Οι επαναλαμβανόμενες αποτυχίες της Ρωσίας
Όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, το Κρεμλίνο έθεσε άθελά του τις στρατιωτικές δυνάμεις του σε μια μη διατηρήσιμη θέση, διατάζοντάς τις να αναλάβουν περισσότερες επιχειρήσεις από όσες μπορούσαν να αντέξουν. Σχεδίασε να εφορμήσουν σχεδόν όλοι οι στρατιώτες του ταυτόχρονα και ταχέως στην Ουκρανία, για να πολεμήσουν σε πολλαπλά μέτωπα. Το έκανε χωρίς να λάβει τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα, όπως τον καθαρισμό των διαδρομών από εκρηκτικά. Σχεδίασε να προελαύσουν οι δυνάμεις του με έναν μη διατηρήσιμο ρυθμό. Ως αποτέλεσμα, τα ρωσικά στρατεύματα ήταν ευάλωτα στις ενέδρες, στις αντεπιθέσεις, και στα σοβαρά προβλήματα επιμελητείας που κόστισαν στον στρατό τεράστιο αριθμό στρατιωτών και εξοπλισμού.
ΦΩΤΟ ΕΠΑΝΩ:Ρώσοι στρατιώτες στην περιοχή της Ζαπορίζια, στην Ουκρανία, τον Ιούλιο του 2022. Alexander Ermochenko
Αυτό το αρχικό σφάλμα προκλήθηκε από τις προπολεμικές αυταπάτες του Κρεμλίνου. Η Μόσχα είχε υπέρμετρη αυτοπεποίθηση [1] για τις πληροφορίες της, για την ικανότητα των πρακτόρων της να επηρεάσουν τα γεγονότα και την πολιτική στο εσωτερικό της Ουκρανίας, και για τις ίδιες τις ένοπλες δυνάμεις της. Υποτίμησε τις ικανότητες και την βούληση της Ουκρανίας να πολεμήσει. Και απέτυχε να λάβει υπόψη την τεράστια διεύρυνση της Δυτικής υποστήριξης στο Κίεβο.
Μολονότι όμως η Ρωσία είχε έξι μήνες για να διδαχθεί από αυτά τα λάθη [2], φαίνεται έτοιμη να δεσμεύσει για άλλη μια φορά τις εξαντλημένες δυνάμεις της σε μια μη βιώσιμη αποστολή: την προσάρτηση και την κατοχή των ουκρανικών επαρχιών, ή αλλιώς ομπλάστ, της Χερσώνας, της Λουχάνσκ, και της Ζαπορίζια. Η κατοχή αυτού του εδάφους θα απαιτήσει σημαντικό όγκο ανθρώπινου δυναμικού και πολεμικού εξοπλισμού —δεδομένου ιδίως ότι οι περιοχές έχουν επίμαχες πρώτες γραμμές και ότι οι ρωσικές δυνάμεις σε έκαστη [εξ’ αυτών] υφίστανται αντάρτικες επιθέσεις. Και η Μόσχα έχει χάσει τον πιο προηγμένο εξοπλισμό της, για τον οποίο δεν έχει ισοδύναμη αντικατάσταση. Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις έχουν υποστεί επίσης δεκάδες χιλιάδες απώλειες, συμπεριλαμβανομένου του καλά εκπαιδευμένου προσωπικού τους, και η τρέχουσα στρατηγική αναπλήρωσής του -η στρατολόγηση νέων στρατιωτών από ένα ετερόκλητο μείγμα κοινοτήτων και ένοπλων ομάδων- δεν θα δημιουργήσει μια δύναμη που θα είναι αποτελεσματική στη μάχη. Παραμένει, εν ολίγοις, μια ανισότητα μεταξύ των στόχων του Κρεμλίνου για την Ουκρανία και των δυνάμεων που πρέπει να τους επιτύχουν.
Το Κρεμλίνο ίσως συνεχίσει με τα σχέδιά του ούτως ή άλλως, συμπεραίνοντας ότι με την προσάρτηση αυτών των τεσσάρων περιοχών, μπορεί να επιβάλλει ένα γρήγορο τέλος σε αυτή την φάση του πολέμου, να ανακόψει την Δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία και να κερδίσει χρόνο για να επιδιορθώσει και να αναγεννήσει τον στρατό του. Ωστόσο, εάν η Μόσχα δεν μπορέσει να επιστρατεύσει αρκετούς πόρους για να υποστηρίξει αυτόν τον στόχο, ο εξαντλημένος ρωσικός στρατός θα δυσκολευτεί να κρατήσει μια επίμαχη πρώτη γραμμή περίπου 620 μιλίων. Ακόμα κι αν το Κρεμλίνο τραβήξει όλους τους διαθέσιμους μοχλούς, κηρύσσοντας γενική επιστράτευση για να στρατολογήσει επαρκή πολεμικό εξοπλισμό και εκπαιδευμένο προσωπικό, αυτή η διαδικασία θα έπαιρνε χρόνο. Οι ρωσικές δυνάμεις, λοιπόν, είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν πολύ σημαντικούς περιορισμούς πόρων τα επόμενα ένα ή δύο χρόνια. Αυτό μπορεί να δώσει στις ουκρανικές δυνάμεις την ευκαιρία να αποτρέψουν τις προσπάθειες της Ρωσίας να κρατήσει και τα τέσσερα ομπλάστ.
ΕΞΑΝΤΛΗΜΕΝΗ
Η εισβολή [3] της Ρωσίας στην Ουκρανία ξεκίνησε με απώλειες υψηλού προφίλ. Καθώς τα ρωσικά στρατεύματα προέλαυναν προς το Κίεβο και το Χάρκοβο, ήταν ευάλωτα σε έντονα πυρά και σε τακτικές ενεδρών από έναν αφοσιωμένο και όλο και πιο καλά εφοδιασμένο ουκρανικό στρατό. Αφότου η ρωσική επίθεση καθυστέρησε και υπέστη βαριές απώλειες, η Μόσχα εγκατέλειψε το σχέδιό της να καταλάβει αυτές τις πόλεις. Αντίθετα, επικέντρωσε τις επιθέσεις της στην [περιοχή] Ντονμπάς -που αποτελείται από τα ομπλάστ της Ντονέτσκ και της Λουχάνσκ στην ανατολική Ουκρανία- και στη νότια Ουκρανία, αμφότερα μέρη όπου ο ρωσικός στρατός είχε μεγαλύτερη επιτυχία. Σήμερα, οι ρωσικές δυνάμεις έχουν κατακτήσει το σύνολο της Λουχάνσκ, την συντριπτική πλειονότητα της Χερσώνας, και πάνω από το ήμισυ της Ντόνετσκ και της Ζαπορίζια.
Η κατάληψη του Κιέβου ήταν κρίσιμης σημασίας για έναν από τους βασικούς στόχους της Μόσχας στην αρχή του πολέμου: την γρήγορη αλλαγή καθεστώτος. Όταν αυτός απέτυχε [4], η Ρωσία περιόρισε τα σχέδιά της, και τώρα ο αναθεωρημένος ενδιάμεσος στόχος του Κρεμλίνου έχει γίνει πιο έντονα εμφανής. Μέσω μιας σειράς ανακοινώσεων πολιτικής, δηλώσεων της ηγεσίας, και στοχευμένων στρατιωτικών επιχειρήσεων τους τελευταίους τρεις μήνες, φαίνεται ότι η Ρωσία επιδιώκει να προσαρτήσει παράνομα τις επαρχίες που έχει εξ’ ολοκλήρου ή ως επί το πλείστον καταλάβει, ενδεχομένως ήδη από αυτό το φθινόπωρο.
Η Ρωσία [5] έχει θέσει τις διοικητικές βάσεις για μια τέτοια κίνηση. Έχει εγκαταστήσει Ρώσους πολίτες ή αξιωματούχους για την διαχείριση των κατεχομένων ουκρανικών εδαφών, έχει διορίσει εκπαιδευτές για να διδάξουν ένα παραμορφωμένο φιλορωσικό πρόγραμμα σπουδών στα σχολεία, έχει αλλάξει τους ουκρανικούς παρόχους υπηρεσιών Διαδικτύου και τους τηλεφωνικούς κωδικούς σε ρωσικούς, και έχει κατασχέσει ουκρανικά διαβατήρια για να υποχρεώσει τους Ουκρανούς πολίτες να αποκτήσουν ρωσικά έγγραφα. Οι πρόσφατα εγκατεστημένες κυβερνήσεις-μαριονέτα των κατεχόμενων περιοχών έχουν ανακοινώσει τις αποκαλούμενες εκλογικές επιτροπές που θα μπορούσαν να διεξαγάγουν ψευδή δημοψηφίσματα για την ένωση με την Ρωσία. Η Μόσχα έχει δημιουργήσει προσωρινά γραφεία υπηρεσιών ασφαλείας στην Χερσώνα και στην Ζαπορίζια, θεωρητικά για να συμβάλουν στην διαχείριση ετούτων των νότιων περιοχών, αλλά πιθανότατα για να διαλύσουν τα δίκτυα των ανταρτών που θα μπορούσαν να παρέμβουν στην διαδικασία της προσάρτησης.
Για το Κρεμλίνο, η προσάρτηση θα ήταν ένα μέσο για την επίτευξη ενός μεγαλύτερου σκοπού. Εάν η Μόσχα ανακηρύξει αυτά τα εδάφη ως μέρος της Ρωσίας, θα μπορούσε στην συνέχεια να κηρύξει την κατάπαυση του πυρός και να περιγράψει τις συνεχιζόμενες ουκρανικές αντεπιθέσεις ως επιθέσεις σε αυτό που ορίζει ως Ρωσία. Οι αξιωματούχοι του Κρεμλίνου ίσως δήλωναν επίσης ότι οι πυρηνικές εγγυήσεις της χώρας τους ισχύουν για όλο αυτό που θεωρούν ότι είναι η Ρωσική Ομοσπονδία, όπως έκανε ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν [6], μετά την προσάρτηση της Κριμαίας [7] το 2014. Ένα τέτοιο σχέδιο υποθέτει ότι οι απειλές θα απέτρεπαν τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη από το να υποστηρίξουν την Ουκρανία, ωθώντας τις να περιορίσουν ή ακόμα και να διακόψουν τις ροές όπλων προς το Κίεβο λόγω των φόβων για κλιμάκωση. Το Κρεμλίνο ελπίζει ότι με την πάροδο του χρόνου το Δυτικό ενδιαφέρον και η υποστήριξη για την Ουκρανία θα ξεθωριάσουν, επιτρέποντας στην Ρωσία να ορίσει τους όρους της διευθέτησης της σύγκρουσης.
Η Ουκρανία είναι ιδιαίτερα απίθανο να αποδεχθεί οποιαδήποτε προσάρτηση ή κατάπαυση του πυρός. Ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έχει δηλώσει ότι «το πάγωμα της σύγκρουσης με την Ρωσική Ομοσπονδία σημαίνει μια παύση που δίνει στην Ρωσική Ομοσπονδία ένα διάλειμμα για ξεκούραση». Επίσης, το Κίεβο [8] σχεδόν σίγουρα θα συνεχίσει να ζητά αρωγή από την Δύση. Ως εκ τούτου, οι ουκρανικοί και οι ρωσικοί στόχοι έως το τέλος του 2022 βρίσκονται σε τροχιά σύγκρουσης: η μια πλευρά εργάζεται για να αποτρέψει την παγίωση της σύγκρουσης κατά μήκος μιας παγωμένης γραμμής επαφής, ενώ η άλλη εργάζεται για να επιτύχει ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα.
ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΟΠΩΣ – ΟΠΩΣ
Ο ουκρανικός και ο ρωσικός στρατός εισέρχονται σε μια κρίσιμη περίοδο τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, αν και για διαφορετικούς λόγους. Σε κάποιες περιοχές, οι ουκρανικές δυνάμεις υπολείπονται σε οπλισμό και σε εμβέλεια, και έχουν άμεση ανάγκη για πυρομαχικά και συγκεκριμένα όπλα —εν μέρει εξαιτίας των προσπαθειών της Ρωσίας να απενεργοποιήσει την αμυντική βιομηχανία της Ουκρανίας. Αλλά βραχυπρόθεσμα, η Ουκρανία ίσως έχει μια πιο διατηρήσιμη θέση. Η χώρα έχει επαρκές προσωπικό, Δυτική υποστήριξη [9], και ισχυρή θέληση να πολεμήσει. Η Ρωσία, εν τω μεταξύ, έχει υποστεί [απώλειες] στρατιωτών και υλικές απώλειες που θα είναι δύσκολο να ξεπεράσει. Σύμφωνα με Δυτικούς υπολογισμούς, η Ρωσία έχει υποστεί μεταξύ 45.000 και 75.000 τραυματίες και σκοτωμένο προσωπικό, από κατώτερους στρατεύσιμους έως στρατηγούς. Έχει χάσει περισσότερα από 5.000 τεμάχια εξοπλισμού. Ο στρατός της Ρωσίας έχει διδαχθεί και έχει προσαρμοστεί σε επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο από τις αρχικές ήττες του, μετατοπιζόμενος σε νέες τακτικές που ευνοούν την ανώτερη δύναμη πυρός του. Αλλά τέτοιες προσαρμογές στο πεδίο της μάχης δεν είναι αρκετές για να ξεπεράσει τις αρχικές και σοβαρές απώλειες.
Αυτά τα ελλείμματα θα καταστήσουν δύσκολο για την Ρωσία να διατηρήσει με επιτυχία τις περιοχές που ίσως προσπαθήσει να προσαρτήσει. Κατ’ ελάχιστον, εάν το Κρεμλίνο τις προσαρτήσει αυτό το φθινόπωρο, θα το έκανε σε μια εποχή μεγάλης ευαλωτότητας. Για να επιτύχει, η Μόσχα θα πρέπει να αναπληρώσει προσωπικό και εξοπλισμό σε [μεγάλη] κλίμακα —αποστολές που θα αποδειχθούν εξαιρετικά δύσκολες.
Αναλογιστείτε, για παράδειγμα, την έλλειψη στρατιωτών της Ρωσίας. Μέχρι στιγμής, η Ρωσία αναλαμβάνει μια ad hoc προσέγγιση για την αναπλήρωση του προσωπικού, αντλώντας από τουλάχιστον εννέα πληθυσμούς: τα ενεργά στρατεύματα που είναι σταθμευμένα έξω από την Ουκρανία, τους έφεδρους, τις ομάδες μισθοφόρων, τους Kadyrovtsy (τους μαχητές που είναι πιστοί στον Τσετσένο ηγέτη, Ραμζάν Καντίροφ), τα τάγματα των στρατιωτικών φυλακών, τους ξένους μαχητές, την Εθνική Φρουρά, τους άμεσους εθελοντές, και τις ακροδεξιές νεοναζιστικές ομάδες όπως η Rusich [10]. Αυτό το σύστημα είναι κάθε άλλο παρά ιδανικό. Ο ρωσικός στρατός και οι ομάδες μισθοφόρων μπορεί να διαφημίζουν αξιοπρεπείς μισθούς μάχης -πάνω από 3.000 δολάρια τον μήνα- αλλά προσφέρουν βραχυχρόνιες συμβάσεις, ρίχνουν τα επίπεδα [ποιότητας] στρατολόγησης, και παρέχουν μόνο λίγες εβδομάδες βασικής εκπαίδευσης.
Η Ρωσία [11] θα μπορούσε να συγκεντρώσει περισσότερους στρατιώτες, επεκτεινόμενη στα συνοριακά στρατεύματα ή περαιτέρω εντός της Εθνικής Φρουράς. Αλλά η ικανότητα της χώρας να δημιουργεί προσωπικό θα φτάσει επίσης πιθανότατα στο ζενίθ της τους επόμενους μήνες, εκτός εάν κηρύξει γενική επιστράτευση και στρατολογήσει άνδρες από όλη την χώρα. Ακόμη και στην καλύτερη περίπτωση, ωστόσο, η επιστράτευση θα χρειαζόταν τουλάχιστον αρκετούς μήνες έως έναν χρόνο για να αποδώσει επιχειρησιακό όφελος. Η βάση κινητοποίησης της Ρωσίας, που αποτελείται από εξοπλισμό σε μακροχρόνια αποθήκευση και εφέδρους με στρατιωτική εμπειρία, είναι σε μεγάλο βαθμό αδρανής για πάνω από μια δεκαετία. Η επέκταση του συστήματος σε εθνικό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της κλήσης ανδρών σε ηλικία στράτευσης χωρίς εμπειρία, θα το καταπονούσε σημαντικά˙ χιλιάδες αξιωματικοί και υπαξιωματικοί που χρειάζονται για την διοίκηση των κινητοποιημένων μονάδων πολεμούν σήμερα ή έχουν ήδη σκοτωθεί στην Ουκρανία.
