Το Σεπτεμβριανό έγκλημα και εις τι συνίσταται

Το Σεπτεμβριανό έγκλημα και εις τι συνίσταται

Του Μιχάλη Βασιλειάδη*

 

Ο Μ. Βασιλειάδης

Το Σεπτεμβριανό πογκρόμ δεν είναι γεγονός ξέχωρο που μπορεί να
μελετηθεί μόνο του. Είναι κρίκος μιας αλυσίδας από γεγονότα που στόχο
είχαν την αποψίλωση και τελική εξαφάνιση του ελληνικού πληθυσμού της
Πόλης. Το ‘σχέδιο αποψίλωσης’ τέθηκε για πρώτη φορά επί τάπητος στη
Θεσσαλονίκη το 1911 όπου το Νεοτουρκικό κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδος»
πραγματοποίησε συνέδριο και πάρθηκε η απόφαση για ίδρυση κράτους –
έθνους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται (ένα έθνος, ένα κράτος, μία γλώσσα,
μία θρησκεία κλπ). Οι πολιτικές εξελίξεις με τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο
δεν επέτρεψαν την άμεση εφαρμογή του, κάτι που κατέστη δυνατό αμέσως
μετά το 1923. Σχετικό έγγραφο του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος το
οποίο αναφέρει ότι «όταν θα εορτάζονται τα 500 χρόνια από την Άλωση
δεν πρέπει να έχει μείνει ούτε ένας Ρωμιός στην Σταμπούλ» ανακάλυψαν
και δημοσίευσαν τούρκοι ιστοριοδίφες, όπως ο Ριντβάν Ακάρ, Αϊχάν Ακτάρ
κ.α. Σημαντικοί επίσης κρίκοι αυτής της αλυσίδας είναι ο φόρος
περιουσίας, τα τάγματα εργασίας (στρατολόγηση 20 ηλικιών), η
τουρκοποίηση της οικονομίας, η εκστρατεία ‘πολίτη μίλα τουρκικά’, οι
απελάσεις…

Τα γεγονότα της 6/7 Σεπτεμβρίου μπορούν να θεωρηθούν ως αρχή του
τέλους για την Πολίτικη Ρωμιοσύνη. Αν και αμέσως μετά τα γεγονότα δεν
υπήρξε μια εμφανής φυγή, οι άνθρωποι αυτοί που μέχρι τότε σχεδίαζαν το
μέλλον τους με δεδομένη την παραμονή τους στην Πόλη και προγραμμάτιζαν
ανάλογα τις επενδύσεις τους και τον τρόπο ζωής τους, συνειδητοποίησαν
ότι δεν θα τους αναγνωρίζονταν πλέον δικαίωμα ζωής στον τόπο τους και
άρχισαν να ανησυχούν για το μέλλον, κυρίως των παιδιών τους. Έτσι μετά
από εννέα χρόνια, όταν βρέθηκε ευκαιρία για εφαρμογή εκ μέρους του
Κράτους ενός νέου κρίκου που ήταν οι απελάσεις και λειτούργησαν
νομοτελειακά, η μεγάλη πλειοψηφία των Ρωμιών ξεριζώθηκε και
απομακρύνθηκε από τα πάτριά της χώματα.

Ας συγκεντρωθούμε όμως στο Σεπτεμβριανό έγκλημα το οποίο έχει δύο
όψεις. Η πρώτη και πλέον σημαντική συνίσταται στο έγκλημα που έπραξε
το Κράτος και η κυβέρνησή του απέναντι των ιδίων του των πολιτών.
Αυτών δηλαδή που είχε καθήκον και υποχρέωση να προστατεύει. Την
δεύτερη όψη, επίσης σημαντική αποτελούν τα επί μέρους εγκλήματα που
διέπραξαν αυτοί που την αποφράδα εκείνη μέρα συμμετείχαν στον όχλο.

Αποτελεί μέγιστο έγκλημα για ένα Κράτος και την κυβέρνησή του η
εξύφανση συνομωσίας εναντίον μερίδας πολιτών του οι οποίοι έπρεπε να
βρίσκονται υπό την προστασία τού Συντάγματος και των νόμων, το Κράτος
να τους χρησιμοποιεί ως μέσον και ως ομήρους για την επίτευξη των
όποιων σκοπών του.

Δεν θα επεκταθούμε στο πώς το Κράτος εξύφανε την συνομωσία του, ούτε
στην προβοκάτσια «Βόμβα στο σπίτι του Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη». Στο
παρόν αφιέρωμα θα υπάρξουν ασφαλώς μελέτες που θα αναφερθούν σ’ αυτά.
Θα αξιοποιήσουμε τον χώρο για να ανατρέψουμε κάποιους μύθους και να
μεταφέρουμε βιώματα που θα βοηθήσουν τον αναγνώστη να διαμορφώσει την
δική του γνώμη.

Είναι διαδεδομένη η εντύπωση ότι αιτία των Σεπτεμβριανών είναι το
Κυπριακό. Αυτό δεν ευσταθεί. Το Κυπριακό ήταν το πρόσχημα. Εάν
πράγματι ο λόγος ήταν αυτός δεν θα προγραμματιζόταν και η καταστροφή
των αρμένικων και εβραϊκών περιουσιών. Στόχος, όπως και στις
περιπτώσεις του φόρου περιουσίας, των ταγμάτων εργασίας και των άλλων
πιέσεων, παρέμενε πάντοτε η τουρκοποίηση της οικονομίας και ο
εκφοβισμός των μειονοτικών πληθυσμών ώστε να επιτευχθεί η αποψίλωσή
τους. Εάν δεν είχε προκύψει το Κυπριακό, κάτι άλλο θα βρισκόταν.

Ένας άλλος μύθος είναι ότι «πολλοί Τούρκοι βοήθησαν τους Ρωμιούς».
Ούτε αυτό ευσταθεί. Είναι αλήθεια ότι πολλοί Τούρκοι, το πρωί της 6ης
Σεπτεμβρίου ή και τις προηγούμενες μέρες, συμβούλεψαν με μισόλογα
Ρωμιούς φίλους τους και τους συνέστησαν να μην κυκλοφορήσουν έξω, να
προσέξουν παιδιά και γυναίκες και σε αρκετές περιπτώσεις τους κάλεσαν
στο δικό τους σπίτι, δίχως όμως να τους αναφέρουν το τι πρόκειται να
συμβεί. Το έκαναν για τον φίλο τους και όχι διότι θεωρούσαν τα μέλη
των μειονοτήτων ισότιμους πολίτες της χώρας. Δεν βοήθησε ο τουρκικής
καταγωγής πολίτης τον –βάσει του Συντάγματος ισότιμο- μειονοτικό
πολίτη, αλλά ο ‘Μεχμέτ’ τον φίλο του ‘Γιώργο’. Χαρακτηριστική είναι η
περίπτωση του Αχμέτ εφέντη, θυρωρού της πολυκατοικίας που έμενε ο
γράφων:

Ήμουν 15 χρονών. Έφθασα στο σπίτι ενώ είχε ήδη κυκλοφορήσει η
εφημερίδα «Εξπρές» με την προβοκατόρικη είδηση. Φοιτητές, μέλη της
«Εθνικής Ένωσης Τούρκων Φοιτητών» καθώς και μέλη της οργάνωσης «Η
Κύπρος είναι Τουρκική», βρίσκονταν στους δρόμους και στις πλατείες,
ανεβασμένοι πάνω σε καρέκλες και τραπέζια, και έβγαζαν πύρινους λόγους
καλώντας τον κόσμο να εξεγερθεί και «να δώσει ένα μάθημα σ’ αυτούς που
πρόσβαλαν τον Ατατούρκ». Έτσι «θα έδειχναν σε όλο τον κόσμο την δύναμη
του Τούρκου».

Ο θυρωρός μας στεκόταν στην είσοδο της πολυκατοικίας κρατώντας μια
τουρκική σημαία. Μόλις με είδε «επιτέλους ήρθες» είπε με ανακούφιση,
«η μητέρα σου ανησύχησε πολύ, έμπα μέσα αμέσως». Όταν μπήκα, έκλεισε
την σιδερένια πόρτα της πολυκατοικίας που δεν είχε και μεγάλη διαφορά
από… καστρόπορτα και ο ίδιος παρέμεινε έξω. Στην εξαώροφη
πολυκατοικία, εκτός της Μουχιμπέ χανούμ -μιας αγαθής μουσουλμάνας η
οποία μας είχε έρθει με την ανταλλαγή πληθυσμών από την Θεσσαλονίκη-
όλοι οι κάτοικοι ήταν Ρωμιοί και Αρμένιοι. Όλοι τους ήταν
τρομοκρατημένοι -παρά το ότι στην μία γωνία του δρόμου ήταν η
πολυκατοικία και στην άλλη το αστυνομικό τμήμα το οποίο όμως
παρακολουθούσε με απάθεια τα όσα συνέβαιναν- και αγωνιούσαν βλέποντας
την καταστροφή που πλησίαζε βήμα βήμα. Όταν ο όχλος έφθασε αλαλάζοντας
και καταστρέφοντας στο πέρασμά του ό,τι μειονοτικό το οποίο είχε από
πριν εντοπιστεί και είχε μπει το κατάλληλο σημάδι, ο Αχμέτ εφέντι, ο
οποίος είχε νωρίτερα φροντίσει να σβήσει το σημάδι από την δική μας
πολυκατοικία, κραδαίνοντας την σημαία τούς φώναξε με την βαριά
ανατολίτικη προφορά του: «Εδώ δεν έχει γκιαούρηδες, είναι όλοι
μουσουλμάνοι». Έτσι ο όχλος των καταστροφέων πέρασε την δική μας
πολυκατοικία δίχως να την αγγίξει και συνέχισε το έργο του παρακάτω.

