Το “αντίδωρο” του π. Γεωργίου Τσέτση στην Πόλη και στο Φανάρι
«Η οδός του σύγχρονου Έλληνα ξεκινά (πρέπει να ξεκινά) από την Αθήνα, διέρχεται προσκυνηματικά από την Ιωνία, την Καππαδοκία, τον Πόντο, και μέσω Κωνσταντινουπόλεως, της αιώνιας αυτής πρωτεύουσας της Ρωμηοσύνης, φθάνει στα πέρατα της οικουμένης». Με αυτή την λιτή απάντηση όρισε ο Μέγας Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου, π. Γεώργιος Θ. Τσέτσης, την Οδό των Ελλήνων στον παγκόσμιο χάρτη. Η απάντηση είναι από συνέντευξη του , με τίτλο «Πατριδογνωσία, Στιχομυθία με την Άννα Γριμάνη», στο «Κ» ένθετο Κυριακάτικο περιοδικό της εφημερίδας «Η Καθημερινή» των Αθηνών, 18 Απριλίου 2009.
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης περιλαμβάνεται στο νέο βιβλίο του π. Γεωργίου “Σταχυολογήματα περί Πόλης και Φαναρίου”, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Αθήνα από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΣΟΥΚΑΤΟΥ, στο οποίο δημοσιεύεται μια επιλογή 64 γραπτών του.
Το “αντίδωρο” του π. Γεωργίου Τσέτση στην Πόλη και στο Φανάρι – Αγγελιαφόρος (ageliaforos.com)
Ο π. Γεώργιος γράφει στην αρχή του βιβλίου: «Αφιέρωμα στον φίλτατο ομογάλακτο Χαλκίτη αδελφό και από τριακονταετίας και πλέον Παναγιώτατο και Σεπτό Πατριάρχη μου, Βαρθολομαίο τον Ίμβριο». ( ΦΩΤΟ ΕΠΑΝΩ: Ο Μ. Πρωτοπρεσβύτερος, π. Γεώργιος Τσέτσης κατά την Θεία Λειτουργία της περασμένης Κυριακής, 23.4.2023, στον Ιερό Ναό του Αποστόλου Παύλου, Πατριαρχικό Σταυροπήγιο στο Σαμπεζύ της Γενεύης)
Ο επιμελητής του βιβλίου Άρχων Μ. Ιερομνήμων της ΜτΧΕ, κ. Γεώργιος Ν. Λαιμόπουλος, στα «ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ» σημειώνει ότι ο π. Γεώργιος «είναι απόλυτα πεπεισμένος , ότι φως από τις ακοίμητες κανδήλες της Πόλης και ιδιαιτέρως του Φαναρίου, του ιερού κέντρου της Ρωμηοσύνης και της Ορθοδοξίας, συνεχίζει να εκπέμπεται και σήμερα στα τέσσερα σημεία της οικουμένης… Λόγω της διακονίας του στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών που εδρεύει στην Γενεύη της Ελβετίας, ταξίδεψε ο ίδιος στα τέσσερα σημεία της οικουμένης. Και είδε ότι ακόμη και στις εσχατιές της γης υπάρχει μεγάλος σεβασμός προς το Φανάρι και ότι δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στη βαρύτητα του λόγου και των πράξεων του Πατριάρχη του Γένους».
Σε άλλο σημείο ο Γεώργιος Ν. Λαιμόπουλος επισημαίνει εύστοχα: «Αυτό το Φανάρι προσπαθεί να παρουσιάσει ο συγγραφέας στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου. Είναι ο ίδιος ¨ένας αυλικός εκτός της Αυλής¨, όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά λέει. Μακάρι, πολλοί από τους ¨εντός¨ να είχαν την αφοσίωση , τον ζήλο , την ενέργεια , το θάρρος της γνώμης, αλλά και τις γνώσεις, την εμπειρία , τη διάκριση και τη γραφίδα του π. Γεωργίου Τσέτση!».
Από τα αριστοτεχικά γραπτά κείμενα του π. Γεωργίου Τσέτση, που δημοσιεύονται στο βιβλίο, σημειώνω ενδεικτικά τα εξής: “Οικουμενισμού Ακτινογράφημα”, Ολυμπιακοί Αγώνες και η Ειρηνική Συνύπαρξη των Λαών”, “Η Πολιτική Εκμετάλλευση της Θρησκείας”, “Πολιτική ανάλυση των ¨Σεπτεμβριανών¨ από κλιμάκιο του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών(Εξηκονταετίας μνήμη,2015), “Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος και η Θεολογική Σχολή της Χάλκης”, “Χαιρετισμοί της Θεοτόκου στο Φανάρι εν καιρώ πανδημίας”, “Απορίες και Σχόλια στον απόηχο του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου”.
Εξόχως ενδιαφέροντα είναι και δύο κριτικά κείμενα του π. Γεωργίου για τα μυθιστορήματα των νεοελλήνων λογοτεχνών, Γιάννη Ξανθούλη “Κωνσταντινούπολη των ασεβών μου φόβων” και Γιάννη Καλπούζου ” Άγιοι και δαίμονες: Εις ταν Πόλιν”.
Προσθέτω και το κείμενο “Κατόπτευση της Πόλης με ξένα μάτια”, στο οποίο ο λόγιος π. Γεώργιος παρουσιάζει συμπυκνωμένα και γλαφυρά το εξ 611 σελίδων βιβλίο ” Ό,τιδήποτε σχετικά με την Πόλη”(Istanbul Hakkinda her şey), το οποίο κυκλοφορεί και στην αγγλική γλώσσα. Συγγραφείς του βιβλίου είναι ο Τούρκος δημοσιογράφος Saffet Emre Tonguç και η Αγγλίδα ερευνήτρια Pat Yale. Στο εξασέλιδο κείμενο του ο π. Γεώργιος γράφει για το βιβλίο “είναι ένας ¨Οδηγός¨, που “δεν απευθύνεται στον κλασσικό τουρίστα, αλλά σ’ αυτόν που επιθυμεί να γνωρίσει εκ του σύνεγγυς τις καταβολές της μοναδικής σε ομορφία και ιστορία αυτής πόλης”. Και ο π. Γεώργιος καταλήγει: “Προσωπικά χάρηκα τον ¨Οδηγό¨! Όχι μόνο διότι με μετέφερε στη νιότη μου, αλλά διότι συνετέλεσε στο να γνωρίσω άγνωστες σε μένα όψεις της Πόλης μου, τώρα στα στερνά μου”.
Ο π. Γεώργιος Τσέτσης δεξιά του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου , μετά από την ομιλία του (1η Δεκεμβρίου 2018), με θέμα: “Το ορθώς και σεμνώς ψάλλειν”, που έγινε στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Πέραν της Πόλης για τα 70 χρόνια του «Συνδέσμου Μουσικοφίλων Πέραν». Η ομιλία περιλαμβάνεται στο βιβλίο, που εκδόθηκε. (ΦΩΤΟ: Οικουμενικό Πατριαρχείο).
Τον λίαν σεβαστό και αγαπητό π. Γεώργιο , του οποίου είχα διαβάσει άρθρα, τον γνώρισα πριν από 30 χρόνια στο Φανάρι. Έκτοτε τον έβλεπα εκεί, οσάκις συνέπιπταν οι επισκέψεις μας, αλλά και στην Γενεύη, όταν πήγαινα με αφορμή τις συνομιλίες για το Κυπριακό. Τον περασμένο Σεπτέμβριο βρέθηκα ιδιωτικά στην ελβετική πόλη, όπου είναι εγατεστειμένος, και χάρηκα ιδιαίτερα τις συναντήσεις μας. Τότε μου μίλησε για το βιβλίο “Σταχυολογήματα περί Πόλης και Φαναρίου”, στο το οποίο έκανε τον τελικό έλεγχο πριν το στείλει στον εκδοτικό οίκο.
Από την συναναστροφή στην Πόλη θα μου μείνει αξέχαστη η επίσκεψη τον Σεπτέμβριο του 2011 στο Πικρίδιο (Χάσκιοϊ) , όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο π. Γεώργιος, και το προσκύνημα στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, στο προαύλιο της οποίας βρίσκεται ο τάφος της Αγίας νεομάρτυρος Αργυρής, η οποία γεννήθηκε στην Προύσα το έτος 1688 μ.Χ.
Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής , όπως μου είπε, ήταν κτισμένη πάνω σε αρχαιότερο ναό του 5ου αιώνα. Το 1833 ανακαινίστηκε και πήρε τη σημερινή της μορφή στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής.
Για το Πικρίδιο και το προσκύνημα μας στην Αγία Παρασκευή, σε ρεπορτάζ στην εφημερίδα “Ο Φιλελεύθερος” ( Λευκωσία 09/10/2011), σημείωνα μεταξύ άλλων: ” Μέσα στο ναό η συγκίνηση του πατρός Γεωργίου ήταν πολύ μεγάλη. Εκεί βαπτίστηκε, εκεί πήρε τα πρώτα μαθήματα ψαλτικής και ανέγνωσε σε μικρή ηλικία το αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής του Παραλύτου, το οποίο είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Σε κάποια στιγμή ο π. Γεώργιος στάθηκε μπροστά από ένα στασίδι. «Αυτό ήταν το στασίδι της γιαγιάς μου», μου είπε και λίγο πιο πέρα μου έδειξε εκείνα της μητέρας του Ελένης και του πατέρα του Θωμά”.
Στην Αγία Παρασκευή ανταμώσαμε ξανά στις 26 Ιουλίου 2014, ανήμερα της μνήμης της.
Στην Θεία Λειτουργία χοροστάτησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και έψαλε στο αναλόγιο ο π. Γεώργιος.
π. Γεώργιος Τσέτσης και Κύπρος
Η αγάπη και το ενδιαφέρον του π. Γεωργίου για την Κύπρο ξεκίνησαν από τα χρόνια των σπουδών του στην Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, λόγω των Κυπρίων ομογαλάκτων αδελφών του, εκ των οποίων σήμερα μόνο ένας βρίσκεται στην ζωή. Ταξίδεψε για πρώτη φορά στο νησί στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ως εκπρόσωπος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ).
Το 1966 στο επίσημο περιοδικό της Εκκλησίας Κύπρου “Απόστολος Βαρνάβας” δημοσιεύτηκε μελέτη του για τον Οικουμενικό χαρακτήρα της Θείας Λειτουργίας.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ, Περιοδικό Εκκλησίας Κύπρου by ARISTEIDIS VIKETOS on Scribd
Όσο υπηρετούσε σε επιτελικές θέσεις του ΠΣΕ έκανε αρκετές επισκέψεις. Η πιο σημαντική όμως ήταν αυτή, λίγο διάστημα μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Αντιπροσωπεία του (ΠΣΕ) συνέταξε ειδική έκθεση για τα όσα διαπίστωσε και υπέβαλε εισηγήσεις για παροχή βοήθειας.
Επί μακαριστού Αρχιεπισκόπου κυρού Χρυσοστόμου Β’ παρέσχε την βοήθεια του στην Εκκλησία Κύπρου για θέματα λειτουργικής τάξης. Έψαλε και λειτούργησε σε ναούς, μίλησε σε μαθητές/τριες της Β’ Λυκείου του Παγκυπρίου Γυμνασίου και σε πολυπληθές κοινό στον Ι. Ν. Παναγίας Παλλουριωτίσης Λευκωσίας, στην παρουσία του μακαριστού Χρυσοστόμου Β’, με θέμα: «Μνήμη Πρωτοψαλτών του Πανσέπτου Πατριαρχικού Ναού» ( Η ομιλία αυτή δημοσιεύεται στο εκδοθέν βιβλίο). Μετά την ομιλία ο π. Γεώργιος Τσέτσης απέδωσε μαθήματα των πρωτοψαλτών Ναυπλιώτη, Πρίγγου, Στανίτσα. Την εκδήλωση στην Παναγία Παλλουριωτίσης είχε επιμεληθεί ο μακαριστός Γεώργιος Αραούζος, τελετάρχης της Αρχιεπισκοπής Κύπρου. Εισαγωγική ομιλία είχε κάνει ο Μητροπολίτης Πάφου και σημερινός Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, Γεώργιος. Ιδιαίτερα ενδιάφερουσα ήταν και η ομιλία του π. Γεωργίου, με θέμα « Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ Θρησκευτικού και Προσκυνηματικού Τουρισμού», η οποία έγινε στο Παραλίμνι, μετά από πρόσκληση του Μητροπολίτη Κωνσταντίας & Αμμοχώστου Βασιλείου.
Στον τάφο του Αποστόλου Βαρνάβα
Ο π. Γεώργιος Τσέτσης, ο οποίος του χρόνου, με την βοήθεια του Θεού , θα εισέλθει στην ένατη δεκαετία της ζωής του, συνεχίζει να διατυπώνει, όταν χρειαστεί τις απόψεις του για διορθόδοξα και διεκκλησιαστικά θέματα προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη , να βοηθά στην λειτουργική ζωή της Ιεράς Μητροπόλεως Ελβετίας και συμμετέχει σε διάφορες Επιτροπές της.
Εκφράζω από καρδιάς τον σεβασμό και τις θερμές ευχαριστίες μου προς τον π. Γεώργιο για όσα σημαντικά έμαθα από αυτόν κατά την πολυετή γνωριμία μας.
Α Χ. Βικέτος
*Για το βιβλίο “Σταχυολογήματα περί Πόλης και Φαναρίου” διαβάστε και το κείμενο του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου στον πιο κάτω σύνδεσμο
Ο Μέγας π. Γεώργιος Τσέτσης – Φως Φαναρίου (fosfanariou.gr)
Βιογραφικό π. Γεωργίου Θ. Τσέτση
Οι ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΣΟΥΚΑΤΟΥ μας παραχώρησαν και τις ευχαριστούμε το βιογραφικό του π. Γεωργίου Τσέτση , όπως είναι δημοσιευμένο στο βιβλίο του “Σταχυολογήματα περί Πόλης και Φαναρίου”.
