Θανάσης Ν Παπαθανασίου Β
110 Views5 Pages
1 File ▾
ΠΡΟΣΩΠΟ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΕ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ Σύναξις εὐχαριστίας πρὸς τιμὴν τοῦ Μητροπ. Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα (συλλογικὸς τόμος, ἐποπτεία Παντελὴς Κα-λαϊτζίδης & Νικόλαος Ἀσπρούλης), Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου/Ἐκ-δοτικὴ Δημητριάδος, Βόλος 2016, σελ. 356. Η ...read more
Loading Preview
scribd. scribd. scribd. scribd.
ΠΡΟΣΩΠΟ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΕ ΟΡΘΟ∆ΟΞΗΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣύναξις εὐχαριστίας πρὸς τιµὴν τοῦΜητροπ. Περγάµου Ἰωάννη Ζηζιούλα
(συλλογικὸς τόµος, ἐποπτεία Παντελὴς Κα-λαϊτζίδης & Νικόλαος Ἀσπρούλης),Ἀκαδηµία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου/Ἐκ -δοτικὴ ∆ηµητριάδος, Βόλος 2016, σελ. 356.
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟ∆ΟΞΙΑΣΣΤΗ ∆ΥΣΗΣύναξις εὐχαριστίας πρὸς τιµὴν τοῦΜητροπ. ∆ιοκλείας Κάλλιστου Ware
(συλλογικὸς τόµος, ἐποπτεία Παντελὴς Κα-λαϊτζίδης & Νικόλαος Ἀσπρούλης),Ἀκαδηµία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου/Ἐκ -δοτικὴ ∆ηµητριάδος, Βόλος 2018, σελ. 301.
Θὰ ἀναφερθῶ καὶ στοὺς δύο τιµητικοὺς τόµους, τοὺς ὁποίους ἐµπνεύστηκε καὶἐξέδωσε ἡ Ἀκαδηµία Θεολογικῶν Σπου -δῶν τοῦ Βόλου µὲ τὴ συνδροµὴ πολὺ ση-µαντικῶν µελετητῶν. Καὶ ἀπ’ ἀφορµῆς τῶν τόµων αὐτῶν, θὰ ἀναφερθῶ καὶ στοὺςδύο θεολόγους ἐπισκόπους, τοὺς ὁποίουςνιώθουµε ὅτι µᾶς ἔχει χαρίσει ὁ Θεός. Μοι-ραῖα, θὰ µιλήσω ἐνδεικτικὰ καὶ ἐλλειπτι-κά, ἀλλὰ πάντως εὐγνωµόνως. Εὐγνωµό-νως, διότι αὐτοὶ οἱ δύο ἄνθρωποι ἔχουναἱµοδοτήσει τὸκορµὶ τῆς θεολογίας µαςκαὶ ἔχουν σιτίσει ὅσους ἀγαποῦν τὴ θεο-λογία ὡς σπουδή (καὶ ὄχι ὡς παπαγαλία),ὡς µαρτυρία (καὶ ὄχι ὡς ἀνάθεµα), ὡς διά-λογο (καὶ ὄχι ὡς εἰσαγγελικὸ πόρισµα). Ἐπιτρέψτε µου µιὰ προσωπικὴ παρέν-θεση. Θεωρῶ µεγάλο δῶρο τὴ γνωριµίαµου µαζί τους καί, ὁµολογουµένως, σε-µνύνοµαι γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ περιοδικὸ
Σύναξη
, ποὺ ἔχω τὴν τιµὴ καὶ τὸ βάρος νὰδιευθύνω, δηµοσιεύει καθ’ ὅλη τὴ διαδρο-µή του (ἀπὸ τὶς ἡµέρες τοῦ ΠαναγιώτηΝέλλα στὴν ἀρχισυνταξία τοῦ ΣωτήρηΓουνελᾶ καὶ κατόπιν στὴ δική µου) συµ-βολές τους. Τοῦ Μητροπολίτη Περγάµου,µάλιστα, ἔχει δηµοσιεύσει συµβολὲς τὶςὁποῖ ες ἔγραψε πρωτοτύπως γιὰ τὴ
