Πώς η Ρωσική Εκκλησία έμαθε να μην ανησυχεί και να αγαπά την βόμβα
“Η Ορθοδοξία και ο πυρηνικός αποτρεπτικός παράγοντας είναι εξίσου σημαντικά προπύργια του ρωσικού κράτους, διασφαλίζοντας την ασφάλεια του έθνους εσωτερικά, στην περίπτωση της εκκλησίας, και εξωτερικά, στην περίπτωση του πυρηνικού οπλοστασίου”.
Του Dmitry Adamsky*
Κάθε χρόνο στις 9 Μαΐου, η Ρωσία [2] γιορτάζει την Ημέρα της Νίκης -την ημέρα κατά την οποία η ναζιστική Γερμανία παραδόθηκε στην Σοβιετική Ένωση το 1945- με τη μεγαλύτερη ετήσια στρατιωτική παρέλαση. Φέτος, οι τελετές άνοιξαν όπως πάντα, με τον Ρώσο υπουργό Άμυνας να εισέρχεται στην Κόκκινη Πλατεία για να επιθεωρήσει τα στρατεύματα και να αναφέρει στον πρόεδρο. Όταν περνούσε από τον Πύργο Spasskaya, την κύρια τελετουργική πύλη του Κρεμλίνου, το ανοιχτό αυτοκίνητο του υπουργού Άμυνας, Sergei Shoigu, σταμάτησε. Ο υπουργός έβγαλε το πηλίκιό του και έκανε [3] τον σταυρό του σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση. Ο Σόιγκου ήταν ο πρώτος υπουργός που εισήγαγε αυτή την χειρονομία στην τελετή το 2015. Το εάν το έπραξε ως μια πραγματική έκφραση της πίστης του, είτε ως ένα παιχνίδι δημοσίων σχέσεων, είτε και τα δύο, το να κάνει τον σταυρό του σε μια τέτοια περίπτωση αντικατοπτρίζει την σύσφιξη των δεσμών μεταξύ εκκλησίας και κράτους στην σημερινή Ρωσία.[1]
Από τότε που κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και η ορθόδοξη πίστη ευρύτερα, άσκησαν αυξανόμενη επιρροή στην δημόσια και ιδιωτική ζωή. Παρόλο που σχετικά λίγοι Ρώσοι είναι πραγματικά θρησκευόμενοι, η πλειονότητα του πληθυσμού (περίπου το 80%) προσδιορίζεται ως Ορθόδοξη και πολλοί πολίτες θεωρούν ότι η θρησκεία αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της ρωσικής εθνικής ταυτότητας.
Αξιωματούχοι σε όλη την ρωσική κυβέρνηση -συμπεριλαμβανομένων υπουργών, μελών της κρατικής Δούμας, του Συμβουλίου της Ομοσπονδίας, ανώτερων στρατιωτικών διοικητών και του ίδιου του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν- έχουν προχωρήσει στο να διακηρύξουν ανοιχτά την ορθόδοξη πίστη τους. Μερικές φορές, ορισμένα τμήματα του κοινού έχουν αντιταχθεί στην προνομιακή αντιμετώπιση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας από το κράτος, αλλά αυτή η κριτική δεν έχει κάνει τίποτα για να μειώσει την θέση της εκκλησίας.
Το ότι η εκκλησία ασκεί εξαιρετική βαρύτητα στην εγχώρια σκηνή της Ρωσίας είναι γνωστό και όχι τόσο ασυνήθιστο. Το πιο περίεργο και λιγότερο συχνά διερευνημένο, είναι η επιρροή της εκκλησίας στο σύμπλεγμα πυρηνικών όπλων της Ρωσίας -την πιο σημαντική πτέρυγα ενός από τους πιο ισχυρούς στρατιωτικούς του κόσμου. Εκεί ο σύνδεσμος ανάμεσα στην εκκλησία και το κράτος λειτουργεί βαθύτερα, ευρύτερα και επί μακρύτερον. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η ιεροσύνη έχει εισέλθει σε όλα τα επίπεδα διοίκησης και έχει τοποθετήσει τον εαυτό της ως θεματοφύλακα του πυρηνικού δυναμικού της Ρωσίας. Είναι αδύνατο να κατανοήσουμε πλήρως την στρατηγική πραγματικότητα στην Ρωσία σήμερα χωρίς να εξετάσουμε προσεκτικά την αξιοσημείωτη σύνδεση μεταξύ του Κρεμλίνου, της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και της κοινότητας των πυρηνικών όπλων.
Η ΤΡΙΑΔΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΤΡΙΑΔΑ
Στην Ρωσία, κάθε μια από τις τρεις συνιστώσες της δομής των πυρηνικών δυνάμεων -ουρανός, ξηρά και θάλασσα- έχει τον δικό της πολιούχο άγιο. Εικόνες κοσμούν τους τείχους των καθαγιασμένων αρχηγείων, των διοικητικών σταθμών, και ακόμη και των πλατφορμών πυρηνικών όπλων. Κάθε μεγάλη στρατιωτική βάση στεγάζει μια εκκλησία, παρεκκλήσι ή αίθουσα προσευχής. Λιτανείες του σταυρού στον αέρα, την ξηρά και την θάλασσα, είναι ρουτίνα. Οι προσευχές και ο ψεκασμός με αγιασμό σηματοδοτούν όρκους πίστης, παρελάσεις, ασκήσεις και διαστημικές και πυρηνικές εκτοξεύσεις. Οι πιλότοι των στρατηγικών βομβαρδιστών καθαγιάζουν τα αεριωθούμενα αεροπλάνα τους πριν από τις μαχητικές αποστολές και επισυνάπτουν εικόνες στους χάρτες που παίρνουν στο πιλοτήριο. Κινητοί ναοί συνοδεύουν χερσαίους διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους, και πυρηνικά οπλισμένα υποβρύχια διαθέτουν φορητές εκκλησίες.
Ο στρατιωτικός κλήρος παρέχει τακτική ποιμαντική φροντίδα στους στρατιωτικούς του πυρηνικού σώματος και [οι κληρικοί του] λειτουργούν ως επίσημοι βοηθοί των διοικητών. Το πυρηνικό ιερατείο και οι στρατιωτικοί γιορτάζουν από κοινού θρησκευτικές και επαγγελματικές γιορτές, και η θρησκευτική διδασκαλία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ανώτατης εκπαίδευσης τόσο του στρατιωτικού όσο και του πολιτικού πυρηνικού προσωπικού. Οι ιερείς συμμετέχουν σε επαγγελματικές δραστηριότητες μέσα σε ολόκληρη την αλυσίδα διοίκησης και ακολουθούν το ποίμνιό τους σε επιχειρησιακές αποστολές στο έδαφος και υποβρύχια. Στο εσωτερικό του ρωσικού στρατού, ιδίως στο πλαίσιο των πυρηνικών δυνάμεων, οι κληρικοί ηγούνται τόσο συχνά σε δραστηριότητες για την ενίσχυση του ηθικού και την προώθηση του πατριωτισμού, ώστε να διαδραματίζουν ρόλο σχεδόν ισοδύναμο με εκείνο των πολιτικών κομισάριων της σοβιετικής εποχής, οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για την ιδεολογική εκπαίδευση των στρατευμάτων διασφαλίζοντας τον έλεγχο του Κρεμλίνου στον στρατό.
Η πυρηνική θεωρία και πρακτική της Ρωσίας έχουν γίνει ολοένα και πιο δυναμικές κατά την τελευταία δεκαετία, καθώς οι δεσμοί μεταξύ στρατού και εκκλησίας έχουν εμβαθυνθεί. Οι Ρώσοι στρατηγιστές ενσωματώνουν πιο πρόθυμα τα πυρηνικά εργαλεία στον σχεδιασμό τους και χρησιμοποιούν το καθεστώς της Ρωσίας ως πυρηνική δύναμη για να εξαναγκάσουν την συμπεριφορά άλλων.
Η εκκλησία δεν είναι η μόνη ή ούτε καν η κύρια δύναμη πίσω από αυτή την στάση, αλλά η ανοιχτή της υποστήριξη λαμπρύνει την εγχώρια νομιμοποίηση των παιγνίων του Κρεμλίνου, δημιουργώντας δημόσια στήριξη τόσο για την εξωτερική πολιτική της Μόσχας όσο και για τον εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου.
Με μια πρώτη ματιά, η στήριξη της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας προς την σημερινή ρωσική πυρηνική στάση μπορεί να φανεί αντιφατική. Η ρωσική στάση επιδοκιμάζει [4] την κλιμάκωση για χάρη της αποκλιμάκωσης, και την πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων σε ορισμένες περιπτώσεις. Αυτές οι θέσεις έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές των περισσότερων Δυτικών κλάδων της Χριστιανοσύνης και της Καθολικής θεωρίας του «δίκαιου πολέμου», οι οποίες υπογραμμίζουν την ύπαρξη διακρίσεων μεταξύ μαχητών και μη μαχητών, δίνοντας βάρος στην στρατιωτική αξία μιας επίθεσης έναντι καταστροφής που μπορεί να προκαλέσει σε πολίτες, και θεωρώντας τα πυρηνικά όπλα ως malum in se (αφ’ εαυτά διαβολικά). Η Ορθόδοξη Εκκλησία, ωστόσο, δεν φαίνεται να έχει καμιά τέτοια ανησυχία και έχει προωθήσει μια φιλοπυρηνική κοσμοθεωρία στην Ρωσία.
Η ΙΣΧΥΣ ΚΑΙ Η ΔΟΞΑ
Με κάθε πενταετία που περνούσε μετά την πτώση του Σιδηρού Παραπετάσματος, η επιρροή της εκκλησίας στο πυρηνικό κατεστημένο της Ρωσίας αυξανόταν. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι συμφωνίες αφοπλισμού που ακολούθησαν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης κατέστησαν τα πυρηνικά όπλα πολύ λιγότερο προτεραιότητα. Η πυρηνική πτέρυγα του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος της Ρωσίας βρέθηκε έρμαια -και η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, επιδιώκοντας να επεκτείνει την βάση της επιρροής της, είδε έναν στόχο ευκαιρίας. Η εκκλησία προστάτευσε το πυρηνικό κατεστημένο από τον πολιτικό και κοινωνικό εξοστρακισμό, πίεσε για την χρηματοδότησή του και το βοήθησε να επανεφεύρει τον εαυτό του, εισάγοντας νέο νόημα στην επαγγελματική ζωή του. Κατά την διάρκεια της δεκαετίας, το πυρηνικό σώμα του στρατού εισήγαγε θρησκευτικές τελετές στις καθημερινές του δραστηριότητες, καθόρισε προστάτες αγίους για τους θεσμούς του, και έχτισε εκκλησίες στις εγκαταστάσεις και τα στρατόπεδά του. Οι κληρικοί, από τον πατριάρχη μέχρι τους ιερείς, αλληλεπίδρασαν ανοιχτά με διοικητές πυρηνικών δυνάμεων και αξιωματούχους της βιομηχανίας.
Η επίσημη κρατική πολιτική συνέκλινε με την λαϊκή αγκαλιά της Ρωσικής Ορθοδοξίας κατά την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα. Το Κρεμλίνο αποκατέστησε τις ιδιοκτησίες που είχε εκκλησία, ίδρυσε στρατιωτικό σώμα κληρικών, και ενίσχυσε τον ρόλο της εκκλησίας στην εκπαιδευτική, κοινωνική και εξωτερική πολιτική. Μέχρι το 2010, η εκκλησία είχε γίνει μέρος της πυρηνικής γραφειοκρατίας. Οι διοικητές του πυρηνικού σώματος και των ανώτερων μελών της πυρηνικής βιομηχανίας υπέγραψαν συμφωνίες συνεργασίας με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και καθιέρωσαν στενές επαφές με τον πατριάρχη και τους κληρικούς. Από αυτή την σχέση προέκυψε η πίστη, την οποία ο ίδιος ο Πούτιν φαίνεται να κατέχει [5], ότι η Ορθοδοξία και ο πυρηνικός αποτρεπτικός παράγοντας είναι εξίσου σημαντικά προπύργια του ρωσικού κράτους, διασφαλίζοντας την ασφάλεια του έθνους εσωτερικά, στην περίπτωση της εκκλησίας, και εξωτερικά, στην περίπτωση του πυρηνικού οπλοστασίου.
Από το 2010, ο κλήρος της Ρωσίας έχει φτάσει σε μια νέα αιχμή επιρροής στο κράτος. Οι θρησκευτικές, ιδεολογικές και φιλοσοφικές απόψεις του Πούτιν φαίνεται να έχουν ωριμάσει και να έχουν ενσωματωθεί στο γεωπολιτικό όραμά του και τις πολιτικές επιλογές του. Αυτός και ο περίγυρός του εκφράζουν μια θρησκευτικότητα που φαίνεται σε κάποιο βαθμό γνήσια και έχει δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για την εκκλησία ώστε να επεκτείνει την επιρροή της σε όλες τις διαστάσεις της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Με την σειρά της, η εκκλησία προσδίδει ηθικό κύρος στις πρωτοβουλίες της εξωτερικής πολιτικής του Κρεμλίνου. Ο κληρικός έχει γίνει μέρος του στρατού, κυρίως μέσα στην πυρηνική διοίκηση, όπου οι ιερείς είναι πλέον ενσωματωμένοι σε τακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο, εργάζονται σε άμεση γειτνίαση με τα όπλα και συμμετέχουν σε ασκήσεις εδάφους, αέρα και θάλασσας.
ΜΙΑ ΔΙΑΡΚΗΣ ΕΠΙΡΡΟΗ
Το γεγονός ότι η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει διεισδύσει τόσο βαθιά στο πυρηνικό σύμπλεγμα της χώρας θα έχει πιθανώς σημαντικά και μόνιμα αποτελέσματα. Όταν οι πυρηνικοί οργανισμοί ανταγωνίζονται για πόρους εντός και εκτός του ρωσικού στρατού, η εκκλησία μπορεί να γίνει εργαλείο επιρροής. Βοηθά ήδη να στρατολογηθούν ειδικευμένοι νεολαίοι σε μονάδες ελίτ και οι διοικητές πυρηνικών σωμάτων μπορεί να φθάσουν να δουν τους Ορθόδοξους κληρωτούς ως ιδιαίτερα αξιόπιστους και κινητροδοτημένους, και έτσι να τους επιδιώξουν να τους προσελκύσουν. Πράγματι, η ορθόδοξη πίστη έχει συσχετισθεί τόσο με την εθνική ταυτότητα και τον πατριωτισμό, ώστε όσοι επιδιώκουν την ταχεία προώθηση της προαγωγής τους μέσα στην στρατιωτική κοινότητα και την κοινότητα της εξωτερικής πολιτικής μπορεί να θεωρήσουν κατάλληλο να επαγγελθούν την πίστη τους. Φιλόδοξοι στρατιωτικοί αξιωματικοί, ακόμη και πολιτικοί, μπορούν να βελτιώσουν παρομοίως την σταδιοδρομία τους, συνδεόμενοι τους με επιφανείς ανώτερους κληρικούς στην αυλή του Κρεμλίνου.
Φυσικά, υπάρχουν όρια στην επιρροή της θρησκείας στο εσωτερικό της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Όμως, η θεοκρατικοποίηση του κατεστημένου του στρατού και της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας είναι πραγματική και σημαντική, και η τάση έχει μείνει για πολύ καιρό κάτω από το ραντάρ. Δεν μπορούμε πλέον να κατανοήσουμε την πολιτική νοοτροπία και τον στρατηγικό πολιτισμό του Κρεμλίνου χωρίς να συμπεριλάβουμε την επιρροή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της πίστης.
Σύνδεσμοι:
[1] https://www.sup.org/books/title/?id=30653 [3]
[2] https://www.foreignaffairs.com/lists/how-to-understand-putins-russia [4]
[3] https://www.youtube.com/watch?v=dFv3yuF7Ac4 [5]
[4] https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/01402390.2017.1347872 [6]
[5] http://kremlin.ru/events/president/transcripts/24026 [7]
*Ο DMITRY (DIMA) ADAMSKY είναι καθηγητής στην σχολή Διακυβέρνησης, Διπλωματίας και Στρατηγικής Lauder στο IDC Herzliya του Ισραήλ. Αυτό το δοκίμιο είναι προσαρμοσμένο από το πιο πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο Russian Nuclear Orthodoxy: Religion, Politics, and Strategy [1] (Stanford University Press, 2019).
*ΠΗΓΗ «Foreign Affairs, The Hellenic Edition»