Συγχώρεση

Συγχώρεση

Του Ευάγγελου Βενιζέλου*

Η συγχώρεση είναι μια πολιτιστική επεξεργασία. Ίσως δε να είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ώσμωσης ανάμεσα στη  χριστιανική και τη συνταγματική ηθική που εμπεριέχει την αρχή της επιείκειας ως τμήμα του κεκτημένου της νεωτερικότητας.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι ποιος και από ποιον ζητά τη συγχώρεση. Αν αυτή προϋποθέτει μετάνοια και συγγνώμη ή ένα απλό αίτημα ή, πολύ περισσότερο, αν αυτή χορηγείται αυτεπαγγέλτως. Η συγχώρεση από τους γονείς ή τον ερωτικό σύντροφο είναι προφανώς ζήτημα διαφορετικό από τη συγχώρεση που χορηγεί ο Θεός ή το Κράτος. 

Η συγχώρεση είναι για τον χριστιανό και όποιον κινείται σε πολιτιστικά συμφραζόμενα  που  έχουν και χριστιανικές καταβολές ένα μήνυμα της Καινής Διαθήκης,  μια ανατροπή σε σχέση με το πολιτιστικό περιβάλλον της Παλαιάς Διαθήκης. Στην ορθόδοξη Θεολογία όλα μπορεί να συγχωρεθούν. Υπάρχει άλλωστε πάντα το ευχέλαιο που σου προσφέρει άφεση των αμαρτιών  με την επάλειψη με έλαιο. Η Κυριακή προσευχή, παρακαλεί  να σχηματιστεί  μια συγχωρητική αλυσίδα, «…και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών».

Έχει όμως πρακτική σημασία να δούμε πώς οργανώνεται νομικά η συγχώρεση. Εκεί ίσως βρούμε τους υπαινιγμούς και τις αναφορές σε μια αρχαιολογία των συναισθημάτων, των συμπεριφορών και των θεσμών. Η έννομη τάξη προβλέπει τους θεσμούς της χάρης, της αμνηστίας και της παραγραφής. Τώρα αναγνωρίζεται διεθνώς το δικαίωμα στη λήθη παρότι είναι πολύ δύσκολο να αναζητήσεις λήθη για κάτι που σε βαραίνει  όταν έχεις απέναντί σου τις μηχανές αναζήτησης και υπενθύμισης του Διαδικτύου. Στο  οικογενειακό και στο κληρονομικό δίκαιο ρυθμίζεται  η  παροχή  συγγνώμης που επηρεάζει δικαιώματα και νομικές καταστάσεις. Στο ποινικό δίκαιο η ειλικρινής μετάνοια προκαλεί επιεική μεταχείριση. Ολόκληρο το σύγχρονο  οικοδόμημα της «αποκαταστατικής δικαιοσύνης» ( restorative justice ) βασίζεται καταβάθος στην αλληλοκατανόηση και την αμοιβαία συγχώρεση ομάδων ή ακόμη και προσώπων. 

Οι κοινωνίες φαίνεται να έχουν  ανάγκη από μια  διευθέτηση η οποία μπορεί άλλοτε να συνιστά ψυχική  γενναιοδωρία, άλλοτε υπηρετεί μια σκοπιμότητα, άλλοτε  είναι μια διανοητική απλώς σύλληψη ή μια πολιτική συμπεριφορά γιατί επικοινωνιακά και ίσως  αξιακά έχει αναδειχθεί ως «πολιτικά ορθό» να είσαι συγχωρητικός και επιεικής. Η αλήθεια όμως είναι ότι χωρίς μετριοπάθεια, επιείκεια και υποχώρηση δεν διασφαλίζεται η κοινωνική συνοχή, συνύπαρξη και συμπερίληψη. Η μνησικακία και η εμμονή συνιστά φονταμενταλισμό, οδηγεί σε ακρότητες,  σε βία, στην αναπαραγωγή μιας επιθετικής και όχι κατευναστικής  μνήμης.

Βεβαίως τα πράγματα δεν έχουν στον δημόσιο βίο και τις διεθνείς σχέσεις  το ψυχικό βάρος που έχει η προσωπική σύγκρουση, όταν έχεις θίξει κάποιον στον πυρήνα της υπόστασής του και ζητάς ή περιμένεις από αυτόν να σε συγχωρέσει. Είναι δε προφανώς άλλης τάξης η συγχώρεση ως αποχαιρετισμός, ως προετοιμασία για την αντιμετώπιση του πένθους και ως στάση απέναντι στον θάνατο και άλλης τάξης η συγχώρεση ως στιγμή της ζωής.

Το  ερώτημα άλλωστε  είναι αν εσύ πράγματι συγχωρείς τον εαυτό σου και παρέχεις τη δική σου ειλικρινή συγχώρεση στον άλλο / τους άλλους / το διαφορετικό / το ενοχλητικό. Αυτή είναι μια δύσκολη και διαρκώς επαναλαμβανόμενη  άσκηση ανθρωπολογική και κοινωνική, αρχαϊκή και μετανεωτερική, ψυχολογική και πολιτισμική, ιδιωτική και δημόσια, άτυπη και θεσμική, θρησκευτική και κοσμική ταυτόχρονα. –

* Ευ. Βενιζέλος, καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή ΑΠΘ, πρώην αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών. /Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους /Πηγή : “Καθημερινή” Αθηνών

Share this post