Σύνα- ξη
, καὶ οἱ ὁποῖες κατόπιν µεταφράστηκανστὰ Ἀγγλικὰ ὥστε νὰ ἀρδεύσουν τὸνοἰκουµενικὸ χῶρο. Παράλληλα ἔχουµε δη-µοσιεύσει καὶ κείµενα ἄλλων στοχαστῶν,οἱ ὁ ποῖοι διαλέγονται µὲ τὶς συµβολὲςαὐτές.Γιὰ τὸν τιµητικὸ τόµο τοῦ Σεβασµιω- τάτου Περγάµου
1
: Ὁ τόµος ἔχει κάτι ἰδι-αίτερο. Τὰ κείµενα ποὺ τὸν ἀπαρτίζουν
δὲν
παρουσιάζουν µόνο τὴ συµβολὴ τοῦ τιµωµένου. Κάνουν καὶ κάτι περισσότεροἀπὸ αὐτό: Συνθέτουν ἕνα σπάνιο δεῖγµακριτικῆς σεβαστικῆς θεολόγησης. Τί ἐννοῶλέγοντας «κριτικῆς σεβαστικῆς θεολόγη-σης»;Ὁ Ἰωάννης Ζηζιούλας ἀπὸ νωρὶς διατύ-πωσε θεολογικὲς προτάσεις πολὺ «δικές του», πολὺ χαρακτηριστικές, µὲ µιὰ ἀνα-βράζουσα σκέψη, ἡ ὁποία θέλει νὰ πατᾶστὴν παράδοση καὶ νὰ µιλᾶ στὸ σήµερα. Ὁλόγος του λοιπὸν ἔχει µεγάλη ὁρµή. Γι’αὐτὸ καὶ πολλοὶ ταυτίζονται µαζί του, καὶ τὸν ἐπαναλαµβάνουν. Αὐτὸ εἶναι καὶ φυ-σικὸ καὶ ἀνθρώπινο (πράγµα τὸ ὁποῖογνωρίζει καὶ ὁ ἴδιος· βλ. σ. 333). Βεβαίως,ὑπάρχουν καὶ πολλοὶ οἱ ὁποῖοι διαφωνοῦνµαζί του. Κι αὐτὸ εἶναι φυσικὸ κι ἀναµε-νόµενο, εἴτε γίνεται γιὰ θεολογικοὺς λό-γους εἴτε γίνεται ἀπὸ τὸν φθόνο ἐκείνωνποὺ νοµίζουν ὅτι ψηλώνουν κονταίνοντας τοὺς ἄλλους. Φρονῶ ὅµως ὅτι τὸ ἰδιαίτε-ρο στὴν περίπτωση τοῦ Ζηζιούλα εἶναι κά- τι πέρα ἀπὸ αὐτά (κάτι πέρα ἀπὸ τὴ σκέ- τη ταύτιση ἢ τὴ σκέτη ἀπόρριψη). Τὸ ἰδι-αίτερο εἶναι τὸ ὅτι δύναται κανεὶς νὰ δια-φωνήσει µὲ ὁρισµένα συµπεράσµατα τοῦΖηζιούλα, ὄχι ἁπλῶς ἐπειδὴ ἔχει διαφορε- τικὰ θεολογικὰ προτάγµατα, ἀλλὰ ἀκρι -βῶς ἐπειδὴ ἐµπνέεται ἀπὸ θεολογήσεις τοῦ Ζηζιούλα! Αὐτὸ τὸ θεωρῶ µαθητεία γόνιµη, ἡ ὁ -ποία ἐκβάλλει σὲ κριτικὴ σεβαστικὴ θεο-λόγηση. Στὸν ἐν λόγῳ τόµο ὁ προσεκτικὸςἀναγνώστης θὰ ὠφεληθεῖ τὰ µάλα διαπι-στώνοντάς το αὐτὸ σὲ πολλοὺςσυγγρα-φεῖς, οἱ ὁποῖοι τιµοῦν τὸν Σεβασµιώτατο,λαµβάνουν ἀπὸ αὐτόν, καὶ ταυτόχροναεἰσφέρουν κάποια γόνιµη ἐπεξεργασία ἢκαὶ διαφωνία τους. Εἶναι σχεδὸν οἱ µισοὶἀπὸ τοὺς συγγραφεῖς τοῦ τόµου
2
. Αὐτὰ
1. Μελετήµατα τῶν: Νικόλαου Ἀσπρούλη,Κωνσταντίνου Ἀγόρα, Πέτρου Βασιλειάδη, ἐπισκ.Ἰγνάτιου Midic, µητροπ. Μάξιµου Βγενόπουλου,π. ∆ηµητρίου Μπαθρέλλου, Γεώργιου Μαρτζέλου,Σταύρου Γιαγκάζογλου, Θεόφιλου Ἀµπατζίδη,Michel Stavrou, ἐπισκ. Μάξιµου Vasiljevic, Κων-σταντίνου ∆εληκωσταντῆ, Αἰκατερίνης Τσαλαµ-πούνη, Aristotle Papanikolaou, Χαράλαµπου Βέν- τη, καὶ κείµενα τῶν µητροπ. ∆ηµητριάδος Ἰγνατί-ου, Παντελῆ Καλαϊτζίδη, µητρ. Ἰωάννη Ζηζιούλα.2. Κυρίως οἱ Κωνσταντῖνος Ἀγόρας, ΠέτροςΒασιλειάδης, Θεόφιλος Ἀµπατζίδης, Μάξιµος Va-siljevic, Κωνσταντῖνος ∆εληκωσταντής, ∆ηµήτριος
104
Σύναξη
149 (2018)
τὰ γόνιµα κείµενα θέτουν µὲ σεβαστικὸ τρόπο ἐρωτήµατα γιὰ τὴν ἱστορία, τὴ µαρ- τυρία, τὴν ἱεράρχηση στὰ Πρόσωπα τῆςἉγίας Τριάδας, τὸ οὐσιῶδες ἢ µὴ τοῦ φύ-λου καὶ τῆς ἄσκησης, τὴν ὀλίσθηση τῆς θε-σµικῆς Ἐκκλησίας σὲ αὐταρχικὴ συγκρό- τηση, τὸν ὑπερτονισµὸ τοῦ ἐπισκοπάτουκ.λπ. Εἶναι κείµενα τὰ ὁποῖα φαντάζοµαιὅτι, ἀκόµα κι ὅταν ἀρθρώνουν ἀντιρρή-σεις, θὰ ἔχουν δώσει ἰδιαίτερη χαρὰ στὸνΜητροπολίτη Ἰωάννη, µεγαλύτερη ἀπ’ὅ,τι κείµενα τὰ ὁποῖα πασχίζουν κάπωςἀπολογητικὰ νὰ τὸν ὑπερασπιστοῦν.Βρίσκω πολὺ συγκινητικὸ τὸ σηµεῖο ὅ -που ὁ ἴδιος ὁ Σεβασµιώτατος διατυπώνειµία πανανθρώπινη ἀλήθεια:«Τί θὰ γίνειµὲ τὸν σπόρο ποὺ ἔπεσε, µόνον ὁ Θεὸς τὸγνωρίζει. Αὐτός, ποὺ κατευθύνει τὴν Ἱστο-ρία, µπορεῖ νὰ ἀκυρώσει ὅ,τι κατέθεσα ἤ,ὅπως εὔχοµαι, νὰ βρεῖ κάτι σ’ αὐτὸ ποὺ νὰεἶναι χρήσιµο γιὰ τὰ σχέδιά του. Τὸ µόνοποὺ θὰ µποροῦσα ἐγὼ νὰ πῶ, εἶναι τί θὰἤθελα νὰ δῶ στὴν µετὰ ἀπὸ ἐµένα ἐποχή»(σ. 336). Καί, ἀµέσως µετά, ὀνοµατίζει ὁ ἴδιος τὰ πεδία στὰ ὁποῖα θὰ ἤθελε νὰ δεῖἕνα δηµιουργικὸ προχώρηµα τῆς σκέψης του: Τέχνη, ἐπιστήµη καὶ ἠθική, στὴν ὁ -ποία (ἠθική) ἐντάσσει καὶ τὴν ἱεραποστο-λή (σ. 337). Ἐπιτρέψτε µου νὰ κοντοσταθῶ στὴνἱεραποστολὴ ἤ, µὲ πιὸ περιεκτικὴ διατύ-πωση, στὴ µαρτυρία πρὸς τὸν κόσµο. Χαί-ροµαι πολὺ µ’ αὐτὴ τήν (ἔστω λακωνική,ἔστω καὶ ὑπὸ τὴν ὀµπρέλα τῆς ἠθικῆς) ἐπι-σήµανση τοῦ Σεβασµιωτάτου ὅτι ἡ ἱερα-ποστολὴ χρειάζεται νὰ κοιταχτεῖ. Τολµῶνὰ πιθανολογήσω ὅτι προχώρησε στὴν ἐπι-σήµανση αὐτή, ἐπειδὴ κάπως ἀφουγκρά-ζεται τὴν ἐπίµονη δουλειὰ κάποιων δια-κόνων τῆς θεολογίας τῆς ἱεραποστολῆς.Καὶ χαίροµαι, διότι ὁ µελετητὴς τῶν κει-µένων του, στὴ µακρὰ διαδροµή τους, βρί-σκει
δύο
δυναµικές. Ἀφενός, µιὰ ρητὴ ὑ -ποβάθµιση τῆς ἱεραποστολῆς. Ἀφετέρου,ὅµως, µιὰ θεολογία, ἡ ὁποία δίνει ἀκριβῶς τὴ δυνατότητα γιὰ θωράκιση τῆς ἱεραπο-στολικῆς θεολογίας.Πόσο συγκλονιστικὰ ἔχει γράψει ὁ Σε-βασµιώτατος γιὰ τὴ Μεγάλη Εἴσοδο! Ἔχειἐπιµείνει ὅτι ἀποτελεῖ (ἢ ἀκριβέστερα:ἀποτελοῦσε) πραγµατικὴ εἴσοδο, ἀπὸ τὸἔξω πρὸς τὸ µέσα! Καὶ πόσο θεµελιακὸςεἶναι ὁ ἐκβραχισµὸς τὸν ὁποῖον ὁ ἴδιος ἔχειπραγµατοποιήσει, τονίζοντας ὅτι ἡ Ἐκ -κλησία εἶναι εἰκόνα τῆς Βασιλείας! Καὶἐπειδὴ ἡ Ἐκκλησία εἶναι εἰκόνα τῆς Βασι-λείας, γι’ αὐτὸ ὁ Σεβασµιώτατος ὡς µο-ναδικὸ σταθερὸ στοιχεῖο τῆς ταυτότητας τῆς Ἐκκλησίας θεωρεῖ τὴν Εὐχαριστία
3
,καὶ ἄρα προσπερνᾶ τὴν ἱεραποστολὴ ὡςφευγαλέο στοιχεῖο τῆς ἱστορίας. Ὡστόσο,γιὰ ἄλλους (στοὺς ὁποίους περιλαµβάνω τὴν ταπεινότητά µου), ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἡἘκκλησία εἶναι
εἰκόνα
τῆς Βασιλείας καὶὄχι ἡ Βασιλεία, γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ ἱερα-ποστολὴ ἀποτελεῖ οὐσιῶδες στοιχεῖο τῆςἘκκλησίας. Ἰσχυρίζοµαι, κοντολογίς, ὅτι ἡἘκκλησία ὄχι ἁπλῶς «ἔχει» ἱεραποστολή,ἀλλὰ καθαυτὴν
ΕΙΝΑΙ
ἱεραποστολή
4
. Ἤδη στὸ ἐµβληµατικὸ βιβλίο του, τοῦ1985,
Being as Communion
, ὅπου σχετι-κοποίησε ἐντελῶς τὴν ἔννοια τῆς ἱεραπο-στολῆς, συναντᾶµε καὶ µία ἀλλιώτικη ἐπι-σήµανση:Στὴν Ὀρθόδοξη ἀνατολή (λέει) ἡἱκανοποίηση µὲ τὸ ἐσχατολογικὸ ὅραµα τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας τείνει νὰ πα-ραλύσει τὴν ἱεραποστολικὴ δραστηριότη- τα σὲ ἀνησυχητικὸ βαθµό
5
. Ὄντως ἔτσιεἶναι! Οἱ δὲ συναρπαστικὲς σελίδες τοῦΣεβασµιωτάτου, οἱ ὁποῖες παρουσιάζουν τὸ ζητούµενο τῆς µεταµόρφωσης τοῦ κό-σµου καὶ τῆς ἱστορίας
6
, εἶναι γιὰ µένα σε-λίδες περὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραπο-στολῆς, παρ’ ὅλο ποὺ ὁ ἴδιος δὲν χρησιµο-ποιεῖ τὸν ὅρο, ἁπλούστατα διότι τὴν ἱερα-ποστολὴ τὴν προϋποθέτει ὡς µιὰ ἀβαθῆκηρυγµατικὴ πράξη, αὐτονοµηµένη ἀπὸ τὸ δόγµα καὶ τὰ µυστήρια. Ἀλλὰ µὲ µία τέ- τοια «ἱεραποστολή» διαφωνῶ κι ἐγώ!Εἶναι πολλὰ τὰ σηµεῖα τέτοιων δια-σταυρώσεων. Λέει ὁ ἴδιος ὁλοζώντανα κά-που: «Θέτω πολὺ συχνὰ στὸν ἑαυτό µουκαὶ σὲ ἄλλους τὸ ἐρώτηµα: θὰ εἶχε ἄραγεσωθεῖ ἡ ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, ἂν µετὰ τὰ 40 χρόνια σκληρῆς ἀσκήσεως δὲν κατέ-ληγε νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυ-
Μπαθρέλλος, Χαράλαµπος Βέντης.3. Τόµος του, σ. 165, στὸ κείµενο τοῦ ΣταύρουΓιαγκάζογλου.4. Βλ., π.χ., τὸ µελέτηµά µου «Ἡ Ἐκκλησία ὡςἀποστολή. Ἕνα κριτικὸ ξανακοίταγµα τῆς λει- τουργικῆς θεολογίας τοῦ π. Ἀλεξάνδρου Σµέ-µαν»,
Θεολογία
80 (2009), σσ. 67-108.5. John D. Zizioulas,
Being as Communion and the Church
, St Vladimir’s Seminary Press, Crest-wood, NY 1985, σσ. 181-182.6. Μητροπολίτου Περγάµου Ἰωάννου,
Εὐχαρι- στίας Ἐξ εµπλάριον
, ἐκδ. Εὐεργέτις, Μέγαρα2006, σσ. 37, 124, 144, 169-172, 218-222. Ζiziou-las,
BeingasCommunion
, ὅ.π., σ. 181.
105
στηρίων ἀπὸ τὸν ἅγιο Ζωσιµᾶ;». Καὶ κα- ταλήγει ὅτι ἡ Εὐχαριστία εἶναι ἀδιαπρα -γµάτευτη. Βεβαίως (λέει) ὁ Χριστὸς σώ-ζει. Ἀλλὰ χωρὶς ἄσκηση σώζεται κανείς,χωρὶς Εὐχαριστία ὄχι
7
. Τί θὰ ἔλεγα ταπεινὰ ἐδῶ; Θὰ ἔλεγα ὅτιπλάι στὴν πολύτιµη ἱστορία τῆς ἁγίας Μα-ρίας τῆς Αἰγυπτίας (ἡ ὁποία, ἐπιτρέψτεµου τὴν ἔκφραση, ἔχει «στρογγυλεµένο» τέλος, δηλαδὴ καταλήγει στὴν µετάληψη τῆς ἀναχωρήτριας), ὑπάρχει καὶ ἡ ἱστορία τοῦ ληστῆ στὸν σταυρό, ὑπάρχει καὶ ἡ ἱ -στορία τῶν εὑρισκόµενων στὸν Ἅδη κατὰ τὴν τριήµερη κάθοδο τοῦ σταυρωθέντος,ὑπάρχει καὶ ἡ ἱστορία ἁγίων οἱ ὁποῖοιοὐδέποτε κοινώνησαν, καὶ µάλιστα οὐδέ-ποτε βαπτίστηκαν. Ἢ µᾶλλον, καί βαπτί-στηκαν καί κοινώνησαν, ἀλλὰ ὄχι µὲ τὰ µυ-στήρια τῆς θεσµικῆς Ἐκκλησίας. Βαπτί-σθηκαν καὶ κοινώνησαν µυστικὰ καὶ ἀθέ-ατα, ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ αὐτοπροσώ-πως, ὁ ὁποῖος µετακινεῖ τὰ ὅρια τῆς Ἐκ -κλησίας του ὅπου ὁ ἴδιος θέλει. Ποιός τὸ ἔχει πεῖ αὐτό; Ὁ ἅγιος Νικό-λαος ὁ Καβάσιλας, τοῦ ὁποίου ἡ φράση «ἡἐκκλησία σηµαίνεται ἐν τοῖς µυστηρίοις» τυγχάνει ἀδιάκοπης ἐπίκλησης ἀπὸ τὴνεὐχαριστιακὴ θεολογία. Ἐπιπλέον, ὁ Κα-βάσιλας εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει πεῖ ὅτι «εἰ -κόνα» τῆς Βασιλείας βεβαιότατα εἶναι ἡθεία Εὐχαριστία, ἀλλὰ ἔχει πεῖ καὶ κάτιἄλλο: Ὅτι «εἰκόνα τῆς Βασιλείας» εἶναι
καὶ
ἡ φιλάνθρωπη πράξη, ἡ ὁποία µέσαστὴν ἱστορία φανερώνει τὴ µέλλουσα ἀγα-πητικὴ Βασιλεία. Ὁ Καβάσιλας ἔχει πεῖκαὶ τὰ δύο
8
. Ὁ πιστός, δηλαδή, καλεῖταινὰ εἶναι µάρτυρας καὶ συνεργὸς τῆς Mis-sio Dei, τῆς ἱεραποστολῆς τοῦ κατ’ ἐξοχὴνἱεραποστόλου· τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Κιἐπιπλέον, σκεφτεῖτε πόσο καρποφόραµπορεῖ νὰ εἶναι µία «πολιτικὴ θεολογία»ποὺ ἀξιοποιεῖ τὰ πολύτιµα τοῦ Σεβα-σµιωτάτου γιὰ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο,γιὰ τὴν ἑτερότητα καὶ γιὰ τὸν φόβο ἀπέ-ναντι στὸν ἄλλον!Κατὰ παρόµοιο τρόπο, ἡ ὑπέροχη θέσηὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ ἐπισκόπου ἡ ἐπι-σκοπὴ δὲν ἀντιπροσωπεύεται, ἀλλὰ παρί-σταται,τὸν Σεβασµιώτατο τὸν ὁδηγεῖ στὸσυµπέρασµα ὅτι γι’ αὐτὸ δὲν µποροῦν νὰγίνουν δεκτὲς οἱ κληρικολαϊκὲς συνελεύ-σεις, ἐπειδὴ ἐγκυµονοῦν πολυγνωµία
9
.Γιὰ ἄλλους ὅµως (καὶ γιὰ τὴν ταπεινότη- τά µου),
ἐπειδὴ
στὸ πρόσωπο τοῦ ἐπισκό-που παρίσταται ἡ ἐπισκοπή, ἀκριβῶς γι’αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητη ἡ συνοδικότηταστὸ ἐσωτερικὸ τῆς ἐπισκοπῆς
10
. Σταµατῶ, γεµάτος εἰλικρινεῖς εὐχαρι-στίες, τὴν ἀναφορά µου στὸ πρῶτο βιβλίο,καὶ περνῶ στὸν τόµο γιὰ τὸν Μητροπολί- τη Κάλλιστο Γουέαρ
11
.Ὁ θεολόγος ἐπίσκοπος Κάλλιστος εἶναιἀκριβῶς αὐτὸ ποὺ λέει ὁ τίτλος τοῦ τό-µου: µιὰ ζωντανὴ µαρτυρία τῆς Ὀρθοδο-ξίας στὴ ∆ύση.Καὶ στὸν τόµο αὐτὸν βρί-σκουµε τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς γόνιµηςἀνάγνωσης καὶ τῆς σεβαστικῆς συζήτησης.Πάλι λακωνικὰ καὶ ἐνδεικτικά, θὰ σταθῶσὲ κάποια σηµεῖα, χαρακτηριστικὰ τῆςἔµπονης πορείας καὶ τῆς ἀνυπολόγιστηςπροσφορᾶς αὐτοῦ τοῦ λόγιου ποιµένα.
7. Τόµος του, σ. 230, στὸ κείµενο τοῦ Κων-σταντίνου ∆εληκωσταντῆ. Βλ. καὶ σ. 233.8. Βλ. ἀντίστοιχα τὰ µελετήµατά µου «Μα-κριὰ ἀπ' τὴν παρουσία σου ποῦ νὰ φύγω; (Ψαλµ.139: 7). Μιὰ Ὀρθόδοξη κατάφαση τῆς δράσης τοῦΘεοῦ ἔξω ἀπὸ τὰ κανονικὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησίας»,
Σύν αξη
120 (2011), σσ. 16-31, καὶ «Οἱ εἰκόνες τῆςΒασιλείας. Κάποια ἀθέατα τοῦ Καβάσιλα καὶ κά-ποιοι πειρασµοὶ τῆς Εὐχαριστιακῆς µας θεολο-γίας»,
Σύναξη
114 (2010), σσ. 13-21. Ὁ K. ∆ελη-κωσταντὴς διατυπώνει, σὲ σχέση µὲ τὴν ἄσκηση,ἕνα ἐρώτηµα παρόµοιο µ’ αὐτὸ ποὺ ἐγὼ διατύ-πωσα (στὸ ὡς ἄνω δεύτερο µελέτηµά µου) ὅσονἀφορᾶ τὴν ἀλληλεγγύη: ∆ιερωτᾶται ἂν καὶ ἡ ἄσκη-ση συµµετέχει στὴ Βασιλεία (ἀντὶ νὰ εἶναι ἕνα πα-ροδικὸ στοιχεῖο τῆς ἱστορίας), «ἀκριβῶς ὡς διά-σταση τοῦ εὐχαριστιακοῦ γεγονότος, ὡς οὐσια-στικὸ στοιχεῖο τῆς οὐδέποτε ἐκπιπτούσης ἀγά-πης» (σ. 240).9. Τόµος του, σσ. 116, 130, στὸ κείµενο τοῦ π.∆ηµητρίου Μπαθρέλλου.10. Ἀφοῦ ὁ ἐπίσκοπος «καλεῖται νὰ µεταφέρειστὴ σύνοδο τὴν πίστη καὶ τὴν ἐµπειρία τῆς ἐπι-σκοπῆς του» (σ. 116), µία φωνὴ θὰ βγεῖ πρὸς τὰἔξω, φωνὴ τὴν ὁποία θὰ ἀρθρώσει (κατὰ πλειο ψη-φία, ὅπου χρειαστεῖ) ἡ κληρικολαϊκὴ συνοδικότη- τα στὸ ἐσωτερικὸ τῆς ἐπισκοπῆς. Ἄλλωστε, ἡ πλη -θὺς τῶν ἐπισκόπων σὲ µία σύνοδο δὲν συνεπάγε- ται ἀντιφατικές (πολύγνωµες) ἀποφάσεις! Γιατίνὰ ἰσχύει τὸ ἀντίθετο στὴν περίπτωση τῆς πληθύος τῶν µελῶν –κληρικῶν καὶ λαϊκῶν–µιᾶς ἐκκλη-σιαστικῆς κοινότητας; Καί, τέλος, ἂν δὲν ὑπάρχεικληρικολαϊκὴ συνοδικότητα, πῶς θὰ κριθοῦν ἀπὸ τὶς ἐκκλησιαστικὲς κοινότητες οἱ ἀποφάσεις τῆςσυνόδου, πράγµα τὸ ὁποῖο ἴδιος ὁ Σεβασµιώτα- τος τονίζει ὡς ἀπαραίτητο (σ. 130);11. Μελετήµατα τῶν: Νίκης Τσιρώνη, ∆ηµήτρι-ου Μόσχου, π. Ἀνδρέα Ἀνδρεόπουλου, NormanRussel, Συµεὼν Πασχαλίδη, Πέτρου Βασιλειάδη,Νικολάου Ἀσπρούλη, µον. Luigi D’ Ayala Valva,Ivana Noble, Αἰκατερίνης Τσαλαµπούνη,MarcusPlested, ἐπισκ. Jonathan Goodall, Dimitri Conomos,καὶ κείµενα τῶν µητροπ. ∆ηµητριάδος Ἰγνατίου,Παντελῆ Καλαϊτζίδη, µητρ. ΚάλλιστουWare.
106
Πρῶτα ἀπ’ ὅλα, θὰ σταθῶ στὴν ἔννοια τῆς µεταστροφῆς, καθόσον, ὅπως ξέρουµε,ὁ Τίµοθυ (κατόπιν Κάλλιστος Γουέαρ) µε- τεστράφη στὴν Ὀρθοδοξία, σὲ ἡλικία ὥρι-µη· 24 ἐτῶν. Ἡ δυνατότητα γιὰ µεταστρο-φή, δηλαδὴ ἡ δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπινουὑποκειµένου νὰ ἐπιλέγει ἐλεύθερα τὸνπνευµατικὸ προσανατολισµό του, εἶναιαὐτὸ ποὺ κάνει ἄνθρωπο τὸν ἄνθρωπο, κιὄχι ἀντικείµενο ὑποχρεωµένο νὰ παρα-µείνει γιὰ πάντα ἐκεῖ ὅπου ἔτυχε νὰ βρε-θεῖ. Ἡ κλήση σὲ µεταστροφὴ εἶναι ἡ καρ-διὰ τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ δὲν εἶναι τυχαῖοὅτι τὸ πρῶτο κείµενο τοῦ ΜητροπολίτηΚάλλιστου στὸν πρῶτο τόµο τῶν ἀγγλι -κῶν
Ἁπάντων
του τὸ 2000 ἀφοροῦσε ἀ -κριβῶς τὸ ταξίδι του πρὸς τὴν ὈρθόδοξηἘκκλησία
12
. Ἡ µεταστροφή του ἔχει κάποια ἰδιαίτε-ρα χαρακτηριστικά, πολὺ σηµαντικὰ γιὰ τὴν θεολογικὴ αὐτοεπίγνωσή µας. Συχνὰσυναντᾶµε τὸ φαινόµενο, προσήλυτοιστὴν Ὀρθοδοξία νὰ ἐκδηλώνουν ζηλωτι-σµό, ἀπολυτοποιήσεις τῶν τύπων, εἰδω-λοποίηση τοῦ παρελθόντος, ἀκόµη καὶ µι-σαλλοδοξία. Στὴν περίπτωση ὅµως τοῦΚάλλιστου Γουέαρ, ἡ µεταστροφὴ συνο-δεύεται ἀπὸ µιὰ πολύτιµη εὐαισθησία, ἡὁποία βρίσκεται µὲν στὴν ἐκκλησιαστικὴπαράδοση, ἀλλὰ παραθεωρεῖται ἀπὸ τὸνζηλωτισµό. Ἐννοῶ τὴν ἑτοιµότητα νὰ µὴνἐγκλωβίσεις πουθενὰ τὸν ζωντανὸ Θεό,ἀλλὰ νὰ διακρίνεις σηµάδια τῆς µυστικῆςδράσης του, ὅπου Ἐκεῖνος βούλεται. Ὅ - ταν ὁ Κάλιστος Γουέαρ παρουσιάζει τὴµεθοδολογία τῆς Ὀρθόδοξης ἱεραποστο -λῆς στὴν Ἀλάσκα τὸν 19ον αἰώνα, τονίζειὅτι οἱ ἱεραπόστολοι σεβάστηκαν τὸν ντό-πιο πολιτισµό, ὅπως ἀπαιτοῦσε ἡ πρώιµηπαράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἀποστολικοὶΠατέρες δὲν ἔβλεπαν τοὺς µή-χριστιανι-κοὺς λαοὺς συλλήβδην ὡς δέσµιους τοῦἀπόλυτου σκότους. Ἀναγνώριζαν ὅτι ὁΘεὸς εἶναι σπερµατικὰ παρὼν καὶ δρᾶ µυ-στικὰ ὅπου γῆς, στὶς καλὲς ἀναζητήσειςκαὶ στοὺς καλοὺς κόπους ὅλων τῶν ἀν -θρώπων
13
.Πῶς, λοιπόν, ἐκτιµᾶ ὁ ἴδιος ὁ ΚάλλιστοςΓουέαρ τὴν Ἀγγλικανικὴ παράδοση, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀποχώρησε; «Θὰ θεωρῶ πάν- τοτε τὴν ἀπόφασή µου νὰ ἀσπαστῶ τὴνὈρθοδοξία», γράφει, «ὡς τὴν ἀποκορύ-φωση τῆς ἐκπλήρωσης ὅλων τῶν καλῶν τῆς ἀγγλικανικῆς µου ἐµπειρίας· ὡς ἐπι-βεβαίωση, καὶ ὄχι ὡς ἀπόρριψη»
14
. «Προ-κειµένου νὰ εἴµαστε ἀληθινοὶ µάρτυρες,χρειάζεται τόσο νὰ
ἀκούσουµε
ὅσο καὶ νὰµιλήσουµε, νὰ
σιωπήσουµε
ὅσο καὶ νὰ ἐκ -φραστοῦµε […]. Ἂς γίνουµε µέτοχοι τῆςσυγκεκριµένης αὐτῆς ἐµπειρίας [τῶν ἀ -δελφῶν Χριστιανῶν στὴ ∆ύση], ἂς λάβου-µε µέρος στὴ δική τους αἴσθηση τῆς κρίσης,µὲ ὅλα της τὰ διλήµµατα, τὰ ἄγχη καὶ τοὺςδισταγµούς της.
Ἀκούγοντας
προσεκτικὰθὰ κατανοήσουµε καλύτερα τὴν Ὀρθόδο-ξη κληρονοµιά µας […]. Ἂς προσπαθή-σουµε νὰ κάνουµε τὴ δική µας Ὀρθόδοξηµαρτυρία περισσότερο κενωτικὴ καὶ πε-ρισσότερο γενναιόδωρη»
15
.Ἕνα σηµεῖο στὸ ὁποῖο ἐπίσης θὰ ἐφι-στοῦσα τὴν προσοχὴ τοῦ ἀναγνώστη, εἶναιἡ θέση τοῦ µυστικισµοῦ στὸ ἔργο τοῦ Μη- τροπολίτη Κάλλιστου. Γενικὰ µιλώντας,µποροῦµε νὰ ποῦµε ὅτι ὁ µυστικισµὸς ἔχειµιὰ γλύκα, µιὰ ἀπόσυρση ἀπὸ τὸ ἔξω καὶµιὰ συνάντηση µὲ τὸ θεῖο στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου, ὅπου τὸ ἀνθρώπινο ὑπο-κείµενο περίπου διαλύεται µέσα στὸν ὠ -κεανὸ τῆς θεότητας. Φαίνεται γλυκύ, µὰἐγκυµονεῖ κινδύνους. ∆ιότι ὁ Χριστιανι -σµὸς θεµελιώνεται σὲ µιὰ εὐλογηµένη ἐ -ξωστρέφεια: Ἡ σωτηρία εἶναι ἡ οἰκοδό-µηση σχέσης µὲ τὸν ριζικὰ Ἄλλον, τὸν Θεό,καὶ µὲ τὸν κάθε Ἄλλον, τὸν συνάνθρωπο.Θεὸς καὶ συνάνθρωπος εἶναι ἀληθῶς ὑπο-κείµενα ἔξω ἀπὸ µᾶς καὶ ἀπέναντι ἀπὸµᾶς, µὲ τὰ ὁποῖα καλούµαστε νὰ ἀνταµώ-σουµε ὡς πρόσωπα αἰώνια. Καὶ ἡ σωτηρίαεἶναι µπορετὴ ὄχι µέσω κάποιας µεθόδουἢ κάποιου διαλογισµοῦ, ἀλλὰ χάρη στὸἔργο τοῦ Χριστοῦ µέσα στὴν ἱστορία· γιὰ τὴν ἐσχατολογικὴ µεταµόρφωση τῆς ἱστο-ρίας, κι ὄχι γιὰ τὴν ἀπόσυρση ἀπὸ αὐ τήν. Ἔτσι, λοιπόν, θὰ παρακαλοῦσα τὸν ἀνα-γνώστη, τὶς συχνὲς ἀναφορὲς τοῦ Κάλλι-στου Γουέαρ στὸν µυστικισµὸ καὶ τὴ θέω-ση, νὰ τὶς διαβάσει µαζὶ µὲ τὶς πολύτιµεςδιευκρινίσεις τοῦ ἴδιου καὶ τὶς ἐξαιρετικὲςἀναφορές του σ’ αὐτὸ ποὺ ὀνόµασα εὐλο-
12. Bishop Kallistos Ware, «Strange yet familiar:My journey to the Orthodox Church»,
The Inner Kingdom; The Collected Works
, 1, St. Vladimir’s Se -minary Press, Crestwood, New York 2000, σσ. 1-24.13. Τόµος του, σ. 40, στὸ κείµενο τοῦ ∆ηµητρί-ου Μόσχου.14. Τόµος του, σ. 198, στὸ κείµενο τοῦ ἐπισκ. Johnathan Goodall.15. Τόµος του, σ. 205, στὸ κείµενο τοῦ ἐπισκ. Johnathan Goodall, καὶ205. Βλ. καὶσ. 189, στὸκείµενοτοῦMarcus Plested.
107
Sorry, preview is currently unavailable. You can download the paper by clicking the button above.