Ψηφιοποιείται το αρχείο της Μητρόπολης Πάφου μέσω συνεργασίας με Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Η Μητρόπολη Πάφου και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής (ΠΑΔΑ) υπέγραψαν , στην Πάφο, μνημόνιο συνεργασίας για την ψηφιοποίηση του αρχείου της Μητροπόλεως.
Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφος ο Μητροπολίτης Πάφου Γεώργιος εξέφρασε την χαρά του, γιατί εγκαινιάζεται μια συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής με σκοπό την παροχή βοήθειας για ανάδειξη και συντήρηση των θησαυρών της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, προσθέτοντας ότι το Πανεπιστήμιο εξειδικεύεται σε τέτοια θέματα.
«Νοιώθουμε ιδιαίτερα ευτυχείς γιατί έναν πολιτισμό 3.500 χρόνων ελληνικό σ’ αυτόν τον τόπο θα τον αναδείξουμε, θα πιστοποιήσουμε και την ταυτότητα μας και θα τη διακηρύξουμε σε όλον τον κόσμο», είπε, προσθέτοντας ότι «είναι ένα πείραμα αυτογνωσίας, αλλά και ένα μήνυμα σε αυτούς που λένε ότι ο τόπος αυτός δεν ήταν ελληνικός αλλά ανήκε κάπου αλλού, είναι σημείο που θα τους διαψεύσει και θα αποδείξει τι στην πραγματικότητα είμαστε».
Ανέφερε επίσης ότι στις προτεραιότητες τους είναι «η ψηφιοποίηση της μεγάλης βιβλιοθήκης που διαθέτει η Μητρόπολη Πάφου, το Μουσείο αλλά και η ανάδειξη των προσκυνημάτων μας για τουρισμό προσκυνηματικό και για συντήρηση όλων αυτών που συνιστούν την κληρονομιά μας».
Εξάλλου σε δηλώσεις ο Πρύτανης του ΠΑΔΑ Παναγιώτης Καλδής ανέφερε πως με εξαιρετική συγκίνηση αποδέχτηκαν την ευγενική πρόσκληση του Μητροπολίτη Πάφου ως Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.
Ο κ. Καλδής είπε πως επί μακρόν η Πάφος υπήρξε η πρωτεύουσα της Κύπρου, ότι είχε την μοναδική καινοτομία ως ευρωπαϊκή πρώτη πόλη να φέρει τον χριστιανισμό.
Αναφέρθηκε επίσης στην αναφορά του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσόστομου Β’ κατά την επίσκεψη του Πάπα ο οποίος είπε ότι οφείλουμε να διασώσουμε τον παγκόσμιο πολιτισμό μας είναι ένας πολιτισμός που ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με τον ελληνισμό .
Άλλωστε, συνέχισε ο κ. Καλδής, όπως έλεγε και ο Γιώργος Σεφέρης «αυτή η γή δεν μας ανήκει, ανήκει στον Όμηρο».
Υποκλινόμαστε, είπε, στην τεράστια προσπάθεια που ξεκινά ο Μητροπολίτης Πάφου, δηλώνοντας πως θα είναι συμπαραστάτες.
Είπε ακόμη πως το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής είναι το δεύτερο στην Αττική και το τρίτο στην Ελλάδα σε μέγεθος, που καλύπτει με τα 27 τμήματα και τις 26 σχολές όλες τις επιστήμες. Θα είμαστε πολύ χαρούμενοι αν μπορέσουμε να ιδρύσουμε ένα κοινό κέντρο Καινοτομίας με την Μητρόπολη Πάφου, κατέληξε.
Σε χαιρετισμό του ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Β’, τον οποίο ανέγνωσε ο Μιχάλης Σπύρου Διευθυντής του Αρχιεπισκοπικού Γραφείου, συνεχάρη τα δύο συνεργαζόμενα μέρη για την πρωτοβουλία τους.
