Σ. Συμεωνίδης: Ο Κύπριος νομικός που διαπρέπει στις ΗΠΑ
Του Πανίκου Παναγιώτου*
Η ζωή του όλη είναι κομμάτια και μνήμες της σύγχρονης ιστορίας του τόπου μας. Μια διαδρομή από τα δύσκολα χρόνια της αποικιοκρατίας, την προδοσία και τις ηρωικές μάχες στον Πενταδάκτυλο έως την τραγωδία, τη μετανάστευση και τον αγώνα για μόρφωση. Μια πορεία με παγκόσμιες διακρίσεις και ανυπότακτη νοσταλγία για τη γενέθλια γη, έχοντας ως κύριο άξονα της επιστημονικής και ανθρωπιστικής δράσης του την επικράτηση του Δικαίου στην πολιτιστική κληρονομιά και τις διεθνείς σχέσεις. Πρόκειται για τον συμπατριώτη μας ακαδημαϊκό, Συμεών (Σίμο) Χρ. Συμεωνίδη, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Λυθροδόντα και ζει στις ΗΠΑ εδώ και 41 χρόνια.
Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης απ’ όπου αποφοίτησε σε χρόνο ρεκόρ με δυο πτυχία, το πρώτο το 1972 στη Νομική με βαθμό 10 και το δεύτερο το 1973 στις Πολιτικές Επιστήμες, με βαθμό 9. Συνέχισε με υποτροφία στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, απ’ όπου απέκτησε τα πτυχία Master in Law και Διδάκτωρ της Νομικής Επιστήμης (S.J.D.). Το 1976 άρχισε τη διδακτική του σταδιοδρομία στη Θεσσαλονίκη και το 1978 συνέχισε στο Πανεπιστήμιο της Λουιζιάνας, όπου υπηρέτησε και ως αντιπρύτανης για εφτά χρόνια. Το 1999 εξελέγη κοσμήτορας του Πανεπιστημίου Willamette στο Όρεγκον των ΗΠΑ, θέση στην οποία υπηρέτησε για δώδεκα χρόνια.
Σήμερα είναι καθηγητής Νομικής στο ίδιο πανεπιστήμιο και κατέχει τη διακεκριμένη τιμητική έδρα Alex L. Parks. Έχει διδάξει πολλές φορές στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, στην Ακαδημία Διεθνούς Δικαίου της Χάγης και σε πολλά φημισμένα πανεπιστήμια στην Αμερική, την Ευρώπη και την Ασία. Το 2017 ανακηρύχθηκε επίτιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Κίνας. Μεταξύ των πολλών αξιωμάτων, διακρίσεων και βραβείων, συμπεριλαμβάνονται οι προεδρίες που κατείχε της Διεθνούς Ένωσης Νομικών Επιστημών και της Αμερικανικής Εταιρείας Συγκριτικού Δικαίου. Η διπλή πρόσκλησή του να διδάξει στην Ακαδημία της Χάγης μαζί με την εκλογή του από το Ινστιτούτο Διεθνούς Δικαίου θεωρούνται περίπου ισοδύναμα με βραβεία Νόμπελ.
Έχει δημοσιεύσει 27 βιβλία και 135 νομικές μελέτες σε οκτώ γλώσσες. Δυο από τα βιβλία του εκδόθηκαν από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ένα περιλήφθηκε στα πέντε κλασικά βιβλία της Διεθνούς Ακαδημίας της Χάγης. Τα βιβλία του τιμήθηκαν με έξι επιστημονικά βραβεία και το όλο έργο του με το βραβείο «Lifetime Achievement» από την Αμερικανική Εταιρεία Συγκριτικού Δικαίου, καθώς και με τίτλους επίτιμου διδάκτορα από τρία πανεπιστήμια και τιμητικά ψηφίσματα από τέσσερις διεθνείς επιστημονικές οργανώσεις. Τα Ανώτατα Δικαστήρια των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και του Ισραήλ έχουν κάνει 25 τιμητικές παραπομπές στο έργο του, χαρακτηρίζοντάς τον «ηγετική αυθεντία στο Δίκαιο των ΗΠΑ». Επίσης, έχει χαρακτηρισθεί «ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης» και «γίγας του ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου» των ΗΠΑ, «ο πατέρας των κωδικοποιήσεων» και «ο ηγετικότερος εμπειρογνώμων του συγκριτικού ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου στον κόσμο». Εκτός από τη διδακτική σταδιοδρομία του, έχει και πλούσιο νομοθετικό έργο που περιλαμβάνει κωδικοποιήσεις για τρεις αμερικανικές πολιτείες, συμμετοχή στη σύνταξη δύο διεθνών συνθηκών και παροχή νομοτεχνικών συμβουλών σε διεθνείς οργανισμούς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις κυβερνήσεις της Κύπρου και άλλων τεσσάρων χωρών.
Την Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου, κατά την ετήσια εκδήλωσή της στη Νέα Υόρκη, η Ομοσπονδία Κυπριακών Οργανώσεων Αμερικής θα απονείμει στον δρ Συμεών Συμεωνίδη ένα ακόμα βραβείο «Lifetime Achievement», παρουσία του προέδρου Αναστασιάδη, του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου, Αμερικανών πολιτικών και στελεχών της Ομογένειας. Με την ευκαιρία της τιμητικής διάκρισης από την ελληνοαμερικανική κοινότητα, ο δρ Συμεωνίδης παραχώρησε συνέντευξη στον «Φ», με αναφορές στα παιδικά του χρόνια, στις σπουδές του στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο Χάρβαρντ, στη μάχη του Κουτσοβέντη πάνω στον Πενταδάκτυλο, στα ψηφιδωτά της Κανακαριάς και στην καταπάτηση του Διεθνούς Δικαίου από την Τουρκία.
– Αναπολώντας τα παιδικά και μαθητικά σας χρόνια στον Λυθροδόντα, ποια πρόσωπα και ποιες εικόνες συμπορεύονται με τις αναμνήσεις σας;
– Η εντονότερη εικόνα της παιδικής μου ηλικίας είναι από μια νύχτα του Οκτώβρη του 1955 όταν ξύπνησα με την κάννη του όπλου ενός Άγγλου στρατιώτη στο πρόσωπό μου. Ήταν μια από τις πολλές αιφνίδιες έρευνες που οι Άγγλοι έκαναν στο σπίτι μας εκείνη την περίοδο. Ήμουν έξι χρονών. Τον Αύγουστο το 1955 είχαν συλλάβει τον πατέρα μου και τον φυλάκισαν μαζί με άλλους συγχωριανούς μας στο φρούριο της Κερύνειας, στο ίδιο κελί με τον Μάρκο Δράκο. Όταν τελικά μας επέτρεψαν να τον επισκεφτούμε, τον Νοέμβρη του 55, πήγαμε στην Κερύνεια αλλά οι Άγγλοι ακύρωσαν τις επισκέψεις επειδή οι κρατούμενοι έκαναν απεργία πείνας. Νοικιάσαμε λοιπόν μια βάρκα και πήγαμε γύρω από το φρούριο με την ελπίδα ότι οι κρατούμενοι θα μας έβλεπαν από τις πολεμίστρες. Πράγματι, οι κρατούμενοι μας είδαν και μας χαιρέτησαν με μια ελληνική σημαία που κατασκεύασαν από ένα σεντόνι στο οποίο χάραξαν μπλε γραμμές με λουλάκι.
Αν και αργότερα εκείνη η περίοδος εξιδανικεύτηκε, για μας τότε ήταν πολύ δύσκολη. Ήμασταν μια γεωργική οικογένεια με εφτά παιδιά (εγώ είμαι το έβδομο). Το μόνο μας εισόδημα ήταν από την πώληση των κηπουρικών μας, την οποία τώρα έπρεπε να αναλάβουμε τα τρία αγόρια της οικογένειας (ηλικίας 10, 8 και 6) γιατί τότε τα κορίτσια (που ήταν μεγαλύτερα) δεν μπορούσαν να εργάζονται εκτός του σπιτιού. Θυμάμαι λοιπόν τη μεγάλη απογοήτευση που ένιωθα τις μέρες (και ήταν πολλές) που οι ντομάτες έμεναν απούλητες.
Η επόμενη μέρα που μένει ανεξίτηλη στη μνήμη μου είναι η 30ή Ιουνίου 1964, όταν οι Τούρκοι απήγαγαν τον αδελφό μου Αντώνη στην πράσινη γραμμή. Ήταν από τους πρώτους αγνοούμενους, μια λέξη που έγινε τόσο κοινή δέκα χρόνια αργότερα. Μετά από 50 χρόνια, το 2014, βρέθηκαν τα οστά του κοντά στις Χαμίτ Μάνδρες. Όλες οι ενδείξεις είναι ότι ετάφη ζωντανός.
– Πολεμήσατε τον Τούρκο εισβολέα με το Τάγμα του ήρωα Τάσου Μάρκου. Τότε, βιώσατε μια πατρίδα προδομένη και μαχόμενη. Σήμερα, 45 και πλέον χρόνια μετά, ως μετανάστης και διακεκριμένος πανεπιστημιακός στις ΗΠΑ, πώς διαχειρίζεστε την έννοια της πατρίδας και πώς λειτουργούν στη ζωή σας όλα αυτά που συνθέτουν τον τόπο, την κληρονομιά και τη νοσταλγία;
– Παρά το ότι έφυγα από την Κύπρο στα 19 μου και ζω στην Αμερική εδώ και 41 χρόνια δεν έπαψα ποτέ να αισθάνομαι ως Κύπριος που αγωνιά όπως όλοι μας για την τύχη της ημικατεχόμενης και πολιορκούμενης πατρίδας μας. Διατηρώ ισχυρότατους δεσμούς με την Κύπρο και την επισκέπτομαι συχνά. Δεν θα έλεγα όμως ότι με κατατρώγει ο νόστος της επιστροφής. Ίσως επειδή πήγα στην Αμερική υπό τις καλύτερες συνθήκες και είχα πάντα τη δυνατότητα επιστροφής. Γι’ αυτό δεν είδα ποτέ την Αμερική ως «ξενιτιά», ούτε και έσπευσα να γίνω Αμερικανός πολίτης. Αποφάσισα να γίνω πολίτης 18 χρόνια αργότερα όταν μου πρότειναν να εκπροσωπήσω την Αμερική στη Χάγη χωρίς καν να ενδιαφερθούν αν ήμουν πολίτης. Υπό αυτή την έννοια, η Αμερική με δέχτηκε πολύ πριν την δεχτώ εγώ.
– Ποια είναι η πιο συγκλονιστική εμπειρία σας από τις ημέρες της τραγωδίας;
– Στις 4.35 το πρωί της 14ης Αυγούστου 1974, ένας τουρκικός όλμος έσκασε πάνω στην πέτρα πίσω από την οποία αμυνόμουν. Το πρόσωπό μου καρφώθηκε στο χώμα και δεν έβλεπα τίποτα. Μετά από αρκετά δευτερόλεπτα (που μου φάνηκαν ώρες) διαπίστωσα πως δεν πέθανα, αφού όλο μου το κορμί πονούσε. Οι πόνοι ήταν από τα θραύσματα της πέτρας. Τα σημάδια ενός κτυπήματος στο κράνος μου δείχνουν ότι μάλλον μου έσωσε τη ζωή.
Η επόμενη αξέχαστη στιγμή ήταν στις μια και μισή της ίδιας μέρας όταν, υποχωρώντας από τη γραμμή μας στον Κουτσοβέντη, φτάσαμε εξουθενωμένοι στο Νέο Χωριό Κυθρέας και διαπιστώσαμε ότι οι Τούρκοι το είχαν ήδη καταλάβει, αφού έσπασαν τη γραμμή μας στη Μια Μιλιά σχεδόν οκτώ ώρες νωρίτερα. Από κει και πέρα το ποιος γλύτωσε ήταν καθαρά θέμα τύχης.
– Η επιλογή να ακολουθήσετε τον κλάδο της Νομικής ήταν παιδικό όνειρο, επηρεασμός από τον κοινωνικό περίγυρο ή ένα τυχαίο γεγονός;
– Ήταν εντελώς τυχαία. Μάλιστα δεν ήταν καν δική μου επιλογή, αλλά του αδελφού μου Χάρη. Τον Οκτώβριο του 1968 απολύθηκα μετά από δεκαπεντάμηνη θητεία στην Εθνική Φρουρά, σύμφωνα με τον τότε νόμο που επέτρεπε τη νωρίτερη απόλυση στρατιωτών που είχαν γίνει δεκτοί σε πανεπιστήμια. Εγώ είχα γίνει δεκτός από το Berkeley για τον Γενάρη του 1969. Όμως, η αμερικανική πρεσβεία δεν μου έδινε βίζα πριν τον Δεκέμβρη και, για να μην ξαναπάω στον στρατό, έστειλα τα χαρτιά μου στον αδελφό μου που σπούδαζε τότε στη Θεσσαλονίκη για να με εγγράψει στην σχολή Πολιτικών Επιστημών. Αυτός, χωρίς να με ρωτήσει, με ενέγραψε στη Νομική. Εγώ θεωρούσα τον εαυτό μου εντελώς ακατάλληλο για τη Νομική, γιατί νόμιζα ότι οι δικηγόροι πρέπει να μιλούν πολύ. Μετά όμως από τα πρώτα μαθήματα, άλλαξα γνώμη και αποφάσισα να τελειώσω τη Νομική και να πάω αργότερα στην Αμερική, όπως και έγινε.
– Ποιοι είναι οι κυριότεροι σταθμοί των σπουδών σας και της επαγγελματικής σας πορείας;
– Ο κυριότερος ήταν ίσως η αποφοίτησή μου με βαθμό δέκα από το πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Τέτοιος βαθμός δεν είχε δοθεί ποτέ και δεν θα δινόταν αν ο κάθε καθηγητής μου ήξερε τι βαθμό μου είχαν δώσει οι άλλοι καθηγητές. Φαίνεται όμως ότι πέρασα απαρατήρητος κάτω από το ραντάρ. Αυτός ο βαθμός μου άνοιξε την πόρτα του Harvard, η οποία μετά μου άνοιξε άλλες πόρτες. Επαγγελματικά, ο κυριότερος σταθμός ήταν η απόφαση (αν και ήρθε τυχαία και υλοποιήθηκε σταδιακά) να φύγω από την Ελλάδα και να επιστρέψω στην Αμερική. Από κει και πέρα όλα ήταν πιο εύκολα, γιατί η Αμερική παρέχει ιδανικές συνθήκες εργασίας και αναγνώρισης σε όσους έχουν όρεξη για δουλειά. Η καριέρα μου απογειώθηκε με ταχύτατο ρυθμό και έφτασα πολύ νωρίς στις ανώτατες βαθμίδες της ακαδημαϊκής ιεραρχίας. Επίσης, η Αμερική παρέχει πολύ περισσότερες ευκαιρίες διεθνούς αναγνώρισης, την οποία ευτύχησα να έχω. Τα υπόλοιπα μπορεί κανείς να τα δει στο βιογραφικό μου.
