ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΝ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
ὑπό Μητροπολίτου πρ. Χαλκηδόνος Ἀθανασίου*
“Τό ψεῦδος γίνεται ἀλήθεια ἐάν πρόκειται διά τήν ζωήν”! (Publilius Syrus)
Ὡς γνωστόν ἡ ἀξιοπιστία τό σημαντικότατον τοῦτο προσόν τοῦ ἀνθρώπου καί ἰδίως τεκμήριον των θρησκειῶν, ἔχει ἀποβεῖ σήμερον διά τῆς πανταχοῦ κυριαρχούσης “ψευδολογίας” σπανία καί περιζήτητος. Καί τό ψεῦδος λέγεται λίαν εὐκόλως, συνεχῶς, ἀσυστόλως καί ἴσως μετά ἡδονῆς, ἀνερυθριάστως!
Ψεύδονται τ.ε. πλεῖστοι ὅσοι διά ποικίλων λόγων, οὕτως ὤστε ἡ ἀμέσως μετ’ αὐτῆς συνδεομένη ἐμπιστοσύνη, νά ἐξουθενοῦται τελείως. Οὕτως ζῶμεν ἐντός οὐχί ἁγίου ἀλλά “θεάτρου τοῦ ψεύδους” ἐξαπατοῦντες καί ἐμπαίζοντες μετά μεγάλης μάλιστα “εὐγενείας” ἀλλήλους.
Καί οἱ πάντες φαίνονται τελείως ἱκανοποιημένοι, διότι προοδεύουν εἰς τήν ζωήν “παίζοντες”! ἄδοντες καί ψάλλοντες. Ὁ διαπρεπής Καρδινάλιος τοῦ Μονάχου R. Marx, πρόεδρος τοῦ “Γερμανικοῦ Ἐπισκοπικοῦ Συμβουλίου” δημοσίως ὠμολόγησεν, ὅτι ἡ Ἐκκλησία – διά να παριορισθῶμεν μόνον εἰς αὐτήν – ἀπώλεσεν τήν ἀξιοπιστίαν τοῦ ποιμνίου της.
Ἄς μήν λησμονῶμεν, ὅτι “τό κηρίον τοῦ ψεύτου καίει μέχρι τῆς νυκτός.”
Τό Βατικανόν διά μίας ἀσυνήθους πράξεως τῆς διαφανείας ἐδημοσίευσεν τάς ὀμιλίας τῶν Καρδιναλίων L. Ladavia (ἐκ τοῦ Συμβουλίου τῆς Πίστεως) καί Μ. Qullet (ἐκ τοῦ Συμβουλίου τῶν Ἐπισκόπων) τάς ὁποίας ἔκαμον κατά τήν ἐπίσκεψιν ad-Limina εἰς τήν Ρώμην.
Ὁ Μ. Qullet ἀρχικῶς ἐπαινεῖ δι’ἑνός δηκτικοῦ λόγου τήν ἐπεξεργασίαν ὑπό τῆς Συνόδου τῆς σεξουαλικῆς διαφθορᾶς ὡς ἀπαρχήν τῆς συνοδικής ὁδοῦ.
Πράττει δέ τοῦτο διά – τῆς γνωστῆς γερμανικῆς μεθόδου – καί εἶναι μία δοκιμή διά μέσου τῆς ἐπιστήμης καί πίστεως νά θέσει τέλος εἰς τάς ἠθικάς καί ἱδρυματικάς ἀποτυχίας καί νά ἔλθει εἰς ριζικάς νεοκατευθύνσεις παρά τάς δυσχερείας.[1]
Ἐξ ἄλλου τυγχάνει γνωστόν, ὅτι θέματα ὡς ἡ ἄρσις τῆς ἀναγκαστικῆς ἀγαμίας, ἡ χειροτονία τῶν ἐγγάμων ἡλικιωμένων (viri probati), ἡ χειροτονία τῶν γυναικῶν, ἡ ἠθική νεοαξιολόγησις τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ὁ δομικός καί λειτουργικός περιορισμός τῆς ἱεραρχικῆς ἰσχύος, ἡ ἐμπνεομένη ἐκ τῆς θεωρίας Gender σεξουαλικότης, αἱ σημαντικαί ἀλλαγαί εἰς τήν Κατήχησιν τῆς Ρ/Καθολικῆς Ἐκκλησίας κ.λ.π. αἱ ὁποῖαι ἐξεμεταλλεύθησαν διά τῆς ἐπιβολῆς ἄλλων ἰδεῶν ἀσχέτων γενικῶς πρός τό θέμα, ἀποτελοῦν φλέγοντα θέματα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης καί γενικότερον.
Ὁ Qullet ἐπετέθη ὡσαύτως κατά τοῦ Ἐπισκόπου τοῦ Regensburg, ὁ ὁποῖος ὁμιλεῖ διά τό ψέμμα εἰς τήν κοιτίδα τῆς συνοδικῆς ὁδοῦ. Παρόμοιαι γενικῶς τυγχάνουν καί αἱ ἀπόψεις τοῦ Ladavia, τονίζοντος ὅτι τό διδακτικόν ὑπούργημα ἀνήκει εἰς τόν Ἐπίσκοπον της Ρώμης, εἰσηγούμενος καί λύσεις τινας.
Εἶναι πάντως λυπηρόν, ὅτι ἡ Ἐκκλησία γενικῶς ἀπώλεσεν τήν ἀξιοπιστίαν αὐτῆς καί ἐρωτᾶ τις: Διατί; Ἰδοῦ μερικά αἴτια:
Ἡ μή συχνάκις συμφωνία λόγου πράξεως καί βιοτῆς ἰδίως τῶν οὕτω καλουμένων “ἐπαγγελματιῶν τῆς ἱερωσύνης” (Γερομελίτων) καί οὐχί μόνον, ὁ διαρκῶς αὐξάνων ματεριαλισμός, τά ἠθικά, σεξουαλικά, οἰκονομικά σκάνδαλα καθῶς καί τά διαδικαστικά, συντηρήσεως καί ἀποκαταστάσεως μνημείων καί κειμηλίων, ἡ ἐκκοσμίκευσις, ὁ συγκεντρωτισμός καί ὁ κληρικός μονοπολιτισμός (Monokultur), ἡ αὐλική ἀπολυταρχία, ὁ ἐτσιθελισμός καί ἡ ὀργανωμένη ἀνευθυνότης,[2] ἡ θεαματική ἐξέλιξις τῆς τεχνολογίας, ἡ “θεοποίησις” τοῦ αὐτονόμου ἀνθρώπου (sedlmayr) καί ἡ ἐξ αυτῆς πηγάζουσα ἀλαζονία του.
Αἱ συχναῖ ἔριδες καί ἐνίοτε φονικοῖ “πόλεμοι” θεολογικοῦ, καί ὡς μας ὤμελε, δικαιοδοσιακοῦ, ἱεραποστολικοῦ κ.ἄ. χαρακτῆρος μεταξύ κρατῶν, θρησκειῶν καί τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί οἱ ἐνδοεκκλησιαστικοῖ τοιοῦτοι ὡς τοῦ μοναχισμοῦ, ἡ μή σοβαρά ἔγκυψις εἰς τά φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα, ἡ ἄγνοια καί ἀδιαφορία δι αὐτά (Aids) κ.ἄ. ἡ διαφορετική συχνάκις μεταχείρησις τῶν πιστῶν διά μεροληψίας, ἡ μή ἐπαρκής μέριμνα διά τήν ἄμβλυνσιν τῶν χαινόντων οἰκολογικῶν προβλημάτων, ἡ ὑποβάθμισις τοῦ κηρύγματος καί τῆς κατηχήσεως καί ἡ διάδοσις ἰδεῶν τῆς “νέας τάξεως τοῦ κόσμου”, ἡ μή ἐντατική καταπολέμησις τῆς πτώχειας, ὅλως δέ ἱδιαιτέρως ἡ ἐλλειπής καί οὐχί σπανία ἀντιχριστιανική παιδεία τῆς νέας γενεᾶς κ.λ.π.
Πάντα δέ ταῦτα καί ἄλλα πολλά συνετέλεσαν εἰς τήν ἀπώλειαν τῆς ἀξιοπιστίας καί τόν ἀποχριστιανισμόν τῆς Δύσεως, τήν ἀπομάκρυνσιν τῶν πιστῶν ἐκ τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἰδιοτικοποίησιν τῆς πίστεως καί θρησκείας (privatisierung der Religion) καί τόν χωρισμόν αὐτῆς ἐκ τοῦ συνήθως ἀδιαφόρου κράτους, τήν στροφήν τῶν πιστῶν εἰς ἔτερα περισσότερον συνταρακτικά δι’ αὐτούς θρησκεύματα (Βουδισμοῦ, Ἰσλάμ κ.λ.π.), τήν ἐρήμωσιν τῶν ναῶν, τήν πώλησιν, ἐνοικίασιν, κρήμνισιν καί δι’ ἀλλοτρίους σκοπούς χρῆσιν αὐτῶν κ.ἄ.
Ὡς ἐκ τούτου πολλοῖ εἰσηγοῦνται πρός μεταβολήν τῆς καταστάσεως ταύτης, τήν Μεταρρύθμησιν τῆς Ἐκκλησίας εἰς διαφόρους τομεῖς ὡς τό δόγμα, τό διδακτικόν ὑπούργημα, τήν θεολογίαν καί τόν ἐκσυγχρονισμόν αὐτῆς.
Διό καί Κύριος εἴπεν: “Ἀλλάξατε, διότι ἀλλέως δέν θά ὑπάρχει πλέον ἀξιοπιστία” (πρβλ. Α΄ Κορινθ. 15.51-52).
[1] Was Rom über synodalen weg denkt, Publik Forum 23 (2022). D. Bogner, Ihr macht unsere Κirche kaputt, Herder.
[2] N. Copray, Druck im Kessel wie die Kirche glaubwürdig wird, Ἔνθ. ἀνωτ. 24 (2019) 64.
* Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους.