Ολοκληρώθηκαν δύο μεγάλα έργα στην Μονή Σινά
Αποκαλυπτήρια του μωσαϊκού του ελληνορθόδοξου μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης του Σινά με τις 500.000 ψηφίδες και εγκαίνια της Μεγάλης βιβλιοθήκης με τα 6.000 μοναδικά στον κόσμο παλέτυπα, παρουσία εκπροσώπων της αιγυπτιακής κυβέρνησης.
Κάιρο, ΑΠΕ-ΜΠΕ
του Ν. Κάτσικα
Με «χρυσά γράμματα» θα γραφεί στην ιστορία του θεοβάδιστου Μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης του Σινά, η 16η Δεκεμβρίου του 2017. Ελλάδα , Αίγυπτος και εκπρόσωποι πολλών χωρών εόρτασαν την ολοκλήρωση δύο μεγάλων έργων στο θρησκευτικό αυτό χώρο, που δεν έχει σταματήσει τη λατρεία του Θεού εδώ και πάνω από 15 αιώνες.
Πρόκειται για την ολοκλήρωση των έργων ανακαίνισης της μεγάλης Βιβλιοθήκης της Μονής, που θεωρείται η δεύτερη σημαντικότερη στον κόσμο, μετά αυτή του Βατικανού, με 6.000 τουλάχιστον πολύτιμα παλέτυπα και βιβλία και χιλιάδες άλλες εκδόσεις που αναδεικνύουν την πολιτιστική σημασία του ελληνορθόδοξου μοναστηριού, στην πύλη του οποίου ανυψώνεται η ελληνική σημαία μαζί με της Αιγύπτου και αποτελεί ένα από τα επτά μνημεία που η UNESCO έχει χαρακτηρίσει στη Χώρα του Νείλου ως μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το μεγάλο αυτό γεγονός τίμησαν με την παρουσία τους δύο Αιγύπτιοι Υπουργοί, της Αρχαιολογίας κ. Χάλιντ Ανάνι και της Τοπικής Ανάπτυξης κ. Χισάμ Αλ Σερίφ, ο Υπουργός Κυβερνήτης του Νοτίου Σινά Στρατηγός Χάλιντ Φούντα, πολλοί βουλευτές του αιγυπτιακού Κοινοβουλίου, πάνω από δέκα Πρέσβεις που εκπροσωπούσαν κυρίως ευρωπαϊκές χώρες (μεταξύ των οποίων τιμητική θέση κατείχε ο Έλληνας Πρέσβης κ. Μιχαήλ Χρήστος Διάμεσης), καθώς και η κα Αγγελική Χονδροματίδου, Δ/ντρια του ιδιαίτερου Γραφείου της Υπουργού Τουρισμού της Ελλάδας κας Έλενας Κουντουρά, καθώς και εκπρόσωποι του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, της Κοπτικής Εκκλησίας και του Πανεπιστημίου του Ελ Άζχαρ, η εκπρόσωπος του Αιγυπτίου Υπουργού Πολιτισμού Χέλμι Αλ Νάμναμ, διακεκριμένη δημοσιογράφος Φάτμα Ναούμ, τους οποίους όλους υποδέχτηκε θερμά ο Προκαθήμενος του Μοναστηριού, ο Αρχιεπίσκοπος Σινά, Φαράν και Ραϊθούς κ. Δαμιανός με τους μοναχούς της Μονής.
Προηγήθηκε στην είσοδο των Ιουστιάνειων τειχών το καλοσώρισμα από τα παιδιά των Βεδουΐνων, όλα τους ντυμένα με τις παραδοσιακές στολές, των οποίων οι οικογένειες ιστορικά και διαχρονικά αποτελούν τους φύλακες του μοναστηριού, στους οποίους ο Κυβερνήτης κ. Φούντα προσέφερε υλική βοήθεια με την ευκαιρία της μεγάλης αυτή ημέρας για την Ελλάδα και την Αίγυπτο.