Ο Αχμέτ εφέντης, ο σωτήρας μας, άνοιξε τότε την πόρτα, έβαλε μέσα την
σημαία και παίρνοντας στα χέρια του μια ολοκαίνουργη αξίνα που δεν
είχαμε ξαναδεί, τους ακολούθησε και άρχισε να καταστρέφει και να
λεηλατεί τα καταστήματα των Ρωμιών!

Τότε αυτό μου είχε φανεί ακατανόητο. Αργότερα, ερευνώντας ως
δημοσιογράφος πλέον το γεγονός, κατάλαβα την σύγχυση που έζησε στην
ψυχή του ο θυρωρός μας. Εμάς μας ήξερε από προσωπικά του βιώματα.
Ήμασταν η μαντάμ Κατίνα, ο Μιχαλάκης, η μαντάμ Μαρί… Από το φαγητό
που ψηνόταν στα σπίτια μας είχε το μερίδιό του, έπαιρνε τακτικά το
μισθό του και τα φιλοδωρήματα όταν πήγαινε για θελήματα, είχε τα δώρα
του στις γιορτές και την συμπαράστασή μας σε κάθε ανάγκη του. Έτσι η
συνείδησή του τού υπαγόρευσε να πράξει το ανθρωπιστικό του καθήκον και
το έκανε. Οι άλλοι όμως; Αυτοί ήτανε οι Ρουμ! Εκείνοι δηλαδή, που όπως
διάβαζε στις εφημερίδες, άκουγε στα καφενεία και στα κηρύγματα στο
τζαμί, ήταν εκείνοι που έσφαζαν και κακοποιούσαν τα αδέλφια του, τούς
μουσουλμάνους, στην Κύπρο! Η εθνική του συνείδηση του έδειξε ποιο ήταν
το καθήκον του. Και το έπραξε κι αυτό!

Ο Αχμέτ εφέντης δεν ήταν το μοναδικό παράδειγμα. Πόσοι Τούρκοι φίλοι
και τότε και στα χρόνια που ακολούθησαν μου έχουν πει μειδιώντας:
«Μπρε Μιχάλη, καλός άνθρωπος είσαι εσύ. Χίλιοι μάρτυρες χρειάζονται
για να σε πει κανείς Ρωμιό». Κι εγώ τους απαντούσα με το ίδιο
μειδίαμα: «Ναι μπρε ‘Μεμέτη’. Κι εσύ καλός άνθρωπος είσαι. Χίλιοι
μάρτυρες χρειάζονται για να σε πει κάνεις Τούρκο» και γελούσαμε.
Πειράγματα ίσως. Όμως κατά βάθος;

 

Ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας επί των ερειπίων ναού ( Δ. Καλούμενος)

Μια άλλη παρόμοια περίπτωση τα τουρκόπαιδα της γειτονιάς. Το Πάσχα
στην Ανάσταση ερχόντουσαν μαζί μας στην εκκλησία, ‘στον Άγιο
Κωνσταντίνο’. Μετά την απόλυση έπρεπε να πάμε στο σπίτι ‘το Άγιο Φως’,
δίχως δηλαδή να μας σβήσει το κερί. Έλα που τα τουρκόπαιδα της κάτω
γειτονιάς καραδοκούσαν και έτρεχαν να μας σβήσουν τα κεριά. Έτσι τα
τουρκόπαιδα της γειτονιάς μας ερχόντουσαν μαζί μας για να μας
προφυλάξουν. Τα ίδια όμως αυτά παιδιά όταν πήγαιναν σε άλλη γειτονιά,
ανταγωνίζονταν ποιος θα σβήσει τα περισσότερα κεριά.

Η πλύση εγκεφάλου είχε αρχίσει χρόνια πριν, με την εμφάνιση του
κυπριακού προβλήματος. Αυτοί που για όλο τον κόσμο ήταν Ελληνοκύπριοι
-έτσι αυτοπροσδιορίζονταν και με αυτό το όνομα αναφέρονταν διεθνώς-
για την Τουρκία και τον τουρκικό τύπο, ήταν οι «Ρουμ». Για ό,τι λοιπόν
συνέβαινε στην Κύπρο και μεταδιδόταν από τον τύπο με τρόπο ώστε να
δημιουργηθεί στον τουρκικό λαό οργή και μένος, οι Ρουμ έφταιγαν! Ρουμ
όμως ήμασταν κι εμείς, οι άνθρωποι που ζούσαμε δίπλα τους, στην ίδια
πόλη και στην ίδια γειτονιά. Ήταν λοιπόν φυσικό η οργή τους να
εκδηλωθεί προς εμάς και όχι προς τους χιλιόμετρα μακριά ευρισκόμενους
‘Ρουμ’ της Κύπρου.

Να συμπληρώσω το κείμενό μου με ένα ακόμη βιωματικό παράδειγμα,
ενδεικτικό για την συμπεριφορά της αστυνομίας την ημέρα εκείνη:

Οι πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες της 6ης Σεπτεμβρίου του 1955. Ώρα,
περίπου 14:30 με 15:00. Τα γεγονότα δεν έχουν αρχίσει ακόμη και η
«είδηση» της βόμβας στο σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη δεν έχει
ακουστεί. Τίποτε δεν προμηνύει τα φοβερά και τρομερά που θα
ακολουθήσουν. Δύο νέοι, άγνωστοι στην περιοχή, φθάνουν στη λεωφόρο
Ταρλάμπασι, στο ζαχαροπλαστείο του Θανάση Πρίφτη που βρίσκεται
απέναντι ακριβώς από το αστυνομικό τμήμα, στη συμβολή με την οδό
Καλιοντζή Κουλούκ και διαγωνίως απέναντι από το σπίτι μας. (Εγώ και η
μητέρα μου καθώς και άλλοι γείτονες είναι αυτήκοοι μάρτυρες της
αφήγησης του ζαχαροπλάστη). Οι σχέσεις Πρίφτη – αστυνομικών άριστες.
Κουτιά – κουτιά οι πάστες και τα διάφορα γλυκά κουβαλιούνται κάθε τόσο
από το ζαχαροπλαστείο του στα σπίτια των ‘οργάνων της τάξης’ που
υπηρετούν εκεί. Οι δύο αγριωποί ξένοι άρχισαν να ενοχλούν τους
εργαζόμενους του ζαχαροπλαστείου και να κλωτσούν τα τζάμια των
προθηκών. Ο κ. Πρίφτης διασχίζει αμέσως την στενή λεωφόρο που τον
χωρίζει από το αστυνομικό τμήμα και αναφέρει το γεγονός στον ‘φίλο
του’ διοικητή. Η απάντηση είναι τέτοια που δεν πιστεύει στα αφτιά του:
« Πρίφτη εφέντη» του λεει ο διοικητής, «σήμερα δεν είμαι αστυνομικός,
είμαι Τούρκος!».

Μετά από μια τέτοια απάντηση, σε ανύποπτο χρόνο είναι δυνατόν να μην
είναι βέβαιος κανείς ότι το τμήμα ήταν ήδη ενήμερο για το τι επρόκειτο
να ακολουθήσει; Να σημειωθεί ότι την ίδια ακριβώς απάντηση έδωσαν και
αστυνομικοί από άλλα τμήματα σε Ρωμιούς που ζήτησαν προστασία.
Προφανώς κάποιος κάλεσε νωρίτερα τους επικεφαλής τμημάτων και τους
ενημέρωσε προσθέτοντας το ‘εντυπωσιακό’: «Δείτε. Την μέρα εκείνη
θυμηθείτε ότι είσαστε Τούρκοι και όχι αστυνομικοί». Τους άρεσε κι όταν
έφθασε η κατάλληλη στιγμή το… ξεφούρνισαν!

*Ο Μιχάλης Βασιλειάδης είναι δημοσιογράφος, εκδότης της ημερήσιας
εφημερίδας «Απογευματινή» της Κωνσταντινούπολης, που διανύει φέτος το
95ο έτος της κυκλοφορίας της και είναι μαζί με την “Τζουμχουριέτ” οι αρχαιότερες εφημερίδες της Τουρκίας.
Ο Μιχ. Βασιλειάδης μας έστειλε το παρόν , το οποίο δημοσιεύτηκε πέρσι σε αφιέρωμα για τα Σεπτεμβριανά της εφημερίδας “ΤΑ ΝΕΑ” των Αθηνών.

Share this post