«Το Κλαμπ»: η τουρκική σειρά που θυμίζει τις αδικίες κατά των μειονοτήτων

«Το Κλαμπ»: η τουρκική σειρά που θυμίζει τις αδικίες κατά των μειονοτήτων

Του Αλέξανδρου Μασσαβέτα*

Η ιστορία και ο πολιτισμός των ΣεφαρδιτώνΣεφαρδίτες, απογόνων των Εβραίων που απελάθηκαν από την Ισπανία το 1492, με μαγνήτιζε από τα εφηβικά μου ήδη χρόνια. Το ίδιο και η ιστορία της Κωνσταντινούπολης και μάλιστα του Πέρα, που ήταν το σπίτι μου για πάνω από δεκαετία. Όταν πληροφορήθηκα πως μια τουρκική σειρά, «Το Κλαμπ» (Kulüp), καταπιάνεται με τους Σεφαρδίτες της Πόλης και την πρόσφατη ιστορία του Πέρα, ιδωμένη μέσα από τα μάτια των μη-μουσουλμάνων, ενθουσιάστηκα.

Έτρεξα να την δω, όπως πολλοί στην Τουρκία και το εξωτερικό, ακριβώς επειδή εστιάζει στην κουλτούρα των Σεφαρδιτών και την ατμόσφαιρα του πολυεθνικού Πέραν του 1950. Για την «τολμηρή» αυτήν επιλογή επαινείται «Το Κλαμπ» από τις 5 Νοεμβρίου, όταν ξεκίνησε η προβολή του στο Netflix, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν έχει ενδιαφέρον η πλοκή ή δεν είναι καλές οι ερμηνείες. Είναι η πρώτη τουρκική σειρά που εστιάζει στους Τουρκοεβραίους.

Η περίοδος 1940-1965 υπήρξε ολέθρια για όλες τις μη-μουσουλμανικές κοινότητες, που βρέθηκαν στο στόχαστρο επάλληλων διωγμών, άρτια οργανωμένων από τις αρχές. Τα κομβικά γεγονότα της εποχής είναι γνωστά σε όλους όσοι έχουμε μελετήσει την πρόσφατη ιστορία της Τουρκίας και τις μη-μουσουλμανικές κοινότητες. Το ίδιο οικεία μας είναι και η προφορική ιστορία των τελευταίων, που διασώζει τις αναμνήσεις αυτών που τα έζησαν. Πώς όμως πέρασαν όλα αυτά στο σενάριο, που απευθύνεται σε μια κοινωνία που ακόμη αρνείται, σε μεγάλο βαθμό, να τα αντικρύσει κατάματα;

Η σειρά προβάλλεται σε μια στιγμή που ο αντισημιτισμός έχει κορυφωθεί υπό την διακυβέρνηση του Ταγίπ Έρντογαν και ο εθνικισμός έχει, για μία ακόμη φορά, «χτυπήσει κόκκινο». Η παρουσίαση, χωρίς εκπτώσεις και ωραιοποιήσεις, των διακρίσεων που υπέστησαν οι μη-μουσουλμάνοι λόγω του τότε εθνικιστικού παροξυσμού χαρακτηρίστηκε «εκπαιδευτική» από πολλούς αναλυτές, εντός και εκτός Τουρκίας.

Σήμερα, στον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου, τους μη-μουσουλμάνους αντικατέστησαν οι κοσμικοί Τούρκοι, ο τρόπος ζωής και η ιδεολογία των οποίων υφίσταται διωγμό«Φεύγουμε κυνηγημένοι από την Τουρκία όπως οι μη-Μουσουλμάνοι πριν 100 χρόνια» από την αυταρχική διακυβέρνηση Έρντογαν. Η υπενθύμιση πως ο εθνικισμός και οι διακρίσεις εις βάρος μερίδας των πολιτών υπονομεύουν την ευημερία και την πρόοδο της χώρας είναι πολύτιμη.

«Το Κλαμπ» αποτελείται από δύο κύκλους. Έχει ξεκινήσει η προβολή του πρώτου, που αποτελείται από έξι επεισόδια, ενώ αναμένεται δεύτερος με επιπλέον τέσσερα (ή πέντε) στις αρχές του 2022. Πρόκειται για αξιέπαινη προσπάθεια αποτύπωσης των εθίμων, της ιουδαιοϊσπανικής γλώσσας και της ζωής των Σεφαρδιτών. Μέχρι σήμερα, οι Εβραίοι εμφανίζονταν σε σειρές (Payitaht: Abdul Hamid, Η Κοιλάδα των Λύκων) μόνο για την μεταφορά στην οθόνη θεωριών συνωμοσίας περί διεθνούς σιωνισμού και παγκόσμιας διακυβέρνησης, εμπορίου βρεφών στην Μέση Ανατολή από Ισραηλινούς, εκμετάλλευσης του λαού από «άπιστους» πλουτοκράτες κ.ο.κ.

Η σειρά ξεκινά με την πρωταγωνίστρια Ματίλντα Ασέο, στην ύστερη εφηβεία, να πυροβολεί και να σκοτώνει έναν άνδρα σε μια ταράτσα του Γαλατά. Διακρίνεται στον λαιμό της ένα εβραϊκό φυλαχτό (μεζουζά). Στην επόμενη σκηνή, 17 χρόνια αργότερα, η Ματίλντα βρίσκεται στην φυλακή – έχει καταδικαστεί σε ισόβια. Καθώς ανακοινώνεται η απονομή χάριτος στους βαρυποινίτες, η Ματίλντα ανάβει κεριά και λέει την προσευχή του Σαμπάτ: είναι Παρασκευή σούρουπο. Η εβραϊκή ταυτότητα της πρωταγωνίστριας γίνεται σαφής εξαρχής.

Η Ματίλντα αποφυλακίζεται αλλά θα είναι για πάντα στιγματισμένη, στα μάτια της εβραϊκής κοινότητας, από τον φόνο. Ζητά βοήθεια από τον Νταβίτ, κοινοτικό στέλεχος, ώστε να λάβει το χαρτί από την ραβινεία, που θα της επιτρέψει να εγκατασταθεί στο Ισραήλ. Εκείνος την παρακαλεί, πριν φύγει, να συναντήσει την 17χρονη κόρη της, της οποίας δεν γνωρίζει ούτε το όνομα: Ρασέλ. Ανήμπορος να την αναλάβει ο ίδιος, ο Νταβίτ την είχε βάλει στο ορφανοτροφείο, του οποίου τελεί διευθυντής.

                                                                                                                  Η κόρη της Ματίλντα, Ρασέλ, με τον Μόρντο.

 

Ποιος θα την υιοθετούσε, λέει. Σε μεταγενέστερα επεισόδια μαθαίνουμε τον λόγο: η Ρασέλ γεννήθηκε εκτός γάμου. Είναι καρπός του έρωτα της Ματίλντα με τον άνδρα που δολοφόνησε. Η κοπέλα νομίζει πως η μητέρα της είναι νεκρή, ενώ δεν έμαθε ποτέ για τον φόνο. «Τήρησα την υπόσχεση που σου είχα δώσει να σιωπήσω» λέει στην Ματίλντα ο Νταβίτ. Η Ματίλντα αρνείται να δει την κοπέλα και να «αναστατώσει την ζωή της».

Όταν όμως η Ρασέλ προσπαθεί να κλέψει ποτά από το νυχτερινό κέντρο «Ιστάνμπουλ Κλαμπ» και την πιάνει επ’ αυτοφώρω ο διευθυντής, η Ματίλντα ακολουθεί τον Νταβίτ στο τμήμα. Μόλις την βλέπει, ο διευθυντής του κλαμπ αρνείται να αποσύρει την μήνυση κατά της Ρασέλ. Προκειμένου να το κάνει, ζητά από την Ματίλντα να εργαστεί στο νυχτερινό κέντρο. Η Ματίλντα υποκύπτει στον εκβιασμό και υφίσταται την σαδιστική συμπεριφορά του διευθυντή. Έτσι, το Ιστάνμπουλ Κλαμπ μπαίνει στο κέντρο της πλοκής. Πολλά σημεία δείχνουν στην Ματίλντα πως ο μυστηριώδης άνδρας γνωρίζει το παρελθόν της και την οικογένειά της και έχει, για κάποιο λόγο, εμμονή μαζί της.

Η εύπορη οικογένειά της πρωταγωνίστριας καταστράφηκε από τον Φόρο Περιουσίας του 1942 και ο πατέρας και ο αδελφός της πέθαναν σε στρατόπεδο εργασίας

Καθώς η σειρά προχωρά, βλέπουμε την προσπάθεια της Ματίλντα να κτίσει μια σχέση με την Ρασέλ. Της εξηγεί πώς η εύπορη οικογένειά της καταστράφηκε από τον Φόρο Περιουσίας του 1942 και ο πατέρας και ο αδελφός της πέθαναν στο στρατόπεδο εργασίας του Άσκαλε (βλ. παρακάτω). Σιγά σιγά, ο θεατής καταλαβαίνει πως την χρονιά εκείνη η Ματίλντα δολοφόνησε τον εραστή και πατέρα της Ρασέλ – θα αργήσει όμως να μάθει το γιατί. Καθώς έχουν παρέλθει 17 χρόνια, βρισκόμαστε στο 1959 (κατά τα πρώτα επεισόδια η ακριβής ημερομηνία παραμένει ασαφής), τέσσερα χρόνια μετά τα Σεπτεμβριανά, το πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης. Πόστερ «η Κύπρος είναι τουρκική» εικονίζονται στους δρόμους, ενώ φλασμπάκ στις εμπειρίες των Ρωμιών χαρακτήρων δείχνουν την γνωστότερη εικόνα του πογκρόμ, τα λεηλατημένα καταστήματα και τα υφάσματα και σπασμένα γυαλιά να καλύπτουν την Μεγάλη Οδό του Πέρα.

Βάζοντας την πλοκή να περιστρέφεται γύρω από νυχτερινό κέντρο, η σκηνοθέτης Ζεϊνέπ Γκιουνάι Ταν απευθύνεται στην διαχρονική ταύτιση, από τον μέσο Τούρκο, του Πέρα με την νυχτερινή ζωή. Ο μικρόκοσμος των εργαζομένων του Ιστάνμπουλ Κλαμπ σκιαγραφεί το «τέλος εποχής» της συνοικίας: οι μη-μουσουλμάνοι κυριαρχούν ακόμη, αλλά βρίσκονται στο στόχαστρο των αρχών και του όχλου. Προκειμένου να του απονείμει βραβείο επιχειρηματικότητας, το εμπορικό επιμελητήριο απαιτεί από τον ιδιοκτήτη να απολύσει όλους τους μη-μουσουλμάνους υπαλλήλους του. Παράλληλα, μια νέα ομάδα καταφθάνει: οι χωρικοί που αναζητούν καλύτερη τύχη

                                                                                                                    [netflix.com]

 

Έτσι, τα προσωπικά δράματα των ηρώων ξετυλίγονται με φόντο το συλλογικό δράμα των μη-μουσουλμάνων. Ερωτευμένη με τον Ισμέτ, Τούρκο ταξιτζή, η Ρασέλ γνωρίζει ότι παίζει με την φωτιά. Μια σχέση με Τούρκο αποτελεί ανάθεμα για την εβραϊκή, όπως και για κάθε μη-μουσουλμανική, κοινότητα. Δεν γνωρίζει όμως πως επαναλαμβάνει το «αμάρτημα» της μητέρας της. Φοβούμενη την απόρριψη, η Ρασέλ παρουσιάζεται στον Ισμέτ ως «Αϊσέλ»: υιοθετώντας ένα τουρκικό (αλλά μη ισλαμικό) όνομα, κρύβει την εβραϊκή ταυτότητά της.

Η ιστορία της Ματίλντα είναι πρωτότυπη. Τα μυστικά του φόνου, που όλοι έχουν φροντίσει να κρύψουν από την Ρασέλ, έρχονται σιγά σιγά στην επιφάνεια όσο προχωρεί η πλοκή. Αλλά είναι η αναβίωση της ατμόσφαιρας του Πέρα του 1959, με τις μειονότητες παρούσες και τα κέντρα με ζωντανή μουσική, που καθηλώνει. Η νοσταλγία για τον κοσμοπολιτισμό της Πόλης αποτελεί, τρόπον τινά, «μόδα» τις τελευταίες δεκαετίες στην τουρκική αστική τάξη.

Ο «Φόρος Περιουσίας» (1942): όταν η Τουρκία εμπνεόταν από τον ναζισμό

Ο Φόρος Περιουσίας της 11ης Νοεμβρίου 1942 υπήρξε το πρώτο μιας σειράς μέτρων που επεδίωκαν την οικονομική εξόντωση των μη-μουσουλμανικών κοινοτήτων. Το 1942, όταν ψηφίσθηκε, η Τουρκία τελούσε υπό το μονοκομματικό καθεστώς του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος που ίδρυσε ο Ατατούρκ (η «Περίοδος του Μονοκομματισμού» κράτησε από το 1923 ως το 1950). Από το 1925 οι αρχές αισθάνθηκαν μεγαλύτερη εγγύτηταThe Kemalist One-Party State, 1925–45 | Turkey: A Modern History, by Eric J. Zurcher με τα μονοκομματικά καθεστώτα της Ευρώπης, κυρίως τα φασιστικά, παρά με τις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες.

Το 1942, την χώρα κυβερνούσε ο Ισμέτ ΙνονούΙσμέτ Ινονού, διάδοχος του Ατατούρκ, που, εμπνευσμένος από την τότε πρακτική των φασιστικών καθεστώτων, είχε απονείμει στον εαυτό του τον τίτλο «Αρχηγός του Έθνους». Πρωθυπουργός και υπουργός εξωτερικών ήταν ο Σιουκριού Σαράτσογλου, γερμανόφιλος και επηρεασμένος από τον ναζισμό. Η Τουρκία είχε τις συμπάθειες και τα συμφέροντά της περισσότερο ταυτισμένα με την Γερμανία και οι δύο χώρες υπέγραψαν συνθήκη φιλίαςGerman–Turkish Treaty of Friendship το 1939.

                                                                                                          Ο Ινονού παίζει σκάκι με τον Σαράτσογλου το 1942.

 

Ο Ινονού κατόρθωσε, με λεπτούς χειρισμούς, να κρατήσει την Τουρκία ουδέτερη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (ως τον Φεβρουάριο του 1945, που κήρυξε «συμβολικά» τον πόλεμο στον Άξονα, για να συμμετάσχει η Τουρκία στα Ηνωμένα Έθνη). Παρότι δεν βγήκε στον πόλεμο, η Τουρκία, λόγω της διεθνούς κατάστασης, αντιμετώπισε οικονομική δυσπραγία και ελλείψεις αγαθών. Επεβλήθη δελτίο σε βασικά αγαθά, ενώ οργίασε η μαύρη αγορά.

Επισήμως, ο Φόρος Περιουσίας αποτέλεσε έκτακτο μέτρο ενίσχυσης του δημόσιου ταμείου, ώστε να ενισχυθεί η αμυντική θωράκιση της χώρας για την περίπτωση που η Γερμανία ή η ΕΣΣΔ της κήρυσσαν τον πόλεμο. Παράλληλα, οι αρχές δήλωναν πως ο φόρος θα καταπολεμούσε τον πληθωρισμό και την ακρίβεια, θα ενίσχυε το νόμισμα, θα φορολογούσε την κερδοσκοπία στην μαύρη αγορά και θα ενίσχυε την κοινωνική δικαιοσύνη. Για τους σκοπούς αυτούς, θα επέβαλλαν σε κάθε πολίτη εφ’ άπαξ έκτακτο φόρο, ανάλογο του ύψους της περιουσίας του.

Τόσο οι προπαρασκευαστικές συζητήσεις όσο και η εφαρμογή του νόμου δείχνουν πως ο στόχος του δεν ήταν εντελώς άλλος. Ο ίδιος ο Σαράτσογλου δήλωνεVarlık Vergisi ya da sermayenin Türklere nakli | Independent Türkçe, σε στελέχη του κόμματος: «Είμαστε Τούρκοι και τουρκιστές και τουρκιστές θα μείνουμε. Για μας ο τουρκισμός είναι ζήτημα αίματος, όσο και συνείδησης και κουλτούρας. Αυτός ο νόμος είναι επαναστατικός νόμος. Βρισκόμαστε ενώπιον μιας ευκαιρίας να κερδίσουμε την οικονομική μας ανεξαρτησία. Με τον νόμο αυτόν, εξαφανίζοντας την κυρίαρχη τάξη των μειονοτικών εμπόρων, θα παραδώσουμε την αγορά σε τουρκικά χέρια. Ο νόμος θα εφαρμοστεί με κάθε σκληρότητα.»

Ο Σαμπατάι Ζεβί, κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά την εποχή του οποίου δημιουργήθηκε η ομάδα των Ντονμέδων. Ο Ζεβί ήταν ένας Σεφαραδίτης Εβραίος ραβίνος και Καμπαλιστής του 17ου αιώνα, που ισχυρίστηκε ότι ήταν ο Εβραίος Μεσσίας. [Wikimedia Commons]

Οι αρχές ετοίμασαν λίστες, που χώριζαν τους φορολογουμένους σε κατηγορίες: Μουσουλμάνοι (Μ), μη-Μουσουλμάνοι (G), αλλοδαποί (Ε) και ΝτονμέδεςDönmeh (D). Οι τελευταίοι ήταν απόγονοι Εβραίων που είχαν εξισλαμισθεί πριν σχεδόν τρεις αιώνες, περί τα 1660. Έκτοτε ζούσαν, φαινομενικά, ως μουσουλμάνοι, με κάποιους μεταξύ αυτών να διατηρούν κρυφά δοξασίες του μεσσιανικού ιουδαϊσμού. Το ότι οι αρχές είχαν επαρκή στοιχεία για να στοιχειοθετήσουν ειδική κατηγορία ακόμη και για τους Ντονμέδες, αποδεικνύει αφενός άρτια οργάνωση, αφετέρου την ένταση της επιρροής των ναζιστικών φυλετικών ιδεών.

 

Όσα ακολούθησαν ήταν ελάχιστα κολακευτικά για την Τουρκία και πολύ τραυματικά για τους μη-μουσουλμάνους κατοίκους της. Οι μουσουλμάνοι κλήθηκαν να καταβάλουν ως έκτακτη εισφορά, κατά μέσο όρο, το 4,94% της αξίας της περιουσίας τους. Από τους ντονμέδες απαιτήθηκε τριπλάσιο ποσοστό. Για τους Έλληνες, το ποσοστό εκτοξεύθηκε στο 156%, για τους Εβραίους στο 179% και για τους Αρμενίους στο 232% της αξίας της περιουσίας τους! Το μέτρο ερμηνεύθηκε, σωστά, από την κοινή γνώμη ως «κεφαλικός φόρος» (jizyaKharāj And Jizya | encyclopedia.com) κατά των μη-μουσουλμάνων, σύμφωνα με τους κανόνες της σαρία: ο τελευταίος είχε σταματήσει να εισπράττεται από την καθιέρωση της ισοπολιτείας στην Οθωμανική αυτοκρατορία το 1856. Τώρα, θα καταβαλλόταν αναδρομικά! Οι μη-μουσουλμάνοι, που δεν ξεπερνούσαν το 3% του πληθυσμού, κατέβαλαν το 87% του έκτακτου φόρου.

Σε περίπτωση αδυναμίας εξόφλησης του Φόρου Περιουσίας, ο φορολογούμενος εκτοπιζόταν σε στρατόπεδα εργασίας

Τα απαιτούμενα ποσά, εξωφρενικά, τα υπολόγιζαν οι αρχές με επιχείρημα πως οι μη-μουσουλμάνοι είχαν αποκτήσει περιουσίες στην μαύρη αγορά, τις οποίες έκρυβαν. Ο φορολογούμενος δεν είχε δυνατότητα να υποβάλει ένσταση ως προς το ύψος του αιτούμενου φόρου, που έπρεπε να καταβληθεί μετρητοίς εντός δεκαπέντε ημερών. Σε περίπτωση αδυναμίας εξόφλησής του, ο φορολογούμενος (και πολύ συχνά οι άνδρες συγγενείς του) εκτοπίζονταν σε στρατόπεδα εργασίας. Το μεγαλύτερο λειτούργησε στο Άσκαλε – ένα μέρος με πολικό ψύχος τον χειμώνα, κοντά στο Έρζουρουμ. Τα στρατόπεδα εργασίας επίσης πιστοποιούν την επιρροή της ναζιστικής ιδεολογίας στην Τουρκία του «Αρχηγού του Έθνους» Ινονού.

Τα ανωτέρω ίσχυσαν μόνο για τους μη-μουσουλμάνους: η έκτακτη εισφορά που ζητήθηκε από μουσουλμάνους δεν έφθασε ποτέ το 5% της αξίας της περιουσίας τους, ενώ φορολογήθηκαν μονάχα οι πλούσιοι γαιοκτήμονες. Μεταξύ των μη-μουσουλμάνων φορολογήθηκαν μέχρι και οι πλανόδιοι και οι επαίτες, με ποσά που ήταν βέβαια αδύνατο να καταβάλουν.

Ο τύπος καλούσεBir Türkleştirme Serüveni 1923-1945 | İletişim τους μη-μουσουλμάνους, που «έχουν πλουτίσει σε αυτήν την χώρα», να προσφέρουν μέρος της περιουσίας τους «για την άμυνα της πατρίδας». Προειδοποιούσε πως, για όποιον δεν το κάνει, μόνος δρόμος είναι το στρατόπεδο εργασίας. Όπως ανέμεναν –και επεδίωκαν– οι αρχές, εκατοντάδες επιχειρήσεις μη μουσουλμανικής ιδιοκτησίας χρεοκόπησαν και κατασχέθηκαν και οικογένειες καταστράφηκαν. Πολλοί αναγκάστηκαν να πουλήσουν όλα τους τα κινητά, από τα κειμήλια και τα χαλιά μέχρι και τα παιγνίδια των παιδιών τους. Πάνω από είκοσι μη-μουσουλμάνοι έχασαν την ζωή τους από τις κακουχίες στα στρατόπεδα, ενώ σημειώθηκαν αρκετές αυτοκτονίες.

Αποτέλεσμα του Φόρου Περιουσίας ήταν η διανομή του πλούτου των μη-μουσουλμάνων από τις αρχές σε μουσουλμάνους

Αποτέλεσμα του φόρου ήταν η υφαρπαγή του πλούτου των μη-μουσουλμάνων και η διανομή του, από τις αρχές, σε μουσουλμάνους. Τούρκοι απέκτησαν επιχειρήσεις και καταστήματα αντί πινακίου φακής. Ο ιστορικός Αϊχάν Ακτάρ εντάσσειVarlık Vergisi ve “Türkleştirme” Politikaları | İletişim τον Φόρο Περιουσίας στις «πολιτικές εκτουρκισμού» της Τουρκικής Δημοκρατίας. Αυτές επεδίωξαν, καταστρέφοντας τους μη-μουσουλμάνους οικονομικά, να τους εκδιώξουν από την χώρα.

Στις πολιτικές εκτουρκισμού πρέπει να ενταχθεί και το πογκρόμΣεπτεμβριανά κατά των Ελλήνων της Πόλης της 6ης-7ης Σεπτεμβρίου 1955, κατά το οποίο χτυπήθηκαν κατά πρώτο λόγο τα καταστήματα και τα σπίτια ελληνικής ιδιοκτησίας, μαζί με τα σχολεία, τα ιερά και τα νεκροταφεία. Τα Σεπτεμβριανά επικαλέστηκαν τα γεγονότα στην Κύπρο προκειμένου να χτυπηθεί η ρωμιοσύνη της Πόλης. Ο όχλος όμως επιτέθηκε και σε αρμενικά και εβραϊκά καταστήματα και σπίτια, και σε κάποια ιερά αυτών των μειονοτικών κοινοτήτων. Ο μέσος Τούρκος και δη οι επαρχιώτες δύσκολα μπορούν να διακρίνουν μεταξύ των μη-μουσουλμάνων, θεωρώντας τους όλους «το ίδιο».

                                                                                                           Οι εικόνες από τα Σεπτεμβριανά είναι πασίγνωστες αλλά σοκάρουν ακόμα.

 

Ο Φόρος Περιουσίας έδειξε στους μη-μουσουλμάνους πως δεν ήταν απλώς «δεύτερης κατηγορίας» πολίτες αλλά ανεπιθύμητοι και υπό διωγμόν. Έχασαν κάθε εμπιστοσύνη προς το κράτος. Οι Εβραίοι, που αποτελούσαν την οικονομικά ασθενέστερη μεταξύ των μη-μουσουλμανικών κοινοτήτων, καταρρακώθηκαν οικονομικά και ψυχολογικά. Αμέσως μετά την ίδρυση του Ισραήλ, το 1948, 40.000 Εβραίοι –ο μισός περίπου πληθυσμός της κοινότητας– μετανάστευσαν εκεί σε τρία μόλις χρόνια (1948-1951). Πρόκειται για την μεγαλύτερη έξοδο από τα εδάφη της σημερινής Τουρκίας μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, το 1923-1924.

Οι Εβραίοι της Τουρκίας δεν υπέστησαν γενοκτονία όπως οι Αρμένιοι και μαζικές σφαγές όπως οι Έλληνες στην Μικρά Ασία, ούτε απελάσεις όπως οι Έλληνες υπήκοοι της Πόλης το 1964. Παράλληλα, γλίτωσαν –σε αντίθεση δυστυχώς με τους Εβραίους της Ελλάδας– το Ολοκαύτωμα. Έτσι, ο Φόρος Περιουσίας αποτελεί την πιο τραυματική σελίδα στην συλλογική τους μνήμη. Πιο τραυματική και από τις πολύνεκρες εναντίον τους τρομοκρατικές επιθέσεις των τελευταίων δεκαετιών, καθώς στην περίπτωση του Φόρου Περιουσίας ήταν οι ίδιες οι αρχές της πατρίδας τους που τους κήρυξαν διωγμό.

                                                                                                         Γάμος Σεφαρδιτών στη συναγωγή Zulfaris στην Κωνσταντινούπολη το 1950.

 

Ο νόμος περί Φόρου Περιουσίας καταργήθηκε στα τέλη του 1944, όταν πια η ήττα του Άξονα διαγραφόταν βέβαιη. Ο Αντνάν ΜεντερέςΑντνάν Μεντερές και το Δημοκρατικό Κόμμα υποσχέθηκαν, στις πρώτες ελεύθερες εκλογές του 1950, να αποζημιώσουν τους πληγέντες από τον φόρο. Αντ’ αυτού, οργάνωσαν τα Σεπτεμβριανά…

Κάθε 11η Νοεμβρίου, στην επέτειο της επιβολής του Φόρου Περιουσίας, ο Αρμένιος βουλευτής του κουρδικού κόμματος HDP ζητάHDP’li Garo Paylan: Varlık Vergisi’nin yarattığı hak ihlalleri araştırılsın | T24 να συσταθεί κοινοβουλευτική επιτροπή που θα ερευνήσει τις παραβιάσεις δικαιωμάτων των πληγέντων από τον Φόρο Περιουσίας. Την πρόταση δεν την έχει κάνει δεκτή προς συζήτηση η Εθνοσυνέλευση. Το στάδιο της Φενέρμπαχτσε μάλιστα εξακολουθεί να φέρει το όνομα του Σουκρού Σαράτσογλου, που διετέλεσε επί μακρόν πρόεδρός της…

Η παρουσίαση των Σεφαρδιτών, του Πέρα και της ιστορίας

Από τα πρώτα λεπτά της σειράς, τον θεατή εκπλήσσει η εστίαση στην κουλτούρα των Σεφαρδιτών. Αυτοί διατήρησαν, για πέντε αιώνες, μια γλώσσα βασισμένη στην μεσαιωνική καστιλιανή. Πρόκειται για την djudeo-espanyolJudaeo-Spanish (ιουδαιοϊσπανική), μείγμα της καστιλιανής με τις: καταλανική, πορτογαλική, ιταλική, ελληνική και τουρκική. Η djudeo-espanyol έχει ιδιάζουσα προφορά, που διατηρεί εκείνη της μεσαιωνικής καστιλιανής, και μία εκφορά τραγουδιστή. Αναφέρεται συχνά εσφαλμένα ως Ladino (η Ladino δεν είναι προφορική γλώσσα αλλά η μετάφραση των Γραφών στην μεσαιωνική ισπανική, γραμμένη με το εβραϊκό αλφάβητο).

