Το τραγούδι της Αγια- Σοφιάς
Ανάλυση από Κώστα Γ.Τσιλιμαντό*.
Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια
Σημαίνει κι η Αγια-Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
Με τετρακόσια σήμαντρα κι εξηνταδυό καμπάνες.
Κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο Πατριάρχης
κι απ’ την πολλή την ψαλμουδιάν εσειόταν οι κολόνες.
Να μπούνε στο χερουβικό και να βγει ο βασιλέας
Φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι απ΄αρχαγγέλου στόμα:
«Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ’ άγια,
παπάδες πάρτε τα ιερά κι εσείς κεριά σβηστείτε,
γιατί ‘ναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει.
Μον’ στείλτε λόγο στη Φραγκιά, να ‘ρθουν τρία καράβια
Το’ να να πάρει το σταυρό και τ’ άλλο το Βαγγέλιο
Το τρίτο, το καλύτερο, την άγια τράπεζά μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας τη μαγαρίσουν»
Η Δέσποινα ταράχτηκε, κι εδάκρυσαν οι εικόνες.
«Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζεις,
// (κι εσείς ’κόνες μην κλαίτε)
Πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά σας θα ‘ναι.
// (πάλι δικά μας θα’ ναι)
Πραγματολογικά στοιχεία:
1.Το πιο πάνω τραγούδι, στη μορφή που το διαβάζομε, δε θα το βρούμε αυτούσιο σε καμιά άλλη συλλογή δημοτικών τραγουδιών, πάρεξ αυτής του Νικ. Πολίτη, ο οποίος κατάφερε μέσα από διάφορες και ποικίλες παραλλαγές να ανασυνθέσει την αρχική μορφή του, όπως εκείνος πίστευε, ένα εγχείρημα με πολλές επιτυχίες αλλά και προβλήματα, όπως θα ιδούμε στη συνέχεια.
- Μέγα μοναστήρι. Το τραγούδι σώζει τη μνεία από τη μοναστική ζωή που ίσχυε στο Βυζάντιο.
- Εξήντα δυο παπάδες. «Ο αριθμός των 62 παπάδων δεν φαίνεται ανακριβής. Αληθώς ενίοτε η Αγία Σοφία είχε περί τους εξήκοντα πρεσβυτέρους (το ολικόν πλήθος των κληρικών και υπηρετών της εκκλησίας ήτο υπερδιπλάσιον), ο αριθμός όμως των διακόνων ήτο ανώτερος του των πρεσβυτέρων».( Νικ. Πολίτης).
- «Να μπούνε στο χερουβικό και να ’βγει ο βασιλέας» κλπ. Με το τέλος του χερουβικού ύμνου γίνεται η Μεγάλη Είσοδος κατά την οποία η Θεία Ευχαριστία από την Προσκομιδή μεταφέρεται στην Αγία Τράπεζα και οι χοροί ψάλλουν «ως τον βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι». Είναι η πιο επίσημη στιγμή της λειτουργίας. Η λειτουργία έμεινε ημιτελής για να δημιουργηθούν οι θρύλοι του παπά με το δισκοπότηρο που χάθηκε και του μαρμαρωμένου βασιλιά!
- Σκυλιά. Υπονοούνται οι Τούρκοι. Ο θρησκευτικός φανατισμός, που, σήμερα τουλάχιστον, δημιουργεί απέχθεια (παράβαλε και το γκιαβούρ των μουσουλμάνων), είχε και τα καλά του. Αυτή η απέχθεια απέναντι στον ετερόδοξο, μας κράτησε όρθιους να μην αρνηθούμε τα πάτρια στο μακρό διάστημα της δουλείας.
- Μαγαρίζω. Καθιστώ κάτι βρόμικο. Το βρομίζω.
- Δεν είναι άσχετοι οι χρησμοί του τραγουδιού από τη χρησμολογία των πολυθεϊστών Ελλήνων.
Ερμηνευτικά – αισθητικά:
Γη, επουράνια, Θεός. Ο κόσμος μας στη λαϊκή αντίληψη και φαντασία. Η πρώτη ως κέντρο του κόσμου, τα δεύτερα ως έναστρος θόλος που τη σκέπει, και πιο ψηλά ο Δημιουργός του παντός.Αυτή η επιβλητική εικόνα του σύμπαντος κόσμου, προοδευτικά, καταυγάζεται, δονούμενη από την ηχητική που εκπέμπει το ρήμα «σημαίνω» στην τετραπλή μορφή του (σημαίνει, σημαίνει, σημαίνουν, σημαίνει), όπως δίνεται στην αρχή-αρχή του τραγουδιού-θρήνου και συνάμα δοξαστικού.
Και βέβαια, εδώ, με βάση τη θρησκευτική ιεραρχία, το σήμασμα εκπορεύεται από την περιφέρεια (Θεοί, επουράνια, γή, προς το κέντρο (Αγια-Σοφιά). Εμείς όμως ξέρουμε πως, στην πραγματικότητα το πρωταρχικό λάλημα ξεκινά από το κέντρο (τα σήμαντρα κι οι καμπάνες της Αγια-Σοφιάς είναι που κλαγγάζουν) και ανταπαντούν οι ουρανοί με ένα συγκλονιστικό αντιλάλημα συμπαντικής ηχητικής, γιατί είναι η στερνή φορά που σημαίνουν οι καμπάνες του μεγαλύτερου ναού της Ορθοδοξίας, της ασύγκριτης Αγια-Σοφιάς.
Πριν παραδώσει τον Ναόν της στην άλωση, στην καταστροφή απ’ τη διαρπαγή , και στη βεβήλωση, η λαϊκή ψυχή, τον παραδίδει στην πιο μεγάλη του ώρα, μεγαλόπρεπο και αμόλυντο στην ιστορία, κοσμούμενο από αναρίθμητα σήμαντρα και καμπάνες και προσωπικό που τον υπηρετεί, με μια ομαλή μετάβαση από τον ήχο στα όργανα και από εκεί στα πρόσωπα, τα δεμένα μαζί του.
Έξω συμπαντική αντήχηση. Μέσα, ψάλλουν οι δυο κεφαλές του γένους, οι δυο κεφαλές του βυζαντινού αετού, ο βασιλιάς και ο πατριάρχης, στην τελευταία λειτουργία.
Δονούνται τα σύμπαντα έξω, σειούνται οι κολόνες του ναού από την ψαλμωδία μέσα. Σεισμός ήχων και φωνών μέσα και έξω, την ύστατη ώρα. ‘Eνα έχε γεια καημένε κόσμε!…
Νικόλαος Πολίτης
Το τραγούδι όπως είναι συνθεμένο, με τη μέθοδο του Πολίτη, περιέχει και τις δυο αντίθετες τάσεις που επικρατούσαν στο Βυζάντιο κατά το ψυχορράγημά του.
Την πρώτη την ενίσχυαν οι ανθενωτικοί με επικεφαλής τον κατόπιν πατριάρχη Γεννάδιο και τον πρωθυπουρνό Λουκά Νοταρά, που το πλήρωσε κι αυτός και τα παιδιά του με τη ζωή τους. οι οποίοι προτιμούσαν το τούρκικο σαρίκι από την παπική τιάρα. Αλλά εκείνοι που έδιναν την χαριστική βολή σε κάθε αντίσταση κατά του εχθρού, ήταν οι φανατικοί ιερωμένοι με επικεφαλής τον Γεννάδιο, που η ευφυΐα του Πορθητή τον έχρισε στο θρόνο έχοντας έτσι καλύψει τα νώτα του από τη Δύση.
Ο Γεννάδιος είχε κλειστεί στη Μονή του Παντοκράτορος και είχε τοιχοκολλήσει έξω από το ναό τα εξής λόγια που στάλαζαν δηλητήριο και παρέλυαν το φρόνημα των πολεμιστών. «Αθλιοι Ρωμαίοι εις τι επλανήθητε και απομακρύνατε (=απομακρύνθητε) εκ της ελπίδος του Θεού και ηλπίσατε εις την δύναμιν των Φράγκων και συν τη πόλει εν ή μέλλει φθαρήναι (= που πρόκειται να καταστραφεί) εσχάσατε (=εγκαταλείψατε) και την ευσέβειάν σας» κλπ. όπου πιο κάτω προέβλεπε και την αιχμαλωσία του γένους. (Δούκας 535).
Η Πόλη δεν θα σωθεί «δια τας αμαρτίας μας». Οί Τούρκοι ήταν το «σκεύος εκλογής» για να εξιλεωθούμε!
Αρχής γενομένης από τους Εβραίους σε ολόκληρη τη μεσαιωνική Ευρώπη για 1000 χρόνια, και στο Βυζάντιο, καθώς και στους μουσουλμάνους που το Κοράνι τους είναι επηρεασμένο τόσο από τον Ιουδαϊσμό όσο και το Χριστιανισμό, η κοσμοθεωρία που κυριαρχούσε ήταν θεοκρατική. Η πορεία της ιστορίας διαγράφεται ευθύγραμμη και ανοδική. Υπάρχει σκοπός και ο θεός κατευθύνει την ιστορία. Επομένως κάθε νίκη ή ήττα έχει μεταφυσικά αίτια. Αν είναι «θέλημα θεού» και «είναι», όπως το θέλει και το τραγούδι, τότε τί λόγος υπάρχει για αντίσταση;
Έπρεπε να περάσουν 1000 χρόνια, να φθάσουμε στην Αναγέννηση και τη νεότερη εποχή, που ανακάλυψε εκ νέου τους Έλληνες και την επιστήμη. Γιατί η μεν θρησκεία βαδίζει με το συναίσθημα, τη φαντασία και παράλληλα τη μεταφυσική, η δε επιστήμη με τη λογική και τη μέθοδο της παρατήρησης των φαινομένων και παράλληλα τη φιλοσοφία. Ο ιστορικός Θουκυδίδης είναι αυτός που δεν δέχεται μεταφυσικά αίτια στην Ιστορία. Ανθρώπινες ενέργειες, φιλοδοξίες, πάθη, απληστία, δύναμη επιβολής, οικονομία, αλλά και τυχαίοι, απρόβλεπτοι, παράγοντες είναι οι δυνάμεις εκείνες που συνθέτουν και δημουργούν ιστορία. Η βοήθεια που προσφέρει ο Θεός είναι ψυχολογική, μέσα από τα άτομα, όχι απ’ έξω. Σε προσωπικό επίπεδο μπορεί κάποιος να ακούσει τη φωνή του Θεού (Εν ημίν ο θεός) μέσα του.
Και εδώ, επιτέλους, η νεότερη θεολογία συμπορεύεται με την επιστήμη. «Η ελευθερία είναι απόλυτη ή ανύπαρκτη. Η θεολογία .που δεν υπεραμύνεται της ελευθερίας άνευ όρων και ορίων είναι θεολογία ανάξια του ονόματός της. Ο θεός δεν βιάζει την ελευθερία του ανθρώπου ούτε για τη σωτηρία ούτε για το καλό του». (Μάριος Μπέγζος «Ανατολ. Ηθική και Δυτ. Τέχνη- θέματα φυσικής φιλοσοφίας και θρησκείας». Εκδόσεις Γρηγόρη σελ.60)
Στο τραγούδι όμως υπάρχει και η αντίθετη άποψη που την εκφράζουν οι ενωτικοί. Ο χρησμός παραγγέλλει τα ιερά σύμβολα της πίστης, ο Σταυρός, το Ευαγγέλιο και η Αγία Τράπεζα να μεταφερθούν στη Δύση (Φραγκιά) για να μη τα μαγαρίσουν οι αλλόθρησκοι (έμμεση μομφή κατά των ανθενωτικών).
Η μητέρα του Θεού και η χορεία των αγίων αγνοούν το χρησμό; Αγνοούν το «θέλημα του θεού»; Το τραγούδι αυτής της μορφής έτσι το θέλησε, για να γίνει πιο συγκλονιστικό το μήνυμα.
Στο άκουσμα του η Παναγιά ταράζεται και οι εικόνες των αγίων δακρύζουν. Εικόνα που προξενεί ανατριχίλα.
Ποιος λέει τα τελευταία χρησμικά λόγια; Με βάση την ορθόδοξη ερμηνεία, που την προετοιμάζει η ημιτελής λειτουργία, ο Θεός, μέσω του αρχαγγέλου το υπόσχεται στη Μητέρα του. Πάλι και εδώ το «θέλημα θεού». Αλλά εδώ ένα θέλημα Θεού που χαλυβδώνει την πίστη σε μελλούμενη ανάσταση του γένους.
Οι δυό τελευταίοι όμως στίχοι διακρίνονται για τις πολλές παραλλαγές τους. Αλλοι λένε «δικά σας», άλλοι «δικά σου»και άλλοι «δικά μας».
Το «δικά σας» ταιριάζει στην πιο πάνω ορθόδοξη ερμηνεία, γιατί τα ιερά δεν ανήκουν σε ανθρώπους· είναι άλλης τάξεως.
Επιτρέψτε σε μένα να δώσω και μια άλλη μορφή ερμηνείας, που τη θεωρώ πολύ πιθανή, με τον τελευταίο στίχο που τον διασώζει η προφορική παράδοση και έχει ως εξής:
«Πάλι με χρόνους με καιρούς. πάλι δικά μας θα ’ναι».
Εδώ, στο τραγούδι αυτής της μορφής, κατά τη γνώμη μου, δεν χρησμοδοτεί ο αρχάγγελος. Μιλεί απ’ευθείας ο πληγωμένος λαός της πίστης και των συμβόλων, που τα θεωρεί, όπως και την Ορθοδοξία, και κάθε ιερό οίκημά της. σάρκα από τη σάρκα του, δικά του, κατά δικά του. Πως είναι δυνατόν να «θέλει ο Θεός» βεβήλωση του Οίκου του και ήττα του Υιού του;…
Το τραγούδι πλάστηκε, μας λέει ο Πολίτης, κατά τα πρώτα χρόνια της άλωσης.
Και είναι καταπληχτικό, για ένα λαό που τον προετοίμαζαν στην πτώση και τη δουλεία ( γιατί ΄ναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει), αυτός, μετά την άλωση, να γεμίζει με πίστη και αισιοδοξία την ψυχή του για το ποθητό «μελλούμενο», σε μια εποχή παντελούς ζόφου, που ούτε μια χαραμάδα δεν επέτρεπε να υπάρχει ανοιχτή, για να εισχωρήσει μια ακτίνα από φως παρηγοριάς στα φυλλοκάρδια του. Με αυτή την ερμηνεία στο τραγούδι, εμφανίζεται το θείο όχι μόνο να μην είναι με το μέρος του νικητή, για να τιμωρήσει το λαό του, αλλά να συμπάσχει με τους νικημένους και κατατρεγμένους, που με το λόγο τους διεδόθη η θρησκεία Του.
Εδώ η ελληνική ψυχή που έχει κατανοήσει ότι η υλική δύναμη θα βγει νικήτρια -άλλωστε, είπαμε, ότι το τραγούδι πλάστηκε μετά την άλωση- σε μια εικόνα απαράμιλλου ηθικού και ψυχικού μεγαλείου, που δεν γνωρίζω αν υπάρχει ανάλογη της στην παγκόσμια λογοτεχνία, αίρεται σε τέτοια δυσθεόρητα ύψη, που φτάνει να παρηγορεί και τις θείες δυνάμεις (θυμηθείτε το Μπέγζο για τη μη επέμβαση του θείου) για το κακό που θα συμβεί: “Σώπασε Κυρά Δέσποινα και σεις ‘κόνες μην κλαίτε, πάλι με χρόνους με καιρούς πάλι δικά μας θα ’ ναι”.
Oι Εβραίοι φάνηκαν πιο προνοητικοί και το κατόρθωσαν. Το σαράκι που φωλιάζει στον Έλληνα από καταβολής Ελλάδος (μήνιν άειδε) κατάφερε το θαύμα του. Και οι Έλληνες ακόμα τρώγονται!…
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους