Οι κρατικές εγγυήσεις και το οξυγόνο στην οικονομία
Του Στέφανου Στεφάνου,
Βουλευτή, εκπροσώπου Τύπου ΑΚΕΛ*
Η μη ψήφιση του νομοσχεδίου για τις κρατικές εγγυήσεις θα αφήσει χωρίς οξυγόνο την οικονομία, ισχυρίζεται η κυβέρνηση. Ότι έχει ανάγκη από οξυγόνο η οικονομία δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Το ερώτημα όμως είναι, οι κρατικές εγγυήσεις προς τις τράπεζες ως βασικό εργαλείο, θα λειτουργούσε αποτελεσματικά για αναζωογόνηση της οικονομίας;
Αυτό το ερώτημα παραπέμπει στη μεγάλη συζήτηση που γίνεται και στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Περισσότερη στήριξη ή περισσότερος δανεισμός; Αυτό είναι το διακύβευμα.
Κατά την άποψή μας, στις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην Κύπρο το εργαλείο των κρατικών εγγυήσεων δεν θα έχει τα αποτελέσματα που αναμένει η κυβέρνηση. Δεν θα βοηθήσει στην επιβίωση των επιχειρήσεων που έχουν κτυπηθεί από την κρίση.
Οι κρατικές εγγυήσεις προς τις τράπεζες αποτελεί εργαλείο που αποσκοπεί στην ενίσχυση της προσβασιμότητας των επιχειρήσεων σε δανεισμό παρέχοντας εξασφάλιση στις τράπεζες για τυχόν ζημιές. Στην Κύπρο, οι επιχειρήσεις που απώλεσαν την πρόσβασή τους σε δανεισμό είναι κυρίως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ). Από τη μια, είναι υπερδανεισμένες και από την άλλη, οι τράπεζες δεν τους παραχωρούν δάνεια γιατί δεν τις θεωρούν αξιόχρεες. Οι κρατικές εγγυήσεις έρχονται να βελτιώσουν το ένα σκέλος της εξίσωσης, την εξασφάλιση των τραπεζών, αλλά δεν αγγίζουν το άλλο σκέλος, αυτό των ΜμΕ. Αυτές οι επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες δύσκολα τα βγάζουν πέρα, δεν μπορούν αλλά ούτε και θέλουν να φορτωθούν νέα δάνεια διακινδυνεύοντας την απώλεια των εξασφαλίσεων που βάζουν στις τράπεζες. Είναι γι’ αυτό που υποδείξαμε ότι το εργαλείο των κρατικών εγγυήσεων θα ήταν δώρο άδωρο για τις ΜμΕ και τους αυτοτελώς εργαζόμενους.
Πέραν τούτου, από τη στιγμή που οι τράπεζες θα αποφάσιζαν για την παραχώρηση δανείων δεν θα μπορούσε να ελεγχθεί η στόχευση στη δανειοδότηση. Υπήρχαν δε, όχι αβάσιμα, πολλές ανησυχίες για εκτράχυνση της διαφθοράς και της διαπλοκής με επίκεντρο τις τράπεζες και το κατεστημένο που είναι συνδεδεμένο μαζί τους. Αυτές οι ανησυχίες έγιναν ακόμα εντονότερες εξαιτίας των αντιδράσεων της κυβέρνησης στις προσπάθειες της Βουλής να ενισχύσει τη διαφάνεια και τον έλεγχο των τραπεζών.
Αντί των κρατικών εγγυήσεων προς τις τράπεζες, εμείς προτείναμε ένα συνδυασμό εργαλείων για να στηριχθεί η οικονομία με βασικό πρωταγωνιστή το κράτος. Δεν αποκλείσαμε τις κρατικές εγγυήσεις, αλλά ως συμπληρωματικό και όχι βασικό εργαλείο. Υποδείξαμε ότι αυτό που προέχει είναι η στοχευμένη στήριξη των ΜμΕ και των αυτοτελώς εργαζομένων, που αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης. Η κυβέρνηση επίμονα αρνούνταν να προχωρήσει σε απευθείας στήριξη των ΜμΕ. Ακόμα κι όταν κάτω από την πίεση της αντιπολίτευσης αποφάσισε να το κάνει, το κονδύλι που επιμέρισε ήταν ανεπαρκές.
Η κυβέρνηση, για κάποιο ανεξήγητο λόγο, απόσυρε μαζί με τις κρατικές εγγυήσεις και την εφάπαξ χορηγία, η οποία όχι μόνο υποστηριζόταν απ’ όλα τα κόμματα, αλλά με κοινή επιστολή τους προς τον Πρόεδρο, υποστήριξαν την αύξησή της. Αν η κυβέρνηση, λοιπόν, θέλει να βοηθήσει αποτελεσματικά, ας επαναφέρει τη χορηγία και η Βουλή θα την υπερψηφίσει.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι δεν έχει άλλα χρηματοδοτικά περιθώρια και γι’ αυτό περιόρισε το κονδύλι της εφάπαξ χορηγίας στα €100εκ. Εμείς δεν υποστηρίζουμε ότι οι δυνατότητες του κράτους είναι απεριόριστες. Σύμφωνα, όμως, με τα στοιχεία που η κυβέρνηση έδωσε στη Βουλή, περιθώρια για αύξηση της χορηγίας υπάρχουν. Ένα παράδειγμα είναι αρκούντως πειστικό. Στο πρώτο νομοσχέδιο για τις κρατικές εγγυήσεις υπήρχε πρόνοια για επιδότηση επιτοκίων με ένα ποσό ύψους €250εκ. Στο δεύτερο νομοσχέδιο η κυβέρνηση αφαίρεσε αυτή την πρόνοια. Αν υποθέσουμε ότι τα €100εκ. πήγαν στην εφάπαξ χορηγία, λογικά θα πρέπει να υπάρχουν άλλα €150εκ. Πού βρίσκεται αυτό το ποσό, η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει ποτέ.
Η κυβέρνηση δηλώνει θυμωμένη για τις πολλές τροπολογίες των κομμάτων. Σ’ αυτό δεν θα απαντήσουμε εμείς. Θα αφήσουμε να απαντήσει ο κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, με δηλώσεις που έκανε όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση: «Ο θεσμός της Βουλής έχει κάθε δικαίωμα και υποχρέωση να εγκρίνει και να απορρίπτει, αλλά και να τροποποιεί». Δάσκαλε που δίδασκες….
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους