Οι επτά συμβουλές του Έρνεστ Χέμινγουεϊ για το γράψιμο
Του Κώστα Μανιάτη*
Αν δεν ξέρεις πώς να ξεκινήσεις μία ιστορία, αν έχεις μπλοκάρει ή αν απλώς θες να ρίξεις μια ματιά μέσα στο μυαλό μίας μεγαλοφυΐας, τα λόγια του εμβληματικού συγγραφέα ίσως να σε βοηθήσουν.
Σε μια εποχή που οι κάθε τύπου συμβουλές για όποιο πράγμα υπάρχει και δεν υπάρχει εμφανίζονται μπροστά μας απ’ το πουθενά, και με συχνότητα πρωτόγνωρη για το ανθρώπινο είδος, είναι ευκαιρία για μια φορά να ακούσουμε και κάποιον που -αντικειμενικά- ξέρει. Εφόσον μας ενδιαφέρει το γράψιμο, βέβαια, και εφόσον μέσα στο μικρό μυαλό μας τριγυρνάει η ιδέα να γράψουμε κι εμείς επιτέλους κάτι.
Οι επτά συμβουλές του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, του κορυφαίου Αμερικανού συγγραφέα, δεν δόθηκαν κάτω από κάποια συγκεκριμένη περίσταση, δεν δόθηκαν ως απάντηση σε κάποιον που το ζήτησε επί τούτου. Είναι συμβουλές μαζεμένες από διάφορα γραπτά του. Από συνεντεύξεις, από βιβλία του, από γράμματα.
Και είναι οι συμβουλές που ίσως σε βοηθήσουν να ξεμπλοκάρεις ή, ακόμη και αν δεν σε αφορά αυτό, να σε ωθήσουν να ρίξεις απλώς μια κρυφή ματιά στο μυαλό μίας μεγαλοφυίας. Δεν είναι και λίγο.
“Μερικές φορές, όταν ξεκινούσα μια καινούργια ιστορία και δεν μπορούσα να τη βάλω μπρος, καθόμουν μπροστά στη φωτιά και έσφιγγα τη φλούδα των μικρών πορτοκαλιών στην άκρη της φλόγας και παρακολουθούσα το μπλε σπινθήρισμα που έκαναν. Στεκόμουν και κοίταζα τις στέγες του Παρισιού και σκεφτόμουν: ‘Μην ανησυχείς. Πάντα έγραφες και θα γράψεις και τώρα. Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να γράψεις μια αληθινή πρόταση. Γράψε την πιο αληθινή πρόταση που ξέρεις’.
Έτσι, τελικά έγραφα μια αληθινή πρόταση και μετά συνέχιζα από εκεί και πέρα. Γινόταν εύκολο μετά, επειδή υπήρχε πάντα μια αληθινή πρόταση που ήξερα ή είχα δει ή είχα ακούσει από κάποιον. Αν άρχιζα να γράφω περίτεχνα, ή σαν κάποιον που εισάγει ή παρουσιάζει κάτι, διαπίστωνα ότι μπορούσα να κόψω αυτό το στολίδι και να το πετάξω και να ξεκινήσω με την πρώτη αληθινή απλή δηλωτική πρόταση που είχα γράψει”. (“Μια κινητή γιορτή”, 1964)
2. Πάντα να σταματάς ενώ ακόμα ξέρεις τι θα συμβεί στη συνέχεια
“Ο καλύτερος τρόπος είναι να σταματάς για εκείνη τη μέρα πάντα όταν πηγαίνεις καλά και όταν ξέρεις τι θα συμβεί στη συνέχεια. Αν το κάνεις αυτό κάθε μέρα όταν γράφεις ένα μυθιστόρημα, δεν θα κολλήσεις ποτέ. Αυτό είναι το πιο πολύτιμο πράγμα που μπορώ να σου πω, γι’ αυτό προσπάθήσε να το θυμάσαι”. (Άρθρο στο Esquire, 1935)
3. Ποτέ μην σκέφτεσαι την ιστορία όταν δεν εργάζεσαι
Έχοντας ως βάση του την προηγούμενη συμβουλή του, ο Χεμινγούει λέει ότι δεν πρέπει να σκέφτεστε ποτέ την ιστορία που δουλεύετε πριν ξεκινήσετε ξανά την επόμενη μέρα. “Με αυτόν τον τρόπο το υποσυνείδητό σου θα εργάζεται πάνω σε αυτό όλη την ώρα”, γράφει στο κομμάτι του Esquire. “Αλλά αν το σκέφτεσαι συνειδητά ή αν ανησυχείς γι’ αυτό, θα το σκοτώσεις και ο εγκέφαλός σου θα είναι κουρασμένος πριν ξεκινήσεις”.
Εμβαθύνει σε περισσότερες λεπτομέρειες στο βιβλίο του “Μια κινητή γιορτή”:
Όταν έγραφα, μου ήταν απαραίτητο να διαβάζω αφότου τελείωνα. Αν συνέχιζες να το σκέφτεσαι, θα έχανες αυτό που έγραφες πριν μπορέσεις να το συνεχίσεις την επόμενη μέρα. Ήταν απαραίτητο να γυμνάζεσαι, να κουράζεσαι σωματικά, και ήταν πολύ καλό να κάνεις έρωτα με αυτήν που αγαπούσες. Αυτό ήταν καλύτερο από οτιδήποτε άλλο. Αλλά μετά, όταν ήσουν άδειος, ήταν απαραίτητο να διαβάζεις για να μη σκέφτεσαι ή να μην ανησυχείς για τη δουλειά σου μέχρι να μπορέσεις να την ξανακάνεις.
Είχα ήδη μάθει να μην αδειάζω ποτέ το πηγάδι της γραφής μου, αλλά να σταματάω πάντα όταν υπήρχε ακόμα κάτι στο βαθύ μέρος του πηγαδιού, και να το αφήνω να ξαναγεμίζει τη νύχτα από τις πηγές που το τροφοδοτούσαν.
4. Όταν έρθει η ώρα να ξαναδουλέψεις, να ξεκινάς πάντα διαβάζοντας ό,τι έχεις γράψει μέχρι τώρα
“Ο καλύτερος τρόπος είναι να τα διαβάζεις όλα κάθε μέρα από την αρχή, διορθώνοντας καθώς προχωράς, και μετά να συνεχίζεις από εκεί που σταμάτησες την προηγούμενη μέρα. Όταν γίνει τόσο μεγάλο που δεν μπορείς να το κάνεις αυτό κάθε μέρα, διάβασε δύο ή τρία κεφάλαια πίσω κάθε μέρα- έπειτα, κάθε εβδομάδα διάβασέ το όλο από την αρχή. Με αυτόν τον τρόπο θα τα κάνεις όλα ένα ενιαίο κομμάτι”. (Esquire, 1935)
5. Μην περιγράφεις ένα συναίσθημα -προκάλεσέ το
“Προσπαθούσα τότε να γράψω και διαπίστωσα ότι η μεγαλύτερη δυσκολία, πέρα από το να ξέρεις στα αλήθεια τι πραγματικά αισθάνεσαι, και όχι τι υποτίθεται ότι αισθάνεσαι, και τι είχες μάθει να αισθάνεσαι, ήταν να καταγράψεις τι πραγματικά συνέβη στην πράξη -ποια ήταν τα αληθινά πράγματα που παρήγαγαν το συναίσθημα που βίωσες.
Γράφοντας για μια εφημερίδα έλεγες τι συνέβη και, με το ένα ή το άλλο τέχνασμα, μετέδιδες το συναίσθημα υποβοηθούμενος από το στοιχείο της επικαιρότητας που δίνει μια ορισμένη συγκίνηση σε κάθε περιγραφή για κάτι που συνέβη εκείνη την ημέρα -αλλά το αληθινό πράγμα, η αλληλουχία της κίνησης και των γεγονότων που προκάλεσε το συναίσθημα και που θα ήταν το ίδιο έγκυρο σε ένα χρόνο ή σε δέκα χρόνια ή για πάντα, αν με βοήθεια την τύχη, το έλεγες αρκετά καθαρά, ήταν πέρα από μένα και δούλευα πολύ σκληρά για να το καταφέρω”. (“Θάνατος το Απομεσήμερο”, 1932).
6. Χρησιμοποίησε μολύβι
“Όταν αρχίζεις να γράφεις, εσύ παίρνεις όλη την ευχαρίστηση και ο αναγνώστης δεν παίρνει τίποτα. Οπότε μπορείς κάλλιστα να χρησιμοποιήσεις γραφομηχανή, γιατί είναι πολύ πιο εύκολο και το απολαμβάνεις πολύ περισσότερο. Αφού μάθεις να γράφεις, όλος σου ο σκοπός είναι να μεταφέρεις τα πάντα, κάθε αίσθηση, θέα, συναίσθημα, τόπο και συναίσθημα στον αναγνώστη. Για να το πετύχεις αυτό πρέπει να δουλέψεις πάνω σε αυτό που γράφεις. Αν γράφεις με ένα μολύβι έχεις τρεις διαφορετικές ματιές για να δεις αν ο αναγνώστης παίρνει αυτό που θέλεις. Πρώτα όταν το ξαναδιαβάζεις -έπειτα όταν δακτυλογραφείς έχεις άλλη μια ευκαιρία να το βελτιώσεις, και πάλι στην διόρθωση.
Το να το γράφεις πρώτα με μολύβι σου δίνει το ένα τρίτο της ευκαιρίας να το βελτιώσεις. Αυτό είναι 0,333, που είναι ένας πολύ καλός μέσος όρος για έναν παίκτη.
Επίσης, το κρατάει ρευστό περισσότερο, ώστε να μπορείς να το βελτιώσεις ευκολότερα”. (Esquire, 1935)
7. Να είσαι σύντομος
Ο Χέμινγουεϊ περιφρονούσε τους συγγραφείς που, όπως έλεγε, “δεν έμαθαν ποτέ πώς να λένε όχι στη γραφομηχανή”. Σε μια επιστολή του 1945 προς τον εκδότη του, Maxwell Perkins, γράφει:
Δεν ήταν τυχαίο ότι η ομιλία του Γκέτισμπεργκ (σ.σ. διάσημη ομιλία του Αβραάμ Λίνκολν) ήταν τόσο σύντομη. Οι νόμοι της πεζογραφίας είναι τόσο αμετάβλητοι όσο και εκείνοι της πτήσης, των μαθηματικών, της φυσικής.
Πηγή: news247.gr