Σκέψεις γύρω από ένα βιβλίο περί του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου

Σκέψεις γύρω από ένα βιβλίο περί του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου

O λόγος για το πρόσφατο σύγγραμμα του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας Νικηφόρου, τιτλοφορούμενο «Το σύγχρονο Ουκρανικό ζήτημα και η κατά τους θείους και ιερούς κανόνες επίλυσή του».

Tου Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου

Γεωργίου Τσέτση*

Εδώ και πολύ καιρό, και όχι μόνο μετά την πρόσφατη αναγνώριση από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας, γίνεται ευρύτατα λόγος για την αθρόα παρουσία Ρώσων, οι οποίοι μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως, εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο, μετατρέποντάς την σε ένα είδος «Φορολογικού παραδείσου».

Χωρίς αμφιβολία, η ενίοτε αμφιλεγόμενη παρουσία και δραστηριότητα των ζάπλουτων αυτών ολιγαρχών είναι ευεργετική για την οικονομία της χώρας και οπωσδήποτε ενισχυτική του έργου ορισμένων εκκλησιαστικών επαρχιών και ιδρυμάτων της Κύπρου. Ωστόσο, στο σημείο αυτό χρειάζεται προσοχή και εγρήγορση. Διότι αυτό που δεν κατάφερε να κάνει κάποτε η Τσαρική Αυτοκρατορία στα Επτάνησα και το Άγιον Όρος, έπειτα δε, μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, η Σοβιετική Ρωσία, να κατέλθει δηλ. μέσω Βουλγαρίας και Θράκης στις θερμές θάλασσες του Αιγαίου και της Μεσογείου, μπορεί να το κατορθώσει σήμερα η Ρωσία του Πούτιν. Με την σύμπραξη μάλιστα της Εκκλησίας της Ρωσίας. Και όταν ομιλώ περί «συμπράξεως», δεν ιεροκατηγορώ, αλλά ερείδομαι σε όσα είχε πει στον Μακαριώτατο Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο ο Ρώσος ΥΠΕΞ Σεργκέϊ Λαβρόφ σε κάποια συνάντησή τους τον Απρίλιο του 2019. Κατά την συνάντηση αυτή ο Λαβρόφ εξεθείαζε την αγαστή συνεργασία Εκκλησίας και Πολιτείας στα πλαίσια μιας «Μεικτής ομάδος εργασίας» του Ρωσικού ΥΠΕΞ και του Πατριαρχείου Μόσχας. Μιας ομάδας που συνέρχεται τακτικά όχι μόνο προς ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την κατάσταση σε διάφορα σημεία του κόσμου, αλλά και για να «διασφαλίζει τις νόμιμες διεκδικήσεις των αποδήμων Ρώσων που παραμένουν πιστοί στις ορθόδοξες (ρωσικές προφανώς) αξίες». Και ο νοών νοείτω!  (Σχετικά με τις δηλώσεις του Λάβροφ, βλ. δελτίο Eglise Orthodoxe Russe. Département des Relations Extérieures, 12.4.2019, Le patriarche Cyrille a rencontré le ministre des Affaires étrangères de Russie, Sergueϊ Lavrov).

Ο π. Γεώργιος Τσέτσης ομιλεί ενώπιον του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στην αίθουσα της Αγίας Παρασκευής  Πικριδίου  της Κωνσταντινούπολης

 

Οσάκις διαβάζω σε ΜΜΕ επικρίσεις και σχόλια ρωσοφίλων σχετικά με την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να παράσχει Αυτοκεφαλία στην Εκκλησία Ουκρανίας και βλέπω τον τρόπο με τον οποίο διατυπώνονται, διερωτώμαι αν οι κατήγοροι του Φαναρίου θυμούνται ακόμη ή αν γνωρίζουν τι σημαίνει το «Νέας Ιουστινιανής» στη Φήμη του Αρχιεπισκόπου Κύπρου. Και μου δίνουν την εντύπωση πως δεν έχουν πρόβλημα όπως αντί «πινακίου φακής», (ή μάλλον «πινακίου ωαρίων οξυρρύγχου»!) να απεμπολήσουν τα πρωτοτόκια της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως σ’αυτούς που την υπονομεύουν εδώ και αιώνες.

Εύχομαι ο εναγκαλισμός της Ρωσίας από μερικούς Εκκλησιαστικούς Ταγούς της Κύπρου να μη συντελέσει όπως σε κάποιο απώτερο μέλλον η πανάρχαια Αποστολική Εκκλησία της Κύπρου, έχει την τύχη της Εκκλησίας Γεωργίας και καταλήξει, όπως εκείνη τον 19ο αιώνα, σε ένα είδος «Εξαρχίας» του Πατριαρχείου Μόσχας.

*Διαβάστε όλο το άρθρο ΕΔΩ

Ουκρανικό ΤΣΕΤΣΗΣ 21.12.20 … by ARISTEIDIS VIKETOS

 

*Ο  πατήρ Γεώργιος Τσέτσης  γεννήθηκε (1934) στο Πικρίδιο (Χάσκιοϊ) της Κωνσταντινούπολης. Απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής Χάλκης και διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εντάχθηκε ενωρίς στις τάξεις του κλήρου, ως διάκονος (1961) και ως πρεσβύτερος (1964), υπηρετώντας έκτοτε, με αφοσίωση, τη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία (από την οποία πήρε το 1971 και το οφφίκιο του Μεγάλου Πρωτοπρεσβυτέρου). Υπηρέτησε (1964-1985) σε ανώτερες επιτελικές θέσεις του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών στη Γενεύη και μόνιμος αντιπρόσωπος σ’ αυτό (1985-1999) του Oικουμενικού Πατριαρχείου, όπου και ανέπτυξε σπουδαιότατη διεκκλησιαστική και συγγραφική δράση. Ανέλαβε επίσης, για ένα διάστημα (2001), προϊστάμενος του Oρθοδόξου Κέντρου του Oικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ (Γενεύης) και του Ινστιτούτου Μεταπτυχιακών Σπουδών Oρθοδόξου Θεολογίας. Ως ιερωμένος μουσικός συνδυάζει το τάλαντο με την προνομιακή εμπειρία του πατριαρχικού περιβάλλοντος και, παράλληλα, τη στέρεη πνευματική συγκρότηση. Η παιδική και νεανική του ηλικία συμπίπτει με περίοδο μεγάλης ακμής των Πατριαρχικών χορών, τους οποίους ελάμπρυναν ο Κωνσταντίνος Πρίγγος ως Άρχων πρωτοψάλτης και ο Θρασύβουλος Στανίτσας ως Άρχων λαμπαδάριος. Κοντά σ’ αυτούς ως κανονάρχης (1944-1949) και στη συνέχεια ως μαθητής (1950-1960) σπούδασε ζωντανά το πατριαρχικό ύφος και μυήθηκε στη μεγάλη πατριαρχική παράδοση. Κατά την φοίτησή του στη Σχολή της Χάλκης διετέλεσε δεξιός ψάλτης και χοράρχης της φοιτητικής χορωδίας (διαδεχόμενος τον λόγιο και μουσικό μακαριστό μητροπολίτη Πέργης Ευάγγελο Γαλάνη).

Από την τοποθέτησή του (1965) στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών της Γενεύης ιερουργεί και ψάλλει (αποκλειστικά μάλιστα όλη τη Μ. Εβδομάδα) στο ναό του Αγ. Παύλου του εκεί Πατριαρχικού Κέντρου.

Στο πλαίσιο  της υπηρεσίας του στην Επιτροπή Διεκκλησιαστικής Βοηθείας, επισκέφτηκε επανειλημμένως Εκκλησίες μέλη του Π.Σ.Ε. στον χώρο της Βορείου Αμερικής, της Ευρώπης, της Αφρικής, της Μ. Ανατολής και του Ειρηνικού Ωκεανού.

Υπό την ιδιότητά του ως κληρικού του Οικ. Πατριαρχείου, συμμετέσχε ως γραμματεύον μέλος σε Αντιπροσωπίες της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως προς τις Ορθόδοξες Εκκλησίες Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων, Ρωσσίας, Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Κύπρου, Ελλάδος, Γεωργίας, Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας (1966, 1976), το Βατικανό (1971) και την Κοπτική Εκκλησία (1972). Συμμετέσχε υπό την ιδιότητα του Θεολογικού συμβούλου της Αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στις εργασίες της Β´ Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και της Γ´ Προσυνοδικής Πανορθοδόξου Διασκέψεως (1986).

Από το 1970 ως το 1982 και από το 1991 μέχρι σήμερα, διετέλεσε Γραμματεύς του Διοικητικού Συμβουλίου του Ορθοδόξου κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Γενεύη. Κατόπιν παρακλήσεως του Μητροπολίτου Αυστρίας και Εξάρχου Ελβετίας Χρυσοστόμου, και πριν την ίδρυση το 1982 της Ιεράς Μητροπόλεως Ελβετίας, εξυπηρέτησε την Ελληνορθόδοξο παροικία Γενεύης ως άμισθος εφημέριος και Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Αυστρίας (1966-1982). Δημοσίευσε βιβλία και μελέτες Θεολογικού, λειτουργικού, ιστορικού ,  οικουμενιστικού περιεχομένου και αναγορεύτηκε διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το 1971 ο αείμνηστος Οικ. Πατρ. Αθηναγόρας και η περί αυτόν Αγία και Ιερά Σύνοδος σε αναγνώριση της προς την εκκλησίαν διακονίας και αφοσιώσεώς του, του απένειμαν το οφφίκιο του Μεγάλου Πρωτοπρεσβυτέρου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας.
Τιμήθηκε και από τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων, Αντιοχείας, Μόσχας και Σόφιας και την Εκκλησία  Πολωνίας, αντιστοίχως με:

Τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος των Σταυροφόρων του Παναγίου Τάφου.
Τον Σταυρό του Τάγματος των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.
Το παράσημον του Τάγματος του Αγίου Βλαδιμήρου.
Το παράσημον του Τάγματος των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου.
Το παράσημον του Τάγματος της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής.

Εξαιρετικά σημαντική πρέπει να θεωρηθεί η συμμετοχή του στις ηχογραφήσεις εκκλησιαστικών μελών στις υπό τον γενικό τίτλο Σειρές “Σύμμεικτα” και “Μνημεία” (Εκκλησιαστικής Μουσικής). Έτσι, εκτός από τον “Άμωμο” (“Σύμμεικτα”, CD αρ. 6), στην ίδια Σειρά έχουν ηχογραφηθεί επίσης (και κυκλοφορούν) τα “Λειτουργικά” των Κωνσταντινουπολιτών συνθετών του 20ού αι. (“Σύμμεικτα”, CD αρ. 7 & 8), η “Μεγάλη Τεσσαρακοστή” και η “Μεγάλη Εβδομάδα” (“Σύμμεικτα”, CD αρ. 2 & 3), και στις οποίες τα μέλη ψάλλονται λαμπρά κατά το ύφος και την παράδοση της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Ακόμη, από τον ίδιο εκτελούνται, εξίσου λαμπρά, τα Χερουβικά και τα Κοινωνικά του Θεοδώρου Φωκαέως (“Μνημεία”, Σώμα Πρώτο, Oκτάηχα Μέλη & Συστήματα, CD αρ. 18-21), πάντοτε κατά το ύφος και την παράδοση της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Σε όλες αυτές τις ερμηνείες αποτυπώνεται εξαίρετα η μεγάλη και πλούσια Πατριαρχική μουσική εμπειρία, σε συνδυασμό με τη λιτή, στιβαρή και εμπνευσμένη προσωπική έκφραση. Έχουν ηχογραφηθεί (2004), σε λαμπρές εκτελέσεις, τα Στιχηρά και οι Αίνοι της Οκτωήχου, τα Δογματικά Θεοτοκία και τα Ένδεκα Εωθινά κατά την παράδοση του μεγάλου Άρχοντα Πρωτοψάλτη Κωνσταντίνου Πρίγγου (2 CD), επίσης (ηχογράφηση 2006) Ύμνοι Χριστουγέννων (2 CD) και Θεοφανείων (επίσης 2 CD), όλα για τη Σειρά “Σύμμεικτα Εκκλησιαστικής Μουσικής” (Μέρος Γ΄, CD 23ο – 26ο)

**Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους

-Η φωτογραφία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου  με τον Μητροπολίτη Κιέβου Επιφάνιο στο Φανάρι κατά την χορήγηση του Τόμου Αυτοκεφαλίας είναι του Ν. Μαγγίνα

 

 

 

Share this post