Οι Γερμανοί δεν είναι ενθουσιασμένοι με τους υποψήφιους για την καγκελαρία
Tης Constanze Stelzenmüller (*)
Είναι Αύγουστος, και η ζωή θα έπρεπε να είναι εύκολη. Όμως η Γερμανία ψηφίζει σε οκτώ εβδομάδες. Και σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση, το 45% των Γερμανών απάντησε ότι δεν θα ψήφιζε κανέναν από τους τρεις υποψήφιους καγκελάριους.
Ημουν εν ζωή και επί των οκτώ μεταπολεμικών καγκελαρίων της Γερμανίας. Ο πατέρας μου έγραφε τους λόγους για τον έναν εξ αυτών. Δούλεψα για έναν άλλον. Για να είμαι ακριβώς, δεν ήμουν ακόμη δύο ετών όταν ο πρώτος καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ (1949-1963) πείστηκε να αποχωρήσει από την εξουσία στα 87 του. Είχε φυλακιστεί από το Τρίτο Ράιχ, αναζήτησε την εθνική συμφιλίωση και συνέδεσε τη Γερμανία με τη Δύση.
Ο Λούντβιχ Ερχαρντ (1963-1966) εφάρμοσε τα φιλελεύθερα μέτρα που οδήγησαν στο μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα. Η σύντομη θητεία του Κουρτ Γκέοργκ Κίσινγκερ (1966-1969) επισκιάστηκε από φήμες για το ναζιστικό του παρελθόν. Ο σοσιαλδημοκράτης διάδοχός του Βίλι Μπραντ (1969-1974), πρόσφυγας στη Νορβηγία στη διάρκεια του πολέμου, λατρευόταν από τη γερμανική νεολαία επειδή έπεσε στα γόνατα στο μνημείο του Γκέτο της Βαρσοβίας και επιδίωξε την ύφεση με τη Σοβιετική Ενωση. Ο διπλωμάτης πατέρας μου ήταν ένας από αυτούς που έγραφε τους λόγους του. Οι οργανωτές της ετήσιας δεξίωσης της Ενωσης Συντακτών του ζήτησαν να γράψει μια παρωδία λόγου, για να την ερμηνεύσει ένας ηθοποιός. Ο πατέρας μου την έστειλε για έγκριση στην καγκελαρία και τον πήραν τηλέφωνο για να του πουν ότι ο καγκελάριος ήταν έξαλλος. Κι όμως, το χειρόγραφο επεστράφη με ένα θαυμαστικό επιδοκιμασίας, τυπωμένο με το πράσινο μελάνι που χρησιμοποιούσε μόνο ο καγκελάριος. Ο πατέρας μου το κράτησε σε όλη του τη ζωή.
Ο σοσιαλδημοκράτης Χέλμουτ Σμιτ (1974-1982) είχε να κάνει με πετρελαϊκές κρίσεις, τρομοκράτες, τον Τζίμι Κάρτερ και την εγκατάσταση πυρηνικών πυραύλων στην Ευρώπη. Η πολιτική του δίχασε τη χώρα, τον κυβερνητικό συνασπισμό και το κόμμα. Εχασε την εξουσία από τον Χέλμουτ Κολ, για να γίνει συνεκδότης της Die Zeit και να μετατραπεί σε ένα είδος εθνικού μύθου. Στη συζήτηση για το αν θα έπρεπε να καταργηθούν τα στρατοδικεία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, επέμενε ότι η ανυπακοή πρέπει να τιμωρείται. Μια νεοφερμένη (εγώ) του είπε ότι δεν νοείται υπακοή σε ένα παράνομο καθεστώς. Ο πρώην καγκελάριος με αγριοκοίταξε και ζήτησε το όνομά μου. Μια φορά που ήμουν στο νοσοκομείο, μου έστειλε ροζ τριαντάφυλλα.
Ο Χέλμουτ Κολ (1982-1998) χλευάστηκε από τη γερμανική Αριστερά ως επαρχιώτης. ΚΙ όμως, υπηρέτησε για 16 χρόνια και συνέδεσε το όνομά του με τη γερμανική ενοποίηση, τη διεύρυνση της ΕΕ και την εισαγωγή του ευρώ.
Υστερα ήρθε ο Γκέρχαρντ Σρέντερ (1998-2005), γιος μιας καθαρίστριας που ο άνδρας της δεν επέστρεψε ποτέ από τον πόλεμο. Ηγήθηκε του πρώτου κοκκινοπράσινου συνασπισμού, έστειλε στρατεύματα στα Βαλκάνια και το Αφγανιστάν (όχι όμως και στο Ιράκ) και εφάρμοσε τις εργασιακές μεταρρυθμίσεις που μετέτρεψαν τη Γερμανία στον οικονομικό κινητήρα της Ευρώπης. Υστερα κατέστρεψε τη φήμη του μπαίνοντας στο ΔΣ της Gazprom.
H Aγγελα Μέρκελ, η ανατολικογερμανίδα φυσικός που μεγάλωσε πίσω από το Τείχος του Βερολίνου, δεν υποσχόταν και πολλά όταν ανέλαβε το 2005. Κι έγινε η μακροβιότερη ηγέτις της Ευρώπης. Συνέδεσε το όνομά της με τη χρηματοπιστωτική κρίση, την προσφυγική κρίση, την ουκρανική κρίση, την άνοδο της ακροδεξιάς και την πανδημία. Και έδωσε ελπίδες στις γυναίκες.
Με άλλα λόγια, μερικοί από τους μεγαλύτερους καγκελάριους της Γερμανίας ήταν άσημοι ως υποψήφιοι. Και οι οκτώ όμως δοκιμάστηκαν από τον πόλεμο ή άλλες κρίσεις προτού αναλάβουν την εξουσία. Αυτό δεν συμβαίνει με τον Αρμιν Λάσετ, τον Ολαφ Σολτς και την Αναλένα Μπέρμποκ. Από τη μια μεριά είναι καλό. Από την άλλη, δεν είναι βέβαιο ότι αποτελεί το καλύτερο υπόβαθρο για την καγκελαρία.
(*) Η Constanze Stelzenmüller είναι Fritz Stern Chair στο Brookings Institution (Πηγή: Financial Times / ΑΠΕ-ΜΠΕ)
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους