Πιστεύει κανείς ότι ο Τζο Μπάιντεν ξέχασε τα καψόνια του Ταγίπ Ερντογάν;

Πιστεύει κανείς ότι ο Τζο Μπάιντεν ξέχασε τα καψόνια του Ταγίπ Ερντογάν;

Ουάσιγκτον.- Του Αποστόλη Ζουπανιώτη*

Τον Οκτώβριο του 2014, λίγο πριν την επίσκεψη του τότε αντιπροέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στην Κωνσταντινούπολη όπου επρόκειτο να συναντηθεί με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, μιλώντας στο Σχολή Κένεντι του Παν επιστημίου Χάρβαρντ, είπε στο ακροατήριο ότι σε συνάντηση που είχαν πριν λίγες μέρες στη Νέα Υόρκη, ο κ. Ερντογάν παραδέχθηκε ότι επιτράπηκε σε πολύ περισσότερους να περάσουν από τα σύνορα με τη Συρία και τώρα προσπαθούν να τα σφραγίσουν.

Όταν δημοσιοποιήθηκε το απόσπασμα της ομιλίας, ο Ερντογάν αρνήθηκε τον ισχυρισμό, εξοργίστηκε σφόδρα και απαίτησε ανάκληση της αναφοράς, αλλιώς δεν επρόκειτο να δεχθεί τον αντιπρόεδρο Μπάιντεν. Τελικά υπό την πίεση και του προέδρου Ομπάμα, ο Μπάιντεν υποχρεώθηκε να ανακαλέσει.

«Ο αντιπρόεδρος ζήτησε συγγνώμη για οποιαδήποτε επίπτωση, ότι η Τουρκία ή άλλοι σύμμαχοι και εταίροι στην περιοχή  σκοπίμως ενίσχυσαν, ή διευκόλυναν τ την ανάπτυξη του ISIS ή άλλων βίαιων εξτρεμιστών στη Συρία», ανέφερε δήλωση την οποία εξέδωσε Σάββατο πρωί ο Λευκός Οίκος.

Ασφαλώς και δεν ήταν ο Μπάιντεν που έκανε λάθος. Όντως ο Ερντογάν του το είχε εκμυστηρευτεί λίγες μέρες νωρίτερα όταν συναντήθηκαν στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ κι ο αμερικανός αντιπρόεδρος του παρουσίασε στοιχεία που έδειχναν το Ισλαμικό Κράτος να περνά ανενόχλητο από οποιαδήποτε πλευρά των τουρκικών συνόρων με τη Συρία.

Ακόμη χειρότερα ήταν για τον Τζο Μπάιντεν η επόμενη επίσκεψή του στην Άγκυρα, τον Αύγουστο του 2016, λίγες μέρες μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα. Ο ελεγχόμενος φιλοκυβερνητικός τύπος κατηγορούσε ανοιχτά τις ΗΠΑ πως είχαν γνώση των σχεδίων για πραξικόπημα, ή ακόμη περισσότερο πως ήταν πίσω από

Σε δηλώσεις μαζί με τον Μπάιντεν, ο Ταγίπ Ερντογάν κατηγόρησε τις ΗΠΑ πως προστατεύουν τον τρομοκράτη Φετουλάχ Γκιουλέν.

Τα τέσσερα χρόνια της προεδρίας Τραμπ θα μπορούσαν να είναι «μήνας του μέλιτος» για τον Ταγίπ Ερντογάν, αν δεν προκαλούσε με την αχρείαστη φυλάκιση του πάστορα Άντριου Μπράνσον και την αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400. Η καθυστέρηση της αποφυλάκισης Μπράνσον – ήλπιζε να τον χρησιμοποιήσει στην υπόθεση της HALKBANK ή και του Γκιουλέν – εξαγρίωσε τον Τραμπ, ο οποίος ένοιωσε εκτεθειμένος απέναντι στους φίλους του Ευαγγελιστές. Ενώ με τους S-400 προκάλεσε την οργή του Κογκρέσου, το οποίο για πρώτη φορά μετά το 1975 έλαβε μέτρα κατά της Τουρκίας, τα οποία στο τέλος είχαν ως αποτέλεσμα την επιβολή κυρώσεων CAATSA από τον πρόεδρο Τραμπ, λίγες μέρες πριν εγκαταλείψει το Λευκό Οίκο.

ΞΑΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ

Η γραμμή υπεράσπισης του Ερντογάν στις πιέσεις ναα μην προχωρήσει στην αγορά των ρωσικών πυραύλων ήταν να επιρρίπτει ευθύνες στην κυβέρνηση Ομπάμα, που δεν του έδινε άνευ όρων του Πάτριοτ και άλλο στρατιωτικό υλικό (φρεγάτες και ελικόπτερα) που ήθελε. Μάλιστα ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ, παρουσία του Ταγίπ Ερντογάν σε κοινές δηλώσεις στο περιθώριο συνάντησης των G20 επέρριψε ευθύνες στον προκάτοχό του Μπαράκ Ομπάμα, γιατί δεν έκανε τα χατίρια του Ερντογάν, ενέργεια πρωτοφανή για τα αμερικανικά δεδομένα.

Παρότι οι παγκόσμιοι ηγέτες είναι γνωστό ότι λαμβάνουν τις αποφάσεις στη βάση των εθνικών συμφερόντων των χωρών τους, δεν πιστεύω κανείς να πιστεύει ότι ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν πάσχει τόσο σοβαρά από άνοια για να ξεχάσει την εχθρική συμπεριφορά του Ταγίπ Ερντογάν προς τις ΗΠΑ και του ιδίου προσωπικά.

Από τις πρώτες κιόλας μέρες της κυβέρνησης Μπάιντεν, οι ανώτατοι σύμβουλοί του ξεκαθάρισαν στην Τουρκία ότι τα πράγματα δεν θα ακολουθούσαν ξτην πεπατημένη.

Ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν είπε καταθέτοντας ενώπιον της επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας ότι η Τουρκία είναι «ούτω καλούμενη στρατηγική σύμμαχος» και ξεκαθάρισε ότι θα λάβει υπόψη όχι μόνο τις σχέσεις της με τη Ρωσία και τους S-400, αλλά και τις επιδόσεις της χώρας στα ανθρώπινα δικαιώματα, τον κανόνα δικαίου κλπ.

Ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Μπάιντεν, Τζέικ Σάλιβαν,  πήγε ακόμη πιο πέρα, στη συνομιλία του με τον επικεφαλής των συμβούλων και εκπρόσωπο του Τούρκου προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν.

Σύμφωνα με γραπτή δήλωση της εκπροσώπου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, Emily Horne, O κ. Σάλιβαν υπογράμμισε την επιθυμία της κυβέρνησης Μπάιντεν να οικοδομήσει εποικοδομητικούς δεσμούς ΗΠΑ-Τουρκίας, επεκτείνοντας τους τομείς συνεργασίας και με αποτελεσματική διαχείριση των διαφωνιών.

«Μετέφερε την πρόθεση της κυβέρνησης να ενισχύσει τη διατλαντική ασφάλεια μέσω του ΝΑΤΟ, εκφράζοντας ανησυχία που η απόκτηση του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400 από την Τουρκία υπονομεύει τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα της συμμαχίας».

Σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό, η εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας ανέφερε ότι «ο κ. Σάλιβαν χαιρέτισε την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας και εξέφρασε την υποστήριξη του στα σχέδια του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Γκουτέρες για την επανάληψη των συνομιλιών για την Κύπρο».

Η πρώτη αυτή επίσημη ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για την πρώτη αμερικανοτουρκική συνάντηση της προεδρίας Μπάιντεν, δεν είχε την παραμικρή αναφορά σε στρατηγική συμμαχία ΗΠΑ – Τουρκίας, ούτε χαρακτηρίζει την Τουρκία – όπως συνηθίζονταν – στρατηγικό εταίρο. Κάτι που συνέβη για πρώτη φορά.

Στέλνοντας ακόμη ένα μήνυμα στην Τουρκία, ο Τζέικ Σάλιβαν – σύμφωνα με την ανακοίνωση – υπογράμμισε «την ευρεία δέσμευση της κυβέρνησης Μπάιντεν για τη στήριξη των δημοκρατικών θεσμών και του κράτους δικαίου», τομείς που υποφέρουν στην Τουρκία, ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.

Αλλά κι αν ακόμη ο Τζο Μπάιντεν κι οι στενοί του συνεργάτες στα θέματα εθνικής ασφαλείας θα ήθελαν να ξεχάσουν, δεν τους αφήνουν οι Τούρκοι αξιωματούχοι, που άρχισαν να παίζουν στους σκοπούς  του 2016, μετά το πραξικόπημα.

Δεν είναι μόνο μόνο η οργάνωση FETO (Γκιουλενιστές) πίσω από την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου στην Τουρκία, είναι και οι ΗΠΑ, δήλωσε ο Τούρκος Υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού σε τηλεοπτική εκπομπή του Χαμπέρ Γκλομπάλ, σύμφωνα με την ανταποκρίτρια του ΚΥΠΕ, Άννα Ανδρέου.

Ο Τούρκος Υπουργός στη συνέχεια κλήθηκε από την εφημερίδα Χουριέτ να διευκρινίσει τι εννοούσε και ανέφερε ότι «είπα ‘η Αμερική είναι πίσω από αυτό το πραξικόπημα’. Μάθαμε από τα βρετανικά έγγραφα της περιόδου ότι η Αμερική ήταν πίσω από το πραξικόπημα του 1960».

Συνειδητοποιήσαμε, είπε, «ότι η Αμερική ήταν πίσω από το πραξικόπημα του 1980, μετά τη φράση ‘τα παιδιά μας πέτυχαν’».

Είναι σαφές, πρόσθεσε ο κ. Σοϊλου ΄«ποιος είναι πίσω από τις 28 Φεβρουαρίου. Είπα ότι η Αμερική ήταν πίσω από αυτό το πραξικόπημα σε λιγότερο από 24 ώρες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου. Μετά από αυτό έγινα ο Υπουργός Εσωτερικών».

Τέτοιες δηλώσεις είναι μη συμβατές με την ιδιότητα της Τουρκίας ως σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ, ήταν η απάντηση του εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Νεντ Πράις.

«Οι ΗΠΑ δεν είχαν ανάμειξη στην απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία και το καταδίκασαν αμέσως. Οι πρόσφατοι ισχυρισμοί περί του αντιθέτου από ανώτερους Τούρκους αξιωματούχους είναι εντελώς ψευδείς».

Ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σημείωσε πως «αυτές οι τοποθετήσεις και άλλοι αβάσιμοι και ανεύθυνοι ισχυρισμοί για ευθύνη των ΗΠΑ σε γεγονότα στην Τουρκία δεν συνάδουν με το καθεστώς της Τουρκίας ως συμμάχου του ΝΑΤΟ και στρατηγικού εταίρου των Ηνωμένων Πολιτειών».

Την ίδια στιγμή εκπρόσωπός του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, απαντώντας σε ερώτηση της ιστοσελίδας HellasJournal.com για τη στάση της νέας αμερικανικής κυβέρνησης στο θέμα της εγκατάστασης των ρωσικών πυραύλων S-400, τη χαρακτήρισε ασύμβατη για στρατηγικό εταίρο και σύμμαχο.

«Οι ρωσικοί (πύραυλοι) S-400 είναι μη συμβατοί με τον εξοπλισμό του ΝΑΤΟ, απειλούν την ασφάλεια της τεχνολογίας του ΝΑΤΟ και δεν συνάδουν με τις δεσμεύσεις της Τουρκίας ως συμμάχου του ΝΑΤΟ. Αυτή η σημαντική συναλλαγή με τη Ρωσία προκάλεσε κυρώσεις CAATSA σύμφωνα με τη νομοθεσία των ΗΠΑ. Προτρέπουμε την Τουρκία να μην διατηρήσει το σύστημα», ανέφερε εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών.

Χαρακτήρισε την Τουρκία παλαιό και πολύτιμο σύμμαχο στο ΝΑΤΟ, ωστόσο, πρόσθεσε, η απόκτηση των S-400 έρχεται σε αντίθεση με τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν όλοι οι Σύμμαχοι στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ το 2016 στη Βαρσοβία για τη μείωση των εξαρτήσεων από ρωσικούς εξοπλισμούς.

Ως μέρος της δέσμευσής μας προς τους Συμμάχους μας, ο Πρόεδρος Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να προσέξει σοβαρά την τουρκική συμπεριφορά που δεν συνάδει με το διεθνές δίκαιο ή τις δεσμεύσεις της (Τουρκίας) προς το ΝΑΤΟ».

Καταλήγοντας, ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανέφερε ότι οι ΗΠΑ προτρέπουν την Τουρκία, και όλους τους εταίρους και συμμάχους , να αποφύγουν μελλοντικές αγορές ρωσικού οπλισμού, συμπεριλαμβανομένων και επιπλέον S-400, που αποφέρουν στη Ρωσία έσοδα, πρόσβαση και επιρροή.

«Οποιεσδήποτε τέτοιες συναλλαγές θα μπορούσαν να υπόκεινται σε κυρώσεις CAATSA, χωριστές και επιπρόσθετες  εκείνων που έχουν ήδη επιβληθεί», συμπλήρωσε.

Στον ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε την Παρασκευή και ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Τζον Κίρμπι.

«Η Τουρκία είναι σύμμαχος εδώ και πολύ καιρό και διακεκριμένο μέλος του NATO, αλλά η απόφασή της να αγοράσει S-400 είναι ασύμβατη με τις δεσμεύσεις της ως συμμάχου των ΗΠΑ και του NATO», τόνισε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.

«Η Τουρκία είχε πολλές ευκαιρίες τα τελευταία δέκα χρόνια να αγοράσει το (ανταγωνιστικό) σύστημα Patriot από τις ΗΠΑ, αλλά προτίμησε να αγοράσει το S-400, γεγονός που προσφέρει στη Ρωσία έσοδα, πρόσβαση και επιρροή», πρόσθεσε.

Ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε τον Ιανουάριο την ελπίδα ότι θα καταλήξει σε συμβιβασμό με την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν που θα επιτρέψει η Άγκυρα να επανενταχθεί στο πρόγραμμα κατασκευής των F-35. Τα πρώτα μηνύματα είναι τόσο απογοητευτικά, που τον κάνει νευρικό και να αντιδρά με επιθετικές δηλώσεις.

Καθώς η εξέγερση των φοιτητών και οι συλλήψεις από το καθεστώς του προκαλούν τις αντιδράσεις της Δύσης, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν ως απάντηση επιτίθεται στις ΗΠΑ και την Ε.Ε..

 «Τα γεγονότα στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου δεν έχουν καμία σχέση με τους φοιτητές. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης (…) και ορισμένοι ακαδημαϊκοί με τους οποίους συνεργούν βρίσκονται πίσω από αυτό», υποστήριξε ο Τούρκος πρόεδρος.

Ο Ερντογάν απέρριψε οποιαδήποτε κριτική, κατηγορώντας συγκεκριμένα τις ΗΠΑ και τη Γαλλία ότι «δεν μπόρεσαν» να βρουν διέξοδο στα δικά τους εσωτερικά προβλήματα.

«Δεν ντρέπεστε για το τι συνέβη μετά τις εκλογές;» είπε ο Τούρκος πρόεδρος απευθυνόμενος στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, αναφερόμενος στη βίαιη εισβολή στο Καπιτώλιο στην Ουάσινγκτον τον περασμένο μήνα, προτού ο Τζο Μπάιντεν ορκιστεί πρόεδρος.

Επίσης, χλεύασε τη Γαλλία, χαρακτηρίζοντας το Παρίσι «ανίκανο να διαχειριστεί τις διαδηλώσεις (του κινήματος) των κίτρινων γιλέκων». «Δεν έχουμε τέτοια προβλήματα εδώ», κατέληξε ο Τούρκος πρόεδρος.

Όλα αυτά είναι μόνο η αρχή. Τουλάχιστον σε ότι αφορά τις ΗΠΑ, έχουμε να δούμε πολλά ακόμη στο μέτωπο με την Τουρκία.

*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους

ΠΗΓΗ: greeknewsonline.

 

Share this post