Και αυτό ακριβώς το διπλό μήνυμα ανάδειξης των δύο χωρών και των πολιτισμών καθώς και των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών που έχουν ως ιερό τόπο το Σινά, ανέδειξε κυρίως με τον λόγο του ο Υπουργός Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου, μιλώντας ως ο αρμόδιος Υπουργός στην ασφυκτικά γεμάτη Αίθουσα Εκδηλώσεων του ξενώνα της Μονής, μία εκδήλωση που παρακολουθούσαν 17 τηλεοπτικά συνεργεία από την Αίγυπτο και το εξωτερικό και ακόμη περισσότεροι δημοσιογράφοι.
Ο Αρχιεπίσκοπος Σινά κ. Δαμιανός εξέφρασε «μετά τον Θεό, τις θερμές ευχαριστίες του στην αιγυπτιακή κυβέρνηση και κυρίως στο σοφό ηγέτη της Αιγύπτου, τον Πρόεδρο Άμπντελ Φατάχ αλ Σίσι και τον Κυβερνήτη του Νοτίου Σινά Στρατηγό Χάλιντ Φούντα για το αμέριστο ενδιαφέρον τους για τη Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης». «Σε ένα τόπο εξαιρετικά ιερό και ευλογημένο, όπου μαζί με την αόρατη πνευματική δύναμη και η μυστική ζωή της σιωπής, παράγονται συγχρόνως ανά τους αιώνας πολιτιστικά αγαθά, χρησιμότατα για την ειρήνη, την αγάπη και την ομόνοια των λαών, στη σύγχρονη ταραγμένη διεθνώς κοινωνία».
Ο Κυβερνήτης του Νοτίου Σινά κ. Φούντα μίλησε για μία τεράστιας και παγκόσμιας σημασίας εκδήλωση, στην οποία αναδεικνύεται «η Αίγυπτος της συμβίωσης», όπως είπε χαρακτηριστικά ο υψηλός αυτός Αιγύπτιος αξιωματούχος που είναι ο κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος του Αιγυπτίου Προέδρου Άμπντελ Φατάχ Αλ Σίσι στην περιοχή, και ο οποίος μόλις πριν από τρεις εβδομάδες είχε τιμήσει με την παρουσία του στο Υπουργείο εξωτερικών στην Αθήνα, την εκδήλωση για τα παλίμψηστα έγγραφα της Ιεράς Μονής του Σινά, και ο οποίος είχε γίνει θερμά δεκτός και από τον Υφυπουργό Εξωτερικών κ. Ιωάννη Αμανατίδη.
Από την πλευρά του, ο Υπουργός Τοπικής Ανάπτυξης μίλησε για τα μηνύματα που μετέφερε η ιστορική αυτή εκδήλωση, «με το πνεύμα της αγάπης, του σεβασμού στην πολιτιστική κληρονομιά, το πνεύμα της ανθρωπότητας, της παγκοσμιοποίησης και το πνεύμα του πατριωτισμού, το πνεύμα συμβίωσης και ειρήνης». Και συνεχάρη σε όσους συμβάλλουν στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς αυτού του τόπου του Σινά που θεωρείται ο τρίτος ιερότερος τόπος παγκοσμίως, συγχαίροντας όλους όσοι επίσης συμβάλλουν στην ανάδειξη του τόπου αυτού για όσους θέλουν να τον επισκεφτούν από όλον τον κόσμο. Και υποσχέθηκε ότι κάθε τρεις μήνες θα επισκέπτεται την Αγία Αικατερίνη του Σινά, δίνοντας ο ίδιος την παρουσία του στο Συμβούλιο που έχει δημιουργηθεί για την ανάδειξη και προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς του ιστορικού αυτού και ιερού τόπου.
Εξάλλου, ο Υπουργός Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου Χάλιντ Ανάνι τόνισε τη σημασία της Βιβλιοθήκης της Μονής καθώς επίσης έκανε μία εξαιρετική αναφορά στο ψηφιδωτό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος που υψώνεται εκεί που συνήθως βρίσκεται η απεικόνιση της Παναγίας Πλατυτέρας σε όλες σχεδόν τις εκκλησίες, αποτελώντας εδώ μία ξεχωριστή πρωτοτυπία, όχι μόνο για το θέμα του, αλλά κυρίως γιατί καταλαμβάνει μία ιστορία 15 αιώνων και το οποίο καλύπτει μία έκταση 46 τετραγωνικών μέτρων, και το οποίο έχει κατασκευαστεί από περίπου 500.000 ψηφίδες, και για το οποίο το έργο ανακαίνισης ξεκίνησε το 2005 για να ολοκληρωθεί 12 χρόνια αργότερα, το 2017! Σημείωσε επίσης ότι ο χώρου αυτός του Σινά είναι ο ιερός χώρος των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών, των Χριστιανών, των Μουσουλμάνων και των Εβραίων, ευχαριστώντας ιδιαίτερα τον Αρχιεπίσκοπο Σινά κ. Δαμιανό για το τεράστιο έργο που επιτελεί.
Να σημειωθεί ότι ο Υπουργός Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου κ. Χάλιντ Ανάνι ήταν εκείνος που προσωπικά εξηγούσε το έργο που επιτελέστηκε στο εκπληκτικό ψηφιδωτό – μωσαϊκό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, μιλώντας ο ίδιος στους υψηλούς προσκεκλημένους, αμέσως μετά το μικρό αγιασμό που πραγματοποίησε ο Αρχιεπίσκοπος Σινά κ. Δαμιανός, παρουσία των μοναχών της Μονής.
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την οπτική παρουσίαση των έργων από τον Καθηγητή του Πανεπιστημίου Πατρών κ. Πέτρο Κουφόπουλο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Σινά τέλος ευχαρίστησε θερμά για τη συμβολή τους στην επιτυχία της εκδήλωσης, τον Διαχειριστικό Δ/ντή της Μονής κ. Νικόλα Βαδή, με τους συνεργάτες του κ.κ. Αντώνη Καζαμία, Βασιλική Χαραλάμπους, Αλέξανδρο Καζαμία και Ιωάννη Τζουμέρκα.
*Προσκύνημα στην Μονή το 2009
Τον Δεκέμβριο του 2009 μου δόθηκε η ευκαιρία να πραγματοποιήσω προσκύνημα στην Μονή Σινά, συνοδεύοντας τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο Β’, ο οποίος ήταν προσκεκλημένος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Σινά, Δαμιανού, για τον πανηγυρικό εορτασμό της μνήμης της πολιούχου της Μονής, Αγίας Μεγαλομάρτυρος Αικατερίνης της Πανσόφου, που γίνεται , σύμφωνα με το ακολουθούμενο εκεί παλαιό ημερολόγιο, στις 7 και 8 του μηνός.
Την Δευτέρα, 7 Δεκεμβρίου 2009, το εσπέρας, ο Αρχιεπίσκοπος χοροστάτησε στον πανηγυρικό εσπερινό, τον οποίο παρακολούθησαν ο πρέσβης της Κύπρου στο Κάϊρο κ. Κώστας Λεοντίου, Έλληνες διπλωμάτες και προσκυνητές από την Ελλάδα, την Κύπρο και το εξωτερικό. Η ατμόσφαιρα ήταν μυσταγωγική και κατανυχτική. Την επομένη τελέστηκε αρχιερατικό συλλείτουργο, προεξάρχοντος του Κύπρου Χρυσοστόμου.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας έγινε λιτάνευση της τιμίας κάρας και της δεξιάς χειρός της Αγίας Αικατερίνης.
Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εξέφρασε ιδιαίτερη συγκίνηση για την επίσκεψη του στη Μονή, την οποία χαρακτήρισε «προπύργιο της Ορθοδοξίας και του Έθνους».
Στη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας της η Μονή έχει επιτελέσει σπουδαίο πνευματικό έργο, επεσήμανε ο Αρχιεπίσκοπος. Ιδιαίτερα, υπογράμμισε και το γεγονός ότι η Μονή Σινά αποτελεί γέφυρα μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ και δέχεται προσκυνητές από σχεδόν όλες τις θρησκείες.
Η Μονή Σινά βρίσκεται σε ύψος 1700μ., στους πρόποδες του όρους Χωρήβ , όπου ο Μωυσής παρέλαβε τις 10 εντολές από τον Θεό. Το σημείο αυτό αποκαλείται Αγία Κορυφή. Η Μονή κτίστηκε το 527 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό. Προϋπήρχε από το 337 μ.Χ. ένας μικρός ναός αφιερωμένος στην Υπεραγία Θεοτόκο. Η Μονή είναι αφιερωμένη στην Αγία Αικατερίνη από τον 9ο αιώνα.
Η χερσόνησος του Σινά με το βουνό Χωρήβ και την Μονή της Αγίας Αικατερίνης, η οποία «εν μέση γη ανύδρω και ανίκμω» παραμένει από της ιδρύσεως της τον 6ο αιώνα, επί του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, ανέπαφο Ελληνορθόδοξο μοναστικό κέντρο, κιβωτός για όλο τον χριστιανικό κόσμο, αλλά και χώρος σεβαστός από τις άλλες δύο μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες, τον Ιουδαϊσμό και τον Μωαμεθανισμό, είναι από τους πιο ιερούς χώρους στον κόσμο.
Στο περίφημο Καθολικό της περιώνυμης Μονής του Σινά αναπέμπεται συνεχώς αιώνες τώρα στις κατανυκτικές ιερές ακολουθίες η δέηση « Υπέρ των ευσεβεστάτων βασιλέων ημών Ιουστινιανού και θεοδώρας, των κτητόρων της Ιεράς Μονής ταύτης…».
Η Μονή βρίσκεται σε μικρή κοιλάδα της χερσονήσου (σημείο συνάντησης Αφρικής και Ασίας και γέφυρα μεταξύ Μεσογείου και Ερυθράς Θάλασσας) του Σινά, την οποία σχηματίζουν οι υπώρειες των κορυφών τριών βουνών, του Χωρήβ, της Αγίας Αικατερινής, όπου βρέθηκε το σκήνωμα της, και της Αγίας Επιστήμης, όπου ασκήτευσαν οι Άγιοι Γαλακτίων και Επιστήμη.
Οι απαρχές της ασκητικής ζωής στο Σινά τοποθετούνται στα τέλη του 3ου μ. Χ αιώνα. Όταν το 330 μ.Χ. η αυτοκράτειρα και μετέπειτα Αγία, Ελένη, καθ’ οδόν για τους Αγίους Τόπους, επισκέφθηκε τη Βάτο του Μωϋσή , έκτισε ένα μικρό ναό για τις ανάγκες των ερημιτών και έτσι τέθηκαν τα θεμέλια του οργανωμένου μοναχισμού στο Σινά.
Ο Νίκος Καζαντζάκης, ο μεγάλος της ελληνικής και παγκόσμιας λογοτεχνίας, χαρακτηρίζει τη Μονή Σινά «ένα ψυχικό θάμα», καθώς, όπως γράφει, «μέσα σε αγριοτάτην έρημο, ανάμεσα σε αρπαχτικές ,αλλόγλωσσες φυλές, γύρα από ένα πηγάδι νερό, αιώνες τώρα υψώνεται σα φρούριο το Μοναστήρι τούτο κι αντιστέκεται στις φυσικές κι ανθρώπινες δυνάμεις που το πολιορκούν».
Οι σιναϊτές μοναχοί είναι φιλακόλουθοι, ευσεβείς και όχι ευσεβιστές, ή οι υποκριτές . Δεν αυτοπροβάλλονται ως «γέροντες». Είναι ταπεινοί, φιλόξενοι, γαλήνιοι, εγκάρδιοι. Το σημαντικότερο: Για τους σιναΐτες η μεγάλη αρετή της διάκρισης είναι πράξη και βίωμα και όχι λόγος κενός. Ο φανατισμός , η μισαλλοδοξία και οι προκαταλήψεις είναι άγνωστα για τους πατέρες της Μονής Σινά. Αυτό είναι και το «μυστικό» της επιβίωσης της Μονής ανά τους αιώνες, επισημαίνει ο Ηγούμενος της , Αρχιεπίσκοπος Σινά, Φαράν και Ραϊθώ Δαμιανός. «Προσπαθούμε, κυρίως δια της προσευχής και της ασκήσεως, να διατηρούμε τη λειτουργία και την προσφορά της Μονής μας , η οποία είναι ένα Ελληνορθόδοξο μοναστικό κέντρο με αδιάκοπη πνευματική ζωή 17 αιώνων», τονίζει.
Ο «αχτιναμές» του Μωάμεθ
Η χερσόνησος του Σινά και η Μονή παρέμειναν υπό βυζαντινή διοίκηση μόνον μέχρι τα μέσα του έβδομου μ. Χ. αιώνα. Η κατάληψη της χερσονήσου από τους μωαμεθανούς οδήγησε τους κατοίκους της στον εξισλαμισμό και μόνο η Μονή παρέμεινε χριστιανική. Σε αυτό, όπως λένε οι πατέρες της, συνέβαλε ο περίφημος «αχτιναμές» – «διαθήκη»- του Μωάμεθ. Ο «αχτιναμές», αντί για υπογραφή φέρει αποτύπωμα της παλάμης του Μωάμεθ. Έκτοτε οι Άραβες Χαλίφες, οι Τούρκοι Σουλτάνοι και Ευρωπαίοι ηγέτες, όπως ο Ναπολέων, προστάτεψαν τη Μονή, η οποία δεν υπέστη σοβαρές καταστροφές ή λεηλασίες. Στο Σκευοφυλάκιο της Μονής εκτίθεται ένα πιστό αντίγραφο του «αχτιναμέ», το οποίο έδωσε στη Μονή ο Σουλτάνος Σελίμ Α΄το 1517, όταν οι μοναχοί του έστειλαν το πρωτότυπο.
Η Μονή αποτελεί πρότυπο ειρηνικής συνύπαρξης. Δίπλα στο Καθολικό της υπάρχει μωαμεθανικό τέμενος και η σιναϊτική αδελφότητα είναι αρωγός – με ρούχα, τρόφιμα ,οικονομική βοήθεια, ανέγερση σχολείων και ιατρικών κέντρων- των Μωαμεθανών Βεδουίνων.
Όπως αναφέρει ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ευτύχιος (9ος αι.), όταν ο Ιουστινιανός έκτισε το Μοναστήρι τη Αγίας Αικατερίνης εγκατέστησε κοντά σε αυτό περίπου διακόσιες οικογένειες σκλάβων από τον Πόντο και την Αλεξάνδρεια για να υπερασπίζονται και να υπηρετούν τους μοναχούς. Οι σημερινοί υπηρέτες της Μονής είναι απόγονοι αυτών των οικογενειών και αποτελούν μια από τις Αραβικές φυλές των Βεδουίνων, την φυλή Γκεμπελία.
Ο ναός της Μονής και οι γύρω εγκαταστάσεις κτίστηκαν από τον αρχιτέκτονα Στέφανο στο χώρο, όπου βρισκόταν το φρέαρ του Ιοθόρ και όπου ο προφήτης Μωϋσής είδε την φλεγόμενη, αλλά μη κατακαιόμενη, Βάτο η οποία διασώζεται μέχρι σήμερα εντός των τειχών της Μονής.
Το Καθολικό, ο κυρίως ναός της Μονής, ήταν αρχικά αφιερωμένος στην Θεοτόκο και στη Μεταμόρφωση. Όμως μετά την μετακομιδή του λειψάνου της Αγίας Αικατερίνης στο Ιερό Βήμα του Καθολικού της μονής (9ος αι.), τιμάται και στο όνομα της Αγίας Αικατερίνης, με το οποίο είναι έκτοτε γνωστή.
Σε ρυθμό Βασιλικής το Καθολικό κοσμείται με λαμπρά έργα τέχνης. Κατά αρχάς η ξυλόγλυπτη βαριά πόρτα του ναού του 6ου αιώνα. Το εκπληκτικό ξυλόγλυπτο χρυσό τέμπλο με τις παλιές βυζαντινές εικόνες του Χριστού, της Παρθένου, της Αγίας Αικατερίνης και του Ευαγγελιστή Ιωάννη.
Το μωσαϊκό της Μεταμόρφωσης, αριστούργημα της εποχής Ιουστινιανού.
Στην αψίδα του Ιερού Βήματος « υπερίπταται» το εκπληκτικό μωσαϊκό της Μεταμόρφωσης του Χριστού, αριστούργημα της εποχής του Ιουστινιανού. Τον Νοέμβριο του 2009 άρχισαν οι εργασίες για τη συντήρηση του με δωρεά 500 χιλιάδων αμερικανικών δολαρίων από τον εμίρη του Κατάρ. Υπολογίζεται ότι για την πλήρη συντήρηση και αποκατάσταση του χρειάστηκαν ακόμη 2,5 εκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με τους ειδικούς το περίφημο αυτό μωσαϊκό κινδύνευε , αφού πολλές ψηφίδες του είχαν αποκολληθεί και άλλες είχαν μετατοπιστεί και χρειάστηκε να καθαριστούν με πολύ μεγάλη προσοχή για να ξαναβρούν το αληθινό τους χρώμα.
«Είναι θαύμα που ακόμη το ψηφιδωτό βρίσκεται στην θέση του» είπε χαρακτηριστικά σε επιστημονική ημερίδα ο Ιταλός συντηρητής Ρομπέρτο Νάρντι, που ανέλαβε με την ομάδα του το τεράστιο έργο της συντήρησης του μωσαϊκού της Μεταμόρφωσης.
Μέσα στο Ιερό Βήμα η μαρμάρινη λάρνακα των λειψάνων της Αγίας Αικατερινής. Ολόγυρα στους τοίχους του Καθολικού εικόνες και τοιχογραφίες με σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη.
Οι συλλογές κειμηλίων και χειρογράφων
Η Μονή Σινά, που συγκαταλέγεται στα αρχαιότερα οχυρωμένα κοινοβιακά συγκροτήματα, διαθέτει την πληρέστερη συλλογή στον κόσμο με βυζαντινές (οι αρχαιότερες από τις οποίες ανήκουν στον 6ο αιώνα και είναι κηρόχυτες) και μεταβυζαντινές εικόνες , μοναδικά εικονογραφημένα χειρόγραφα, χρυσοκέντητα άμφια, αριστουργήματα αργυροχοίας, ορισμένα από τα οποία εκτίθενται στο νέο Σκευοφυλάκιο της, που εγκαινίασε το 2001 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Επίσης, η Μονή είναι ξακουστή για τη δεύτερη πλουσιότερη βιβλιοθήκη χειρογράφων μετά το Βατικανό. Διατηρεί όμως την πρωτιά στη συλλογή αρχαίων ελληνικών χειρογράφων. Ένα μέρος των πιο παλιών χειρογράφων βρέθηκαν τυχαία, όταν έπειτα από κάποια πυρκαγιά χρειάστηκε να γκρεμίσουν έναν τοίχο.
Στα χειρόγραφα αυτά υπάρχουν και 18 φύλλα του περίφημου και πολυτιμότατου περγαμηνού «Σιναϊτικού Κώδικα» της Αγίας Γραφής σε μεγαλογράμματη στρογγυλόσχημη βιβλική γραφή, ο οποίος κατά το μεγαλύτερο τμήμα του (346 1/2 φύλλα) βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.
Μεταξύ των χειρογράφων της παλαιάς συλλογής της Μονής είναι και ο πολύτιμος παλίμψηστος «Συριακός Κώδικας» με κείμενο του τέλους του 8ου αιώνα και κάτω από αυτό δύο άλλα κείμενα, ένα του 4ου αιώνα και ένα ακόμη παλαιότερο.
Οι Σιναϊτες Άγιοι
Ο πιο ανεκτίμητος όμως θησαυρός της Μονής είναι οι Σιναΐτες Άγιοι , μεταξύ των οποίων ο Άγιος Ιωάννης ,συγγραφέας της Κλίμακας, ο Άγιος Συμεών ο Πεντάγλωσσος, που μετέφερε στη Δύση την τιμή προς την Αγία Αικατερίνη, και αναδείχθηκε εκεί Άγιος προ του Χριστιανικού σχίσματος Ανατολής και Δύσεως το 1054, ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης , που δίδαξε την άσκηση της προσευχής στον σλαβικό κόσμο, ενώ οι άγιοι Νείλος και Αναστάσιος με τα κείμενά τους έχουν δώσει μεγάλες μαρτυρίες για τη χριστιανική ασκητική στο σύνολό της.
Α. ΒΙΚΕΤΟΣ