Οι Έλληνες είπε, «έχουμε να προτείνουμε στην ανθρωπότητα το ήθος και τον πολιτισμό μας που συγκεφαλαιώνονται στα κειμήλια που φυλάγουμε στα Μουσεία και τις βιβλιοθήκες μας και που είναι κατάσπαρτα στην επιφάνεια αλλά και στα έγκατα της γης μας».
Αυτά, συνέχισε, «έχουμε καθήκον να προβάλουμε προς τους ξένους ως τεκμήρια και αποδείξεις της καταγωγής μας αλλά και απ΄αυτά να εμπνεόμαστε οι ίδιοι για συνέχιση της πορείας».
Πρόσθεσε πως ιδιαίτερα σήμερα, έχουμε ανάγκη επιδίωξης και των δύο αυτών στόχων.
Υπάρχει, είπε ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, στις μέρες μας ένα έκδηλο σε πολλούς πνεύμα ξενομανίας, ένας πανικός μοντερνισμού. Οι άνθρωποι, συνέχισε, «που πάσχουν από αυτό το νεωτεριστικό πνεύμα, φοβούνται μήπως εκληφθούν ως καθυστερημένοι και εμφανίζουν μια άρνηση σε ότι διέσπασαν οι αιώνες ως απόσταγμα της σοφίας και της τέχνης των προγόνων».
Σ’ αυτούς, συνέχισε, «αλλά και σε όλους τους Έλληνες του καιρού μας έχουμε καθήκον ως Εκκλησία να εμφυτέψουμε την αίσθηση ότι θα πρέπει να νιώθουν ότι είναι ηλικίας 3.500 ετών, ότι το γεγονός της γέννησης τους, συμπίπτει με την ελληνική ιδέα».
Χαιρετισμό απηύθυνε και ο πρόεδρος του τμήματος Βιομηχανικής Παραγωγής και Σχεδίασης του ΠΑΔΑ, Θεόδωρος Γκανέτσος.
Ακολούθησε επίδοση τιμητικού διπλώματος προς το ΠΑΔΑ και ανταλλαγή δώρων.
*****************************************
ΟΜΙΛΙΑ του Μητροπολίτη Πάφου Γεωργίου
κατά την υπογραφή του Μνημονίου Συνεργασίας Ι.Μ.Πάφου και Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής
“Χαίρομαι ιδιαίτερα που καλωσορίζω, απόψε, στους χώρους της Μητρόπολης Πάφου, τον Πρύτανη και τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής. Διπλή η χαρά μας, γιατί πρώτα έρχονται από την Ελλάδα, τη χώρα των ονείρων μας, τη μακρινή πατρίδα μας, αλλά και γιατί έρχονται, ως Ακαδημαϊκοί, να μας ενισχύσουν σε τομείς της γνώσης και της τεχνολογίας στους οποίους εμείς υστερούμε.
Κύριε Πρύτανη, κύριοι καθηγητές,
Νιώθω την ανάγκη να σας εξηγήσω γιατί θεωρούμε σπουδαίο το γεγονός της συνεργασίας μας στην αξιοποίηση των νέων μεθόδων και τεχνολογιών για ανάδειξη, συντήρηση και προβολή της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Ευρισκομένη πάνω στα υδάτινα εμπορικά σταυροδρόμια, που οδηγούν από την Ευρώπη προς τις χώρες της Ανατολής και της Β. Αφρικής, η Κύπρος, η ιδιαίτερη πατρίδα μας, βρέθηκε ανέκαθεν στο μάτι του κυκλώνα. Η γεωγραφική της θέση μερίμνησε πάντοτε για την ιστορική κακοδαιμονία της. Για τους κατοίκους της, Έλληνες εδώ και τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια, η έννοια της πατρίδας σημαίνει πάντα μέγεθος αγώνα και πόνου. Από την άλλη, οι αρχαίες Νύμφες, οι Απόστολοι Βαρνάβας και Παύλος, ο μεσαιωνικός Διγενής, εμπέδωσαν με το πέρασμά τους, την εθνική ταυτότητα· και με τους θρύλους, που περιεβλήθησαν, επιβεβαίωσαν την απόλυτη ταύτιση της πνευματικής και ψυχικής φυσιογνωμίας του τόπου μας και του λαού μας, με εκείνα της μητρός πατρίδος.