Το πρόβλημα του εξοπλισμού της Ρωσίας είναι εξίσου δύσκολο να λυθεί. Σύμφωνα με αξιωματούχους των ΗΠΑ, ο ρωσικός στρατός έχει αφιερώσει το 80% του εν ενεργεία στρατού, των αερομεταφερόμενων και ναυτικών μονάδων, και του εξοπλισμού τους στην Ουκρανία, και έχει ήδη αποσύρει πρόσθετο εξοπλισμό από τη μακροπρόθεσμη αποθήκευση. Μολονότι η Ρωσία έχει χιλιάδες ακόμη τεθωρακισμένα οχήματα και πυραύλους σε αποθήκευση, αυτοί είναι λιγότερο ικανοί και πιο αναξιόπιστοι: ο εξοπλισμός σε μακροχρόνια αποθήκευση, για παράδειγμα, είναι κυρίως παλιός και σε διάφορους βαθμούς λειτουργικότητας, [και] συχνά φυλάσσεται για χρόνια σε ανοιχτά πεδία. Η αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας εξακολουθεί να έχει κατασκευαστική ικανότητα, αλλά με τις ήδη σε συμφόρηση και αναποτελεσματικές γραμμές παραγωγής της, υπό τις βαριές Δυτικές κυρώσεις, η Ρωσία θα δυσκολευτεί να παραγάγει μαζικά νέο εξοπλισμό σε σύντομο χρόνο. Το Κρεμλίνο έχει κάνει τα πρώτα βήματα για να στηρίξει αυτόν τον τομέα, ώστε να μπορέσει να αναδημιουργήσει καλύτερα τον χαμένο εξοπλισμό και να διευρύνει την προμήθεια πυραύλων, αλλά θα χρειαστούν πολλοί μήνες έως αρκετά χρόνια προτού αυτά τα μέτρα αρχίσουν να δείχνουν αποτελέσματα.
Η ΜΑΧΗ ΠΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ
Τα προβλήματα της Μόσχας, ωστόσο, δεν εγγυώνται την επιτυχία της Ουκρανίας. Το Κίεβο έχει χάσει επίσης πολλούς στρατιώτες και όπλα. Βραχυπρόθεσμα, η Ουκρανία, όπως και η Ρωσία, πιθανότατα θα δυσκολευτεί να διεξάγει νέες επιθέσεις ή αντεπιθέσεις μεγάλης κλίμακας. Αμφότερα τα κράτη θα μπορούσαν να είναι εστιασμένα σε ad hoc προσπάθειες για να αποτρέψουν την εξάντληση. Η Ουκρανία [12] θα χρειαστεί να πολεμήσει σκληρά για να στερήσει από την Ρωσία μια ουσιαστική λαβή στις περιοχές που σχεδιάζει να προσαρτήσει ή για να αμφισβητήσει την προσάρτηση, εάν αυτή συμβεί. Το Κίεβο θα χρειαστεί επίσης συνεχή Δυτική υποστήριξη για να εφαρμόσει τα ποιοτικά πλεονεκτήματά του στο πεδίο της μάχης. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσει την δυναμική των αντεπιθέσεών του για να αποτρέψει τη Μόσχα από το να ενσωματώσει τα κατεχόμενα ομπλάστ στην Ρωσία.
Το Κίεβο έχει πει ότι η αντεπίθεσή του στην Χερσώνα αποτελεί προτεραιότητα και ότι χτυπά ρωσικές βάσεις σε μεγαλύτερες αποστάσεις -συμπεριλαμβανομένης πιθανώς μιας ναυτικής βάσης της αεροπορίας στην Κριμαία. Οι ρωσικές δυνάμεις στην Χερσώνα ήταν οι πιο ευάλωτες στην αρχή του καλοκαιριού, αλλά τις τελευταίες εβδομάδες η Ρωσία έχει επαναδιατάξει εκεί στοιχεία από τη Ντονμπάς. Η Ουκρανία μπορεί να περιπλέξει την ικανότητα της Ρωσίας να οχυρώσει και να προσαρτήσει αυτό το ζωτικής σημασίας έδαφος, χρησιμοποιώντας μια μέθοδο που λειτούργησε στις πρώτες φάσεις του πολέμου: προκαλώντας τόσο σκληρές απώλειες στο πεδίο της μάχης ώστε η στρατιωτική ηγεσία της Ρωσίας να πειστεί ότι οι δυνάμεις της δεν μπορούν να κρατήσουν το ομπλάστ και ότι οι θέσεις τους είναι, ή θα γίνουν αμέσως, μη διατηρήσιμες. Για να το κάνει αυτό, ο ουκρανικός στρατός [13] πρέπει να διατηρήσει μια επίμαχη πρώτη γραμμή, να επιτεθεί στα ρωσικά συστήματα διοίκησης και ελέγχου, και να εξσθενίζει σταθερά τις ρωσικές δυνάμεις σε σημείο που να είναι μαχητικά αναποτελεσματικές σε μια συγκεκριμένη περιοχή.
Οι Ρώσοι στρατιωτικοί σχεδιαστές μελετούν προσεκτικά το εάν οι δυνάμεις τους είναι μαχητικά αποτελεσματικές, εξετάζοντας, μεταξύ άλλων, τα ποσοστά φθοράς (γνωστά και ως «κρίσιμη απώλεια» στην ρωσική στρατιωτική επιστήμη). Για τις ρωσικές χερσαίες δυνάμεις, οι στρατιωτικοί σχεδιαστές προέβλεψαν πριν από τον πόλεμο ότι μια μονάδα καθίσταται αναποτελεσματική όταν χάνει το 50% έως 60% της αρχικής της δύναμης. Εκτιμούν ότι ένα περιφερειακό δίκτυο διοίκησης και ελέγχου διαλύεται οριστικά όταν καταστραφεί το 40% του εξοπλισμού του. Πιστεύουν ότι μια μοίρα της πολεμικής αεροπορίας δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει όταν χάσει το 70% των αεροσκαφών της. Εάν η Ουκρανία μπορέσει να δημιουργήσει μια άκρως επίμαχη πρώτη γραμμή -όπως ακριβώς έκανε έξω από το Κίεβο και το Χάρκοβο- με επιθέσεις σε σημεία διοίκησης και ελέγχου, υψηλά ποσοστά απωλειών εξοπλισμού, και μεγάλες ρωσικές απώλειες, ίσως πείσει ξανά τη Μόσχα να αποσυρθεί.
Αλλά για να έχει μια τέτοια ουκρανική στρατηγική τις καλύτερες πιθανότητες επιτυχίας, θα πρέπει να βρίσκεται σε εξέλιξη προτού η Ρωσία επιχειρήσει να προσαρτήσει το έδαφος που κατέχει, [και] με αυτόν τον τρόπο οι ουκρανικές επιθέσεις να μπορούν να στερήσουν από την Ρωσία ένα πάτημα σε μια περιοχή όπως η Χερσώνα. Και ακόμη κι αν η Ρωσία προσαρτήσει το ουκρανικό έδαφος και προσπαθήσει να επιβάλλει μια επιχειρησιακή παύση, το Κίεβο και οι Δυτικοί υποστηρικτές του δεν είναι υποχρεωμένοι να συμμορφωθούν. Οι συνολικές φιλοδοξίες της Ρωσίας για την Ουκρανία, τελικά, παραμένουν ακέραιες. Η Μόσχα θέλει να προσαρτήσει μεγάλα τμήματα της Ουκρανίας, θέλει να αποστρατιωτικοποιήσει την χώρα ώστε η κυβέρνηση να μην μπορεί να πολεμήσει ενάντια στις ενέργειές της, και θέλει έναν φιλορώσο ηγέτη στο Κίεβο. Η θλιβερή πραγματικότητα είναι ότι η προσάρτηση τεσσάρων περιοχών είναι απίθανο να είναι το τέλος της αποστολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά μόνο μια φάση στο πολύ μεγαλύτερο έργο του Πούτιν [14]. Τόσο η Ουκρανία όσο και οι υποστηρικτές της πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για έναν παρατεταμένο πόλεμο.
Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-06-21/wh…
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-06-14/uk…
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-06-06/what-if-ukrai…
[4] https://www.foreignaffairs.com/podcasts/how-putin-flawed-assumptions-doo…
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-04-06/putins-war-hi…
[6] https://www.foreignaffairs.com/tags/vladimir-putin
[7] https://www.foreignaffairs.com/lists/first-crisis-ukraine
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-06-17/how-ukraine-w…
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-04-07/wh…
[10] https://www.bellingcat.com/news/2022/06/17/meet-the-irregular-troops-bac…
[11] https://www.foreignaffairs.com/regions/russian-federation
[12] https://www.foreignaffairs.com/regions/ukraine
[13] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-05-09/can-ukraines-…
[14] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-05-26/putin-against…
*Η Dara Massicot είναι ανώτερη ερευνήτρια πολιτικής στο RAND Corporation και είναι επίκουρος καθηγητής στο Πρόγραμμα Σπουδών Ασφαλείας του Πανεπιστημίου Georgetown. Η δουλειά της στη RAND επικεντρώνεται σε ζητήματα ασφάλειας στη Ρωσία και την Ευρασία. /Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους.