Βλαντιμίρ Πούτιν: Η κατασκευή ενός δικτάτορα
Μιλώντας στα γερμανικά, «στη γλώσσα του Γκαίτε, του Σίλερ και του Καντ», ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είχε πει από το βήμα της Μπούντεσταγκ στο Βερολίνο το 2001: «Η Ρωσία είναι μια φιλική ευρωπαϊκή χώρα. Η ειρήνη στην Ευρώπη παραμένει ο πρωταρχικός στόχος μας». Ο Ρώσος ηγέτης, που είχε εκλεγεί ένα χρόνο νωρίτερα στην ηλικία των 47 ετών, ύστερα από μετεωρική άνοδο, συνέχισε μιλώντας για δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες στη Ρωσία. Τα μέλη της ομοσπονδιακής Βουλής χειροκρότησαν θερμά την ομιλία του, διαβλέποντας στο πρόσωπό του ένα σύμβολο συμφιλίωσης στον απόηχο του Ψυχρού Πολέμου. «Μας συνεπήρε. Η φωνή του στα γερμανικά ήταν ήπια και έδινε την εντύπωση ειλικρινούς διάθεσης προσέγγισης», λέει ο τότε βουλευτής του CDU Νόρμπερτ Ρέτγκεν.
Σήμερα, η συναδέλφωση δεν υπάρχει πια. Η Ουκρανία φλέγεται και ο Πούτιν ανέλαβε να αποδείξει ότι η ουκρανική εθνική ταυτότητα αποτελεί μύθευμα. Η πάλαι ποτέ μειλίχια φωνή του Ρώσου ηγέτη σκλήρυνε, χαρακτηρίζοντας σήμερα κάθε Ρώσο διαφωνούντα ως «απόβρασμα και προδότη». Οι αντίπαλοι του Πούτιν –«5η φάλαγγα» χειραγωγούμενη από τη Δύση– θα έχουν κακή κατάληξη, σύμφωνα με δηλώσεις του στις αρχές του μηνός. Οι αληθινοί Ρώσοι θα απορρίψουν τους αντιφρονούντες, «επιτυγχάνοντας την αναγκαία απολύμανση της κοινωνίας», είπε ο πρόεδρος, θυμίζοντας λιγότερο τη γλώσσα του Καντ και περισσότερο τα λόγια τυφλωμένων από εθνικισμό φασιστών.
Μεταξύ των δύο αυτών φωνών μεσολάβησαν 22 χρόνια ισχύος του Πούτιν. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους έπεσαν τόσο έξω στις αρχικές εκτιμήσεις τους για τον Πούτιν; Ή μήπως ο Ρώσος πρόεδρος μεταμορφώθηκε με το πέρας του χρόνου στον εκδικητικό, πολεμοχαρή ηγέτη που αντιμετωπίζουμε σήμερα; Ο Πούτιν παραμένει αινιγματικός. Η ριψοκίνδυνη επιχείρηση στην Ουκρανία, όμως, δείχνει ότι ο ένοικος του Κρεμλίνου πιστεύει ότι έχει ταυτιστεί με τη Ρωσία, εκδηλώνοντας σχεδόν μεσσιανικές τάσεις και όραμα αυτοκρατορικής αποκατάστασης.
Στις δύο δεκαετίες του στην εξουσία, ο Ρώσος πρόεδρος μεταμορφώθηκε από υπεύθυνος συνομιλητής σε λυσσαλέο αντίπαλο.
Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και η πειρατική επιχειρηματικότητα των ετών Γέλτσιν προσέβαλε τα ένστικτα του Πούτιν, ως πρώην πράκτορα της KGB και θαυμαστή του ισχυρού κράτους. Ο Πούτιν, όμως, δεν υιοθέτησε μαρξιστική θεώρηση της Ιστορίας, όπως απέδειξε συνεργαζόμενος με τους νεόπλουτους ολιγάρχες, εφόσον αυτοί επιδείκνυαν απόλυτη υπακοή. Το 2000, κατά τη διάρκεια συζήτησής του με τον Μπιλ Κλίντον, ο Πούτιν έκανε λόγο για την προοπτική εισόδου της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, ενώ θεσμοθέτησε Συμβούλιο Ρωσίας – ΝΑΤΟ το 2002.
Εύθραυστες ισορροπίες
Η διατήρηση τέτοιων εύθραυστων ισορροπιών θα ήταν δύσκολη για κάθε άνθρωπο, εκτός από τον Πούτιν. «Προέρχεται από την KGB, το ψέμα είναι η δουλειά του και όχι ένα αμάρτημα. Είναι ένας καθρέφτης, που αντικατοπτρίζει όσα βλέπει», λέει η πρώην πρέσβειρα της Γαλλίας στη Μόσχα Σιλβί Μπερμάν. Λίγους μήνες πριν από την ομιλία στην Μπούντεσταγκ το 2001, ο Πούτιν σαγήνευσε τον πρόεδρο Μπους τον νεότερο, ο οποίος δήλωσε ότι κοίταξε στα μάτια τον Ρώσο πρόεδρο και «απέκτησε μια αίσθηση της ψυχής του», για να προσθέσει ότι τον βρήκε «ιδιαίτερα ευθύ και αξιόπιστο».
Το 2003 ο Πούτιν παραχώρησε συνέντευξη σε μικρή ομάδα δημοσιογράφων, στην οποία συμμετείχα και εγώ. Μας άφησε να περιμένουμε αρκετές ώρες, σε μια επίδειξη υπολογισμένης αγένειας, την οποία υπέστη και η τότε σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ Κοντολίζα Ράις. Το 2007 ο Πούτιν έφερε τον σκύλο του σε συνάντηση με την Αγκελα Μέρκελ στη Ρωσία, παρότι γνώριζε ότι η καγκελάριος φοβάται τους σκύλους. «Καταλαβαίνω γιατί αισθάνεται ότι πρέπει να το κάνει: για να αποδείξει τον ανδρισμό του», είχε πει η Μέρκελ.
Σκληρή γραμμή έναντι της Δύσης
Γεννημένος στο Λένινγκραντ το 1952, ο Πούτιν μεγάλωσε στη σκιά του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Ο πατέρας του τραυματίσθηκε βαριά στο μέτωπο, ενώ ο μεγάλος αδελφός του πέθανε κατά τη διάρκεια της απάνθρωπης πολιορκίας διάρκειας 872 ημερών. Ο σημερινός πρόεδρος της Ρωσίας έμαθε από νωρίς ότι μόνο η ισχύς μπορεί να οδηγήσει στη νίκη.
Η οικονομική ευρωστία της πρώτης οκταετίας του Πούτιν στην εξουσία επέτρεψε στη ρωσική μεσαία τάξη να απολαύσει ορισμένα οφέλη. Ο πρόεδρος, όμως, παρά τη νομική του παιδεία, αντιμετώπισε με περιφρόνηση το κράτος δικαίου. «Επέλεξε τον ρόλο του “αρχι-ολιγάρχη” και μετέτρεψε το κράτος σε όργανο της ολιγαρχικής του κλίκας», επισημαίνει ει ο ιστορικός Τίμοθι Σνάιντερ.
Η επανάσταση στη Γεωργία το 2003, η είσοδος των κρατών της Βαλτικής, της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας, της Σλοβακίας και της Σλοβενίας στο ΝΑΤΟ το 2004, αλλά και η εξέγερση της Πορτοκαλί Επανάστασης στην Ουκρανία συγκλόνισαν τον Πούτιν και τον έκαναν να συνειδητοποιήσει ότι οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες απέρριπταν το ρωσικό πρότυπο, επιλέγοντας δυτικόστροφη προοπτική. Εκεί εντοπίζεται η στροφή του Πούτιν από τη συνεργασία του με τη Δύση στην αντιπαράθεση. Ερωτηθείς από την Αγκελα Μέρκελ ποιο ήταν το σημαντικότερο σφάλμα του, ο Πούτιν απάντησε: «Το ότι σας εμπιστεύθηκα».
Η Κοντολίζα Ράις εξηγεί σήμερα ότι διέγνωσε το 2004 μετατόπιση στη στάση του Πούτιν απέναντι στη Δύση. Τη χρονιά εκείνη, ο Ρώσος πρόεδρος ακύρωσε τις εκλογές για περιφερειάρχες, διορίζοντας τους εκλεκτούς του Κρεμλίνου. Η ρωσική τηλεόραση άρχισε να θυμίζει εκείνη της ΕΣΣΔ, εξαιτίας της χοντροκομμένης προπαγάνδας της.
Για τον Πούτιν, η επέκταση του ΝΑΤΟ σε πρώην σοβιετικές δημοκρατίες υπήρξε αμερικανική προδοσία. Η απειλή μιας επιτυχημένης δυτικής δημοκρατίας στο κατώφλι της Ρωσίας απέκτησε χαρακτηριστικά υπαρξιακής απειλής για την επιβίωση του αυταρχικού του καθεστώτος. «Ο εφιάλτης του Πούτιν δεν είναι το ΝΑΤΟ, αλλά η δημοκρατία. Αφού υιοθέτησε αυτοκρατορική, μιλιταριστική ιδεολογική κατεύθυνση για τη Ρωσία, δεν θα μπορούσε να ανεχθεί τη δημοκρατία στις γειτονικές του χώρες», λέει ο πρώην ΥΠΕΞ της Γερμανίας, Γιόσκα Φίσερ.
Ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, θυμάται την έκπληξη που ένιωσε όταν άκουσε τον Πούτιν να μιλάει με υποτιμητικούς όρους για τους Αμερικανούς. «Μιλούσε ψυχρά. Είναι άνθρωπος που θέλει πάντα να επιδεικνύει αποφασιστικότητα. Ξέρει, όμως, να εναλλάσσει τον απειλητικό και ωμό λόγο με ήπια και καθησυχαστική γλώσσα», τονίζει ο Ολάντ.
Οριστική ρήξη με τις ΗΠΑ
Οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί του Βελιγραδίου το 1999 και η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 εδραίωσαν την καχυποψία του Πούτιν απέναντι στην Ουάσιγκτον. Οι αντιρρήσεις του αυτές ήλθαν στην επιφάνεια στην οργισμένη ομιλία του το 2007 στη Σύνοδο Ασφαλείας του Μονάχου. «Ενα κράτος –οι ΗΠΑ– έχει εξαπλώσει την επιρροή του πέρα από τα σύνορά του με κάθε τρόπο. Ενας κόσμος γεωπολιτικής μονομέρειας επιβλήθηκε μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Η εξέλιξη αυτή είναι επικίνδυνη», είχε πει ο Βλαντιμίρ Πούτιν προκαλώντας τον αποτροπιασμό των παρισταμένων.
Ψευδαισθήσεις
Μετά την ομιλία στο Μόναχο, η Γερμανία συνέχισε να διατηρεί ψευδαισθήσεις για τον Πούτιν. Η γεννημένη στην Ανατολική Γερμανία και γνώστρια της ρωσικής γλώσσας, Μέρκελ, είχε αναπτύξει σχέση συνεργασίας μαζί του. Ο Ρώσος ηγέτης είχε άλλωστε στείλει τα δύο του παιδιά στο γερμανικό λύκειο της Μόσχας, μετά την επιστροφή του από τη Δρέσδη τη δεκαετία του 1980, ενώ συνήθιζε να απαγγέλλει γερμανική ποίηση. «Υπήρχε μια πνευματική επαφή, μια αμοιβαία κατανόηση», λέει ο πρώην διπλωματικός σύμβουλος της Μέρκελ, Κρίστοφ Χόισγκεν.
Οι ΗΠΑ, όμως, στον τελευταίο χρόνο της θητείας Τζορτζ Μπους του νεότερου δεν είχαν διάθεση για συμβιβασμούς, με τον Αμερικανό πρόεδρο να σχεδιάζει την αμυντική συνεργασία Ουκρανίας και Γεωργίας με το ΝΑΤΟ, όπως ανακοίνωσε στη σύνοδο κορυφής της Συμμαχίας στο Βουκουρέστι το 2008. Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ είχε εγγυηθεί την ασφάλεια και την ελευθερία 100 εκατομμυρίων Ευρωπαίων, που στέναζαν κάτω από τον σοβιετικό ζυγό και έπρεπε να συνεχιστεί. Η μονομερής αναγνώριση του Κοσόβου από την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της την ίδια περίοδο αντιμετωπίστηκε ως ευθεία αμφισβήτηση της ρωσικής κυριαρχίας στα κεντρικά Βαλκάνια.
Η αποτυχία της κυβέρνησης Ομπάμα να οδηγήσει σε «επανεκκίνηση» τις σχέσεις Ουάσιγκτον – Μόσχας έδειξε ότι ακόμη και κάτω από την προσωρινή προεδρία του ηπιότερου Ντμίτρι Μεντβέντεφ, οι σχέσεις Ρωσίας – Δύσης δεν επρόκειτο να βελτιωθούν. Η οικονομική κρίση του 2008 έπεισε τον Πούτιν ότι η ώρα ήταν κατάλληλη για αντιπαράθεση.
Κατά της «παρακμής»
Στη μάχη αυτή ο Πούτιν οπλίστηκε με πολιτιστικές και θρησκευτικές ενισχύσεις, εμφανίζοντας τον εαυτό του ως σύμβολο ανδροπρεπών ορθόδοξων αρχών, σε μόνιμη αντίθεση με τη βλάσφημη στήριξη της Δύσης για τον γάμο των ομοφυλόφιλων, τον φεμινισμό, την ανεξέλεγκτη μετανάστευση και άλλες εκφάνσεις «παρακμής»
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους. ΠΗΓΗ: kathimerini.gr