Πολλές σκηνές της σειράς εκτυλίσσονται στο Κουλέντιμπι («Ελ Κουλά» στην djudeo-espanyol), την γειτονιά γύρω από τον Πύργο του Γαλατά που είχε τότε συμπαγή εβραϊκό πληθυσμό. Για πρώτη φορά εικονίζονται σε σειρά Εβραίοι να συνομιλούν στην djudeo-espanyol. Αναπόφευκτα, η έκπληξη όσων δεν έχουν ξανακούσει την γλώσσα υπήρξε μεγάλη. Μεγάλη υπήρξε και η συγκίνηση όσων την μιλούν και όσων, όπως εγώ, την καταλαβαίνουν (ως ισπανόφωνος και λουζόφωνος μού ήταν εύκολο να την μάθω, σε ικανό βαθμό, όταν μελετούσα την ιστορία των Σεφαρδιτών).

                                                                                                           Η περιοχή κάτω ακριβώς από τον Πύργο του Γαλατά. [Wikimedia Commons]

 

Πέραν της πρώτης συγκίνησης, όμως, οι αντιδράσεις όσων είμαστε οικείοι με την djudeo-espanyol ήταν μεικτές. Πολλές φορές η προφορά των ηθοποιών –που εκτός ελαχίστων δεν είναι Σεφαρδίτες και δεν μεγάλωσαν με τα ακούσματά της– δεν είναι σωστή. Καταβλήθηκε πράγματι μεγάλη προσπάθεια να διδαχθούν κάποιες εκφράσεις, αλλά σε κάποια σημεία δυσκολεύτηκα να καταλάβω τι έλεγαν. Κατανοώ πως, για πρακτικούς λόγους (θα έπρεπε να υπάρχουν υπότιτλοι και για το τουρκικό κοινό) δεν έχουν γυριστεί ολόκληροι διάλογοι στην djudeo-espanyol. Αφού πετάξουν μια-δυο φράσεις εδώ κι εκεί, οι ηθοποιοί το γυρίζουν στην τουρκική.

Η εικόνα όμως που δίνεται, τόσο αφύσικη, κινδυνεύει να γίνει κωμική. Μου θύμισε τα ela bre pedaki mu! και τα ohi kale! που συλλαβίζουν, με βαριά τουρκική προφορά, ηθοποιοί σε ταινίες και σειρές που υποδύονται Ρωμιούς, με την συνομιλία, κατά τα λοιπά, στην τουρκική. Η εικόνα είναι, παράλληλα, ανακριβής: το 1959 οι Εβραίοι της Πόλης μιλούσαν, στο σπίτι και στις παρέες, στην μητρική τους και όχι σε δύο γλώσσες ανάκατες. Σήμερα, εξαιτίας της αφομοίωσης, ομιλείται μονάχα η τουρκική και ελάχιστοι, πέραν των υπερηλίκων, καταλαβαίνουν επαρκώς την djudeo-espanyol.

«Είναι πράγματι σημαντικό που μια γλώσσα που μιλήθηκε για αιώνες στην Πόλη παρουσιάζεται επιτέλους στην οθόνη» λέει η Ρίτα Εντέρ, Σεφαρδίτισσα δικηγόρος με ειδίκευση στα μειονοτικά δικαιώματα, δημοσιογράφος και συγγραφέας. «Αλλά κι εγώ απογοητεύτηκα με το πόσο αφύσικα αποδόθηκε.» Έχει η ίδια γυρίσει ντοκιμαντέρ για την τελευταία γενιά που μιλά την djudeo-espanyol, με τίτλο Las ultimas palavras“Las Ultimas Palavras” reveals Ladino language to be almost extinct in Turkey | eSefarad (οι τελευταίες λέξεις). «Δεδομένων των πόρων που διαθέτει το Netflix, θεωρώ πως θα έπρεπε να είχαν δουλέψει περισσότερο με τους συμβούλους στο θέμα της γλώσσας.» Ακόμη χειρότερη είναι η αποτύπωση της ελληνικής – φράσεις ηθοποιών που υποδύονται Ρωμιούς μού ήταν αδύνατο να τις καταλάβω. Βέβαια, το σημαντικό εδώ είναι η έκθεση ενός άγνωστου και ξεχασμένου κόσμου στα μάτια του ευρύτερου κοινού, οπότε τέτοια παράπονα αποτελούν ίσως πολυτέλεια.

Πολύ πιο επιτυχημένη είναι η παρουσίαση των εβραϊκών εθίμων και της σεφαρδίτικης κουλτούρας. Η Ματίλντα ανάβει τα κεριά του Σαμπάτ και φυλά κάθε φορά την μεζουζά, το φυλαχτό στην εξώπορτα, μπαίνοντας σε ένα εβραϊκό σπίτι. Σε μια σκηνή βλέπουμε τις πολυμελείς οικογένειες της εποχής να γιορτάζουν το Πουρίμ έξω από την Συναγωγή της Πριγκήπου, σε μια άλλη να τραγουδούν στην συναγωγή το Κuando el Rey Nimrod, που αφηγείται την γέννηση του Αβραάμ.

Ένα δυνατό σημείο της σειράς είναι ότι σκηνές επενδύθηκαν με σεφαρδίτικα τραγούδια – αυτά είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στο κοινό της αστικής τάξης της Τουρκίας, πολύ πέραν του κύκλου της εβραϊκής κοινότητας.

Όποιος δεν καταλαβαίνει τα λόγια δεν αντιλαμβάνεται γιατί επελέγη το συγκεκριμένο τραγούδι για την συγκεκριμένη σκηνή – η επιλογή δεν είναι τυχαία. Η μουσική, ωστόσο, μιλά από μόνη της.

Καθόλου δεν πείθει η παρουσίαση της ερωτικής συμπεριφοράς γυναικών την δεκαετία του 1940 και 1950, και μάλιστα στην Τουρκία. Η Ματίλντα διατηρεί φλερτ με Τούρκο και μένει έγκυος από αυτόν. Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και στην κόρη της, Ρασέλ. «Παρουσιάζονται δύο Εβραίες να ζουν την σεξουαλικότητά τους ελεύθερα, κάτι καθόλου ρεαλιστικό για την εποχή» παρατηρεί η Ρίτα Εντέρ. «Οι μη- μουσουλμανικές κοινότητες ήταν εξίσου αυστηρές στα θέματα αυτά όπως η τουρκική πλειονότητα, ιδίως όταν η επαφή αφορούσε πρόσωπο εκτός της κοινότητας!» Σε κάθε περίπτωση, η παρουσίαση της (μη σκοπούμενης) εγκυμοσύνης και στις δύο περιπτώσεις υπενθυμίζει τους κινδύνους που ενείχε το σεξ για μια γυναίκα, προτού εφευρεθεί το αντισυλληπτικό χάπι την δεκαετία του 1960.

Η Ρίτα Εντέρ αναφέρεται στο στερεότυπο της μη-μουσουλμάνας ως «πεταχτούλας» που φλερτάρει με Τούρκους άνδρες, που επαναλαμβάνεται για μία ακόμη, πολλοστή, φορά. «Μα γιατί δεν γυρίζεται μια ιστορία με θέμα μια Τούρκισσα που ερωτεύεται μη-μουσουλμάνο, αλλά εμμένουμε πάντα στο αντίθετο;» αναρωτιέται. «Επίσης, δεν με πείθει ότι η εβραϊκή κοινότητα τότε θα αγκάλιαζε μια πρώην φυλακισμένη που δολοφόνησε τον εραστή της, από τον οποίον απέκτησε παιδί εκτός γάμου. Θα την είχε εξοστρακίσει. Οι μη-μουσουλμανικές κοινότητες ήταν και παραμένουν πολύ συντηρητικές» λέει. Στο ίδιο συμπέρασμα με οδήγησε και η δική μου εμπειρία, τόσο της μελέτης των πηγών για την ως άνω περίοδο όσο και της ζωής στην σημερινή Πόλη. Ο μικροαστισμός και η συμβατικότητα των περισσότερων Ρωμιών, Αρμενίων και Εβραίων σπάει κόκαλ

                                                                                                           Η Ρίτα Εντέρ.

 

Μία ιστορική ανακρίβεια της σειράς είναι ότι παρουσιάζει αρμονικές τις σχέσεις των μειονοτικών με τους νεοφερμένους επαρχιώτες, παρουσιάζοντας την συνύπαρξη των διαφορετικής προέλευσης υπαλλήλων του Ιστάνμπουλ Κλαμπ. Αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα της Πόλης ούτε του 1950 ούτε της σημερινής (αμέτρητες φορές άκουσα μη-μουσουλμάνους να μου εκφράζουν το πόσο σιχαίνονται τους χωριάτες, Τούρκους και Κούρδους, και οτιδήποτε αντιπροσωπεύουν). Καθώς η Μικρά Ασία είχε αδειάσει σχεδόν από μη-μουσουλμανικούς πληθυσμούς μετά την Γενοκτονία των Αρμενίων και την Ανταλλαγή, οι επαρχιώτες δεν είχαν ξανασυναντήσει μη-μουσουλμάνο πριν έλθουν στην Πόλη.

Ήταν, παράλληλα, πολύ επηρεασμένοι από την εθνικιστική ιδεολογία, που τους παρουσίαζε ως τους «πραγματικούς κυρίους» της χώρας και τους μη-μουσουλμάνους ως «φιλοξενούμενους», που είχαν μάλιστα «καταχραστεί» την φιλοξενία των Τούρκων. Οι επαρχιώτες συχνά καταπάτησαν ακίνητα των μειονοτικών, τους επιτέθηκαν, επικαλέσθηκαν την βοήθεια των αρχών για να τους υφαρπάξουν την δουλειά. Από την δεκαετία του 1960 το ρεύμα της εσωτερικής μετανάστευσης θα γίνει κατακλυσμός και, σε συνδυασμό με την έξοδο των μειονοτικών πληθυσμών, θα αλλάξει εντελώς την δημογραφία, την ατμόσφαιρα, τα ήθη και την αισθητική της Πόλης.

Στην σειρά οι χαρακτήρες Εβραίων, Ρωμιών και Αρμενίων παρουσιάζονται με ενσυναίσθηση και συμπάθεια και όχι ως «ξένοι»

Σε κάθε περίπτωση, είναι πολύ σημαντικό ότι στην σειρά οι χαρακτήρες Εβραίων, Ρωμιών και Αρμενίων παρουσιάζονται με ενσυναίσθηση και συμπάθεια ως «πολιτισμικά διαφορετικοί» συμπολίτες και όχι ως «ξένοι».

«Το Κλαμπ» στάζει νοσταλγία για το παλιό Πέρα και την πολυεθνική Πόλη των μέσων του περασμένου αιώνα. Η προσπάθεια αναβίωσης της τότε ατμόσφαιρας συγκίνησε ιδιαίτερα το τουρκικό κοινό. Ο θεατής πράγματι μαγεύεται από την παρουσίαση ενός υλικού πολιτισμού και μιας αισθητικής που έχουμε προσπεράσει, αλλά μας λείπει, ακόμη και σε όσους δεν την πρόλαβαν: τα μεγάλα αυτοκίνητα τα γεμάτα καμπύλες (λειτουργούσαν ως ντολμούς, ταξί «κοινής χρήσης», στην Πόλη ως τα τέλη της δεκαετίας του 1990), τα φωτιστικά από οπαλίνα, τις ταμπέλες νέον, τα κλαμπ με ζωντανή μουσική, τα τεράστια μικρόφωνα και ακουστικά τηλεφώνου, την μόδα μιας άλλης εποχής στα ρούχα, την τότε ποπ μουσική. Το τουρκικό ειδικά κοινό καταγοητεύτηκε. Υπάρχουν και λιγότερο γοητευτικά στοιχεία της τότε καθημερινότας που δεν μας λείπουν, όπως π.χ. τα σύννεφα καπνού σε γραφεία, εστιατόρια, κέντρα, καθώς οι καπνιστές είχαν το ελεύθερο και οι μη καπνιστές κανένα δικαίωμα.

                                                                                                                [netflix.com]

 

Το δύσκολο κομμάτι είναι η προσπάθεια αναβίωσης του αστικού τοπίου που, ευτυχώς, διατηρήθηκε πολύ καλύτερα στο Πέρα και τον Γαλατά απ’ ό,τι στο κέντρο της Αθήνας. Τα μακρινά πλάνα, επεξεργασμένα ψηφιακά από ιστορικές φωτογραφίες, είναι καλά. Βλέπουμε τον πύργο του Γαλατά όπως ήταν τότε, χωρίς το «χωνί» στην κορυφή του, και ιστορικά κτίρια που υπήρχαν αλλά κατεδαφίστηκαν στην Ιστικλάλ. Η προσπάθεια αναπαράστασης σε στούντιο της (μη πεζοδρομημένης τότε ακόμη) Ιστικλάλ, της «Μεγάλης Οδού του Πέρα» για τους μειονοτικούς, είναι, ωστόσο, κακή. Ελάχιστη σχέση έχει με τον δρόμο όπως ήταν τότε ή όπως είναι σήμερα. Με έκπληξη παρατήρησα πως το ίδιο σκηνικό της «παλιάς Ιστικλάλ» χρησιμοποιήθηκε και στην σειρά YeşilçamYeşilçam (TV series), που εκτυλίσσεται στην δεκαετία του 1960 και έχει θέμα την ιστορία του ακμαίου, τότε, τουρκικού κινηματογράφου. Κοινή στις δύο σειρές, η προσπάθεια αναβίωσης της ατμόσφαιρας περασμένων δεκαετιών – η νοσταλγία είναι από τα δυνατά σημεία, που γοητεύουν το κοινό.

 

Το πιο αξιέπαινο στοιχείο στο «Κλαμπ» είναι η τολμηρή παράθεση των επονείδιστων διακρίσεων εις βάρος των μη-μουσουλμάνων, χωρίς ωραιοποιήσεις

Ο φόρος περιουσίας αποτέλεσε θέμα ταινίας για πρώτη φορά το 1999, με την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Γιλμάζ Καράκογιουνλου «Τα διαμάντια της Σαλκίν Χανούμ». Το «Κλαμπ» είναι η πρώτη σειρά που καταπιάνεται με την μαύρη αυτή σελίδα της τουρκικής ιστορίας.

Σε μια σκηνή, η Ματίλντα οδηγεί την Ρασέλ σε μια επιβλητική πολυκατοικία της Μπελ Επόκ στο Γαλατάσαραϊ του Πέρα (παρεμπιπτόντως, λίγα μέτρα από την πολυκατοικία που κατοίκησα εγώ, για μια δεκαετία, στην ίδια γειτονιά). Πάνω από την πόρτα, διακρίνεται ακόμη το όνομα «Ασέο», στα διαμερίσματά της όμως κατοικούν κάποιοι άγνωστοί της και οι φωνές τους φθάνουν στον δρόμο. Η οικογένεια έχασε τα πάντα λόγω του φόρου περιουσίας και η Ματίλντα δεν ξαναείδε πατέρα και αδελφό, που πέθαναν στα κάτεργα. «Ήθελα να φύγω αμέσως [για το Ισραήλ] χωρίς να το σκεφτώ άλλο, γιατί αυτός ο δρόμος, αυτό το σπίτι μου θυμίζουν πόσο μόνη είμαι» λέει.

«Η διήγηση της Ματίλντα στην Ρασέλ για τον φόρο περιουσίας είναι ένα σύντομο μάθημα ιστορίας στους Τούρκους, υπενθύμιση μιας πραγματικότητας που θα προτιμούσαν να ξεχάσουν» γράφειKulüp dizisinde Varlık Vergisi: Matilda ihbarcıyı suçluyor ama… | Serbestiyet ο Εβραίος πολιτικός επιστήμων και δημοσιογράφος Νεσί Αλατράς. «Λένε στον [ιδιοκτήτη του νυχτερινού κέντρου] πως η νυχτερινή ζωή πρέπει να κτισθεί εκ νέου, από Τούρκους επιχειρηματίες. Αυτοί που πρέπει να απολυθούν δεν είναι αλλοδαποί, αλλά μη-μουσουλμάνοι πολίτες της Τουρκικής Δημοκρατίας. Η σειρά, δείχνοντας με τόσο ευθύ τρόπο αυτήν την νοοτροπία, αποτελεί θεμελιώδες μάθημα προς εκείνους τους Τούρκους που ακόμη αρνούνται τις διακρίσεις.» Όσο για την εμπειρία του να περνάς μπροστά από το άλλοτε σπίτι σου, που το κατοικούν τώρα άλλοι, την έχουν γευτεί χιλιάδες Ρωμιοί της Πόλης…

Μια λεπτομέρεια, σημαντική και διόλου τυχαία: η πρεμιέρα της προβολής της σειράς στις 5/11 συνέπεσε σχεδόν με την επέτειο της επιβολής του φόρου (11/11/1942).

Να ζεις με «ξένο» όνομα και αβέβαιο μέλλον στην Τουρκία

Μία από τις σκηνές της σειράς που προκάλεσε μεγάλη συζήτηση στην Τουρκία είναι εκείνη όπου η Ρασέλ, προκειμένου να κρύψει ότι είναι Εβραία και να παρουσιαστεί ως «αποδεκτή» στον άνδρα που της αρέσει, του συστήνεται ως Αϊσέλ. Αποτυπώνει, σημειώνουν πολλοί, μια συνήθη πρακτική μελών της εβραϊκής κοινότητας, που συνεχίζει ως σήμερα.

Ο φίλος μου Γ είναι ξεναγός, που ειδικεύεται στις μη-μουσουλμανικές μειονότητες. Παρότι δεν έχει μειονοτική καταγωγή, μιλά απταίστως την ελληνική και βρίσκεται, σε κοινωνικό και συναισθηματικό επίπεδο, πολύ κοντά στην ρωμαίικη, την αρμενική και την εβραϊκή κοινότητα. Παρατηρεί, σχετικά με την σκηνή: «Γνωρίζω αντίστοιχη ιστορία φίλης μου. Στενοχωρήθηκα πολύ που δεν χρησιμοποιούσε στην επαγγελματική της ζωή το πραγματικό της όνομα. Το γεγονός πως, στον 21 αιώνα, άνθρωποι φοβούνται ακόμα πως θα υποστούν διακρίσεις εξαιτίας του ονόματός τους αποτελεί μεγάλη ντροπή.»

                                                                                                                                           Το εξώφυλλο του «Να ζεις με το όνομά σου».

Ήταν, φυσικά, οι δικές της εμπειρίες που οδήγησαν την Ρίτα Εντέρ να ασχοληθεί διεξοδικά με το θέμα. Το βιβλίοİsmiyle Yaşamak | İletişim της «Να ζεις με το όνομά σου» περιγράφει την εμπειρία των μη-μουσουλμάνων, που λόγω του μη τουρκικού ονόματός τους αντιμετωπίζονται ως ξένοι. «Με το που ακούν το όνομα Ρίτα, με ρωτούν πολλές φορές από πού είμαι, πόσα χρόνια ζω στην Τουρκία, από πού ήρθαν οι δικοί μου. Ή με συγχαίρουν που μιλώ τόσο καλά τα τουρκικά» λέει.

 

Το πρόβλημα, τονίζει, δεν είναι να μην καταλαβαίνουν το όνομά σου, καθώς για τον μέσο Τούρκο κάποια ονόματα είναι δύσκολα και δεν τα πιάνει αμέσως. «Κάποια τουρκικά ονόματα είναι επίσης δύσκολα και πολλές φορές ο άλλος τα παρακούει. Το πρόβλημα είναι οι ερωτήσεις που δεχόμαστε εμείς με τα μη-τουρκικά ονόματα για την καταγωγή μας.» Ο Νεσί Αλατράς εντόπισε σκηνή της σειράς που δεν θεωρεί πειστική. «Η Ματίλντα σηκώνει το τηλέφωνο και ζητεί από την τηλεφωνήτρια να την συνδέσει με τον κύριο Νταβίτ Πίντο, η άλλη καταλαβαίνει το όνομα και της περνά την γραμμή. Αυτό είναι αδύνατον. Ποτέ δεν το είδα στην ζωή μου. Οι μη-μουσουλμάνοι που έχουν μη τουρκικά ονόματα θα καταλάβουν. Θα έπρεπε η Ματίλντα να πει ένα ένα τα γράμματα του ονόματος.»

Καμιά φορά, λέει η ΡίταRita Ender’le “İsmiyle Yaşamak” Üzerine – Riva Hayim | Avlaremoz, συναντάς ακόμη τον κακοήθη, που με αφορμή το «ξένο» όνομά σου, «θέλει να σου θυμίσει τα όριά σου και ότι εκείνος ανήκει στους πραγματικούς κυρίους της χώρας, ενώ εσύ ήρθες, δήθεν, από αλλού.» Ό,τι είσαι φιλοξενούμενος στην Τουρκία και πρέπει να δείχνεις καλή διαγωγή για να μην σου πουν να ξεκουμπιστείς. Κάποιες, ιδίως γυναίκες, μη-μουσουλμάνες απαντούν: «οι δικοί μας πάντα εδώ ήταν, εσείς πότε μας κουβαληθήκατε;» λέει.

Πολλοί μειονοτικοί δίνουν τουρκικό όνομα στα παιδιά τους από τον φόβο των διακρίσεων

Αν πολλοί μειονοτικοί δίνουν τουρκικό όνομα στα παιδιά τους, αυτό δεν γίνεται για να μην αντιμετωπίζονται ως ξένοι. Γίνεται από τον φόβο των διακρίσεων. «Στην εβραϊκή κοινότητα έδιναν παλαιότερα τουρκικά ονόματα κυρίως στα αγόρια, προκειμένου να είναι πιο ασφαλή στον στρατό. Σήμερα, που είναι πολύ πιο εύκολο να εξαγοράσεις την θητεία σου, το φαινόμενο έχει μειωθεί» λέει. «Δυστυχώς οι περισσότεροι Τουρκοεβραίοι δεν βλέπουν το μέλλον των παιδιών τους εδώ. Αυτό έχει να κάνει τόσο με τον αντισημιτισμό, όσο και με την οικονομία και την γενικότερη κατάσταση στην χώρα. Τα τελευταία χρόνια επέστρεψε η τάση να δίνουν ξένα ονόματα, πιο ευπρόφερτα σε ένα διεθνές περιβάλλον. Χιλιάδες Τουρκοεβραίοι έσπευσαν2,000 Turkish Jews applied for Portuguese citizenship: Envoy | Hurriyet Daily News να αποκτήσουν ισπανικά και πορτογαλικά διαβατήρια, μόλις τους δόθηκε η ευκαιρία.»

                                                                                                            Αφίσα της καμπάνιας «Πολίτη μίλα τουρκικά» της δεκαετίας του 1930.

 

Ερευνώντας για το σχετικό βιβλίο, η Ρίτα είδε πως η χρήση τουρκικού μικρού ονόματος είναι παραδοσιακά πιο διαδεδομένη στην εβραϊκή κοινότητα, αλλά απαντάται σε όλες τις ομάδες μη-μουσουλμάνων. «Μόνο οι Ρωμιοί δεν έδωσαν ποτέ στα παιδιά τους τουρκικά ονόματα» λέει. Επιβεβαιώνει την δική μου εμπειρία από την Πόλη, όπου συνάντησα πολλούς Εβραίους μέσης ηλικίας να κυκλοφορούν με το «επίσημο» τουρκικό όνομα, που αναγράφεται στην ταυτότητά τους στον εργασιακό και τον δημόσιο χώρο, και με «ανεπίσημο» εβραϊκό στο σπίτι και τις εβραϊκές παρέες: Ριφάτ-Ραφαέλ, Νταβούτ-Νταβίντ, Χαγιατί-Χαΐμ, Ιζέτ-Ισάκ ή Ζακ, Ερόλ-Αριέλ.

Επίσημη στάση της εβραϊκής κοινότητας εδώ και αιώνες είναι η σιωπή απέναντι σε οτιδήποτε θα μπορούσε να θεωρηθεί «πολιτικό» ή «ευαίσθητο»

Η χρήση τουρκικού ονόματος από τους Εβραίους είναι μία μόνο όψη της γενικότερης προσπάθειας να μην «φαίνονται», να μην τραβούν την προσοχή. Βάζουν την μεζουζά μέσα από την εξώπορτα, και όχι έξω, όπως πρέπει κανονικά, για να μην είναι σε κοινή θέα. Πρόκειται για τακτικές επιβίωσης που υπαγορεύει ο φόβος. Ο Νεσί Αλταράς μιλά για τον όρο kayadezKayadez…Avlaremoz…Un-seen | Avlaremoz («σιωπή») της djudeo-espanyol, που αποτελεί την επίσημη στάση της εβραϊκής κοινότητας εδώ και αιώνες απέναντι σε οτιδήποτε θα μπορούσε να θεωρηθεί «πολιτικό» ή «ευαίσθητο».

Πέραν των ονομάτων, τον φόβο να μην «προκαλέσουν την προσοχή» οι Εβραίοι τον εκδηλώνουν και με την διγλωσσία που συχνά χρησιμοποιούν. Σε μια αστεία σκηνή της σειράς, ένας Εβραίος νεαρός αναφέρεται, μιλώντας στην Ρασέλ, σε δύο Τούρκους ως vedre («πράσινοι»), όρος που η κοινότητα χρησιμοποιούσε παραδοσιακά για να αναφερθεί στους μουσουλμάνους (από το χρώμα του Ισλάμ). Αντίστοιχα, οι Ρωμιοί κάποιας ηλικίας, μιλώντας στα ελληνικά, ακόμη σήμερα αναφέρονται στους Τούρκους ως «οι λεγάμενοι»: «Πω πω, πράγματα γένονται πάλε με την Ελλάδα, μην μας κάμνουν προβλήματα οι λεγάμενοι.»

Μιλώντας για τον «αντισημιτισμό» ή άλλα ευαίσθητα θέματα με ηλικιωμένους Εβραίους στην Πόλη και την Σμύρνη, μου συνέβη να κοιτάξουν τριγύρω και να με ρωτήσουν: Estamos entre mozotros? (είμαστε μεταξύ δικών μας;) «Δικοί μας» βέβαια είναι οι Εβραίοι (και εγώ, τιμητικά) και η ουσία του ερωτήματος είναι: «Μην μας ακούσει κανείς Τούρκος!» Στην σκηνή στο τμήμα, όπου κρατείται η Ρασέλ, η Ματίλντα, μιλώντας με τον Νταβίτ, αναφέρεται στο Ισραήλ ως «μεντινά» («κράτος», στα εβραϊκά), ώστε να μην «τραβήξει την προσοχή» των Τούρκων αστυνομικών. Η χρήση του «μεντινά» αντί του ονόματος του κράτους είναι συνήθης πρακτική των Τουρκοεβραίων, σημειώνει ο Αλταράς.

Μετά από μια ήσυχη περίοδο τα χρόνια 1960-2002, η εβραϊκή κοινότητα της Πόλης αισθάνεται σήμερα πως ζορίζεται

Με την έναρξη της προβολής του δεύτερου κύκλου της σειράς, στις αρχές του 2022, η σχετική συζήτηση του τουρκικού κοινού θα αναζωπυρωθεί. Αυτό βέβαια είναι καλό για την εβραϊκή και για τις λοιπές μη-μουσουλμανικές μειονότητες της χώρας, που ελπίζουν κάποια στιγμή να σταματήσει η συστηματική προκατάληψη εναντίον τους. Μετά από μια ήσυχη περίοδο τα χρόνια 1960-2002, η εβραϊκή κοινότητα αισθάνεται σήμερα πως ζορίζεται. Η αντισημιτική ρητορική διογκώθηκε επί διακυβέρνησης Έρντογαν, οι πολύνεκρες επιθέσεις στις συναγωγές της Πόλης το 2003 την τρομοκράτησαν, η οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα οδήγησαν ήδη χιλιάδες νέους Τουρκοεβραίους να μεταναστεύσουν. Από 22.000 άτομα που αριθμούσε ο πληθυσμός των Τουρκοεβραίων το 2002, σήμερα υπολογίζεται πως δεν ξεπερνά τις 16.000.

Ο Γ., ο ξεναγός φίλος μου, έκλεισε τον απολογισμό της σειράς με ένα ειλικρινές όσο και οδυνηρό σχόλιο. «Τι να πω, είναι too little, too late, αλλά καλύτερα από το τίποτα. Χρόνια πριν, η φίλη μου η Ρακέλ μου είπε: “Είμαστε η τελευταία γενιά που βλέπει την εβραϊκή κοινότητα ζωντανή, με γάμους, συλλόγους, μπαρ-μιτσβότ, κηδείες. Σε σαράντα-πενήντα χρόνια θα έχει γίνει σαν τους Ρωμιούς, θα έχουν απομείνει μετά βίας 2.000 Εβραίοι στην Πόλη.” Δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα. Άλλο ένα υπέροχο παραμύθι της Πόλης φθάνει στο τέλος του. Ευτυχώς το προλάβαμε. Αλλά είναι το τέλος…»

Ποιος ξέρει; Μπορεί και όχι.

ΠΗΓΗ: insidestory.gr

ΦΩΤΟ ΠΑΝΩ: Η πρωταγωνίστρια της σειράς, Ματίλντα Ασέο.

Share this post