– Η Αμερική πώς προέκυψε στη ζωή σας;
– Η απόφαση να σπουδάσω στην Αμερική ήταν παιδικό όνειρο, αλλά η απόφαση να επιστρέψω μετά ήταν σχεδόν τυχαία. Το 1976, όταν τελείωνα το διδακτορικό μου στο Harvard, απέρριψα πολλές προτάσεις για δουλειά στην Αμερική, γιατί θεωρούσα καθήκον μου να επιστρέψω στην Κύπρο και να συνεισφέρω στην ανάκαμψή της μετά την εισβολή. Τελικά, κυρίως επειδή η Κύπρος δεν είχε τότε πανεπιστήμιο, αναγκάστηκα να πάω στην Ελλάδα, με την αφελή ελπίδα ότι θα μπορούσα να συμβάλω στον εκσυγχρονισμό του ελληνικού πανεπιστημίου μετά τη χουντική εξαθλίωση. Δυο χρόνια αργότερα, μου ήρθε μια πρόταση να πάω ως επισκέπτης καθηγητής στη Αμερική με ένα μισθό δεκαπλάσιο του ελληνικού. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος που η γυναίκα μου με έπεισε να δεχτώ την πρόσκληση. Πριν καν τελειώσει η χρονιά, το αμερικανικό πανεπιστήμιο μου έδωσε μονιμότητα. Αποφάσισα λοιπόν να παρατείνω την εκεί διαμονή μου για έναν ακόμα χρόνο, και μετά ακόμα ένα, κ.ο.κ. Σαράντα-ένα χρόνια αργότερα, είμαι ακόμη στην Αμερική. Όπως έλεγαν και οι αρχαίοι «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού».
Αναγόρευση σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου Κύπρου
– Μετά απ’ αυτό το «ωραίο ταξίδι», με αμέτρητες ώρες διδασκαλίας, διοικητικές θέσεις, συμμετοχές σε συνέδρια, τιμητικές διακρίσεις, νιώθετε κάτι που σας δυναμώνει και συνάμα σας απογοητεύει σε σχέση με την ισχύ του Δημόσιου, του Ιδιωτικού και του Διεθνούς Δικαίου; Μια ερώτηση για πολλές μάλλον σελίδες απάντησης, αλλά συμπυκνώνοντας τη σκέψη και τις αγωνίες, τι θα λέγατε για τον σημερινό κόσμο;
– Ένα από τα πρόσφατα βιβλία μου που εκδόθηκε από την Ακαδημία Διεθνούς Δικαίου της Χάγης έχει τον υπότιτλο «Idealism, Pragmatism, Eclecticism». Το βιβλίο εξηγεί πως από τον ιδεαλισμό του 19ου αιώνα περάσαμε στον πραγματισμό ή κυνισμό του 20ού αιώνα και μετά στον ωφελιμιστικό ή συμφεροντολογικό εκλεκτισμό του 21ου αιώνα. Ένα από τα συμπεράσματά μου είναι ότι, αντί να παραπονιόμαστε και να μοιρολατρούμε για το στάτους κβο, θα πρέπει πρώτα να καταλάβουμε τις αιτίες του και μετά να προσπαθήσουμε να το αλλάξουμε.
– Σε ειδική τελετή στις 20 Μαρτίου 2014, το Πανεπιστήμιο Κύπρου σας αναγόρευσε σε Επίτιμο Διδάκτορα της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών της Αγωγής για την πολύτιμη συνεισφορά σας στη διεθνή νομική επιστήμη. Πόσο διαφορετική ήταν για σας αυτή η αναγνώριση;
– Ήταν η γλυκύτερη αναγνώριση, όχι μόνο γιατί διαψεύδει το ρητό «ουδείς προφήτης εν τη πατρίδι αυτού», αλλά και γιατί, σε αντίθεση με άλλες αναγνωρίσεις που μου έτυχαν στο εξωτερικό, αυτή ήταν πιο κοντινή και κατανοητή για τους συγγενείς και φίλους μου στην Κύπρο.
Κύπρος και Διεθνές Δίκαιο
– Η Τουρκία κατέχει παράνομα το 37% του κυπριακού εδάφους, εποικίζει μεθοδευμένα τα κατεχόμενα, ενώ τον τελευταίο καιρό παραβιάζει την κυπριακή ΑΟΖ και απειλεί να ανοίξει την Αμμόχωστο. Με βάση τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, το αμερικανικό Σύνταγμα και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά κυρίως με βάση το διεθνές δίκαιο, τι θα μπορούσε να κάνει η Κυπριακή Δημοκρατία; Για παράδειγμα, θα μπορούσε να προσφύγει στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης, κατηγορώντας την Τουρκία για εγκλήματα πολέμου;
– Αρχίζω από το τελευταίο μέρος της ερώτησής σας, για το οποίο η απάντηση είναι εύκολη μεν, αλλά, δυστυχώς, αρνητική. Δεν μπορούμε να προσφύγουμε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο επειδή η Τουρκία για ευνόητους λόγους (όπως και η Αμερική) δεν επικύρωσε ούτε καν υπέγραψε την συνθήκη που το ίδρυσε. Επίσης, η Τουρκία δεν επικύρωσε ούτε τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας, αλλά υπόκειται σε υποχρεώσεις που πηγάζουν από το εθιμικό διεθνές δίκαιο, το οποίο είναι δεσμευτικό ανεξαρτήτως συναίνεσης. Δεν μπορούμε όμως να προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (το γενικό, όχι το ποινικό) επειδή η Τουρκία δεν αποδέχεται την υποχρεωτικότητα της δικαιοδοσίας αυτού το δικαστηρίου. Η υπόλοιπη ερώτησή σας χρειάζεται πολλές σελίδες για να απαντηθεί. Υπενθυμίζω όμως ότι, ιδίως για αδύναμες χώρες όπως η Κύπρος, ο ρόλος του διεθνούς δικαίου, αν και μη αμελητέος, είναι επιβοηθητικός μόνο. Προέχει η χρησιμοποίηση πολιτικών και άλλων μέσων.
– Είχατε διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη δίκη που είχε γίνει στην Ινδιανάπολη το 1989 για την επιστροφή στην Κύπρο των τεσσάρων ψηφιδωτών της Κανακαριάς. Επίσης, εκπροσωπήσατε την Κύπρο σε αρκετές συνδιασκέψεις και οργανισμούς, σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Γιατί από τότε έως σήμερα -με κάποιες εξαιρέσεις- δεν υπήρξαν άλλες δικαστικές νίκες τέτοιου μεγέθους για τη διεκδίκηση δεκάδων χιλιάδων αρχαιολογικών ευρημάτων που φυγαδεύτηκαν παράνομα από την Κύπρο μετά την τουρκική εισβολή και κατοχή; Πιστεύετε ότι χρειάζεται κάποια συγκεκριμένη στρατηγική;
-Καταρχάς, είχαμε και άλλες δικαστικές επιτυχίες, όπως για παράδειγμα στο Μόναχο εναντίον του συλητή της Κανακαριάς Aydin Dikman. Είχαμε επίσης και εξωδικαστικές επιτυχίες όπως η συμφωνία μας με το ίδρυμα Menil του Χιούστον. Βεβαίως, πάντα υπάρχει χώρος για βελτίωση. Επειδή όμως εργάστηκα και σε άλλες υποθέσεις διεκδίκησης πολιτιστικών αγαθών από ξένες Κυβερνήσεις, οφείλω να πω ότι οι κυπριακές Αρχές επέδειξαν παραδειγματική οργάνωση και επιμέλεια.
– Η συλλογή Τσεσνόλα που βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης θα μπορούσε να διεκδικηθεί -έστω μέρος αυτών των κλεμμένων θησαυρών- για επιστροφή στην Κύπρο, όπως διεκδικεί η Ελλάδα τα Γλυπτά του Παρθενώνα;
– Νομίζω ναι, πρώτα εξωδικαστικά και μετά, αν χρειαστεί, δικαστικά. Μάλιστα, η υπόθεσή μας είναι κάπως ισχυρότερη από αυτήν των Γλυπτών του Παρθενώνα, διότι ο Τσεσνόλα, σε αντίθεση με τον Ελγίνο, δεν ισχυρίστηκε καν ότι είχε την άδεια των τότε οθωμανικών Αρχών για τις ανασκαφές που έκανε. Χρειάζεται όμως σωστός σχεδιασμός για έναν μακροχρόνιο και πολυέξοδο αγώνα.
*Ο Πανίκος Παναγιώτου είναι δημοσιογράφος και ανταποκριτής στην Νέα Υόρκη της εφημερίδας “Ο Φιλελεύθερος”. Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στις 22.9.2019