Η επόμενη μέρα της Γενεύης για το Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά

Η επόμενη μέρα της Γενεύης για το Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά

Του Νίκου Μελέτη*

 

Μπροστά σε νέες προκλήσεις βρίσκονται Αθήνα και Λευκωσία, μετά την άτυπη πενταμερή της Γενεύης, καθώς παρά το γεγονός ότι αποκρούσθηκε η προσπάθεια της Τουρκίας να επιβάλει στο τραπέζι τη λύση δύο κρατών, ο κίνδυνος «επιβίωσης» της νέας ακραίας τουρκικής απαίτησης είναι υπαρκτός. Ενώ δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι ο «χρόνος» που αγοράζει ο ΟΗΕ αλλά και η Ελλάδα και η Λευκωσία, θα συνοδευτεί και από την αποφυγή νέων προκλήσεων και μονομερών ενεργειών.

Τα Μόνιμα Μέλη του ΣΑ απέρριψαν, μετά τις επικοινωνίες που είχε ο Kύπριος ΥΠΕΞ Ν. Χριστοδουλίδης, την προσπάθεια της Τουρκίας για αλλαγή βάσης στη λύση του Κυπριακού, αλλά υπάρχουν γκρίζες ζώνες, που επιτρέπουν στην τουρκική πρόταση να συνεχίσει να είναι παρούσα το επόμενο διάστημα και να δηλητηριάζει το κλίμα, υπονομεύοντας τις προσπάθειες λύσης του Κυπριακού και ναρκοθετώντας τις προσπάθειες καταλλαγής στα ελληνοτουρκικά.

Ο ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, συγκάλεσε την άτυπη πενταμερή, γνωρίζοντας ότι η τουρκική στάση την οδηγεί σε αδιέξοδο, αλλά γνώριζε συγχρόνως ότι πρέπει να διατηρηθεί ζωντανή με κάθε τρόπο η διαδικασία για το Κυπριακό, όχι τόσο με την προσδοκία επίλυσής του, αλλά ως στοιχείο διευκόλυνσης των ευρωτουρκικών σχέσεων αλλά και ως βαλβίδα εκτόνωσης της έντασης και αποφυγής προκλήσεων και μονομερών ενεργειών, που θα αποτελούσαν απειλή ασφάλειας για ολόκληρη την περιοχή.

Με το ίδιο σκεπτικό, ο κ. Γκουτέρες βλέποντας το απόλυτο αδιέξοδο στη Γενεύη επέλεξε να κάνει το περισσότερο που μπορούσε: να αναγγείλει μια νέα πενταμερή σε 2-3 μήνες, έχοντας επίγνωση ότι δεν πρόκειται να υπάρξει διαφορετικό πλαίσιο από το υπάρχον, εφόσον μάλιστα η Τουρκία επιμένει δογματικά στην επιλογή των δύο κρατών.

Για την Αθήνα και τη Λευκωσία το διάστημα αυτό είναι απολύτως χρήσιμο, εφόσον φυσικά η Τουρκία αποφύγει προκλητικές ενέργειες, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για να συνεχισθεί έστω και αυτή η κλινικά νεκρή διαδικασία.

Η Αθήνα μάλιστα, μετά την επεισοδιακή συνάντηση Δένδια – Τσαβούσογλου στην Άγκυρα, σε συνδυασμό με αυτή την κατ’ όνομα ζωντανή διαδικασία για το Κυπριακό, ετοιμάζεται για παράλληλες κινήσεις στα ελληνοτουρκικά. Εκτιμώντας ότι η επίσκεψη της Άγκυρας είναι παρελθόν, έδωσε την ευκαιρία να ακουστούν τα πράγματα όπως είναι, αλλά δεν πρέπει να διαιωνισθεί ένα κλίμα εχθρότητας που θα έκοβε τους διαύλους επικοινωνίας και θα διευκόλυνε όσους στην Άγκυρα θεωρούν ως εργαλείο στην άσκηση πολιτικής την κλιμακούμενη ένταση σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.

Ο «κλήρος» έχει πέσει και πάλι στους δύο υπουργούς Εξωτερικών, Ν. Δένδια και Μ. Τσαβούσογλου, καθώς θα πρέπει μέχρι τα μέσα Ιουνίου να έχουν αποκαταστήσει τις σχέσεις, να έχουν κάνει προγραμματισμό για τα επόμενα βήματα και να έχουν το χρόνο έτσι να προετοιμάσουν μια συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, εάν μάλιστα επιλεγεί να γίνει η συνάντηση αυτή στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ.

Εκκρεμεί η ανταπόδοση της επίσκεψης Δένδια, εκ μέρους του κ. Τσαβούσογλου, αν και δεν αποκλείεται να προηγηθεί και μια πιο άτυπου χαρακτήρα συνάντηση των δύο υπουργών, ώστε να αποφορτισθεί το κλίμα και να αποκατασταθεί η ατμόσφαιρα διαλόγου.

Την Αθήνα προβληματίζει ιδιαίτερα το γεγονός, της επιμονής και εμμονής του Τούρκου προέδρου στο θέμα της Θράκης, που τέθηκε και δημοσίως από τον κ. Τσαβούσογλου, αλλά και στην κατ’ ιδίαν συνάντηση Ερντογάν – Δένδια, καθώς το αφήγημα της προστασίας των «ομοεθνών» της Θράκης και των απανταχού μουσουλμάνων, η προβολή του οθωμανικού παρελθόντος πέραν των σημερινών συνόρων, αποτελεί πλέον ταυτοτικό ζήτημα για τον Τ. Ερντογάν και αυτή η ατζέντα ούτε αποσύρεται, ούτε αλλάζει.

