Το Νατοϊκό πανηγύρι στο Λονδίνο, Τουρκία και Ελλάδα
Του Μάριου Ευριβιάδη
Στο Λονδίνο 3-4 Δεκεμβρίου θα μαζευτούν πρόεδροι και πρωθυπουργοί των 29 Νατοϊκών κρατών για να γιορτάσουν τα 70 χρόνια ύπαρξης της διαφημιζόμενης ως “της πιο επιτυχημένης συμμαχίας στην ιστορία” του κόσμου. Αν όντως η γενικά αποδεκτή αυτή θέση ισχύει, αυτό δεν έχει να κάνει απολύτως τίποτα με τον καθεαυτό νατοϊκό θεσμό ή “συμμαχία” και με την “ρήτρα αλληλεγγύης” του Άθρου 5 της νατοϊκής ιδρυτικής Συνθήκης της Ουάσιγκτον του 1949. Έχει όμως τα πάντα να κάνει με την αμερικανική στοχοθεσία και στρατηγική όπως αυτή οικοδομήθηκε μεταπολεμικά και μεταψυχροπολεμικά. Για να παραπέμψω στον καλύτερο μελετητή των διεθνών σχέσεων Kenneth N.Waltz- όταν σχολίαζε στις αρχές του 1990 την συνεχιζόμενη διεύρυνση του ΝΑΤΟ μεταψυχροπολεμικά- “η εξήγηση για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ δεν εντοπίζεται στην ύπαρξη του ΝΑΤΟ ως θεσμού αλλά στην ισχύ και στόχους της Αμερικής”.
Εδώ θα πρόσθετα πως αυτή υπήρξε και η λογική γύρω από της ίδρυση του ΝΑΤΟ το 1949. Το ΝΑΤΟ ήταν, είναι και παραμένει εργαλείο για την νομιμοποιημένη άσκηση της αμερικανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη, καθιστώντας τις ΗΠΑ ευρωπαϊκή δύναμη. Είναι μάλιστα ένα πολύ οικονομικά φθηνό εργαλείο, ανεξάρτητα του τι λέει σήμερα ο Πρόεδρος Τράμπ για τα κόστη του ΝΑΤΟ.
Όσο για την πολυδιαφημιζόμενη “ρήτρα αλληλεγγύης” του Άθρου 5 του νατοϊκού καταστατικού, που κωδικοποιείται προπαγανδιστικά με το σλόγκαν “ένας για όλους και όλοι για ένα”, και αυτή εξαρτάται απόλυτα από τη βούληση των ΗΠΑ. Αν για δικούς της και μόνο λόγους η Ουάσινγκτον αποφασίσει να συνδράμει κατά ενός επιδρομέα, θα το πράξει επικαλούμενη την ρήτρα. Δεν θα το πράξει, όμως, λόγο της ύπαρξής της και μόνο.
Υπάρχει ωστόσο και κάτι ακόμη που επιμελώς και σκόπιμα αποκρύπτεται διότι συγκρούεται μετωπικά με τη σχετική περί αλληλεγγύης προπαγάνδα. Δεν υπάρχει καμία δέσμευση στο Άθρο 5 που επιβάλει στα μέλη να συνδράμουν στρατιωτικά ένα άλλο μέλος που ζητά τη συνδρομή τους, διότι απειλείται ή υφίσταται επίθεση. Μπορεί να το συνδράμουν ή μπορεί όχι. Το κάθε μέλος αποφασίζει μόνο του τι θα πράξει, διότι το ΝΑΤΟ είναι πρωτίστως ένας κατεξοχήν πολιτικός οργανισμός ισότιμων μελών και δευτερευόντως ό,τιδήποτε άλλο. Και απαιτείται ομοφωνία για κάθε του απόφαση. Προπαγανδιστικά όμως όλοι προσποιούνται και έτσι προσπερνούν το πρόβλημα μέχρι να προκύψει.
Για όποιον έχει μελετήσει τις σχετικές με την ίδρυση του ΝΑΤΟ Ακροάσεις της περιόδου στο αμερικανό Κογκρέσο, αυτό είναι πεντακάθαρο από τις τοποθέτησεις αμερικανών αξιωματούχων όπως π.χ. του γνωστού μας Ντήν Άτσεσον. Δεν υφίσταται αυτόματη δέσμευση αλληλεγγύης. Διότι αλλιώς οι αμερικανοί νομοθέτες, εκφράζοντας τη βούληση του λαού που δεν ήθελε άλλες πολεμικές δέσμευσεις μετά το μακελειό του Β´ΠΠ, δεν θα ήταν διατεθημένοι να εκταμιεύσουν πόρους για την ίδρυση και συντήρηση ενός ΝΑΤΟ με αυτοματοποιημένη στρατιωτική “ρήτρα αλληλεγγύης”. Και μόνο η Βουλή των Αντιπροσώπων μπορεί, κατά το Σύνταγμα, να εκταμιεύει τα λεφτά των φορολογουμένων.
Έρχομαι τώρα και στους επικείμενους εορτασμούς στο Λονδίνο για τα εβδομητάχρονα του ΝΑΤΟ. Από της ιστοσελίδα του ΝΑΤΟ και άλλες ανοικτές πηγές μαθαίνουμε πως η ημερήσια διάταξη συμπεριλάβει, μεταξύ άλλων, την επικύρωση νατοϊκών στρατιωτικών σχεδιασμών για την άμυνα των Βαλτικών κρατών- Λιθουανίας, Λετονίας, Εσθονίας- και της Πολωνίας, σε περίπτωση Ρωσικής επίθεσης. Κατά το ΝΑΤΟ οι νέοι αυτοί σχεδιασμοί προέκυψαν λόγω της Ουκρανικής κρίσης, της προσάρτησης της ουκρανικής Κριμέας στη Ρωσία και της απαίτησης των προαναφερθέντων κρατών για συγκεκριμένους νατοϊκούς σχεδιασμούς και επιπλέον δεσμεύσεις.
Στην προπαρασκευαστική όμως σύνοδο των ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ, που διεξήχθη στις 20 Νοεμβρίου, ο τούρκος εκπρόσωπος απείλησε, διαβάζουμε, πως η χώρα του δεν θα συναίνεσει να προχωρήσουν τέτοιοι σχεδιασμοί εκτός εάν α) το ΝΑΤΟ σε επίσημη τοποθέτηση του υποστηρίξει την τουρκική εισβολή στη Συρία ως αναγκαία για την ασφάλεια ενός νατοϊκου κράτους και β) καταδικάσει επίσημα ως τρομοκράτικες τις κουρδικές ” Μονάδες Προστασίας του Λαού” στη Συρία – YPG- και όχι να τις αντιμετωπίζει διαφορετικά από το PKK της Τουρκίας, το οποίο ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζουν επίσημα ως τρομοκρατική οργάνωση. Υπογραμμιζεται εδώ πως η Άγκυρα είναι σφόδρα ενοχλημένη διότι πολλά μέλη του ΝΑΤΟ (και όλες σχεδόν οι χώρες της ΕΕ) καταδίκασαν την τουρκική εισβολή και επέβαλαν στην Τουρκια και επιλεγμένες κυρώσεις.
Κοντολογίς η Άγκυρα κρατά “ομήρους” τους ανατολικο-ευρωπαίους, απαιτώντας ξεκάθαρη νατοϊκη νομιμοποίηση για όσα έπραξε στη Συρία και για αυτά που προτίθεται να πράξει. Ο εκβιασμός αυτός επιβαρύνει το υφιστάμενο κλίμα με την υπόθεση των S-400, η αγορά των οποίων συγκρούεται μετωπικά με την όλη φιλοσοφία του ΝΑΤΟ και τους στρατηγικούς του σχεδιασμούς κατά της Ρωσίας. Τέλος, στο τουρκικο νατοϊκο πρόβλημα έρχεται να προστεθεί και η όλη αμφισβήτηση της “αποτελεσματικότητας” του ΝΑΤΟ και στις δυο ακτές του Ατλαντικού, από ηγέτες περιωπής όπως είναι ο Τράμπ και Γάλλος Μακρόν.
Μέχρι τώρα, ο λαλίστατος ΓΓ του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ (Jens Stoltenberg) έβαζε όλα τα προβλήματα με την νατοϊκή Τουρκία κάτω από το χαλί, με διάφορες εκλογικεύσεις τoυ τύπου “η Τουρκία είναι περισσότερο από τους S- 400”, “η Τουρκία πολεμά στο Αφγανιστάν”, “πολεμά το Ισλαμικό κράτος”, ” έχει τον μεγαλύτερο νατοϊκό στρατό στην Ευρώπη”, κλπ, κλπ. Τώρα θα πρέπει να τετραγωνίσει τον κύκλο της δικής του νατοϊκής προπαγάνδας.
Θα συναίνεσει η Τουρκία; Νατοϊκοί κύκλοι υποστηρίζουν πως, ναι, θα συναινέσει διότι επιδιώκει και η ίδια από τη νατοϊκή σύνοδο κάτι αντίστοιχο. Επιδιώκει την επικύρωση αναβαθμισμένων νατοϊκων σχεδίων αναφορικά με την ασφάλεια των δικών της ανατολικών συνόρων. Αυτό δεν είναι καθόλου σίγουρο διότι η Άγκυρα έχει κακομάθει πως οι εκβιασμοί της αποφέρουν κέρδη. Ίσως τα αποκομίσει στο ζήτημα των S-400.
Ανεξαρτητα εδώ υποκρύπτεται όλη η φαρσοκωμωδία της νατοϊκής αλληλεγγύης. Αυτή θα ενεργοποιηθεί, τάχατες, εφόσον μια νατοϊκή χώρα υποστεί επίθεση. Στη περίπτωση των ανατολικών συνόρων της Τουρκίας, επιδρομέας δεν είναι η Δαμασκός αλλά η ίδια η Άγκυρα. Και δικαιολογημένα νατοϊκά κράτη υποστηρίζουν πως δεν έχουν καμια υποχρέωση αλληλεγγύης έναντι σε μια Τουρκία που δεν αμύνεται αλλά, επιτίθεται.
Αντίθετα, μάλιστα Τουρκία τους θέτει τα νατοϊκά μέλη σε κίνδυνο. Αυτά όμως είναι “ψιλά” γράμματα για τους Τούρκους. Απειλούν δημόσια πως θα “ανοίξουν” τα σύνορα τους για μαζικές μεταναστεύσεις στην Ευρώπη, μέσα δε στο ΝΑΤΟ εκβιάζουν απαιτώντας αλληλεγγύη “εδώ και τώρα”, αλλιώς θα υποσκάψουν τους νατοϊκούς σχεδιασμούς έναντι στη Ρωσία.
Που αφήνουν όλα αυτά την νατοϊκή Ελλάδα; Αντικειμενικά σε μια σχιζοφρενή κατάσταση. Η Ελλάδα απειλείται από μια Νατοϊκή χώρα, την Τουρκία. Αλλά το ΝΑΤΟ βρήκε την απόλυτη εκλογίκευση έναντι στην επιθετικότητα της Άγκυρας: υποστηρίζει πως η νατοϊκή αλληλεγγύη δεν ισχύει σε περίπτωση ενδονατοϊκων διενέξεων! Και επειδή η Ουάσιγκτον, κυρίως, αλλά και οι Βρυξέλλες θεωρούν την Τουρκία ως πιο σημαντική στους νατοϊκους σχεδιασμούς, η Ελλάδα (και μαζί η Κύπρος) πληρώνει το τίμημα τον συνεχών υποχωρήσεων έναντι στην Τουρκία από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα. Μόνη παρηγοριά της νατοϊκής Ελλάδας είναι πως σε περίπτωση τουρκικής επιδρομής θα υπάρξει αμερικανική παρέμβαση τερματισμού της, πρώτου τα πράγματα γίνουν ανεξέλεγκτα.
Ο σουρεαλισμός αυτός ενισχύεται με ένα μύθο που οικοδομείται τελευταία: πως και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού γίνεται αντιληπτό, επιτέλους, πως η Τουρκία με τις θέσεις που υποστηρίζει και τις συναφείς της επιλογές όχι μόνο δεν είναι αξιόπιστη, είναι και επικίνδυνη για την Ατλαντική συμμαχία. Και πως η Ελλάδα θα καταστεί, εκ των πραγμάτων, ο “οπλίτης” των νατοϊκων- αμερικανικών δηλαδή- συμφερόντων και έτσι θα εξασφαλιστεί με την αναμενόμενη “αλληλεγγύη”.
Εδώ ισχύει το ρητό πως η δεύτερη πλάνη είναι χειρότερη της πρώτης. Δεν διαφωνώ πως η αναξιοπιστία της Τουρκίας είναι μια θετική εξέλιξη. Όμως για να αποδώσει χρειάζεται να ενισχύεται και από μια αυτόνομη ελληνική στρατηγική. Αυτή μπορεί να υπάρξει, ακόμη και μέσα στους περιορισμούς που επιβάλλει ο όποιος νατοϊκος ρόλος της Ελλάδας. Παράλληλα με τους όποιους νατοϊκους σχεδιασμούς, επιβάλλεται να υπάρχει και εθνική αποτρεπτική στρατηγική έναντι της Άγκυρας που να γίνεται αντιληπτή ως τέτοια από τους Τούρκους. Όχι μόνο δεν υπάρχει τέτοια στρατηγική, τα δείγματα γραφής της κυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας είναι αποθαρρυντικά. Στην Αθήνα συνεχίζεται, δυστυχώς, η αέναη αναζήτησή ενός από μηχανής θεού.