Ο Μέγας Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Γεώργιος Τσέτσης γεννήθηκε στο Πικρίδιο Κωνσταντινουπόλεως το 1934. Eίναι απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής Χάλκης. Φοίτησε στο Οικουμενικό Ινστιτούτο του Bossey, το δε 1988 αναγορεύθηκε Διδάκτωρ από το Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Τον Μάιο του 1961 χειροτονήθηκε στον διακονικό βαθμό από τον Μητροπολίτη Πριγκηποννήσων Δωρόθεο, του οποίου διετέλεσε Αρχιδιάκονος, τον δε Αύγουστο του 1964 χειροτονήθηκε από τον ίδιο Αρχιερέα Πρεσβύτερος, και, με έγκριση του Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα, μετέβη στη Γενεύη, όπου ανέλαβε διακονήματα σε διάφορες επιτελικές θέσεις του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιῶν-ΠΣΕ (1964-1984).
To 1985, με απόφαση της Αγίας και Ι. Συνόδου, διεδέχθη τον Μητροπολίτη Σηλυβρίας Αιμιλιανό στη θέση του Μονίμου Αντιπροσώπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο ΠΣΕ, όπου παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1999.
Το πρώτο διάστημα της διακονίας του στο ΠΣΕ και πριν την ίδρυση της Ιεράς Μητροπόλεως Ελβετίας το 1982, κατά παράκληση του Μητροπολίτου Αυστρίας και Εξάρχου Ελβετίας Χρυσοστόμου, διακόνησε εθελοντικά την αρτισύστατη (1966) Ελληνορθόδοξο ενορία Γενεύης, εκτελών συνάμα και καθήκοντα Επιτρόπου του οικείου Μητροπολίτου (1966-1982).
Κατά τις περιόδους 1970-1982 και 1991-2000 υπήρξε Γραμματεύς του Διοικητικού Συμβουλίου του εν Σαμπεζύ Γενεύης «Ορθοδόξου Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Το 2001 διετέλεσε Προϊσταμενεύων του Κέντρου αυτού και Κοσμήτωρ του παρ’ αυτώ λειτουργούντος «Ινστιτούτου Μεταπτυχιακών Σπουδών Ορθοδόξου Θεολογίας».
Από το 1968 και εξής μετέσχε σε Γενικές Συνελεύσεις και Συνέδρια του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών (ΚΕΚ), κυρίως δε του ΠΣΕ, είτε ως επιτελικό στέλεχος είτε ως μέλος της Κεντρικής και Εκτελεστικής του Επιτροπής, εκπροσωπών το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Μετέσχε των εργασιών της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου (τα έτη 1986, 2009 και 2016), όπως και της Τρίτης (1986), Τετάρτης (2009) και Πέμπτης Πανορθοδόξου Προσυνοδικής Διασκέψεως (2016). Δίδαξε κατά περιόδους στό Οικουμενικό Ινστιτούτο του Bossey, στο Ρωμαιοκαθολικό Θεολογικό Ινστιτούτο της Λυών και στο Ινστιτούτο Ορθοδόξου Θεολογίας του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι.
Δημοσίευσε στην ελληνική, γαλλική, και αγγλική βιβλία, μελέτες και άρθρα θεολογικού, λειτουργικού, αγιολογικού, ποιμαντικού, οικουμενιστικού και κοινωνικο-πολιτικού ενδιαφέροντος.
Μεταξύ των ετών 1999 και 2013 ηχογράφησε σε 13 ψηφιακούς δίσκους (CD) παλαιά και νεότερα λειτουργικά μέλη, σύμφωνα με την ψαλτική παράδοση του Πατριαρχικού Ναού, στις μουσικο-φιλολογικές σειρές «Μνημεία Εκκλησιαστικής Μουσικής» και «Σύμμεικτα Εκκλησιαστικής Μουσικής» του «Κέντρου Ερευνών και Εκδόσεων» (Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών).
Το 1971 ο Πατριάρχης Αθηναγόρας του απένειμε το οφφίκιο του Μεγάλου Πρωτοπρεσβυτέρου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, εις αναγνώρισιν της διακονίας και αφοσιώσεώς του προς τον Οικουμενικό Θρόνο. Τιμήθηκε ωσαύτως από τα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία Αντιοχείας και Ιεροσολύμων και τις Εκκλησίες Ρωσίας, Βουλγαρίας και Πολωνίας.
Τον Μάιο του 2018, με ομόφωνη απόφαση της Θεολογικής Σχολής και της Συγκλήτου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, αναγορεύθηκε Επίτιμος Διδάκτωρ του Τμήματος Θεολογίας της εν λόγω Σχολής.