Σ’όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, η Κύπρος υποδουλώθηκε σε πολλούς κατακτητές. Η Ιστορική επιστημονική έρευνα, όμως, αποδεικνύει ότι οι κατακτήσεις αυτές δεν επηρέασαν την εθνολογική σύσταση του πληθυσμού. Ο λαός αντιστάθηκε, με πείσμα, στις προσπάθειες που γίνονταν, κατά καιρούς, και αμύνθηκε αποτελεσματικά εναντίον κάθε εκβιασμού και εναντίον κάθε απόπειρας αφελληνισμού του και αλλοίωσης του εθνολογικού χαρακτήρα του. Μέσα στις θύελλες και μέσα στις μπόρες, η ψυχή της Κύπρου έμεινε αμόλυντη. Και αντιμετώπισε πάντοτε όρθια τους κατακτητές της. Μερικοί αμφισβητούν, σήμερα, όχι βάσει επιστημονικών αποδείξεων, αλλά λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων, την ελληνική καταγωγή μας. Τους διαψεύδει, όμως, το παρελθόν μας, καθώς και η γη μας με τα μνημεία της και το υπέδαφός μας, με τους θησαυρούς που κρύβει ακόμη.
Λόγω του ελληνικού χαρακτήρα της, κατά κύριο λόγο, αλλά και της εγγύτητάς της προς την Παλαιστίνη, η Κύπρος δέχτηκε πολύ νωρίς, από το 45 μ.Χ, το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Από τότε, στη ζωή της, τον πρώτο ρόλο και λόγο τον έχει η Εκκλησία της. Ο λόγος της νέας θρησκείας διατυπώθηκε στη γλώσσα των Ελλήνων. Αλλά και η τέχνη της παρέμεινε βαθιά ελληνική, ακολουθώντας τους ίδιους δρόμους και περνώντας από ανάλογα στάδια μ’εκείνα της αρχαίας προκατόχου της.
Το ελληνικό πνεύμα, ως εκ τούτου, και πριν και μετά τον Χριστιανισμό, ελαξεύθη σε μάρμαρο, εσμιλεύθη στους θριγκούς των ναών, εκράτησε τις επάλξεις του πολιτισμού, εσώθη με την παράδοση. Είναι αυτό που αποκαλύπτεται μέχρι σήμερα με τη σκαπάνη των αρχαιολόγων.
Όλα αυτά τα στοιχεία του παρελθόντος, ναοί ειδωλολατρικοί και χριστιανικοί, χαλάσματα ναών, εικόνες, ξυλόγλυπτα, παλαίτυπα, όλα τα ιερά κειμήλια, συνιστούν την παράδοσή μας, είναι στοιχεία του πολιτισμού μας, μάρτυρες των αγώνων, αλλά και των αγωνιών του λαού μας, είναι η Ιστορία μας.
Αυτή την Ιστορία φιλοξενούν και διαφυλάσσουν, ως κόρην οφθαλμού, τα μουσεία μας, τόσο τα καθαρώς αρχαιολογικά όσο και τα εκκλησιαστικά. Κι αν για κάθε εκκλησιαστική επαρχία είναι αναγκαία η ύπαρξη ενός εκκλησιαστικού Μουσείου, τούτο αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τη Μητρόπολή μας· μια Μητρόπολη μικρή, ίσως, σε εύρος γης και αριθμό ανθρώπων, αλλά μεγάλη σε διαστάσεις Ιστορίας. Μιαν επαρχία που ενωτίζεται τον απόηχο είκοσι αιώνων Αποστολικών βηματισμών. Μιαν περιοχή που βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με την Ιστορία.
Ο ρόλος ενός Μουσείου γενικά, και του Εκκλησιαστικού μας Μουσείου ειδικότερα, δεν εξαντλείται στην απλή φύλαξη, ούτε και στην ανάδειξη, ή στην προβολή, θησαυρών του παρελθόντος. Εκτείνεται στη διατήρηση της παράδοσής μας και στη διασύνδεση μ’ αυτή. Στη δημιουργία της συναίσθησης της ευθύνης μας απέναντι στους προγόνους, στους απογόνους, σ’ όλο τον κόσμο, στην προβολή του πολιτισμού μας σ’ όλη την οικουμένη.
Πιστεύω πως έχουμε υποχρέωση να διαφυλάξουμε και να προβάλουμε όλα αυτά τα οποία συνιστούν τις ιστορικές μας μνήμες και τις θρησκευτικές μας παραδόσεις· όσα έχουν υφάνει στους αργαλειούς των αιώνων την εθνική και θρησκευτική μας ταυτότητα και κρατούν σε εγρήγορση τα αντανακλαστικά της ψυχής μας· όσα αποτελούν την κατασταλαγμένη μνήμη του έθνους. Είναι υπέρτατο χρέος μας να διατηρήσουμε την εθνική και θρησκευτική μας ταυτότητα, όχι, όπως λέει και ο Ευάγγελος Παπανούτσος, γιατί πρέπει να’μαστε περήφανοι πως είμαστε μοναδικοί στον κόσμο, αλλά γιατί έχουμε την υποχρέωση να μείνουμε αυτοί που είμαστε.
Αισθάνομαι, όντως, ότι κουβαλούμε στους ώμους μας όλη αυτή την κληρονομιά των προγόνων μας· και ταυτόχρονα ότι έχουμε την ευθύνη να μη χάσουμε, σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς του σήμερα και της παγκοσμιοποίησης, αυτά που δεν παραδώσαμε στα 800 χρόνια της σκλαβιάς και της απομόνωσης: την εθνική και θρησκευτική ιδιαιτερότητά μας, όπως μαρτυρούνται στα κειμήλια του παρελθόντος, τα έργα των προγόνων μας. Γιατί είναι γνωστό πως λαοί που διαγράφουν από τη ζωή τους την Ιστορία και τις παραδόσεις τους, την πολιτισμική και πνευματική τους κληρονομιά, που αποκόπτονται γενικά από τις ρίζες του πολιτισμού τους, διολισθαίνουν προς την ανυπαρξία και τη λησμονιά. Και είναι ιστορικά αποδεδειγμένο πως εκείνο που μας κράτησε ως Ελληνισμό στην Κύπρο και μας προστάτεψε από τα βαριά πλήγματα και τα αφελληνιστικά μέτρα των κατά καιρούς κατακτητών, ήταν η προβολή των στοιχείων της ιστορικής και θρησκευτικής μας παράδοσης, της πολιτισμικής μας κληρονομιάς καθώς και η συνειδητή προσήλωσή μας σ’ αυτά.
Ιδιαίτερα σήμερα, που συναντούμε πολλές προκλήσεις από την πολύχρονη εκκρεμότητα του εθνικού μας θέματος, τώρα που μερικοί δεν υποτιμούν, απλώς, προγονικές αξίες, αλλά παραγνωρίζουν και Ιστορία και παραδόσεις και ξεπουλούν ακόμα και πατρογονική γη, πρέπει να βρούμε την αυτογνωσία μας μέσα από τις πηγές της ζωής μας, που είναι η Ορθοδοξία μας και η ιστορική ακτινοβολία του πολιτισμού μας. Ας μη ξεχνούμε ότι η βαθιά και σωστή συνειδητοποίηση της εθνικής και θρησκευτικής μας ταυτότητας δεν είναι μόνο πηγή σιγουριάς για μας. Αποτελεί και μέτρο αυτοκριτικής από το οποίο προκύπτει η έφεση για συνέχιση της πολύτιμης παράδοσής μας.
Το μέλλον, εξάλλου, υπάρχει μέσα στο παρόν. Ό,τι θα δημιουργηθεί στο μέλλον συλλαμβάνεται στο παρόν. Μα και το παρόν είναι πλησίον της σοφίας και της εμπειρίας του παρελθόντος. Και όπου, και όταν, ο πλούτος της προγονικής σοφίας αξιολογείται και μετουσιώνεται σε βίωμα και πράξη του παρόντος, εκεί το μέλλον δεν είναι μια απλή ελπίδα και αφηρημένη προσδοκία, αλλά μετάδοση της σκυτάλης στην πορεία της προόδου και του πολιτισμού.
Κι είναι ακριβώς γι’αυτούς τους λόγους που επιδιώκουμε και αποδίδουμε μεγάλη σημασία στη συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τις νέες μεθόδους και τις νέες τεχνολογίες για ανάδειξη των στοιχείων της παράδοσής μας· να συντηρήσουμε, να αναδείξουμε και να προβάλουμε προς τα έξω όλα αυτά που συνιστούν το ιστορικό μας παρελθόν και που θα πρέπει να κατευθύνουν και το μέλλον μας. Είναι τούτο ιδιαίτερα αναγκαίο σήμερα που ζούμε τις πιο κρίσιμες ώρες της Ιστορίας μας, τώρα που διακυβεύεται η εθνική μας επιβίωση στον τόπο τούτο των πατέρων μας. Θα είναι μια επιβεβαίωση της αυτοσυνειδησίας μας. Θα’ ναι και μια ηχηρή απάντηση σ’ όσους αμφισβητούν την καταγωγή μας και τον χρόνο εμφάνισής μας στον χώρο τούτο.
Ο Δημήτρης Καμπούρογλου είχε πει, κάποτε, ότι «όλα τα έθνη για να προοδεύσουν πρέπει να βαδίσουν εμπρός, πλην του Ελληνικού που πρέπει να στραφεί πίσω». Και εννοούσε, ασφαλώς, το πίσω όχι ως στείρο συντηρητισμό και άγονη προγονολατρία, αλλά ως επιστροφή στο ήθος των ηρώων και των πατέρων μας.
Πέραν του εκκλησιαστικού μας Μουσείου, στο οποίο θα χρειαστούμε τη συνεργασία και βοήθεια του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, είναι και η Βιβλιοθήκη μας, που φιλοδοξούμε να καταστεί η μεγαλύτερη και σπουδαιότερη ανάμεσα στις βιβλιοθήκες των Εκκλησιαστικών Ιδρυμάτων της Κύπρου και όχι μόνον.
Οι παλαιότεροι θυμούνται τη «Λεόντειον Βιβλιοθήκην», η οποία, δυστυχώς, λεηλατήθηκε στο διάστημα του αντεθνικού πραξικοπήματος αλλά και μετά, η οποία, όμως, εμπλουτίστηκε τώρα, με αρκετούς τόμους από τη βιβλιοθήκη του μακαριστού Αντρέα Μιτσίδη, Γραμματέα του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και Επιθεωρητή Θρησκευτικών στο Υπουργείο Παιδείας, καθώς και με την προσφορά βιβλίων από ιδιώτες και βιβλιοθήκες.
Ο Ελληνικός πολιτισμός υπήρξεν, εξ υπαρχής, πολιτισμός του γραπτού λόγου, με την έννοια ότι είναι αποτέλεσμα της γραπτής διατύπωσης και αποτύπωσης των μεγάλων πνευματικών δημιουργημάτων και καταστάσεων. Πέραν των αρχαίων και νέων βιβλίων της ελληνικής διανόησης, της λογοτεχνίας, της Ιστορίας, των περιοδικών, στη βιβλιοθήκη μας υπάρχει τεράστιος αριθμός τόμων και της υπόλοιπης παγκόσμιας πνευματικής παραγωγής. Τα βιβλία αυτά, προς το παρόν, μεταφέρονται και ταξινομούνται από τον χώρο φύλαξής τους στις ανακαινισμένες αυτές αίθουσες.
Τα έργα του λόγου, ως γνωστόν, όπως και της Τέχνης, έχουν το προνόμιο να εκφράζουν στο διηνεκές ένα νόημα που υπερβαίνει, κατά πολύ, τα όρια, που μοιραίως είχε μπροστά του ο δημιουργός τους. Γίνονται πηγή στην οποία επιστρέφουμε πολλάκις, παίρνοντας διαχρονικά μηνύματα. Ο τομέας της Βιβλιοθήκης αποτελεί τον δεύτερο σημαντικό τομέα στον οποίο θα επεκταθεί η επιδιωκόμενη συνεργασία μας με το ΠΑ.Δ.Α.
Ανάμεσα στις επιδιώξεις μας είναι η ψηφιοποίηση των αντικειμένων του Μουσείου και της Βιβλιοθήκης μας. Επίσης θα επιδιώξουμε τη διοργάνωση σεμιναρίων συντήρησης των κειμηλίων μας.
Ως Μητρόπολη Πάφου, και ως Εκκλησία Κύπρου γενικότερα, δεν έχουμε πείρα στον τρόπο επιδίωξης χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα χρειαστούμε την εμπειρία του ΠΑ.Δ.Α. και στο θέμα αυτό.
Στα όρια της Μητρόπολής μας βρίσκονται και πολλοί θρησκευτικοί χώροι, αξιόλογοι για θρησκευτικό τουρισμό. Αναφέρω ενδεικτικά τα χαλάσματα της παλαιάς βασιλικής, που είχε ανεγερθεί στον χώρο της οικίας του Ρωμαίου ανθύπατου, όπου έγινε το κήρυγμα των αποστόλων Βαρνάβα και Παύλου, το σπήλαιο όπου έζησε ο άγιος Ιλαρίων ο Μέγας, καθώς και τον τάφο του αγίου Γενναδίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Είναι και αυτός ένας τομέας μελλοντικής συνεργασίας με το ΠΑ.Δ.Α.
Μερικές εκκλησίες μας είναι, από μόνες τους, εκκλησιαστικά μουσεία. Η αγία Παρασκευή στη Γεροσκήπου π.χ., βρίσκεται σε συνεχή λειτουργική χρήση από τον 8ο αιώνα. Σ’αυτή συναντούμε στρώματα τοιχογραφιών διαφόρων εποχών. Η Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού Ομόδους, με τον άγιο κάνναβο (το σχοινί) που έδεσαν τον Χριστό, την κάρα του Απ. Φιλίππου με αυτοκρατορική βεβαίωση, το μουσείο του απελευθερωτικού μας αγώνα κ.ά, δίνουν και αυτά ευκαιρίες συνεργασίας.
Όλα αυτά θα μπορούσαμε να τα επιδιώξουμε και μέσω άλλων φορέων και άλλων ξένων Πανεπιστημίων. Ένα μη Ελληνικό Πανεπιστήμιο, ωστόσο, θα’ταν απλώς μέσο επιστημονικής προσέγγισης των πραγμάτων και μέσο επαφής με τις παγκόσμιες τεχνολογικές εξελίξεις. Ένα Ελληνικό Πανεπιστήμιο, όμως, αποτελεί για μας το εμπράγματο σύμβολο του ομφάλιου λώρου που μας συνδέει με την κοιτίδα της ζωής μας, την μητέρα πατρίδα μας. Λειτουργεί ως υπόβαθρο στερέωσης των δεσμών με τις εθνικές ρίζες, καθίσταται γέφυρα αμφίδρομης επικοινωνίας Κύπρου- Ελλάδος
Δεν λησμονούμε ποτέ, ούτε θα’ταν δυνατό να λησμονήσουμε ή να υποτιμήσουμε, κάτι που πέτυχε η Εθναρχούσα Εκκλησία της Κύπρου με το πρώτο Ελληνικό Πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Διερευνώντας διεξόδους στις ασφυκτικές πιέσεις της Αγγλικής αποικιοκρατικής κυβέρνησης, που αποσκοπούσαν στον αφελληνισμό των Κυπρίων, η Εκκλησία της Κύπρου πέτυχε, παλαιότερα, την χωρίς εξετάσεις εισαγωγή των Ελλήνων Κυπρίων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Φρόντισε, ταυτόχρονα, η Εκκλησία, στα χέρια της οποίας βρισκόταν η Μέση Εκπαίδευση, τα σχολεία να ακολουθούν το πρόγραμμα των σχολείων της Ελλάδος, ώστε να έχουν την αναγνώριση της Ελληνικής Κυβέρνησης. Αν δεν υπήρχε το μέτρο τούτο, της άνευ εξετάσεων εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, οι Κύπριοι θα σπούδαζαν στα Αγγλικά Πανεπιστήμια, η παιδεία που θα έπαιρναν, και την οποία θα μετέδιδαν στους γυμνασιόπαιδες, θα’ ταν Αγγλική και η διάβρωση του εθνικού φρονήματος δεν θα μπορούσε ούτε να παρεμποδιστεί ούτε να αναχαιτιστεί.
Ευρισκόμενοι, ακόμη, εκτεθειμένοι σε εθνικούς κινδύνους, είναι επιβεβλημένη η συνεργασία μας με ένα Ελληνικό Πανεπιστήμιο.
Η Εκκλησία στάθηκε πάντα αρωγός και συμπαραστάτης στο έργο της Παιδείας. Υποστηρίζει την έρευνα, θεωρώντας ότι αυτή είναι επακόλουθό της «κατ’εικόνα» Θεού δημιουργίας του ανθρώπου. Γι’αυτό και ουδέποτε αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει τα προηγμένα μέσα της Τεχνολογίας,- αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας- για να υπηρετήσει τους σκοπούς της, πράγμα που επιδιώκουμε κι εμείς σήμερα, με τη συνεργασία που εγκαινιάζουμε με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.
Στην εποχή μας, τα προγράμματα σπουδών σε πολλά, Τεχνολογικά ιδίως Πανεπιστήμια, διαμορφώνονται σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς. Συνάπτονται, συνήθως, στενότεροι δεσμοί ανάμεσα στην εκπαίδευση και τις επιχειρήσεις. Κι εδώ ελλοχεύει ένας κίνδυνος. Ο άνθρωπος θεωρείται ,μέχρις ενός σημείου, ως χρηστική οντότητα και του ζητείται να πράττει ανεξάρτητα από την Ιστορία και τον πολιτισμό του. Κι είναι με πολλή ικανοποίηση που πληροφορηθήκαμε, από πολλούς φοιτητές και άλλους αξιόπιστους παράγοντες της κοινωνίας, ότι το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, χωρίς να παρεκκλίνει των ακαδημαϊκών του στόχων, αποτελεί ανάχωμα σ’ έναν τέτοιο εκπεσμό. Εκφράζω, ως εκ τούτου, την ικανοποίησή μου και απευθύνω τα συγχαρητήριά μου. Θεωρούμε τιμή μας τη συνεργασία μαζί του.
Καλωσορίζοντας και επίσημα την Κύπρο τον Πρύτανη και τους διακεκριμένους καθηγητές του ΠΑ.Δ.Α, τους ευχαριστώ θερμά για την προθυμία τους να συνεργαστούν μαζί μας και να μας βοηθήσουν σε τομείς που υστερούμε. Κύριος στόχος όλων των Ελλήνων της Κύπρου, σ’αυτούς τους δύσκολους καιρούς που ζούμε, είναι η εθνική επιβίωσή μας στη γη των πατέρων μας. Σ’αυτό επαναλαμβάνω, θα βοηθήσουν η Ιστορική μας μνήμη κι η προσκόλλησή μας στις παραδόσεις και το ήθος των προγόνων μας. Αυτών των παραγόντων την ενδυνάμωση επιδιώκουμε με τη συνεργασία που εγκαινιάζουμε ” .