Οι Ρώσοι που εγκαταλείπουν τη χώρα τους εξαιτίας του πολέμου

Οι Ρώσοι που εγκαταλείπουν τη χώρα τους εξαιτίας του πολέμου

Δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι έχουν φύγει από την πατρίδα τους – όχι για να σωθούν από τις βόμβες, όπως οι Ουκρανοί, αλλά για να γλιτώσουν από τη δικτατορία του Πούτιν, τη διεθνή απομόνωση και την οικονομική καταστροφή

Της Κατερίνας Οικονομάκου*

Η πρώτη σκέψη του ήταν ότι θα έπρεπε να αλλάξει το εισιτήριό του, για να επιστρέψει το συντομότερο δυνατόν στη Μόσχα. Ήταν 24 Φεβρουαρίου κι ο Λεονίντ Σμέλκοφ βρισκόταν στη Σρι Λάνκα για διακοπές, όταν έμαθε την είδηση για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. «Με έπιασε τεράστια αγωνία, σκεφτόμουν ότι πρέπει να υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνουμε για να σταματήσουμε τον πόλεμο», λέει. Αλλά την αγωνία διαδέχτηκε η απόγνωση όταν, λίγες ημέρες αργότερα, το Κρεμλίνο ανακοίνωσε ότι εφεξής απαγορεύεται ο πόλεμος να ονομάζεται πόλεμος. Τότε αποφάσισε ότι δεν μπορούσε πια να γυρίσει στην πατρίδα του, ότι δεν άντεχε άλλο να ζει σε αυτήν τη χώρα.

Ο Λεονίντ Σμέλκοφ.

«Μερικές ξένες εφημερίδες δημοσίευσαν ανοιχτές επιστολές προς τους ρώσους πολίτες, καλώντας μας να αντισταθούμε στον Πούτιν, να κάνουμε κάτι για να τον σταματήσουμε. Ξέρετε, διαδηλώνουμε και αντιστεκόμαστε εδώ και πολλά χρόνια. Αλλά είμαστε τόσο λίγοι αυτοί που το κάνουμε», λέει ο 40χρονος κινηματογραφιστήςLeonid Shmelkov | culturalforum.ru, μιλώντας μας μέσω zoom. «Εδώ και πάνω από δέκα χρόνια πηγαίνω στις διαδηλώσεις. Στην αρχή, στις πρώτες μεγάλες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του 2012, είχαμε κατέβει πάνω από 100.000 άνθρωποι. Έκτοτε, όμως, τα κατασταλτικά μέτρα άρχισαν να γίνονται όλο και πιο άγρια. Τα τελευταία χρόνια, όταν πήγαινα σε διαδήλωση στη Μόσχα έβλεπα πάντα τα ίδια πρόσωπα». Μόνο ένα 5-10% του πληθυσμού της πρωτεύουσας εκφράζεται κατά του καθεστώτος, λέει. «Οι υπόλοιποι είναι σαν να ζουν σε έναν άλλον κόσμο».

 

Ο Λεονίντ Σμέλκοφ είναι ένας ανάμεσα σε πολλές χιλιάδες συμπατριώτες του που εγκαταλείπουν σήμερα τη χώρα τους. Σύμφωνα με έναν οικονομολόγο που μίλησε στο BBCRussia faces brain drain as thousands flee abroad | BBC, κάπου 200.000 Ρώσοι έφυγαν μετά το ξέσπασμα του πολέμου. Και η μεγάλη έξοδος συνεχίζεται. Η αντίθεση στον πόλεμο, οι διώξεις, η άγρια καταστολή, το κλίμα τρόμου και φανατισμού που έχουν καλλιεργήσει οι μηχανισμοί της κρατικής προπαγάνδας, οι φήμες για επιβολή στρατιωτικού νόμου, αλλά και οι κυρώσεις που μετατρέπουν την Ρωσία σε χώρα παρία – είχαν πολλούς λόγους για να πάρουν την απόφαση να φύγουν. Αρκετοί έχουν μαζί τους κάποιες οικονομίες ή φίλους στο εξωτερικό και την ελπίδα ότι τα προσόντα τους θα τους εξασφαλίσουν μια δουλειά. Όμως χιλιάδες άλλοι δεν έχουν τίποτε από αυτά. Μόνο τη βεβαιότητα ότι δεν επιθυμούν πια να ζουν στην πατρίδα τους.

Για το καθεστώς, αυτοί οι χιλιάδες Ρώσοι είναι προδότες: «Πολλοί δείχνουν ποιοι πραγματικά είναι – είναι προδότες. Εξαφανίζονται μόνοι τους από τη ζωή μας. Κάποιοι παραιτούνται από τη δουλειά τους, κάποιοι εγκαταλείπουν την ενεργό υπηρεσία, κάποιοι εγκαταλείπουν τη χώρα κι εγκαθίστανται αλλού. Έτσι καθαρίζει η Ρωσία. Κάποιοι παραβιάζουν τον νόμο και τιμωρούνται από τα δικαστήρια», είπε πρόσφατα ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ. Και τι είχε να πει ο ίδιος ο πρόεδρος Πούτιν για όσους αποκαλεί προδότες; «Ο ρωσικός λαός θα είναι πάντα σε θέση να διακρίνει τους αληθινούς πατριώτες από τα αποβράσματα και τους προδότες και απλώς θα τους φτύνει σαν μύγα που μπήκε κατά λάθος στο στόμα του. Είμαι πεπεισμένος ότι μια τέτοια φυσική και αναγκαία αυτοκάθαρση της κοινωνίας θα ενδυναμώσει τη χώρα μας, την αλληλεγγύη, τη συνοχή και την ετοιμότητά μας να ανταποκριθούμε σε κάθε πρόκληση».

«Ορισμένοι πρόλαβαν να αγοράσουν εισιτήριο πριν σταματήσουν να δουλεύουν οι κάρτες τους»

Τίποτε δεν άρχισε ξαφνικά, εξηγεί ο Σμέλκοφ. Εδώ και μια δεκαετία, τουλάχιστον, η πολιτική κατάσταση στη Ρωσία γινόταν με τον χρόνο όλο και πιο δραματική, η αυθαιρεσία και ο αυταρχισμός του καθεστώτος, οι πολιτικές διώξεις, η επίθεση σε κάθε αντιπολιτευτική φωνή, η λογοκρισία, αλλά και η προπαγάνδα μήνα με το μήνα και χρόνο με τον χρόνο, ενισχύονταν. «Έχω μια φοιτήτρια, 20 ετών, η οποία συνελήφθη πριν από μερικούς μήνες και τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό επειδή αντάλλαξε μηνύματα για μια διαδήλωση. Την κατηγορούν ότι οργάνωσε τη διαδήλωση και κινδυνεύει να φυλακιστεί για δέκα χρόνια», λέει ο Σμέλκοφ ο οποίος διδάσκει animation στην Ανώτατη Σχολή Οικονομικών της Μόσχας. Όλα έγιναν σταδιακά, με την ανοχή –ή μάλλον την αδιαφορία– της πλειοψηφίας των Ρώσων. Και μετά τις 24 Φεβρουαρίου, όλα έγιναν καταιγιστικά γρήγορα. Η Ρωσία είναι πλέον μια δικτατορία. Τα μέτρα καταστολής ανακαλούν τα πιο σκοτεινά χρόνια στην ιστορία της χώρας. «Μπορεί όταν ο Όργουελ έγραφε το 1984 να νόμιζε ότι έχει μεγάλη φαντασία. Λοιπόν, τώρα είμαστε σε θέση να πούμε ότι ο Πούτιν έχει πολύ πιο οργιώδη φαντασία», λέει ο Σμέλκοφ.

Σύλληψη δύο γυναικών που συμμετέχουν σε διαμαρτυρία ενάντια στην εισβολή στην Ουκρανία, στη Μόσχα στις 2 Μαρτίου 2022. [Natalia Kolesnikova/AFP]

Από τη στιγμή που ανακοίνωσε ότι δεν σκοπεύει να επιστρέψει στη Μόσχα, άρχισε να δέχεται μηνύματα από φίλους και συναδέλφους, που του ζητούσαν πληροφορίες και τη βοήθειά του για να φύγουν από τη χώρα. «Κάποιοι διστάζουν να πάρουν απόφαση, έχουν παραλύσει. Άλλοι έχουν κινητοποιηθεί. Τις τελευταίες ημέρες με αυτό ασχολούμαι, αναζητώ δωμάτια, ή μάλλον μεγάλα σπίτια, ώστε να μείνουν πολλοί μαζί, είναι πιο οικονομικό», λέει, εξηγώντας ότι οι κυρώσεις έχουν ήδη αλλάξει τη ζωή των Ρώσων. «Ορισμένοι, λίγοι, πρόλαβαν να αγοράσουν εισιτήριο πριν σταματήσουν να λειτουργούν οι κάρτες τους». Ο ίδιος είναι τυχερός, διότι έχει περάσει κάποια χρόνια στην Εσθονία, όπου διατηρεί τραπεζικό λογαριασμό. Έτσι μπόρεσε να αγοράσει εισιτήρια για κάποιους φίλους του. Στο μεταξύ φτάνουν συνέχεια νέα για έναν ακόμη γνωστό που εγκατέλειψε τη Ρωσία, ή ψάχνει αγωνιωδώς εισιτήριο για να φύγει.

«Οι γονείς τους δεν τους πιστεύουν»

Ανάμεσα στους ανθρώπους που εγκαταλείπουν τη Ρωσία, πολλοί αναγκάζονται να διαρρήξουν τους δεσμούς όχι μόνο με την πατρίδα, αλλά και με τους πιο κοντινούς τους ανθρώπους. «Μερικοί από τους φίλους μου σχεδόν διέρρηξαν ολοκληρωτικά τη σχέση με τους γονείς τους», μου λέει, εξηγώντας ότι πρόκειται για γενικευμένο φαινόμενο. Οι γονείς δεν πιστεύουν τα παιδιά τους όταν τους λένε ότι η Ρωσία δεν πολεμάει ναζί, αλλά βομβαρδίζει αμάχους, οδηγεί εκατομμύρια στην προσφυγιά και καταστρέφει μια ολόκληρη χώρα. «Φωνάζουν, δεν θέλουν ούτε να τους ακούσουν, είναι τρομερό», διηγείται φανερά θλιμμένος. «Από τη μια καταλαβαίνω ότι είναι ψυχολογικό, δεν αντέχουν να παραδεχτούν ότι κάνουν λάθος, δεν θέλουν να πιστέψουν ότι ο στρατός μας δολοφονεί τους γείτονές μας, τους συγγενείς μας, τους φίλους μας. Είναι άνθρωποι που κάθονται στον καναπέ, ανοίγουν την τηλεόραση και ακούνε ότι όλα πάνε καλά κι ότι πήγαμε να σώσουμε το γειτονικό μας κράτος από τους ναζί».