Είναι προφανές, ότι για την Ελλάδα δεν υπάρχουν περιθώρια για βήματα υπαναχώρησης σε αυτά τα ζητήματα, ενώ μάλιστα και κάποιες κινήσεις που θα μπορούσαν να γίνουν από την Αθήνα, στη Θράκη, υπονομεύονται, καθώς θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστούν συμμόρφωση προς τις υποδείξεις και απαιτήσεις της Άγκυρας. Και σε αυτό συμβάλλουν και οι ακραίοι της μειονότητας, με τον τρόπο που προβάλλουν και επιχειρούν να επιβάλουν τα αιτήματα τους βάζοντας τους πάντα το… τουρκικό πρόσημο.

Θα πρέπει πάντως να αποφευχθούν αγκυλώσεις και θα πρέπει να προχωρήσει με πρωτοβουλία της Ελλάδας η αποκατάσταση μουσουλμανικών μνημείων στην Ελλάδα, όπως επίσης θα πρέπει σαν πρώτο βήμα να λήξει η εκκρεμότητα με τις Μουφτείες που παραμένουν με τοποτηρητές και να στηριχθεί ο χαρακτήρας του Δημοσίου Σχολείου έναντι του αναδρομικού θεσμού των μειονοτικών Σχολείων στη Θράκη.

Στο Κυπριακό είναι προφανές, ότι η Τουρκία έχει τσιμεντώσει την πολιτική των δύο κρατών, η οποία ξεκίνησε μεν ως διαπραγματευτική θέση, αλλά τελικά παίρνει μορφή «κόκκινης γραμμής» με τη συνεχή και διαρκή επανάληψη της από τον Τ. Ερντογάν.

Βεβαίως, η πολιτική των δύο κρατών μπορεί να απορρίπτεται από το διεθνή παράγοντα, όμως απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή σε ορισμένα στοιχεία της επιστολής Τατάρ που κατατέθηκε στη Γενεύη, που παρουσιάζουν την ουσία της τουρκικής απαίτησης μέσα στο περιτύλιγμα των «δύο κρατών».

Η «κυριαρχική ισότητα» και το «ισότιμο διεθνές στάτους των Τουρκοκυπρίων» είναι δύο πτυχές αυτής της πολιτικής, που αποτυπώνουν τη λογική των δύο κρατών χωρίς να αναφέρεται σε αυτά.

Ο κ. Γκουτέρες έχει πιθανότατα την πρόθεση να κρατήσει ζωντανή τη διαδικασία με καλές προθέσεις. Όμως αυτές θα κριθούν το αμέσως επόμενο διάστημα και κυρίως στην Έκθεση του προς το ΣΑ.

Γιατί εάν ο άτυπος χαρακτήρας της πενταμερούς, επέτρεψε στην τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά να κινηθούν καθαρά εκτός πλαισίου λύσης στη βάση των ψηφισμάτων του ΣΑ του ΟΗΕ, αυτό θα πρέπει να αποτυπωθεί και στην έκθεση του Γ.Γ.

Να αναφέρεται ρητά δηλαδή, ότι η θέση που κατατέθηκε από την τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά είναι εκτός πλαισίου και ότι αυτό μεγαλώνει ακόμη την απόσταση από το στόχο της λύσης του Κυπριακού. Δεν μπορεί δηλαδή ο άτυπος χαρακτήρας της διαδικασίας και η επιθυμία για συνέχιση του διαλόγου να οδηγήσει σε νομιμοποίηση της λύσης των δύο κρατών και να υπονομεύσει έτσι τη νομική και πολιτική βάση επίλυσης του Κυπριακού.

Το ερώτημα φυσικά είναι, εάν και ποιες δεσμεύσεις έχει αναλάβει ο κ. Γκουτέρες έναντι της Άγκυρας, προκειμένου να κρατηθεί αυτή η διαδικασία ζωντανή.

Είναι χαρακτηριστικό, ότι η τουρκική πλευρά απέρριψε και την ουδέτερη ακόμη πρόταση του Γ.Γ. για διορισμό ειδικού απεσταλμένου, ο οποίος θα αναλάμβανε το ρόλο των επαφών με τα μέρη μέχρι την επόμενη άτυπη πενταμερή. Ο λόγος ήταν ότι ακόμη κι αν δεν υπήρχε αναφορά στους όρους εντολής του, υποχρεωτικά και αυτονόητα ο διορισμός του και η αποστολή του θα είχε ως νομιμοποιητική βάση την εντολής που έχει ο Γ.Γ. για αναζήτηση λύσης Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας στη βάση των ψηφισμάτων του ΣΑ του ΟΗΕ.

ΥΓ. Σε ότι αφορά την Ε.Ε. και τη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου, εξυπακούεται ότι κριτήριο για τη συζήτηση της θετικής ατζέντας είναι φυσικά η αποφυγή προκλητικών μονομερών ενεργειών εκ μέρους της Τουρκίας και η σε βάθος χρόνου αποκλιμάκωση σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί ως τέτοιο απλώς και μόνο η… συμμετοχή στην πενταμερή. Η Τουρκία θα πρέπει να κριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και για τις θέσεις που προβάλει στη διαδικασία για το Κυπριακό. Οι οποίες προφανώς και δε δικαιολογούν ανταμοιβές και ανταλλάγματα…

*Ο Νίκος Μελέτης γεννήθηκε στην Κεφαλλονιά το 1962. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών της Νομικής Σχολής Αθηνών. Άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος το 1987. Από το 1990 καλύπτει το διπλωματικό ρεπορτάζ, αρχικά στην ΕΡΤ και κατόπιν και στην εφημερίδα «Έθνος». Αρθρογραφεί στο liberal.gr και στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος».

Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους.

ΠΗΓΗ :Liberal.gr

Share this post