Πρώτη Θ. Λειτουργία του έτους στον Απόστολο Βαρνάβα
Με την ευλογία τού Αρχιεπισκόπου Κύπρου τελέστηκε η πρώτη Θεία Λειτουργία του 2020 στην Ιερά Μονή Αποστόλου Βαρνάβα στην Έγκωμη Αμμοχώστου. Η Λειτουργία έγινε από τον Καθηγούμενός της, Αρχιμ. Ιωάννη, στο παρεκκλήσιο, όπου βρίσκεται ο τάφος τού Ιδρυτή της Εκκλησίας Κύπρου.
Ο Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας κήρυξε το θείο λόγο αφορμώμενος από τη μνήμη τού εορταζομένου οσίου Θεοδοσίου τού Κοινοβιάρχου.
Ο Όσιος Θεοδόσιος με την προσευχή και την άσκηση, έφθασε σε τόσο ύψος τελειότητας, ώστε να επιτελεί, με την Χάρη του Θεού, θαύματα. Ο Άγιος, μάλιστα, είχε κατασκευάσει έναν τάφο για τον εαυτό του, ώστε βλέποντάς τον να ενθυμείται το θάνατο, να έχει συνεχή μνήμη θανάτου, σημείωσε ο Αρχμ Ιωάννης και μεταξύ άλλων ανέφερε:.
« Ο Όσιος υπήρξε και καθηγητής πολλών μοναχών στην ασκητική ζωή. Δεν άργησε έτσι πλησίον του να σχηματισθεί κοινοβιακή ζωή πού τον είχε ως κέντρο και οδηγό. Έκτισε σε λίγο χρόνο μονή με εκκλησία και νοσοκομεία, καθόσον η φήμη του Οσίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου έφερε εκεί πλήθη πού ζητούσαν την συμβουλή του, την ευλογία του ή την υλική του βοήθεια. Εκείνος τους δεχόταν πάντοτε πατρικά, τους καθοδηγούσε, τους ενθάρρυνε ή τους παρακαλούσε, σαν να ήταν αυτός πού έπασχε και είχε ανάγκη της ιατρείας…
Κι εδώ πρέπει να αναφέρουμε τη σπουδαιότητα τής προσφοράς των ανθρώπων που αφιερώνονται στον Θεό και συζούν μέσα σε κοινόβιο, είτε λέγεται μοναστήρι, είτε Μητρόπολη, είτε Αρχιεπισκοπή κ.λ.π. Για να μπορεί να υπάρξει συμβίωση τόσων διαφορετικών ανθρώπων, βασική προϋπόθεση είναι η παρουσία τού Χριστού. Χωρίς τον Χριστό, τα πάντα εκκοσμικεύονται και τα πάθη κυριεύουν τον άνθρωπο. Αν αφαιρέσουμε τον Χριστό από ένα κοινόβιο, έστω και για ένα λεπτό, τα πάντα διαλύονται και οι άνθρωποι που κατοικούν εκεί βιώνουν μία επίγεια κόλαση.
Και πώς καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει ο Χριστός σε μία κοινωνία ανθρώπων; Όταν αυτοί που ζουν μαζί συμπροσεύχονται για όλο τον κόσμο, συναγωνίζονται τον αγώνα τον καλό για την απόκτηση τής Χάρης τού Θεού, τηρώντας το ευαγγελικό λόγιο «οὗ εἰσιν δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν», υπομένουν με αγάπη τις αδυναμίες που φέρει το κάθε μέλος τής συνοδείας, προκρίνουν την προτεραιότητα στον άλλο αδελφό παρά στον εαυτό τους, ενισχύουν πνευματικά τα μέλη εκείνα που ως άνθρωποι σφάλλουν και οπισθοχωρούν.
Και διερωτώμαι, πώς είναι δυνατόν, εκείνοι που αφιερώνονται στον Θεό και εγκαταλείπουν τον κόσμο και τα του κόσμου, να κυριεύονται από τόση έπαρση και εγωισμό, από τόση σκληρότητα καρδιάς και ατεγξία μπροστά στους αδελφούς τους, να κρίνουν τόσο αυστηρά ένα αδελφό τους που ως άνθρωπος έπεσε, και να θέτουν τους εαυτούς τους πάνω από αυτούς, διότι δήθεν είναι άμεμπτοι, σωστοί, συνεπείς. Και μάλιστα, πολλές φορές, αν προκληθούν σε μία πράξη ταπείνωσης, όχι μόνο δεν την υπομένουν, αλλά θέλουν και δικαίωση. «Εγώ έχω αυτή τη θέση, αυτό το αξίωμα, είμαι πιο μπροστά από σένα, γιατί να με τοποθετήσουν μετά από σένα;» Ή πάλι «θα τα βρει από τον Θεό όλα αυτά που κάνει, που λέει, που με στενοχωρεί, που με προσβάλλει, που με περιφρονεί, που δε με σέβεται». Ο αληθινός μοναχός έχει καρδιά που αγαπάει τους πάντες, ταπεινή, οικτίρμονα, υποχωρητική.
Και κάτι τελευταίο. Ενώ πολλοί αναχωρούν από τον κόσμο, εντούτοις, επικαλούμενοι δήθεν την ιεραποστολή, έχουν καταντήσει να βλέπουν το μοναστήρι τους πολύ λιγότερες μέρες απ’ ότι τον κόσμο. Μα τότε, γιατί εγκατέλειψαν τον κόσμο και τις συνήθειες τού κόσμου; Για κάτι ανώτερο, για αληθινή προσευχή, γνήσια καρδιακή προσευχή. Και το πιο τραγικό. Ενώ όλοι μέρα είναι μέσα στον κόσμο, μιλούν περί προσευχής και ησυχίας!
Άραγε η αναχώρηση ορισμένων από τον κόσμο θα είναι για αυτούς αιτία αιώνιας σωτηρίας ή αιώνιας κολάσεως;»
Αρχιμ. Τριφύλλιος Ονησιφόρου