Ο διάσημος ρώσος ράπερ Oxxxymiron αυτοεξορίστηκε στην Τουρκία και έδωσε πρόσφατα μία φιλανθρωπική συναυλία στην Κωνσταντινούπολη, σε επίδειξη της αντίθεσης των Ρώσων στον πόλεμο της χώρας τους στην Ουκρανία. [Samantha Berkhead για τους Moscow Times]

Ο Σμέλκοφ μου ξαναλέει ότι αυτή δεν είναι μια περιθωριακή άποψη. «Όλοι οι άνθρωποι που γνωρίζω στη Μόσχα είναι σε κατάσταση σοκ, είναι σε κατάθλιψη. Αλλά αυτός δεν είναι ο κανόνας. Για παράδειγμα, εδώ έχω συναντήσει κι άλλους Ρώσους που έχουν έρθει για διακοπές. Από τη στιγμή που ξέσπασε ο πόλεμος, το μόνο που τους απασχολεί είναι αν θα έχουν πρόβλημα με την πτήση τους κι αν οι κυρώσεις θα τους δημιουργήσουν προβλήματα. Κατά τα άλλα, δεν έχουν αγωνία. Ακόμη κι εδώ που είναι παρακολουθούν τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης». Γι αυτό έχει αποφασίσει να μην ανοίγει συζητήσεις.

Αλλά για πόσο μπορεί να μείνει στη Σρι Λάνκα; Για την ώρα, λέει, δεν μπορεί να κάνει σχέδια. Μέσα σε διάστημα λίγων ημερών, οι φίλοι και οι συνεργάτες του έχουν σκορπίσει στην Αρμενία, στη Γεωργία, στο Ισραήλ. Σκέφτεται καμιά φορά την ταινία που έχει αφήσει στη μέση, θα ήθελε να την ολοκληρώσει, αλλά μόνο αν μπορεί να εργαστεί σε μια ελεύθερη χώρα. «Είμαι τυχερός, η κοινότητα του animation είναι πολύ δεμένη, έχουμε αλληλεγγύη, ξέρω ότι μπορώ να βασιστώ στους συναδέλφους μου σε διάφορες χώρες του κόσμου». Αυτές τις ώρες, όμως, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να παρακολουθεί τις ειδήσεις από την Ουκρανία.

«Από τρεις πτήσεις την ημέρα, έχουν γίνει δέκα. Και όλα τα αεροπλάνα φτάνουν γεμάτα»

Στην Ελλάδα είναι πρωί της Καθαράς Δευτέρας όταν καταφέρνω να μιλήσω μέσω zoom με την Άννα Μαργκόλις. Το πρόγραμμά της τις τελευταίες ημέρες είναι εξοντωτικό. Η ώρα στο Ερεβάν είναι 10 το πρωί. «Τώρα που μιλάω είμαι στον καναπέ, με τα ρούχα που φορούσα χθες. Γύρισα σπίτι στις 5πμ, αφού είχα πάει πρώτα μια οικογένεια στο σπίτι που τους είχα κλείσει. Με πήρε ο ύπνος εδώ, με το κομπιούτερ πάνω μου», λέει. «Οι τελευταίες ημέρες μοιάζουν σαν μια μεγάλη, ατελείωτη μέρα».

Η Άννα Μαργκόλις. [Greg Balayan]

Η Μαργκόλις ζει στη Μόσχα, αλλά βρίσκεται στο Ερεβάν από τον περασμένο Αύγουστο. «Ο άντρας μου κατάγεται από την Αρμενία κι έχουμε εδώ ένα σπίτι, όπου ερχόμασταν πολύ συχνά. Το καλοκαίρι αποφασίσαμε να περάσουμε εδώ μια ολόκληρη χρονιά, για να μάθουν τα παιδιά μας καλά τη γλώσσα». Η ίδια είναι καλλιτέχνης, ενώ ο άντρας της διδάσκει Κοινωνιολογία των Θρησκειών στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας. «Λόγω της πανδημίας δουλεύαμε ήδη ονλάιν. Βέβαια τώρα πια δεν ξέρω για πόσο θα έχουμε τις δουλειές μας. Αλλά δεν μπορώ τώρα να το σκεφτώ αυτό», λέει.

Δεν θυμάται ακριβώς πότε, λέει, αλλά πρέπει να ήταν τρεις-τέσσερις ημέρες μετά την εισβολή στην Ουκρανία όταν έλαβε τα πρώτα μηνύματα από φίλους που βρίσκονταν στη Ρωσία. «Μέσα σε μια νύχτα, δέκα άνθρωποι, από τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη, μου έγραψαν για να με ρωτήσουν αν θα μπορούσα να τους βοηθήσω να βρουν δωμάτιο στο Ερεβάν. Για να μην απαντάω στον καθέναν ξεχωριστά, έφτιαξα ένα γκρουπ στο Telegram. Ήταν κλειστό, αλλά οι φίλοι μπορούσαν να προσκαλούν άλλους φίλους. Μέσα σε 24 ώρες είχαν μαζευτεί περίπου 100 άνθρωποι. Αυτήν την ώρα που μιλάμε, είναι 500». Ταυτόχρονα, κάποιοι από τους Αρμένιους φίλους της έφτιαξαν κανάλια στο Telegram για να ενημερώνουν Ρώσους που θέλουν να μετεγκατασταθούν στη χώρα. Σε δυο μέρες είχαν αιτήματα από 2.000 ανθρώπους και ως την ώρα που μιλούσαμε είχαν μαζευτεί πάνω από 10.000.

Πολίτες της Ρωσίας και της Λευκορωσίας περιμένουν ταξί στο αεροδρόμιο του Ερεβάν, έχοντας μόλις εγκαταλείψει τις χώρες τους μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. [Karen Minasyan/AFP]

«Η Ευρώπη είναι κλειστή για τους Ρώσους, οπότε υπάρχουν λίγες επιλογές», εξηγεί. Η Κωνσταντινούπολη, το Μπακού, η Τυφλίδα, για κάποιους το Ισραήλ. Λίγοι και υπό προϋποθέσεις μπορούν να πάνε στις χώρες της Βαλτικής ή αν έχουν βίζα Σένγκεν και πιστοποιητικό εμβολιασμού με ευρωπαϊκό εμβόλιο, να πάρουν το τρένο από την Αγία Πετρούπολη για το Ελσίνκι. «Η Αρμενία είναι μια καλή επιλογή διότι δεν χρειάζονται βίζα. Επίσης ο κόσμος εδώ μιλάει καλά ρωσικά. Τα εισιτήρια είναι φτηνά – μάλλον ήταν φτηνά, τώρα οι τιμές έχουν δεκαπλασιαστεί». Στο μεταξύ, όμως, έχουν δεκαπλασιαστεί και οι πτήσεις που συνδέουν την Μόσχα με το Ερεβάν. «Από τρεις πτήσεις την ημέρα, έχουν γίνει δέκα. Και όλα τα αεροπλάνα φτάνουν γεμάτα». Οι πρώτοι φίλοι της έφτασαν στη χώρα την 1η Μαρτίου. Τώρα έχει πάνω από εκατό γνωστούς της που βρίσκονται στο Ερεβάν. Αλλά οι Ρώσοι έρχονται κατά χιλιάδες, συνεχίζει.

«Πολλοί 18χρονοι ταξίδεψαν μόνοι τους. Οι γονείς φοβούνται ότι θα τους επιστρατεύσουν»

«Το βλέπεις στην πόλη, είναι συγκλονιστικό. Οι φίλοι μου εδώ έχουν σοκαριστεί», συνεχίζει. Πολλοί αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους επειδή έχουν λόγους να φοβούνται ότι θα συλληφθούν. «Έφυγαν σε κατάσταση πανικού, οι εξελίξεις ήταν δραματικές. Δεν είναι όλοι ακτιβιστές, αλλά είναι άνθρωποι που είναι αντίθετοι στον πόλεμο. Επίσης, στις 3 Μαρτίου κυκλοφόρησαν κι έντονες φήμες ότι επρόκειτο να κηρυχτεί στρατιωτικός νόμος», λέει, προσθέτοντας ότι εκείνες τις μέρες σχεδόν δεν είχε χρόνο να κοιμηθεί. Έκτοτε πολλές οικογένειες σπεύδουν να στείλουν στο εξωτερικό τους έφηβους γιους τους, ακόμη κι αν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας μείνουν πίσω. «Είναι πάρα πολλοί οι 18χρονοι που ταξίδεψαν μόνοι τους. Οι γονείς φοβούνται ότι θα τους επιστρατεύσουν, οπότε τους αγοράζουν ένα εισιτήριο και τους στέλνουν εδώ. Με παίρνουν τηλέφωνο και μου ζητούν να τους βοηθήσω όταν φτάσουν, να μην είναι εντελώς μόνοι».

«Αυτοί που φεύγουν από την Ρωσία δεν είναι, βεβαίως, σαν τους Ουκρανούς που τρέχουν να σώσουν τη ζωή τους. Δεν είναι οι πρόσφυγες που εγκαταλείπουν το σπίτι τους με ό,τι φοράνε για να σωθούν από τις βόμβες», λέει η Μαργκόλις, που εξηγεί ότι είναι πρώτα απ’ όλα άνθρωποι που είχαν κάποιες οικονομίες, πράγμα που τους επιτρέπει να νοικιάσουν έστω για ένα διάστημα δωμάτιο ή διαμέρισμα.

Στις 10 Μαρτίου 2022, ο κάτοικος Μόσχας Αντρέι και η οικογένειά του λίγο μετά την άφιξή τους στο Ερεβάν, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. [Karen MINASYAN / AFP]

 

Και ποιο είναι το προφίλ τους; «Σε γενικές γραμμές είναι άνθρωποι με μόρφωση και προσόντα, από όλους τους επαγγελματικούς χώρους. Στην Ευρώπη θα λέγατε ότι ανήκουν στη μεσαία τάξη. Βλέπουν ότι η Ρωσία οδηγείται σε διεθνή απομόνωση, ότι θα βρεθούν χωρίς δουλειά, ανησυχούν για το μέλλον», απαντάει.

Κι έχουν ήδη αρχίσουν να αισθάνονται τις επιπτώσεις των κυρώσεων. Από την 1η Μαρτίου, όσοι είχαν καταθέσεις σε ξένο νόμισμα δεν μπορούν να τις μεταφέρουν σε τράπεζα άλλης χώρας. «Έτσι, όσοι πρόλαβαν σήκωσαν τα χρήματά τους. Αλλά βεβαίως υπάρχει όριο στα μετρητά που μπορεί κανείς να πάρει μαζί του. Εννοείται ότι πολλοί δεν φτάνουν αυτό το όριο οπότε συχνά βλέπεις ότι βγάζουν από τη χώρα χρήματα φίλων τους». Ορισμένοι έχουν φίλους που ζουν στο εξωτερικό κι έχουν λογαριασμούς εκεί, οπότε τους στέλνουν χρήματα σε κάποιο λογαριασμό στην Αρμενία.

«Αναρωτιόμαστε πώς ήταν δυνατόν να συμβεί αυτό που συνέβη στην Γερμανία. Τώρα βλέπω πώς γίνεται»

Ζητάω από την Μαργκόλις να μου περιγράψει με αδρές γραμμές μια τυπική μέρα στη ζωή της. «Λοιπόν, ξυπνάω και όσο πίνω τον καφέ μου μιλάω ακατάπαυστα στο chat και στο messenger με ανθρώπους που ετοιμάζονται ταξιδέψουν. Τους ζητώ να μου πουν συγκεκριμένα πράγματα – μπάτζετ, δωμάτια, ημέρες. Ταυτόχρονα επικοινωνώ με κόσμο εδώ που έχει πληροφορίες για δωμάτια. Πολλοί Αρμένιοι φίλοι με βοηθούν σε αυτό. Καμιά φορά πηγαίνω στο καφέ ενός φίλου και συναντώ εκεί κόσμο και κάνω συνεννοήσεις. Περνώ, επίσης, πολλές ώρες στους δρόμους, πηγαίνοντας να πάρω κλειδιά, να δώσω κλειδιά, να εγκαταστήσω κάποια οικογένεια που μόλις έφτασε από το αεροδρόμιο. Η μέρα μου έχει πολύ τρέξιμο και ελάχιστο ύπνο. Είναι κάπως χαοτική η κατάσταση – να δες εδώ, τις σημειώσεις μου», λέει και μου δείχνει ένα χαρτί όπου έχει χωρίσει στήλες με ονόματα, μπάτζετ, σπίτια, τηλέφωνα. Στο μεταξύ το σπίτι της, συνεχίζει, έχει γίνει κάτι σαν αρχηγείο, διότι έχουν μαζευτεί στην πόλη πολλοί γνωστοί και φίλοι, που όλο και σε κάτι θα βοηθήσουν ή θα θέλουν απλώς να βρίσκονται κοντά ο ένας στον άλλον.

Την ρωτάω αν πιστεύει ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα μπορέσουν στο άμεσο μέλλον να επιστρέψουν στη Ρωσία. «Δεν έχω ιδέα», απαντάει. Σκέφτεται λίγο και συνεχίζει. «Όλοι είναι σε κατάσταση σοκ, οι περισσότεροι δεν το περίμεναν ότι θα φτάναμε ως εδώ. Εγώ, όχι, δεν θα πω ότι έπαθα σοκ. Σε ό,τι με αφορά ήταν ξεκάθαρο ότι οδεύαμε με γοργούς ρυθμούς προς ένα φασιστικό καθεστώς». Παρατηρεί ότι μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν φτηνό να συγκρίνει κανείς την κατάσταση στη Ρωσία με την Γερμανία του τέλους της δεκαετίας του ’30. «Τώρα πια όχι, η σύγκριση δεν μοιάζει υπερβολική», λέει. Ρωτάω αν με δεδομένο το γεγονός ότι η πλειονότητα των Ρώσων εξακολουθεί να πιστεύει την προπαγάνδα του καθεστώτος, οι άνθρωποι που φεύγουν στιγματίζονται ως προδότες. «Πολλοί από αυτούς είχαν ήδη στιγματιστεί ως ξένοι πράκτορες. Η επίδραση της προπαγάνδας είναι τεράστια. Ξέρεις, αναρωτιόμασταν πώς ήταν δυνατόν να συμβεί αυτό που συνέβη στην Γερμανία. Πώς τόσοι καλοί, λογικοί άνθρωποι το άφησαν να συμβεί. Τώρα βλέπω πώς γίνεται. Το βλέπω καθαρά. Η προπαγάνδα αποδίδει».

Αναρωτιέμαι αν κατά τη γνώμη της η Δύση είχε υποτιμήσει το μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο Βλαντίμιρ Πούτιν. «Ω, ναι, ναι», απαντάει πριν καλά καλά ολοκληρώσω την ερώτηση. «Ίσως μόνο η Άγκελα Μέρκελ να τον είχε καταλάβει λίγο καλύτερα». Στη Δύση, λέει η Μαργκόλις, φαντάζονταν ότι ο Πούτιν και ο κύκλος του θα είχαν κάποιες κόκκινες γραμμές. «Λάθος, δεν έχουν κόκκινες γραμμές. Ορισμένοι το γνωρίζαμε ήδη. Εγώ έζησα τη σύγκρουση στο ΚαραμπάχΣύγκρουση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ (2020) το 2020. Το σοκ το έπαθα τότε. Μετά ήξερα. Ίσως τώρα το έχουν καταλάβει κι άλλοι».

«Μαζέψαμε τα πράγματά μας μέσα σε τέσσερις ώρες»

Στις 3 Μαρτίου, ο Αλεξάντρ Ντμίτριεφ και η οικογένειά του μάζεψαν τα πράγματά τους, φόρτωσαν ένα νοικιασμένο αυτοκίνητο κι έφυγαν από το διαμέρισμά τους στη Μόσχα με προορισμό την Εσθονία. «Μαζέψαμε τα πράγματά μας μέσα σε τέσσερις ώρες. Εκείνη την ημέρα ακουγόταν ότι ετοιμάζονταν να κηρύξουν στρατιωτικό νόμο, ότι θα το ανακοίνωναν στις 5 Μαρτίου – στα γενέθλια του Στάλιν, παρεμπιπτόντως. Οπότε δεν είχαμε πια χρόνο, έπρεπε να φύγουμε», λέει, εξηγώντας ότι από μια άποψη, είναι προνομιούχοι. Η γυναίκα του Ντμίτριεφ έχει και εσθονικό διαβατήριο, διότι οι γονείς και οι παππούδες της ήταν πολίτες της Εσθονίας πριν από την ρωσική κατοχή. Τα παιδιά τους έχουν επίσης διπλή υπηκοότητα. «Κι έτσι μπορέσαμε όλοι να έρθουμε εδώ», λέει μιλώντας μου από το Ταλίν.

Ο Αλεξάντρ Ντμίτριεφ με τα παιδιά του, την Ντίνα 9 ετών και τον Μπόνταν 15 ετών.

 

Το αρχικό σχέδιο ήταν να φύγει από τη χώρα μόνος του ο Ντμίτριεφ. Η γυναίκα του και τα δυο παιδιά τους θα ακολουθούσαν στις αρχές του καλοκαιριού. «Η γυναίκα μου προετοιμάζει μαθητές στη Ρωσική Λογοτεχνία, για την είσοδό τους στο Πανεπιστήμιο και δεν ήθελε να τους αφήσει στη μέση της χρονιάς», εξηγεί. Ο ίδιος όμως δεν είχε περιθώριο να περιμένει. Ο Ντμίτριεφ, ο οποίος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής ΙστορίαςAlexander Nikolaevich Dmitriev | HSE University στην Ανώτατη Σχολή Οικονομικών της Μόσχας, ειδικεύεται στην ουκρανική ιστορία και στις σχέσεις Ουκρανίας-Ρωσίας. Μόλις πέρυσι, εξέδωσε ένα βιβλίο για τον ουκρανικό πολιτισμό. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, πολλοί φίλοι και συνάδελφοί του εξέφρασαν τις ανησυχίες τους. Ήταν ξεκάθαρο ότι θα μπορούσε να γίνει στόχος διώξεων. Η γυναίκα του τον πίεζε να φύγει.

Ο Ντμίτριεφ δεν είναι μόνο ειδικός στην ιστορία της Ουκρανίας – είναι γεννημένος και μεγαλωμένος στην Χερσώνα. «Προέρχομαι από ρωσόφωνη οικογένεια της Ουκρανίας. Έχουμε εβραϊκή, ρωσική και ουκρανική καταγωγή. Οι συγγενείς μου ζουν ακόμη εκεί. Είναι τώρα κάτω από ρωσική κατοχή», λέει. Κάθε μέρα μιλάει με τον αδελφό του και με την εξαδέλφη του. Ζουν σε καταφύγια, αλλά ο αδελφός του είναι γιατρός οπότε τις περισσότερες ώρες της ημέρας βρίσκεται στο ιατρικό κέντρο της πόλης.

«Εάν έκλειναν τα σύνορα, δεν θα μπορούσαν πια να φύγουν ούτε τα παιδιά»

«Στις 24 Φεβρουαρίου ήμασταν όλοι σε κατάσταση σοκ, είχαμε παγώσει, δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε», λέει. Κι αυτό παρόλο που λίγες ημέρες νωρίτερα όλοι οι άντρες καθηγητές της Ανώτατης Σχολής Οικονομικών είχαν λάβει στο μέιλ τους μια ανησυχητική επιστολή. «Λάβαμε το μήνυμα στις 16 Φεβρουαρίου. Καλούσαν όσους από εμάς είμαστε στρατεύσιμοι να στείλουμε το πιστοποιητικό στρατολογικής κατάστασης. Τρεις μέρες αργότερα, έστειλαν και δεύτερη επιστολή, λέγοντας ότι έπρεπε να στείλουμε άμεσα τα χαρτιά που ζητούν». Ο Ντμίτριεφ ακόμη και τότε δεν μπορούσε να φανταστεί ότι αυτό ήταν οτιδήποτε άλλο πέρα από μια τυπική γραφειοκρατική εμμονή. Ακόμη και σήμερα δεν γνωρίζει πόσοι Ρώσοι έλαβαν αυτό το γράμμα. «Εμείς είμαστε ένα μεγάλο πανεπιστήμιο, με 30.000 φοιτητές. Υποθέτω ότι σε εμάς το έλαβαν όλοι», λέει.

Ο Αλεξάντρ Ντμίτριεφ.

Τις πρώτες ημέρες μετά το ξέσπασμα του πολέμου, ο Ντμίτριεφ άρχισε να σχεδιάζει την έξοδό του. Το πλάνο ήταν να πάει αρχικά μόνος στην Γερμανία και στη συνέχεια να ακολουθήσει κι η οικογένειά του. Ένας φίλος του από το Παρίσι τον ενημέρωσε ότι σύντομα όλες οι ξένες διπλωματικές αποστολές θα εγκατέλειπαν την Μόσχα, οπότε άρχισε να ανησυχεί για την οικογένειά του – υπήρχε ο κίνδυνος να βρεθούν χωρίς την προστασία της Εσθονίας. Όταν άρχισε να κυκλοφορεί η φήμη για τον στρατιωτικό νόμο, ήξερε ότι έπρεπε να τρέξουν, όλοι μαζί. «Εάν έκλειναν τα σύνορα, δεν θα μπορούσαν πια να φύγουν ούτε τα παιδιά», λέει.

 

Στις 4 Μαρτίου, στις 01:30 πμ, έφτασαν στη ΝάρβαΝάρβα (πόλη) της Εσθονίας. «Φτάσαμε σε μια άδεια πλατεία κι αρχίσαμε να ψάχνουμε κατάλυμα για τη νύχτα. Δεν μπορούσαμε να κλείσουμε κάτι ονλάιν διότι οι ρωσικές κάρτες μας δεν λειτουργούσαν. Παίρναμε τηλέφωνα, αλλά μας έλεγαν ότι όλα τα δωμάτια είναι κατειλημμένα», αφηγείται. Ήταν όλα κατειλημμένα από Ρώσους, που είχαν φύγει από τη χώρα σε κατάσταση πανικού, για να μην τους προλάβει ο στρατιωτικός νόμος.

Μέχρι την ημέρα που μιλήσαμε, ο Ντμίτριεφ συνέχιζε κανονικά να εργάζεται ονλάιν. Μόνο οι διδακτορικοί του φοιτητές γνωρίζουν ότι έχει φύγει από τη χώρα. «Είναι πολύ δύσκολο. Δεν τα έχω πολύ καλά με τη συνείδησή μου αυτές τις μέρες. Εγώ είμαι εδώ ασφαλής πια, αλλά πολλοί συνάδελφοί μου και φοιτητές μας δεν μπορούν να φύγουν. Ορισμένοι έχουν συλληφθεί. Χθες μου έστειλε μήνυμα μια εξαιρετική φοιτήτρια, για να μου πει ότι την έχουν συλλάβει επειδή πήγε σε διαδήλωση κατά του πολέμου. Ήθελε να με ενημερώσει ότι γι’ αυτόν τον λόγο δεν θα μπορέσει να παρουσιάσει η ίδια την εργασία της και θα το κάνει μια φίλη της.

«Όσοι εκπροσωπούν την πρόοδο θα είναι πάντα ένα βήμα πιο μπροστά από εκείνους που εκπροσωπούν την καταστολή και τον αυταρχισμό»

Αρκετοί ήδη συγκρίνουν αυτήν τη μαζική έξοδο με την κατάσταση που επικράτησε τα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση του 1917, όταν η Κωνσταντινούπολη, το Χαρμπίν και η Σαγκάη είχαν πλημμυρίσει από ρώσους εμιγκρέδες. «Θα ακούσεις ανθρώπους να σου λένε ότι το Ερεβάν είναι η νέα Κωνσταντινούπολη», μου είχε πει η Άννα Μαργκόλις. Για τους περισσότερους από αυτούς τους νέους εμιγκρέδες, τίποτε δεν θα είναι εύκολο. Όμως για όσους μοιράζονται τις πεποιθήσεις τους και βρίσκονται ακόμη στη Ρωσία, τα πράγματα μοιάζουν να είναι δυσκολότερα. Το παρόν και το άμεσο μέλλον τουλάχιστον, διαγράφονται ζοφερά. Ακόμη κι έτσι, επιλέγουν να παραμείνουν στη χώρα.

Τις τελευταίες δυο εβδομάδες η Μάσα έχει αποχαιρετήσει πολλούς φίλους της που πήραν την απόφαση να εγκαταλείψουν τη χώρα. Δεν φεύγουν τόσο επειδή υπάρχει καταστολή και δεν μπορούν να εκφραστούν, μου λέει μιλώντας μου από το γραφείο της στη Μόσχα. «Φεύγουν γιατί δεν αντέχουν να ζουν σε μια χώρα που κάνει έναν τέτοιο βρόμικο πόλεμο», λέει. «Αλλά είναι και πολλοί που μένουν, πολλοί φίλοι και πολλοί άλλοι καλοί άνθρωποι που είναι ακόμη εδώ και συνεχίζουν να αγωνίζονται». Η συνομιλήτριά μου δεν ονομάζεται στην πραγματικότητα Μάσα, αλλά επειδή παραμένει στη Μόσχα και είναι στέλεχος οργάνωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν μπορούμε να αποκαλύψουμε τα στοιχεία της.

T-shirt με το γράμμα Ζ, σύμβολο υποστήριξης στη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία, πωλείται σαν σουβενίρ στη Μόσχα, στις 16 Μαρτίου 2022. [AFP]

 

«Δεν θέλω να μπω στη φυλακή», απαντάει όταν τη ρωτάω αν φοβάται. «Αν έχω πληροφορίες ότι ετοιμάζονται να με συλλάβουν και να με κατηγορήσουν για ποινικό αδίκημα, θα κάνω ό,τι μπορώ για να διαφύγω. Αλλά αν με συλλάβουν σε διαδήλωση για διοικητικό αδίκημα, εντάξει, μπορώ να το διαχειριστώ». Η Μάσα μου λέει ότι έχει πολλά πράγματα να κάνει στη Μόσχα, δεν θέλει να τα αφήσει. Την ανησυχεί, όμως, το ενδεχόμενο να αποκλειστεί πίσω από ένα νέο σιδηρούν παραπέτασμα. Δεν αντέχει τη σκέψη ότι δεν θα έχει πρόσβαση σε πληροφορίες, ότι δεν θα μπορεί να έχει επαφή με τον έξω κόσμο. «Για την ώρα χρησιμοποιούμε VPN, αλλά αν στερηθούμε κι αυτή τη δυνατότητα, ελπίζω ότι θα βρεθεί λύση. Πιστεύω βαθιά στην καλοσύνη της προόδου. Πιστεύω ότι όσοι εκπροσωπούν την πρόοδο θα είναι πάντα ένα βήμα πιο μπροστά από εκείνους που εκπροσωπούν την καταστολή και τον αυταρχισμό».

Πολύ περισσότερο, την τρομάζει το γεγονός ότι δεν βρίσκεται τρόπος να ανοίξει μια χαραμάδα στην ασφυκτική προπαγάνδα του καθεστώτος ώστε να φτάσει η αλήθεια στην πλειονότητα των συμπατριωτών της, σε όλους εκείνους που δεν αναζητούν εναλλακτικές πηγές ενημέρωσης. Μου λέει κάτι που δεν θα σκεφτόμουν ποτέ – κάτι που μαρτυρά πόσο απελπιστικά επείγουσα είναι η ανάγκη να υπάρξει με οποιονδήποτε τρόπο μια ρωγμή στον τοίχο του ψεύδους που έχει πλημμυρίσει τη ρωσική ζωή. «Όλες οι δυτικές επιχειρήσεις που ανέστειλαν τη λειτουργία τους στη Ρωσία έχουν mailing lists με εκατομμύρια διευθύνσεις. Όταν έκλεισαν, άλλες έστειλαν ένα μήνυμα που κάνει λόγο για δύσκολες συνθήκες, άλλες δεν ενημέρωσαν καθόλου για τους λόγους της αποχώρησής τους. Μπορεί αυτό να είναι μέρος κάποιας επιχειρηματικής στρατηγικής, αλλά κοιτάξτε, αυτή τη στιγμή έχουμε πόλεμο. Θα μπορούσαν να έχουν στείλει σε εκατομμύρια ανθρώπους ένα μήνυμα που εξηγεί ότι ο λόγος που φεύγουν από τη Ρωσία, είναι επειδή θα ήταν ανήθικο να μείνουν σε μια χώρα που κάνει πόλεμο».

«Οι απειλές, οι εκφοβισμοί, οι ανακρίσεις δεν είναι και κάτι ασυνήθιστο»

«Για την ώρα δεν πάω πουθενά. Είμαι αποφασισμένη να μείνω και να συνεχίσω να δουλεύω. Δεν γίνεται να φύγουμε όλοι, κάποιοι από εμάς πρέπει να είναι εδώ, μας χρειάζονται πολλοί άνθρωποι», λέει η 36χρονη γυναίκα που μου μιλάει από το γραφείο της στη Μόσχα. Η Αναστασία [δεν είναι το πραγματικό της όνομα], η οποία εργάζεται στον χώρο της Κοινωνίας των Πολιτών, μου εξηγεί ότι είναι απαραίτητοι άνθρωποι σαν κι αυτήν για να φροντίζουν να βρίσκουν νομική βοήθεια για τους συλληφθέντες. «Έχω μια ευθύνη απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους», εξηγεί. Αυτό είναι ένα μόνο ανάμεσα σε πολλά καθήκοντα που έχει επωμιστεί, καθώς αρκετοί συνάδελφοί της έφυγαν από τη χώρα.

«Ήταν εκείνοι που γνωρίζαμε ότι διατρέχουν άμεσο κίνδυνο», μου εξηγεί. «Αλλά για εμάς οι απειλές, οι εκφοβισμοί, οι ανακρίσεις δεν είναι και κάτι ασυνήθιστο». Αυτό δεν σημαίνει πως δεν φοβάται, απλώς είναι κάτι που μέχρι ενός σημείου νιώθει ότι μπορεί να διαχειριστεί. Μου φέρνει σαν παράδειγμα ένα περιστατικό που συνέβη μόλις δυο ώρες προτού μιλήσουμε. Η Αναστασία είχε ραντεβού σε μια ξένη πρεσβεία για να αποχαιρετίσει έναν φίλο της διπλωμάτη, ο οποίος την επομένη θα έφευγε από τη χώρα. Μόλις βγήκε από το ταξί, όρμησαν καταπάνω της κάτι τύποι με μια κάμερα κι άρχισαν να φωνάζουν «Πας να πάρεις οδηγίες; Ξέρεις ότι είσαι παράνομη; Πώς νιώθεις που αυτοί επιβάλλουν κυρώσεις στη χώρα μας; Αγαπάς καθόλου την πατρίδα σου;» Η Αναστασία λέει ότι διατήρησε την ψυχραιμία της, ήταν προετοιμασμένη, της είχε ξανασυμβεί.

Αναγνωρίζει ότι η κατάσταση έχει γίνει δραματικά χειρότερη μέσα σε ελάχιστες μόνο ημέρες. Ακόμη κι έτσι, όμως, δεν συμμερίζεται την άποψη αρκετών συμπατριωτών της ότι η ζωή στη Ρωσία θυμίζει τη Βαϊμάρη. «Ξέρω, βέβαια, ότι όλα μπορούν να αλλάξουν πάρα πολύ γρήγορα. Όμως ακόμη και στη ναζιστική Γερμανία, ακόμη και στην κατεχόμενη Γαλλία, υπήρχαν άνθρωποι που έκαναν αντίσταση. Δεν μπορούν όλα να γίνουν από το εξωτερικό. Εάν φύγουμε όλοι τι θα γίνει;»

*ΠΗΓΗ:  insidestory.gr

ΦΩΤΟ ΕΠΑΝΩ: Η διάσημη ρωσίδα μπαλαρίνα Όλγα Σμιρνόβα εγκατέλειψε το Μπαλέτο Μπολσόι και τη Ρωσία, λόγω της εισβολής στην Ουκρανία. Ο παππούς της ήταν Ουκρανός.

Share this post