Μνήμη Αγίου Ιερομάρτυρος Χρυσοστόμου Σμύρνης

Μνήμη Αγίου Ιερομάρτυρος Χρυσοστόμου Σμύρνης

Με αφορμή την επέτειο από την Μικρασιατική Καταστροφή (η  πυρπόληση της Σμύρνης από τους Tούρκους έγινε στις 31 Aυγούστου με το Ιουλιανό Ημερολόγιο – 13 Σεπτεμβρίου με το ισχύον Γρηγοριανό ) του 1922.    Την Κυριακή, πριν από την εορτή , 14 Σεπτεμβρίου,  της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού  τιμάται  η μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος  Χρυσοστόμου  Σμύρνης και των  Αρχιερέων Γρηγορίου Κυδωνιών, Αμβροσίου  Μοσχονησίων, Προκοπίου  Ικονίου, Ευθυμίου  Ζήλων, καθώς και των κληρικών  και λαϊκών των “μαρτυρικώς τελειωθέντων” τις μέρες της Μικρασιατικής τραγωδίας. 

ΑΓΙΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ

Σε μία παραθαλάσσια κωμόπολη της Βιθυνίας, την Τριγλία, το έτος 1867 γεννήθηκε το δεύτερο από τα οκτώ παιδιά του Νικολάου Καλαφάτη και της Καλλιόπης Λεμωνίδου. Το όνομά του ήταν Χρυσόστομος !

Θεοσεβούμενοι οι γονείς ανέθρεψαν με επιμέλεια και ήθος τα παιδιά τους. Σ’ αυτή την ευλαβή οικογενειακή εστία μεγάλωνε και ο Χρυσόστομος. Έδειξε μεγάλη φιλομάθεια σε όλη την διάρκεια των πρώτων σπουδών του και μεγάλη κλίση για το ιερατικό στάδιο, στο οποίο προορίστηκε.

Από νωρίς ο Χρυσόστομος είχε εκφράσει την επιθυμία του να σπουδάσει και να γίνει Δεσπότης !  Οι γονείς του τον βοήθησαν σ’ αυτό, πουλώντας την ακίνητη περιουσία τους και στέλνοντάς τον  στα 1884  οικότροφο στη Θεολογική  Σχολή της Χάλκης, όπου είχε την τύχη να έχει σπουδαίους δασκάλους. Μάλιστα ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης και μετέπειτα  Οικουμενικός Πατριάρχης  Κωνσταντίνος Βαλιάδης ύστερα από γνωριμία που είχε μαζί του, ανέλαβε τα έξοδα των σπουδών του κι  ο Χρυσόστομος στα 1891  αποφοίτησε από τη Σχολή με  <Άριστα>.

Στη Σχολή ο Μητροπολίτης Κωνσταντίνος τον χειροτόνησε διάκονο και τον προσέλαβε αμέσως ως αρχιδιάκονο στην Μητρόπολη Μυτιλήνης και αργότερα στη Μητρόπολη Εφέσου, όπου εκεί μετατέθηκε.

Στις 2 Απριλίου 1897 ο Μητροπολίτης Εφέσου Κωνσταντίνος εξελέγη Οικουμενικός    Πατριάρχης ( Πατριάρχης Κωνσταντίνος Ε΄ ). Στις 18 Μαΐου του ίδιου έτους χειροτόνησε πρεσβύτερο τον Χρυσόστομο και τον χειροθέτησε  Μέγα Πρωτοσύγκελο του Οικουμενικού Θρόνου. Την ίδια ημέρα, απομακρύνθηκε από το θρόνο ο Κων/νος Ε’ και  κατόπιν  επανεξελέγη ο δυναμικός Ιωακείμ  Γ’  Μεγαλοπρεπής. Κι αυτός εκτίμησε όμως το έργο του Χρυσοστόμου, ο οποίος εξελέγη παμψηφεί , στις 23 Μαΐου 1902 Μητροπολίτης Δράμας.

Η Δράμα υποδέχτηκε χαρμόσυνα  τον Χρυσόστομο και  η χειροτονία του έγινε στις 22 Ιουλίου 1902  από  τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ’ στον  οποίο απηύθυνε τα εξής προφητικά λόγια : << Εν όλη τη  καρδία και εν όλη τη διανοία θα υπηρετήσω την εκκλησίαν και το Γένος και η μίτρα, την οποίαν αι άγιαι χείρες σου εναπέθεσαν επί της κεφαλής μου, εάν πέπρωται να  απολέση ποτέ την λαμπηδόνα των λίθων της, θα μεταβληθή  εις  ακάνθινον  στέφανον μάρτυρος  ιεράρχου>>, πράγμα που έγινε πραγματικότητα 20 χρόνια  αργότερα.

Το έργο του Χρυσοστόμου ως Μητροπολίτη Δράμας ήταν πολυδιάστατο. Αρχικά  ενίσχυσε την Ελληνική  Κοινότητα, τα φιλεκπαιδευτικά σωματεία και τα ελληνικά σχολεία. Με δική του πρωτοβουλία ανεγέρθηκαν πολλά ελληνικά σχολεία, όπως το καλλιμάρμαρο Γυμνάσιο Αρρένων Δράμας σε σχήμα κάτοψης Ε, συμβολίζοντας την Ελλάδα και Ελευθερία, όπως επίσης και τα Εκπαιδευτήρια  Δράμας των οποίων οι εργασίες ολοκληρώθηκαν στα 1909, έπειτα από πολλές παρεμβάσεις της οθωμανικής διοίκησης . Ταυτόχρονα ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος έκανε περιοδείες σε όλη τη Μακεδονία,  όπου οι Βούλγαροι προέβαιναν σε απειλές, βιαιοπραγίες και δολοφονίες προκειμένου να εξαναγκάσουν τους Έλληνες να ενσωματωθούν  στη βουλγαρική εξαρχία. Τότε ο Μητροπολίτης ανέπτυξε έξοχη εθνική δράση-  έχτισε μεγαλοπρεπή Ναό στη Δράμα, μέγαρο Μητροπόλεως, σχολές αρρένων και θηλέων ,νοσοκομείο, γυμναστήριο, ανήγειρε οικίες για τους καπνεργάτες και ίδρυσε πολλά  ορφανοτροφεία, γηροκομεία – η οποία κι ενόχλησε την Υψηλή Πύλη που πέτυχε την ανάκλησή του από Μητροπολίτη. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Χρυσόστομος αναχώρησε από τη Δράμα στις 30 Αυγούστου 1907 συνοδευόμενος από το ποίμνιό του μέχρι το σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης κι  έφτασε στη Θεσσαλονίκη στις 31 Αυγούστου, όπου έτυχε λαΐκής υποδοχής και θερμών εκδηλώσεων. Αργότερα μετέβη στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Τρίγλια, στα παράλια της Μικράς Ασίας και τελικά ο Χρυσόστομος επέστρεψε στη Δράμα τον Αύγουστο του 1908 , αφού ο Σουλτάνος  παραχώρησε γενική αμνηστία με την ανακήρυξη του Συντάγματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η πόλη μέσα σε κλίμα φρενίτιδας υποδέχτηκε τον Ιεράρχη της .

Λίγο αργότερα όμως, Οθωμανοί και Βούλγαροι βρήκαν ως αφορμή τη συνεχή  δράση του Χρυσοστόμου για την προάσπιση του ελληνικού  στοιχείου και ζήτησαν και τελικά πέτυχαν  την απομάκρυνσή του για δεύτερη φορά από τη Δράμα τον Ιούνιο του 1909.  Ο Μητροπολίτης εξορίστηκε και πάλι στην Τρίγλια.

Στις 11 Μαρτίου 1910  ο Χρυσόστομος εξελέγη παμψηφεί Μητροπολίτης Σμύρνης, όπου και συνέχισε το πολύπλευρο έργο του ιδρύοντας ευαγή ιδρύματα και αθλητικές εγκαταστάσεις για τη νεολαία. Πιο συγκεκριμένα με πρωτοβουλία του Ιεράρχη δημιουργήθηκε στη Σμύρνη το γήπεδο του Πανιωνίου Γυμναστικού Συλλόγου, έχοντας μάλιστα αρνηθεί δάνειο 100.000 χρυσών λιρών που του πρόσφεραν οι Άγγλοι.

 

Εν τω μεταξύ η είδηση της αιφνίδιας έκρηξης του πολέμου των Βαλκανικών κρατών κατά της Τουρκίας και οι επιτυχίες των ελληνικών όπλων στην Μακεδονία κλόνισε  βαθύτατα την πατριωτική καρδιά του Μητροπολίτη Χρυσόστομου !  Ο Πατριάρχης εκ μέρους της Ιεράς Συνόδου εξέφρασε τα θερμά του συγχαρητήρια στο  Μητροπολίτη Χρυσόστομο για τις μεγάλες υπηρεσίες του προς την Εκκλησία και το Γένος κατά τους  σκληρούς διωγμούς της Ιωνίας.

Μίτρα του Χρυσοστόμου Σμύρνης στο Εθνολογικό Μουσείο Αθηνών

Παράλληλα οι τουρκικές αρχές θορυβημένες από την  πολύπλευρη δράση  του Χρυσοστόμου πέτυχαν την ανάκλησή του ως Μητροπολίτου και ο Ιεράρχης μετέβη στην Κωνσταντινούπολη . Ο Χρυσόστομος επέστρεψε στη Σμύρνη μετά την ανακωχή του Μούδρου το 1918, ενώ οι Σμυρναίοι του επιφύλαξαν αποθεωτική υποδοχή.

Στις 2 Μαΐου 1919  ο ελληνικός στρατός αποβιβάστηκε στην προκυμαία της Σμύρνης, στο πλαίσιο της συμμαχικής εντολής που είχε λάβει. Η ημέρα αυτή ήταν η πιο ευτυχισμένη που έζησε ο Ιεράρχης πάνω στη γη !

Η κατάσταση όμως άλλαξε ριζικά τον Αύγουστο του 1922. Οι χριστιανοί της  Μ. Ασίας κατευθύνθηκαν πανικόβλητοι προς τη Σμύρνη, το κέντρο του μικρασιατικού ελληνισμού. Η αποχώρηση των δυνάμεων του ελληνικού στρατού από τα μικρασιατικά εδάφη έχει αφήσει ελεύθερο το πεδίο δράσης στους Τσέτες, στους  ζεΐμπέκους και στους άτακτους του Κεμάλ, που προελαύνουν λεηλατώντας, βιάζοντας, καίγοντας και δολοφονώντας.

Στις 19 Αυγούστου 1922 ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος απηύθυνε τα τελευταία λόγια του προς τους Σμυρνιούς, στον κατάμεστο ναό της Αγίας Φωτεινής : << Αδελφοί μου, η ώρα είναι δεινή, αλλά και ο Θεός μεγάλος.Έχετε πίστιν εις Αυτόν. Δοκιμαζόμεθα, αλλά ας μην ολιγοπιστώμεν……..>>

Στις 25 Αυγούστου η στρατιωτική εκκένωση έχει ολοκληρωθεί και οι πρόσφυγες κατέβαλαν αγωνιώδεις  προσπάθειες να επιβιβαστούν σε πλοία.       Την ίδια ημέρα ο Χρυσόστομος, που συνέχιζε  τις άοκνες προσπάθειές του για τη διάσωση του μικρασιατικού ελληνισμού, επισκέφθηκε τον αμερικανό πρεσβευτή Χόρτον και συνέταξε την τελευταία επιστολή του, που είχε  ως αποδέκτη τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Στις 26 Αυγούστου, τελευταία ημέρα της ελληνικής ζωής της Σμύρνης, όλες οι λεωφόροι, οι δρόμοι και τα σοκάκια της πόλης κατακλύστηκαν από χιλιάδες ελληνορθόδοξους πρόσφυγες, που κατέφθαναν με όσα πράγματα μπορούσαν να κουβαλήσουν μαζί τους, ξεκληρισμένοι και ξεριζωμένοι από τις εστίες τους. Γύρω στις 6 το απόγευμα, κι ενώ χιλιάδες πρόσφυγες περιφέρονταν στην  προκυμαία, τα ελληνικά πολεμικά σκάφη  έστρεψαν  την πλώρη τους προς την έξοδο του κόλπου. Λίγο αργότερα το μόνο που διακρινόταν ήταν  ο καπνός τους, που βύθισε την πόλη στο πένθος και στο σπαραγμό.

Στις 27 Αυγούστου, ημέρα Σάββατο, εισήλθαν  στην πόλη οι πρώτοι Τσέτες.  Ο μητροπολίτης Χρυσόστομος, μολονότι είχε όλα αυτές τις μέρες τη δυνατότητα ασφαλούς διαφυγής από τη Σμύρνη με τη βοήθεια των Μεγάλων Δυνάμεων, αρνήθηκε πεισματικά να εγκαταλείψει το ποίμνιό του.  Την ίδια ημέρα κάτωχρος από τη νηστεία και την αΰπνία προσευχόταν στο ναό της Αγίας Φωτεινής, ο οποίος γρήγορα γέμισε ασφυκτικά από κόσμο. Τότε εμφανίστηκε ο υπαστυνόμος με έναν ένοπλο στρατιώτη οι οποίοι τον συνέλαβαν μαζί με δύο δημογέροντες  και τον οδήγησαν στο φρουραρχείο. Εκεί προσήχθη ενώπιον του Νουρεντίν Πασά -που  ήταν ορκισμένος εχθρός του- στο Διοικητήριο, όπου ο Τούρκος διοικητής τον κατηγόρησε ότι είχε προδώσει ως Τούρκος υπήκοος την πατρίδα του κι έπρεπε να δικαστεί  για τις ενέργειές του εναντίον του τουρκικού έθνους. Αφού  λοιπόν τον εξύβρισε, τον παρέδωσε στους εξαγριωμένους Τούρκους που είχαν κατακλύσει την πλατεία του Διοικητηρίου.  Πρώτα δολοφονήθηκαν οι δύο δημογέροντες, Γεώργιος Κλιμάνογλου και ο Νικόλαος Τσουρουκτσόγλου.

Δυστυχώς, ο  Χρυσόστομος θανατώθηκε υπό φρικιαστικές συνθήκες. Σύμφωνα με περιγραφές αυτόπτων μαρτύρων, τον οδήγησαν σ’ ένα κουρείο, στις παρυφές των ευρωπαΐκών συνοικιών. Του φόρεσαν μία μπλούζα κι έπειτα του ξερίζωσαν τα γένια, του έκοψαν τη μύτη και τ’ αυτιά. Στη συνέχεια Τούρκοι τον μετέφεραν στις τουρκικές συνοικίες, όπου τον τύφλωσαν, τον διαμέλισαν και τον κατακρεούργησαν.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε   Άγιο, την 4Η Νοεμβρίου 1992 και η μνήμη του γιορτάζεται την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

Προσωπικό αρχείο του Γεωργίου Κονδύλη. ( Στο κείμενο ακολουθείται το παλιό ημερολόγιο)

Επιμέλεια: Σοφία Μακρυγιάννη

ΠΑΝΩ: Τοιχογραφία στον Ι. Ν. Αγίας Φωτεινής Ν. Σμύρνης

*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους

Share this post