παθητική καί εὐγενής στάσις, ἡ κοσμιότης ἡμῶν ἔναντι ποιᾶς τινος ψευδωνύμου, ὡς ἐφάνη τελικῶς, Πανορθοδόξου ἑνότητος, ἐθεωρήθησαν ὅτι ἐπελέξαμεν τήν παραίτησιν τοῦ Θρόνου ἡμῶν ἐκ τῶν εὐθυνῶν μεθ΄ὧν ἐκόσμησεν αὐτόν ἡ Ἐκκλησία, ἀλλ΄οὐχί. Ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων, εἰς πεῖσμα καί καταισχύνην τοῦ μισοκάλου καί ἀντιδίκου πνεύματος καί τῶν ὑπ΄αὐτοῦ ἐμπνεομένων, εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν θά ζῇ ἑδραῖον καί ἀμετακίνητον τό τιμαλφέστερον καί ἁγιώτερον τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν Γένους καί τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως, ἡ καθ΄ ἡμᾶς Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία, ἡ Μήτηρ καί ποτνία ἐν Ἐκκλησίαις. Ἐν Κωνσταντινουπόλει δέν εὑρίσκεται συντονιστικόν τι ὄργανον ὑπό τύπον χοράρχου ἀλλ΄ αὐτή αὕτη ἡ ἀγαπῶσα καρδία καί ὁ πολυμήχανος νοῦς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τό Φανάριον ζῇ, Μακαριώτατε, καί τοῦτο ἤλθομεν σήμερον ἐνταῦθα νά ὑπενθυμίσωμεν ἀγαπητικῶς ἀφ’ ἑνός μέν πρός τήν γνωρίζουσαν αὐτό καί ἔχουσαν ἀγάπην δι΄ ἡμᾶς Ὑμετέραν φίλην Μακαριότητα, ἀφ’ ἑτέρου δέ πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν μισούντων καί ἀγαπώντων ἡμᾶς. Τό Φανάριον ζῇ ἐπειδή τό θέλει ὁ Κύριος τῆς Δόξης, ὁ Ἐσταυρωμένος καί μή ἀποκαθηλούμενος ἐνταῦθα, ὁ ἀναστάς καί ἐν δόξῃ ἀναληφθείς ἀφ΄ἡμῶν εἰς τούς Οὐρανούς. Ζῇ, διότι ἔχει τάς εὐχάς τῶν Θεοφόρων Πατέρων τῶν ἁγίων Συνόδων, αἵτινες ἀπέδωκαν αὐτῷ ἱεράς ἀπαραβιάστους καί ἀδιαπραγματεύτους προνομίας διακονίας.
Διό καί τοιούτοις αἰσθήμασιν ἀγάπης καί τιμῆς συμμετέχομεν ἐξ ὅλης ψυχῆς καί διανοίας εἰς τάς λαμπράς καί εὐχαριστιακάς τελετάς τῆς Θρονικῆς ὑμῶν ἑορτῆς, γνωρίζοντες ὅτι ἐν τῇ γῇ ταύτῃ, τῇ πιανθείσῃ τοῖς αἵμασιν εὐσεβῶν τέκνων τῆς Ἐκκλησίας ζῇ ἀπό τῶν Ἀποστολικῶν ἀκόμη χρόνων ἡ Ρωμέηκη συνείδησις καί ἡ εὐλάβεια αὐτῆς εἰς τάς καρδίας τῶν πιστῶν τέκνων ἡμῶν. Ζῇ ἡ εὐωδία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Ἐν Κύπρῳ ζῇ τιμαλφές μέρος τῆς Οἰκουμενικῆς Ρωμηοσύνης, ἐξ ἐκείνης τῆς Μεγαλομάρτυρος Ρωμηοσύνης, ἧστινος τό δένδρον ἐτρανώθη διά τῶν αἱμάτων καί θυσιῶν τῶν τέκνων αὐτῆς ὑπέρ τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως καί ὑψηλῶν ἰδανικῶν.
Ἤλθομεν διά τοῦ ἡμετέρου ἐκπροσώπου, Ἱερωτάτου ἀδελφοῦ Μητροπολίτου Γαλλίας κυρίου Ἐμμανουήλ, διά νά ἀσπασθῶμεν ἐν Κυρίῳ τήν Ὑμετέραν πολιάν Μακαριότητα καί τούς ἁγίους ἀρχιερεῖς, ἀλλά καί νά ἐπιδαψιλεύσωμεν τάς Πατριαρχικάς ἡμῶν εὐχάς καί τήν εὐλογίαν ἀπό τῆς Μητρός Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως πρός τήν Ἁγιωτάτην Ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου. Ἤλθομεν διά νά ἁσπασθῶμεν Ὑμᾶς, Ἀποστολικῷ πνεύματι, ὡς Ἀνδρέας τόν Βαρνάβαν. Συγχαίροντες οὖν ἐγκαρδίως, εὐχόμεθα, ἐκ Φαναρίου πᾶν ἀπό Κυρίου ἀγαθόν καί Αὐτῷ εὐάρεστον, Ὅστις καί κρατύνοι τήν Ὑμετέραν γερασμίαν Μακαριότητα, τούς περί Αὐτήν ἀδελφούς ἀρχιερεῖς, τόν εὐαγῆ κλῆρον καί τόν φιλόχριστον λαόν ἐν ὑγιείᾳ καί εὐλογίαις πολλαῖς. Γένοιτο”.

Share this post