Ο Τυχικός και η προσεχής Ιερά Σύνοδος
Του Δρος Αναστάσιου Βαβούσκου*
Συμφώνως προς δημοσίευμα κυπριακής εφημερίδας της 8ης Ιουνίου 2025 υπό τον τίτλο «Δικαιότατης δίκης έτυχε ο Τυχικός, αναμένουμε την απάντηση του Οικ. Πατριαρχείου είπε ο Αρχ. Γεώργιος», ο Μακαριώτατος – κληθείς να σχολιάσει, εάν στην συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου της 23ης Ιουνίου θα παραστεί ο κ. Τυχικός – απάντησε αρνητικώς, λέγοντας «Όχι» (βλ. (https://www.politis.com.cy/newsroom/940760/dikaiotatis-dikis-etyxe-o-tyxikos-anamenoume-tin-apantisi-tou-oik-patriarxeiou-eipe-o-arx-georgios).
Απάντησε, όμως, σωστά ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου; Θα το δούμε αμέσως παρακάτω.
Καταρχήν, από το Ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου της 22ης Μαΐου 2025 προκύπτουν τρία σημαντικά και ζωτικής σημασίας στοιχεία:
Το πρώτο στοιχείο είναι, ότι η Ιερά Σύνοδος «διεπίστωσε σοβαρὲς ἀδυναμίες στὴ διοίκηση καὶ διαποίμανση τῆς Μητροπολιτικῆς περιφέρειας Πάφου».
Το δεύτερο στοιχείο είναι, ότι η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε, ότι: «ὁ ἐν λόγῳ Ἀρχιερέας τίθεται στὴ διάθεση τῆς Ἐκκλησίας».
Το τρίτο στοιχείο, είναι, ότι η αξιοποίηση του κ. Τυχικού, μετά την θέση του στην διάθεση της Εκκλησίας, θα γίνει αφού αυτός «προηγουμένως ὑποβάλει, γραπτῶς, Ὁμολογίαν Πίστεως, στὴν ὁποία νὰ περιλαμβάνεται καταδίκη τοῦ ἀποτειχισμοῦ». Εάν προβεί στην ομολογία αυτή, τότε «θὰ παραμείνει ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου καὶ μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ θὰ τοῦ δοθεῖ τίτλος καὶ θέση ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο».
Πέραν των παραπάνω, από τις δηλώσεις του Μακαριωτάτου, όπως αυτές δημοσιεύθηκαν στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο προκύπτει, ότι η κρατούσα άποψη στην Ιερά Σύνοδο είναι, ότι ο κ. Τυχικός κηρύχθηκε έκπτωτος, με αποτέλεσμα να στερηθεί αμέσως της Μητροπόλεως του και να αναλάβει ως Τοποτηρητής αυτής ο Μακαριώτατος. Ο οποίος – και πάλιν βάσει δημοσιευμάτων και δηλώσεων του – δεν αρκείται μόνο στα καθήκοντα του Τοποτηρητή (διεκπεραίωση τρεχουσών και επειγουσών υποθέσεων) αλλά έχοντας προφανώς εσφαλμένη εντύπωση και αντίληψη περί του πρακτέου, διενεργεί και πράξεις πλήρους διοικήσεως, καταπατώντας τον Καταστατικό Χάρτη, τους ιερούς κανόνες και εντέλει το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ας δούμε, τώρα, τα πράγματα με τη σειρά:
Σε πρώτο στάδιο, και κατόπιν προσωπικής έρευνας εκ μέρους του Μακαριωτάτου και σχετικής από αυτόν εισηγήσεως, η Ιερά Σύνοδος «διεπίστωσε σοβαρὲς ἀδυναμίες στὴ διοίκηση καὶ διαποίμανση τῆς Μητροπολιτικῆς περιφέρειας Πάφου».
Ας υποθέσουμε, συγγραφικῇ – καί όχι ποιητικῇ – αδείᾳ, ότι η διαπίστωση της Ιεράς Συνόδου είναι ορθή, τότε οδηγούμαστε κατά την φυσική ροή των πραγμάτων στην εφαρμογή του άρθρου 14, πργφ. 1, εδάφιο γ΄ του ΚΧΕΚ και στα παρακάτω συμπεράσματα ως προς τις ενέργειες του Μακαριωτάτου και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου:
Από τη στιγμή που η Ιερά Σύνοδος διαπιστώνει διοικητική και ποιμαντική δυσλειτουργία στην Μητρόπολη Πάφου, αυτό σημαίνει, ότι κατά το άρθρο 14 πργφ. 1, εδάφιο γ΄ έχει ήδη – πριν την διαπίστωση – ατράνταχτα αποδεικτικά στοιχεία για την αδυναμία του Αρχιερέως, δηλαδή του Μητροπολίτη Πάφου, να διοικήσει και να διαποιμάνει την Μητρόπολη του. Αυτό προκύπτει απευθείας από το ίδιο το άρθρο, το οποίο λέει κατά λέξη για την αδυναμία του Αρχιερέως: «…ἡ ὁποία θά ἔχει ἀποδειχθεῖ ἁρμοδίως». Τα ατράνταχτα αυτά αποδεικτικά στοιχεία κατά το ίδιο άρθρο είναι:
α) το σωματικό νόσημα ή
β)το διανοητικό νόσημα ή
γ) το γήρας
Οι τρεις αυτοί λόγοι δεν πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς στο πρόσωπο του Αρχιερέως αλλά διαζευκτικώς, οπότε ένας εκ των τριών λόγων να ισχύει, αποτελεί πλήρη απόδειξη αδυναμίας ανταποκρίσεως του Αρχιερέως (στην περίπτωση μας του Μητροπολίτη Πάφου) στα λειτουργικά, ποιμαντικά και διοικητικά καθήκοντά του (άρθρο 14, πργφ. 1, εδάφιο γ΄ του ΚΧΕΚ).
Αφού, λοιπόν, η Ιερά Σύνοδος – μετά από την έρευνα και την εισήγηση του Μακαριωτάτου – διαπίστωσε τα παραπάνω, και έχοντας υποχρέωση να εφαρμόσει τον ΚΧΕΚ, θα έπρεπε κατά το αυτό άρθρο 14, πργφ. 1, εδάφιο γ΄, να κηρύξει τον θρόνο σε χηρεία, εφόσον θα ψήφιζαν περί αυτού τα τρία τέταρτα ( ¾ ) των μελών της Ιεράς Συνόδου.
Πόσοι όμως Αρχιερείς συνιστούν τα ( ¾ ) της Ιεράς Συνόδου; Από τη στιγμή, που τα μέλη της Ιεράς Συνόδου είναι δεκαεπτά (17), αλλά εξαιρείται αυτομάτως ο έχων σωματικό ή διανοητικό νόσημα ή γήρας Αρχιερέας, που ο θρόνος του κηρύσσεται σε χηρεία, απομένουν δεκαέξι (16) μέλη, τα οποία μετέχουν στην Ιερά Σύνοδο. Για να αποφασισθεί από τη σύνθεση αυτή η κήρυξη σε χηρεία μίας Μητροπόλεως, απαιτείται κατά τον ΚΧΕΚ να ταχθούν υπέρ αυτής τα ¾ των μελών, δηλαδή δώδεκα (12) Αρχιερείς (άρθρο 14, πργφ. 1, εδάφιο γ΄: «…..Ὁ θρόνος κηρυχθεῖ σέ χηρεία ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο μέ εἰδική πλειοψηφία τῶν τριῶν τετάρτων τοῦ συνόλου τῶν μελῶν της»).
Επιτευχθείσης της συγκεκριμένης απαρτίας, η Μητρόπολη του Αρχιερέα που έχει σωματικό ή διανοητικό νόσημα ή είναι ηλικιωμένος (γήρας) κηρύσσεται σε χηρεία και στη συνέχεια ακολουθείται η διαδικασία, που προβλέπεται από τα άρθρα 25 και επόμενα του ΚΧΕΚ, δηλαδή:
α) την τοποτηρητεία αναλαμβάνει ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου,
β) ακολουθεί κατάρτιση του τριπροσώπου με καθολική μυστική ψηφοφορία και η εκλογική διαδικασία, όπως γίνεται και στην περίπτωση εκλογής Αρχιεπισκόπου (άρθρο 27 ΚΧΕΚ),
γ) ολοκληρώνεται η όλη διαδικασία με την εκλογή του νέου Μητροπολίτη από την Ιερά Σύνοδο.
Εν συνόψει, εάν ήθελε θεωρηθεί ως ορθή, βάσιμη και ειλικρινής η διαπίστωση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, περί ποιμαντικής και διοικητικής δυσλειτουργίας της Μητροπόλεως Πάφου, τότε αυτό σημαίνει, ότι η Ιερά Σύνοδος:
α) είχε ήδη ατράνταχτα αποδεικτικά στοιχεία για την σωματική ή την νοητική κατάσταση ή το γήρας του Μητροπολίτη Πάφου κ. Τυχικού,
β) για το λόγο αυτό θα έπρεπε να κηρύξει την Μητρόπολη Πάφου σε χηρεία με πλειοψηφία 3/4, δηλαδή με δώδεκα ψήφους επί δεκαέξι μελών της Ιεράς Συνόδου,
γ) στη συνέχεια θα έπρεπε να ορίσει Τοποτηρητή της Ιεράς Μητροπόλεως Πάφου τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου,
δ) μετά θα έπρεπε να καταρτίσει το τριπρόσωπο κατόπιν καθολικής μυστικής ψηφοφορίας,
ε) και τέλος να εκλέξει η ίδια από το τριπρόσωπο τον νέο Μητροπολίτη Πάφου,
στ) ως προς δε τον αδυνατούντα να ασκήσει τα καθήκοντα του Μητροπολίτη, να τού παράσχει χορηγία από το ταμείο της επαρχίας, ίση με τις αποδοχές του εν ενεργεία Αρχιερέως και να αναλάβει η Μητρόπολη Πάφου την μέριμνα για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς στεγάσεως, περιθάλψεως και διατροφής του (άρθρο 15, πργφ. 1 ΚΧΕΚ).
Τί έπραξε από όλα αυτά η Ιερά Σύνοδος;
α) Διαπίστωσε απλώς ποιμαντική και διοικητική δυσλειτουργία, όπως προβλέπει το άρθρο 14, πργφ. 1, εδάφιο γ΄ του ΚΧΕΚ, χωρίς όμως προηγουμένως να έχει στοιχεία για σωματικό ή πνευματικό νόσημα ή γήρας περί του προσώπου του κ. Τυχικού, που απαιτεί το εν λόγω άρθρο,
β) κήρυξε παρά ταύτα ουσιαστικώς σε χηρεία την Μητρόπολη Πάφου, χωρίς όμως πλειοψηφία των ¾ , που προβλέπει το άρθρο 14, πργφ. 1, εδάφιο γ΄ και χωρίς καμία απόδειξη,
γ) όρισε όμως Τοποτηρητή τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, όπως προβλέπει το άρθρο 25 του ΚΧΕΚ για την χηρεία Μητροπόλεως,
δ) δεν κίνησε την διαδικασία για την πλήρωση χηρευσάσης Ιεράς Μητροπόλεως, όπως προβλέπουν τα άρθρα 25 επ. του ΚΧΕΚ,
ε) δεν εξασφάλισε στον Μητροπολίτη Πάφου τα προνόμια του άρθρου 15 του ΚΧΕΚ.
Δηλαδή, εν ολίγοις, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κατηύθυνε την Ιερά Σύνοδο, να κηρύξει κατ’ ουσίαν τον θρόνο σε χηρεία, χωρίς να ακολουθηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία. Αυτό στην πράξη σημαίνει, ότι η Ιερά Σύνοδος υπό τις οδηγίες του Μακαριωτάτου αποφάσισε τελικώς κήρυξη χηρείας, η οποία είναι αντικανονική, παράνομη και συνεπώς ανύπαρκτη αλλά κυρίως, χωρίς να γίνει αυτό αντιληπτό από την Ιερά Σύνοδο.
Στη συνέχεια, και ενώ «αποφασίστηκαν» τα παραπάνω, η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε, επίσης, να θέσει τον Αρχιερέα και στην διάθεση της Εκκλησίας. Δηλαδή, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου, ενώ στην πράξη αποφάσισε εν αγνοία της μία αντικανονική και παράνομη κήρυξη του Θρόνου της Μητροπόλεως Πάφου σε χηρεία, έρχεται και κηρύσσει παρανόμως τον Μητροπολίτη Πάφου κ. Τυχικό «Σχολάζοντα» και εμμέσως πλην σαφώς την Μητρόπολη Πάφου «σχολάζουσα», περί των οποίων έχω ήδη γράψει στο προηγούμενο άρθρο μου υπό τον τίτλο: «Το ανακοινωθέν της 22/5/2025 και το έκκλητο της 5/6/2025 Μύθοι και αλήθειες». Και λέω παρανόμως, διότι, εάν ένας επίσκοπος κρίνεται, ότι δεν μπορεί να διαποιμάνει και να διοικήσει την Μητρόπολη του, τούτο – όπως προανέφερα – κατά τον ΚΧΕΚ προϋποθέτει ύπαρξη σωματικού ή διανοητικού νοσήματος ή γήρατος, στοιχεία που εκ των πραγμάτων οδηγούν στον «παροπλισμό» του Μητροπολίτη από την Ιερά Σύνοδο και στην κήρυξη του θρόνου ως χηρεύοντος. Πώς γίνεται τώρα, ο Μητροπολίτης αυτός, να τίθεται στην διάθεση της Εκκλησίας, από την ίδια Ιερά Σύνοδο, που διαπιστώνοντας δυσλειτουργία διαποιμάνσεως και διοικήσεως, τον έκρινε θεωρητικώς κατά τον ΚΧΕΚ «ανίκανο» λόγω γήρατος ή σωματικού ή διανοητικού νοσήματος; Εάν πάλι, δεν ισχύουν αυτοί οι λόγοι, πώς η Ιερά Σύνοδος διαπίστωσε, ότι στην Μητρόπολη Πάφου υπάρχει ποιμαντική και διοικητική δυσλειτουργία, αφού ο Μητροπολίτης Πάφου είναι νέος και σωματικώς και πνευματικώς υγιής και βεβαίως δεν υπέβαλε και την παραίτηση του;
Και όλα αυτά, υπό το πρίσμα των δημοσιευμάτων και των δηλώσεων του Μακαριωτάτου, ότι ο Μητροπολίτης Πάφου Τυχικός κηρύχθηκε έκπτωτος βάσει της αποφάσεως της Ιεράς Συνόδου. Τελικώς, όμως, κηρύχθηκε έκπτωτος ο Μητροπολίτης Πάφου;
Ας υποθέσουμε, και πάλι συγγραφικῇ – καί όχι ποιητικῇ – αδείᾳ, ότι ούτε η Μητρόπολη Πάφου κηρύχθηκε σε χηρεία, ούτε ο Μητροπολίτης Πάφου κηρύχθηκε «Σχολάζων» και η Μητρόπολη του «Σχολάζουσα». Ας υποθέσουμε αντιθέτως, ότι όντως κηρύχθηκε έκπτωτος από τον θρόνο του.
Η έκπτωση από τον θρόνο – σε αντίθεση με την κήρυξη σε χηρεία και την κήρυξη ως «Σχολάζοντος» του Μητροπολίτης και «Σχολάζουσας» της Μητροπόλεως, που είναι διοικητικά μέτρα – είναι ποινή που προβλέπεται από τους ιερούς κανόνες και επιβάλλεται από εκκλησιαστικό δικαστήριο.
Κατά τον ΚΧΕΚ, και ειδικότερα το άρθρο 14 πργφ. 2 αυτού, η έκπτωση από τον θρόνο επέρχεται, όταν η απόφαση, που την επέβαλε, γίνει τελεσίδικη, δηλαδή:
α) όταν παρέλθει η προθεσμία των δεκαπέντε ημερών, που προβλέπεται για την έφεση και ισχύει αναλογικώς και για το έκκλητο (άρθρο 42 πργφ. 3 (Παράρτημα Β΄- ΙΙ. Ποινική Δικονομία – Α΄ Προδικασία) και 81 εδάφιο β΄). Συνεπώς, με την παρέλευση δεκαπέντε ημερών από την κοινοποίηση της αποφάσεως του πρωτόδικου εκκλησιαστικού δικαστηρίου, η απόφαση γίνεται τελεσίδικη, και την 16η ημέρα ο καταδικασθείς σε έκπτωση Αρχιερέας απομακρύνεται από τον θρόνο του και ορίζεται Τοποτηρητής.
β) όταν εκδοθεί και η απόφαση του δευτεροβάθμιου εκκλησιαστικού δικαστηρίου, μετά από άσκηση εφέσεως δηλαδή, που στην περίπτωση των Αρχιερέων της Εκκλησίας της Κύπρου είναι το έκκλητο ενώπιον του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Εάν δεν εκδοθεί επί του ασκηθέντος εκκλήτου η απόφαση από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δεν υλοποιείται η έκπτωση από τον Θρόνο. Αυτό, δηλαδή σημαίνει, ότι μέχρι να εκδοθεί η απόφαση αυτή, ο καταρχήν καταδικασθείς σε έκπτωση από τον θρόνο του, κρατεί τον Θρόνο του και ασκεί κανονικώς τα καθήκοντα του. Η περίοδος αυτή όμως δεν είναι απεριόριστη, καθόσον ο ΚΧΕΚ προβλέπει (άρθρο 81, εδάφιο γ΄ ΚΧΕΚ), ότι η περίοδος αυτή δεν μπορεί να υπερβεί το εξάμηνο από την αποστολή του φακέλου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Σε περίπτωση δε που εντός του εξαμήνου αυτού δεν εκδοθεί απόφαση από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, την 1η μέρα του έβδομου μήνα απομακρύνεται αυτοδικαίως ο καταδικασθείς σε έκπτωση Μητροπολίτης, ορίζεται Τοποτηρητής και κινείται κανονικώς η διαδικασία πληρώσεως της Μητροπόλεως Το αυτό ισχύει κατά την ίδια διάταξη του άρθρου 14 πργφ. 2 και για την ποινή της καθαιρέσεως. Περί αυτού δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ιδίως εάν διαβάσει κανείς την σχετική διάταξη: «Ὁ Ἀρχιερεύς ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θρόνο, λόγῳ τελεσίδικης καταδίκης σέ καθαίρεση ἤ σέ ἔκπτωση ἀπό τό Θρόνο».
Κατόπιν τούτων:
α) εάν θεωρήσουμε, ότι ο Μακαριώτατος έχει δίκιο, όταν δηλώνει, ότι στον Μητροπολίτη Πάφου επιβλήθηκε η ποινή της εκπτώσεως από τον Θρόνο, αν και το ανακοινωθέν δεν αναφέρει τίποτε για έκπτωση από τον Θρόνο,
β) εάν θεωρήσουμε, ότι όντως η Ιερά Σύνοδος λειτούργησε ως Δικαστήριο, αν και δεν ακολούθησε την προβλεπόμενη διαδικασία της εκκλησιαστικής δικονομίας της Εκκλησίας της Κύπρου,
γ) εάν θεωρήσουμε, ότι το Ανακοινωθέν συνιστά απόφαση εκκλησιαστικού δικαστηρίου, που βεβαίως δεν συνιστά σε καμία περίπτωση,
δ) εάν θεωρήσουμε, ότι σωστά ασκήθηκε έκκλητο κατά ανακοινωθέντος και όχι κατά δικαστικής αποφάσεως, πράγμα το οποίο βεβαίως δεν νοείται,
ε) εάν θεωρήσουμε, ότι η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα παραβλέψει, ότι τα έγγραφα, που θα λάβει, δεν είναι δικογραφία και ότι το έκκλητο δεν ασκείται κατά αποφάσεως εκκλησιαστικού δικαστηρίου, πράγμα κανονικώς και λογικώς αδιανόητο,
στ) εάν θεωρήσουμε, ότι – παρά ταύτα – η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα προβεί σε έκδοση αποφάσεως εντός του εξαμήνου, που προβλέπει ο ΚΧΕΚ,
τότε, ο θεωρητικώς «καταδικασθείς» πρωτοδίκως σε έκπτωση από τον Θρόνο του Μητροπολίτης Πάφου κ. Τυχικός, συμφώνως προς τα άρθρα 14 πργφ. 2 και 81 ΚΧΕΚ, και εφόσον ο φάκελος με το έκκλητο απεστάλη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 6 Ιουνίου 2025, δεν μπορεί να απομακρυνθεί από τον Θρόνο του, πριν την 6η Δεκεμβρίου 2025, διάστημα το οποίο προκύπτει ως εξής:
α) δεκαπέντε ημέρες μέχρι την άσκηση του εκκλήτου, το οποίο ασκήθηκε στις 5 Ιουνίου 2025, οπότε – αφού ασκήθηκε εμπροθέσμως έκκλητο – η «απόφαση» της 22ης Μαΐου δεν έγινε τελεσίδικη, προσθέτοντας
β) έξι μήνες από την αποστολή του φακέλου, δηλαδή από τις 6 Ιουνίου 2025 μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου 2025.
Το ίδιο διάστημα, που ο κ. Τυχικός δεν απομακρύνεται από τον Θρόνο του, σημαίνει :
α) ότι παραμένει Μητροπολίτης Πάφου και ασκεί πλήρως τα καθήκοντα του και
β) δεν ορίζεται, αυτονοήτως και Τοποτηρητής, καθόσον όλο αυτό το διάστημα δεν χηρεύει ο Θρόνος της Μητροπόλεως Πάφου.
Οπότε ερχόμαστε στο τρίτο στοιχείο, που προκύπτει από το Ανακοινωθέν, κατά το οποίο, η αξιοποίηση του κ. Τυχικού, μετά την θέση του στην διάθεση της Εκκλησίας, θα γίνει αφού αυτός «προηγουμένως ὑποβάλει, γραπτῶς, Ὁμολογίαν Πίστεως, στὴν ὁποία νὰ περιλαμβάνεται καταδίκη τοῦ ἀποτειχισμοῦ». Εάν προβεί στην ομολογία αυτή, τότε πάντοτε κατά το Ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου: «θὰ παραμείνει ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου καὶ μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ θὰ τοῦ δοθεῖ τίτλος καὶ θέση ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο».
Όπως έχω ήδη αναφέρει στο προηγούμενο άρθρο μου, από τη στιγμή που ο αποτειχισμός, δηλαδή η μη μνημόνευση του οικείου επισκόπου, στην περίπτωση του Μητροπολίτη Πάφου η μη μνημόνευση του Αρχιεπισκόπου Κύπρου, όχι μόνο δεν τελέσθηκε αλλά και η μη μνημόνευση συνιστά κανονικό παράπτωμα κανονικής και όχι δογματικής τάξεως, άρα δεν είναι αίρεση, Ομολογία πίστεως όχι μόνον είναι περιττή αλλά είναι και πρωτάκουστη. Υπό αυτό το δεδομένο, δηλαδή της μη καταθέσεως Ομολογίας πίστεως εκ μέρους του Μητροπολίτη Πάφου, είναι κατά το Ανακοινωθέν μονόδρομος η μη παραμονή του Μητροπολίτη Πάφου στον βαθμό του επισκόπου (άρα καθαίρεση) και η εκδίωξη του από την Ιερά Σύνοδο. Δηλαδή αυτή τη στιγμή, η Ιερά Σύνοδος ταυτοχρόνως με την ίδια απόφαση, όπως προκύπτει από το ίδιο το Ανακοινωθέν και τις δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου:
α) διαπίστωσε το γεγονός που οδηγεί σε κήρυξη της Μητροπόλεως Πάφου σε χηρεία συμφώνως προς τον ΚΧΕΚ, αλλά δεν την κήρυξε αυτήν νομίμως σε χηρεία, παρά το γεγονός, ότι ακολούθησε ένα μέρος της διαδικασίας γι’ αυτό, προφανώς χωρίς να το επιθυμεί,
β) κήρυξε πράγματι τον Μητροπολίτη Πάφου «Σχολάζοντα» και την Μητρόπολη Πάφου «Σχολάζουσα», προφανώς χωρίς να το επιθυμεί,
γ) θεωρεί εσφαλμένως, ότι κήρυξε τον Μητροπολίτη Πάφου έκπτωτο, ενώ δεν τον κήρυξε, αφού πουθενά στην απόφαση δεν αναφέρεται η συγκεκριμένη ποινή, προφανώς και αυτό χωρίς να το επιθυμεί,
δ) όρισε Τοποτηρητή, ενώ η απόφαση της εκπτώσεως από τον Θρόνο – ακόμη και αν θεωρηθεί ότι ελήφθη τέτοια απόφαση – δεν έχει τελεσιδικήσει και αυτό θα συμβεί με την έκδοση της αποφάσεως επί του εκκλήτου από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, άλλως το αργότερο στις 6 Νοεμβρίου, με αποτέλεσμα ο Μακαριώτατος να ασκεί από την 22η Μαΐου 2025 παρανόμως καθήκοντα Τοποτηρητή, ενώ υπάρχει ο νόμιμος Μητροπολίτης Πάφου, τελώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το κανονικό παράπτωμα εισπηδήσεως, δηλαδή της παραβιάσεως ορίων κανονικής δικαιοδοσίας, αφού ασκεί αρμοδιότητες του νομίμου – μέχρι την έκδοση αποφάσεως επί του εκκλήτου – Μητροπολίτη Πάφου.
Τελικό συμπέρασμα: Ο κ. Τυχικός παραμένει νόμιμος Μητροπολίτης Πάφου και έχει υποχρέωση, βάσει του άρθρου 5, πργφ. 1, εδάφιο 2 του ΚΧΕΚ να συμμετέχει – μέχρι την κρίση του εκκλήτου από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου – στις εργασίες της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, έχοντας δικαίωμα να απουσιάζει μόνο για λόγους ασθενείας (άρθρο 5, πργφ. 1, εδάφιο γ΄ ΚΧΕΚ) ή απουσίας στο εξωτερικό (άρθρο 5, πργφ. 2, εδάφιο γ΄ ΚΧΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 18 ΚΧΕΚ).
Η οποιαδήποτε απαγόρευση συμμετοχής του, είναι πράξη αυθαίρετη, παράνομη και αντικανονική, οδηγεί μάλιστα σε πλημμελή συγκρότηση της Ιεράς Συνόδου και σε λήψη παρανόμων αποφάσεων.
Δυστυχώς, ο Μακαριώτατος, δηλώνοντας, ότι ο Μητροπολίτης Πάφου δεν έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Ιερά Σύνοδο, έσφαλε για μία ακόμη φορά. Ελπίζω, ότι και αυτή η λάθος απόφαση δεν οφείλεται σε άγνοια εκ μέρους του τών προνοιών του Καταστατικού Χάρτη αλλά σε παροχή κακής συμβουλής, που όμως δεν αρνείται την παροχή της.
Εκφράζω παρά ταύτα την ευχή, ότι τα λοιπά μέλη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου θα σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και θα διαφωνήσουν με τον Μακαριώτατο, επιβάλλοντας την νομιμότητα και την κανονικότητα στην συνεδρίαση της 23ης Ιουνίου 2025.
Υ.Γ.: Όσον αφορά και στην δήλωση του Μακαριωτάτου, ότι μέχρι σήμερα δεν έχει λάβει καταγγελία για κανονικά παραπτώματα κατά του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐα, οφείλω να ξεκαθαρίσω, ότι ο Μακαριώτατος αποκρύπτει την αλήθεια.
Η Εκκλησία μας λέει, ότι χείλη ιερέως ου ψεύδονται. Φανταστείτε, τί γίνεται, όταν τα χείλη αυτά δεν είναι ιερέως αλλά Αρχιερέως και – ακόμη χειρότερα – Αρχιεπισκόπου.
Τα σπουδαιότερα σε λίγες ημέρες.
*Ο Δρ. Αναστάσιος Βαβούσκος είναι Δικηγόρος και Άρχων Ασηκρήτης της Μ.τ.Χ.Ε. Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους