Πανδημία και Δημοκρατία

Πανδημία και Δημοκρατία

Το βιβλίο του Βούλγαρου θεωρητικού Ιβάν Κράστεφ

Πώς θα μοιάζει ο κόσμος μετά τον κορονοϊό; Πώς θα επηρεάσει τη δημοκρατία; Πώς θα αλλάξει η κρίση τον τρόπο με τον οποίο συνυπάρχουμε και αλληλεπιδρούμε; Τι μας διδάσκουν εν τέλει όλα αυτά;

Ο Ιβαν Κράστεφ, πρόεδρος του Κέντρου Φιλελεύθερων Στρατηγικών της Σόφιας και Μόνιμος Εταίρος του Ινστιτούτου Επιστημών του Ανθρώπου στη Βιέννη, θεωρεί την κρίση του κορονοϊού σημείο καμπής. Κι αυτό γιατί η κρίση μετέβαλε την αντίληψη μας για το τι είναι δυνατό και τι αδύνατο. Η πανδημία απέδειξε ότι το αδύνατο μπορεί να μετατραπεί σε δυνατό, ωστόσο αυτή η νέα συνθήκη δεν παύει να συνοδεύεται από περιορισμούς. Το ΑΠΕ-ΜΠΕ προδημοσιεύει σήμερα απόσπασμα από το βιβλίο του Βούλγαρου πολιτικού θεωρητικού με τίτλο “Ήρθε το αύριο ή ακόμα; Πώς η πανδημία αλλάζει την Ευρώπη”, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος σε μετάφραση Γιώργου Καράμπελα.

Προδημοσίευση

Ιβαν Κράστεφ

Ο κορονοϊός θα φέρει τους λαϊκιστές στην εξουσία;

«Ο φόβος ξεπερνά σε ένταση κάθε άλλη αναστάτωση», είχε πει τον 16ο αιώνα ο Γάλλος ουμανιστής Μονταίνιος. Και ο φόβος είναι αυτός που φέρνει τους λαϊκιστές στην εξουσία. Δεν θα έπρεπε επομένως να μας εκπλήσσει που πολλοί πιστεύουν ότι οι δεξιοί λαϊκιστές θα είναι οι μεγαλύτεροι κερδισμένοι από την κρίση του κορονοϊού. Αλλά εξηγείται όντως η άνοδος του λαϊκισμού την τελευταία δεκαετία αν την αποδώσουμε στον φόβο ή στο άγχος;

Αν και οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι ο φόβος και το άγχος είναι στενοί συγγενείς -και τα δύο περιέχουν την ιδέα του κινδύνου-, τονίζουν επίσης ότι ο φόβος είναι αντίδραση σε έναν συγκεκριμένο και ορατό κίνδυνο, όπως ο φόβος μήπως μολυνθούμε από μια θανάσιμη νόσο. Αντίθετα, το άγχος είναι μια διάχυτη, θολή, άνευ αντικειμένου ανησυχία σχετικά με το μέλλον μας. Οι άνθρωποι αγχώνονται μήπως τα παιδιά τους ζήσουν χειρότερα απ’ ό,τι έζησαν οι ίδιοι. Αγχώνονται μήπως τους πάρουν τη θέση οι μετανάστες. Αγχώνονται για την επερ- χόμενη κλιματική καταστροφή, ή για το ενδεχόμενο εισβολής εξωγήινων. Τα αγχωμένα άτομα είναι και θυμωμένα, ενώ τα φοβισμένα άτομα δεν έχουν την πολυτέλεια του θυμού: είναι πεσμένα με τα μούτρα στη δουλειά, για να επιβιώσουν. Οι λαϊκιστές έχουν αποδειχθεί ικανοί να εκμεταλλεύονται τον θυμό των αγχωμένων. Οι αγχωμένοι δεν συμπεριφέρονται όπως οι φοβισμένοι. Είναι ήδη ευρεία, και αυξάνεται ολοένα, η γραμματεία στον τομέα της κοινωνικής ψυχολογίας που υποστηρίζει ότι σε συνθήκες φόβου «οι άνθρωποι αναπτύσ- σουν οξυμένη αντίληψη και επίγνωση για τους περιορισμούς στην ελευθερία δράσης, και θέτουν ως κεντρικό στόχο και επιθυμία τους την αποκατάσταση ενός υψηλότερου βαθμού συνοχής και βεβαιότητας». Στα απομνημονεύματά του, ο Γερμανός κριτικός Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίκι εξομολογείται ότι τους μήνες που έζησε στο Γκέτο της Βαρσοβίας κατά τον Β ́ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και περνούσε όλη του την ώρα διαβάζοντας, δεν άγγιξε ούτε ένα μυθιστόρημα, από φόβο μήπως αρχίσει κάποιο και πεθάνει πριν προλάβει να το τελειώσει.

Όταν περάσει η χειρότερη φάση της τωρινής κρίσης και οι άνθρωποι πάψουν να φοβούνται για τη ζωή τους, ο θυμός θα επιστρέψει, και λαϊκιστές πολιτικοί σαν τη Μαρίν Λε Πεν ή τον Ματέο Σαλβίνι μάλλον θα ανακάμψουν ξανά. Σήμερα ωστόσο, η ένταση του φόβου που προκαλεί ο κορονοϊός είναι το στοιχείο που εξηγεί γιατί το πάνω χέρι το έχει η κυβέρνηση και όχι η λαϊκιστική ρητορική. Όσο ανεβαίνει η δημοτικότητα του Μακρόν και του Κόντε, οι λαϊκιστές της αντιπολίτευσης υποχωρούν. Οι φοβισμένοι άνθρωποι δεν ψάχνουν κάποιον που θα γίνει εκφραστής της απογοήτευσής τους, αλλά κάποιον που θα τους προστατεύσει, καθώς και αυτούς που κατέχουν τη γνώση. Έτσι, η πανδημία έχει αλλάξει τη στάση του κοινού απέναντι στην αυθεντία. Έχει αναδείξει τα κοινωνικά οφέλη που απορρέουν από μια ικανή κυβέρνηση, σε αντίθεση με τη δυσπιστία απέναντι στους ειδικούς και τους τεχνοκράτες που ακολούθησε τη χρηματοπιστωτική κρίση.

ΠΗΓΗ: ΑΜΠΕ

Share this post