Ο Άντης Ροδίτης μετέφρασε το έργο “Ο Βράχος” του  Τ.Σ. Έλιοτ

Ο Άντης Ροδίτης μετέφρασε το έργο “Ο Βράχος” του  Τ.Σ. Έλιοτ

Από τις Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ της Αθήνας κυκλοφόρησε το έργο “Ο Βράχος ” του  μεγάλου ποιητή Τόμας Σ. Έλιοτ σε μετάφραση του βραβευμένου Ελληνοκύπριου λογοτέχνη , Άντη Ροδίτη*

Σε σημείωμα του εκδοτικού οίκου αναφέρεται: “Ο Έλιοτ πίστευε ότι όλη η σύγχρονη λογοτεχνία είχε διαφθαρεί από αυτό που ονόμαζε «κοσμικότητα». Η οποία δεν είναι σε θέση να προσεγγίσει την έννοια του υπερφυσικού, που θα έπρεπε να είναι η πρώτη μας έγνοια. Ο Βράχος (The Rock) απέβλεπε στην επαναφορά της τελετουργίας. Στη σύμπραξη των καλλιτεχνών-ηθοποιών με το κοινό και, κατ’ ακολουθία, στη συγκρότηση/οικοδόμηση κοινότητας με βάση την πίστη στον Θεό. Λέει ξεκάθαρα στο Δεύτερο χορικό: Μα ούτε μια κοινωνία να ζει αληθινά μπορεί, αν τον Θεό, που την κρατά σφικτά δεμένη, δεν υμνεί.

Παραστάσεις του Βράχου δόθηκαν το καλοκαίρι του 1934. Έλαβαν μέρος 51 κύρια πρόσωπα και 300 περίπου κομπάρσοι-ηθοποιοί. Τον ίδιο χρόνο ο Βράχος κυκλοφόρησε στην Αγγλία και σε βιβλίο από τους Faber & Faber, αλλά από τότε δεν ξανατυπώθηκε. Στις επόμενες δεκαετίες μέχρι σήμερα δεν έγιναν παραστάσεις του έργου. Ενώ στις αναρίθμητες μελέτες και τα βιβλία που γράφτηκαν, στις διδασκαλίες και τις διαλέξεις που γίνονται γενικά για το έργο του Έλιοτ, ο Βράχος απουσιάζει ή εισπράττει ελάχιστη προσοχή. Ο ίδιος ο Έλιοτ κρατά από το έργο αυτό μόνο τα χορικά, που τυπώνονται σε όλες τις μεταγενέστερες εκδόσεις των ποιητικών του έργων. Αλλά ούτε στα χορικά δόθηκε ποτέ καμιά ιδιαίτερη προσοχή. Παρά τη θεμελιώδη αξία τους στην κατανόηση του διεθνώς αναγνωρισμένου μεταγενέστερου έργου του (μετά την Έρημη Χώρα), του Τέσσερα Κουαρτέτα. Γι’ αυτό και ο Βράχος δεν μεταφράστηκε ποτέ, ως σήμερα, στα ελληνικά.

Τα “Τέσσερα Κουαρτέτα” κυκλοφόρησαν πρώτη φορά το 1943. Το πρώτο τους μέρος, το «Burnt Norton», είχε ήδη γραφτεί το 1935 ως στίχοι που δεν είχαν χρησιμοποιηθεί στο Murder in the Cathedral, που ανεβάστηκε το 1935. Τα “Τέσσερα Κουαρτέτα” θα ακολουθούσαν την τακτική της σύγχρονης πλέον ποιητικής αισθητικής. Εκείνης που ούτε λέγει ούτε κρύπτει αλλά σημαίνει, την οποία θα δυσκολευόταν πολύ ν’ απορρίψει ἡ κριτική. Αλλά τα Κουαρτέτα δεν θα θυσίαζαν ούτε ένα ιώτα από το περιεχόμενο των χορικών και γενικά των μηνυμάτων του Βράχου. Όπως θα διαπιστώσουν οι σύγχρονοι Έλληνες αναγνώστες· απλώς θα το εξέφραζαν με τρόπο συμβατό με τα μέτρα της τρέχουσας, κοσμικής λογοτεχνίας κι αν δεν καταλάβαιναν πάλι οι κριτικοί, ας μην καταλάβαιναν, ο ποιητής θα είχε κάνει το καθήκον του”.

Ο μεταφραστής Άντης Ροδίτης τονίζει: “Tο μήνυμα της ποίησης του Έλιοτ είναι βαθύτατα ελληνικό όπως ακόμα κι εμείς οι εκ γενετής ελληνικά ομιλούντες το έχουμε ξεχάσει, υιοθετώντας πλήρως άλλες πολιτισμικές αξίες. Ο Έλιοτ άλλαξε πατρίδα, άλλαξε θρησκεία ψάχνοντας την αλήθεια. Αλλά, όταν την βρήκε ούτε η νέα του πατρίδα την αναγνώρισε. Γι’ αυτό και “Ο Βράχος” δεν τυπώθηκε ξανά μετά το 1934. Κι ούτε βέβαια μεταφράστηκε. Ο “Βράχος” περιέχει όλα τα μηνύματα των “Τεσσάρων Κουαρτέτων”, που βραβεύτηκαν και με Νόμπελ για την τεχνική, το ταλέντο και τη μαεστρία τού ποιητή στον χειρισμό της γλώσσας. Είναι έργα που θα “έπρεπε” να είχαν γραφτεί εξαρχής στα ελληνικά, γι’ αυτό η έκδοση αυτή δεν προσφέρει μια κατά λέξη μετάφραση -όπως γινόταν μέχρι σήμερα με τις μεταφράσεις τού Έλιοτ- αλλά γράφτηκαν ξανά στα ελληνικά με επιμονή στις λέξεις όσο γίνεται και απόλυτη προσήλωση στην ουσία”.

Τόμας Στερνς Έλιοτ (26 Σεπτεμβρίου 1888 – 4 Ιανουαρίου 1965) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του 20ου αιώνα και ηγετική φυσιογνωμία του κινήματος του μοντερνισμού στην ποίηση. Οι στάχτες του βρίσκονται στην εκκλησία Saint Michael στο East Cocker μαζί με μια επιγραφή: «In my beginning is my end, in my end is my beginning» (Στην αρχή μου είναι το τέλος μου, στο τέλος μου είναι η αρχή μου). Η ανάγνωση του έργου του αποτελεί μια πραγματική πρόκληση τόσο για τους λάτρεις της ποίησης, όσο και για αυτούς που θέλουν να μυηθούν σε αυτό τον κόσμο.

Το έργο του ποιητή, κριτικού και δοκιμιογράφου Τ.Σ. Έλιοτ είναι άρρηκτα δεμένο με τις κοινωνικές και πολιτιστικές ανακατατάξεις της περιόδου μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Απογοητευμένος από την εποχή του στράφηκε στο παρελθόν, αντλώντας από τις αξίες και παραδόσεις του. Υποστήριζε ότι η ποίηση δεν απευθύνεται στις μάζες αλλά σε μια πνευματική ελίτ και δημιούργησε τομή στον χώρο της λογοτεχνικής κριτικής αναδεικνύοντας την αυτονομία του κειμένου ως μοναδικού φορέα του νοήματος.

Ο Έλιοτ, επιλέγει τις λέξεις του με μοναδική μαεστρία και διερευνά μέσα στα ποιήματά του και τα δοκίμιά του όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ψυχής και τις δομές της κοινωνίας. Φυσικά η τεράστια μόρφωσή του υπήρξε γι’ αυτόν ένα πολύτιμο όπλο. Χωρίς συμβιβασμούς, αρνήθηκε τον αστικό πολιτισμό, κατέληξε όμως σε συντηρητικές θέσεις, όπως η υποστήριξη μιας «κοινωνίας αρμονίας» με τις αρχές της μοναρχίας, ενώ ταυτόχρονα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της αγγλόφωνης ποίησης.

Γεννήθηκε στο St. Louis, του Missouri, ως το μικρότερο παιδί μιας πολυμελούς οικογένειας, που αποτελούνταν από τέσσερις μεγαλύτερες αδερφές και έναν αδερφό. Το μικρόβιο της γραφής φαίνεται να το πήρε από τη μητέρα του, Σαμπ Στερνς, που εργαζόταν ως δασκάλα και παράλληλα έγγραφε ποιήματα, τα οποία συνήθιζε να στέλνει σε φίλους ή να δημοσιεύει σε εφημερίδες.

Από μικρός φάνηκε ότι είχε έφεση στα γράμματα και τον Ιούνιο του 1906, πέρασε με επιτυχία τις εισαγωγικές εξετάσεις του Χάρβαρντ, όπου παρακολούθησε μαθήματα του συνταγματικού δικαίου, ελληνικής και αγγλικής φιλολογίας, μεσαιωνικής ιστορίας και γερμανικής γραμματικής. Παράλληλα, έγινε γρήγορα μέλος σε όλους τους σημαντικούς πανεπιστημιακούς συλλόγους. Τον Ιούνιο του 1909 πήρε το πτυχίο του και αποφάσισε να ακολουθήσει μεταπτυχιακές σπουδές στην αγγλική φιλολογία, ταξίδεψε στην Ευρώπη και κυρίως στο Παρίσι όπου γνώρισε εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής.

Ο Έλιοτ έφθασε στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 1914 και το πρώτο διάστημα της παραμονής του στην αγγλική πρωτεύουσα, συνδέθηκε με τον Έζρα Πάουντ, που ήδη ζούσε εκεί για περίπου πέντε χρόνια και είχε γνώση του λογοτεχνικού έργου του Έλιοτ από τον Κόνραντ Άικεν. Ο Πάουντ ήταν ενθουσιασμένος με τα ποιήματα του Έλιοτ και τον σύστησε σε άλλους Αμερικανούς συγγραφείς, προσφέροντάς του την ευκαιρία να βρεθεί σε ένα γόνιμο καλλιτεχνικό περιβάλλον, αλλά και να γίνει ευρύτερα γνωστό το έργο του. 

Λίγο αργότερα, ξεκίνησε να εργάζεται ως δάσκαλος στη μέση εκπαίδευση και στη συνέχεια ανέλαβε να γράφει κριτικές αναλύσεις στο περιοδικό International Journal of Ethics ενώ ήρθε επίσης σε επαφή με το φιλολογικό περιοδικό New Statesman. Στη συνέχεια δούλεψε στη Lloyds και τέλος, το 1925 ανέλαβε διευθυντής εκδόσεων στον γνωστό εκδοτικό οίκο Faber&Faber, όπου προώθησε το έργο πολλών ποιητών.

Το έργο του

Το έργο του Έλιοτ είναι χωρισμένο σε διάφορα είδη: ποίηση, θεατρικά, πεζά. Τα ποιήματα του είναι μία «κραυγή αγωνίας», ενάντια στη φθορά και στη σήψη της κοινωνίας και των ατόμων. Ωστόσο, υπάρχει πάντα ένα ελπιδοφόρο μήνυμα. Η αρχή της σταδιοδρομίας του Έλιοτ ως ποιητή, χρονολογείται το 1915, χρονιά κατά την οποία δημοσιεύτηκε το ποίημα Ερωτικό τραγούδι του Τζ. Προύφροκ (The Love Song of J. Alfred Prufrock), στο περιοδικό του Σικάγο Poetry.

Ωστόσο, το πιο γνωστό του έργο θεωρείται η «Έρημη Χώρα» (1922).  Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς γράφτηκε αλλά θεωρείται πιθανό πως σημαντικό μέρος του ποιήματος άρχισε να προετοιμάζεται το αργότερο στις αρχές του 1921. Οι πρώτες εκδοχές του ποιήματος διέφεραν σημαντικά από την τελική του μορφή και είχαν περίπου διπλάσια έκταση. Σημαντική συμβολή στον περιορισμό των αρχικών χειρογράφων του Έλιοτ είχε ο Έζρα Πάουντ, ο οποίος προέβη γενικά σε ριζοσπαστικές αλλαγές στο ποίημα, συμβάλλοντας καθοριστικά στη μορφή που τελικά δημοσιεύτηκε και αργότερα εκδόθηκε με συνοδευτικές σημειώσεις του Έλιοτ.

“Κι όταν αποφάσισαν οι πατέρες σας ποια θέση θα πάρει και του Θεού το σπίτι, κι όρισαν για κάθε άγιο μπελά, απόστολο και μάρτυρα ένα κλουβί, όπου για πάντα πια θ’ ανήκει, έβαλαν μπρος για την αυτοκρατορία, την ανάπτυξη και τη βιομηχανία. Μ’ εξαγωγές σιδήρου κι άνθρακος, ειδών ένδυσης από βαμβάκι, διαφωτισμό του πνεύματος πέρα ως πέρα, μη εξαιρουμένου του κεφαλαίου κι ένα σωρό εκδοχές του Θείου Λόγου στη διάθεση της καθεμιάς και του καθένα, βεβαία των Βρετανών η ράτσα για την αποστολή της, αισίως κι ασφαλώς την έφερε εις πέρας, αφήνοντας πίσω στην πατρίδα, στη νάρκη του αφύλακτο το τέρας”. ( Τ. Έλιοτ)

Λίγο αργότερα, ξεκίνησε να εργάζεται ως δάσκαλος στη μέση εκπαίδευση και στη συνέχεια ανέλαβε να γράφει κριτικές αναλύσεις στο περιοδικό International Journal of Ethics ενώ ήρθε επίσης σε επαφή με το φιλολογικό περιοδικό New Statesman. Στη συνέχεια δούλεψε στη Lloyds και τέλος, το 1925 ανέλαβε διευθυντής εκδόσεων στον γνωστό εκδοτικό οίκο Faber&Faber, όπου προώθησε το έργο πολλών ποιητών.

Το έργο του

Το έργο του Έλιοτ είναι χωρισμένο σε διάφορα είδη: ποίηση, θεατρικά, πεζά. Τα ποιήματα του είναι μία «κραυγή αγωνίας», ενάντια στη φθορά και στη σήψη της κοινωνίας και των ατόμων. Ωστόσο, υπάρχει πάντα ένα ελπιδοφόρο μήνυμα. Η αρχή της σταδιοδρομίας του Έλιοτ ως ποιητή, χρονολογείται το 1915, χρονιά κατά την οποία δημοσιεύτηκε το ποίημα Ερωτικό τραγούδι του Τζ. Προύφροκ (The Love Song of J. Alfred Prufrock), στο περιοδικό του Σικάγο Poetry.

Ωστόσο, το πιο γνωστό του έργο θεωρείται η «Έρημη Χώρα» (1922).  Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς γράφτηκε, αλλά θεωρείται πιθανό πως σημαντικό μέρος του ποιήματος άρχισε να προετοιμάζεται το αργότερο στις αρχές του 1921. Οι πρώτες εκδοχές του ποιήματος διέφεραν σημαντικά από την τελική του μορφή και είχαν περίπου διπλάσια έκταση. Σημαντική συμβολή στον περιορισμό των αρχικών χειρογράφων του Έλιοτ είχε ο Έζρα Πάουντ, ο οποίος προέβη γενικά σε ριζοσπαστικές αλλαγές στο ποίημα, συμβάλλοντας καθοριστικά στη μορφή που τελικά δημοσιεύτηκε και αργότερα εκδόθηκε με συνοδευτικές σημειώσεις του Έλιοτ.

Η Έρημη Χώρα έχει πολλές ερμηνείες και είναι ουσιαστικά η περιγραφή μίας παρακμάζουσας κοινωνίας, αλληγορία ή αυτοβιογραφία. Ο Πάουντ χαρακτήρισε το έργο ως μία «δικαίωση του κινήματος του μοντέρνου πειράματος», ενώ ο Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμ το θεώρησε πλήγμα κατά της «νέας τέχνης» που ξεπρόβαλε στην Αμερική. ‘Ετσι ξεκινάνε τα «Τέσσερα Κουαρτέτα», το σημαντικότερο έργο του, όπως πίστευε ο ίδιος. Γραμμένα τα δύσκολα χρόνια του πολέμου, από το 1936 ως το 1942, τα τέσσερα μακροσκελή ποιήματα είναι ένα είδος διαλογισμού γύρω από την έννοια του χρόνου. Τα «Τέσσερα κουαρτέτα» με τον συμβολισμό τους και τη στοχαστική φιλοσοφική διάθεση, απευθύνονται διαχρονικά στους ανθρώπους κάθε εποχής όπως κάθε μεγάλη τέχνη που αντέχει στο χρόνο.

Το κίνημα του μοντερνισμού

Ο μοντερνισμός δεν είναι μόνο ποιητικό κίνημα, αλλά και κίνημα που αφορούσε και στην πεζογραφία. Ο Έλιοτ ήταν ένας από τους κύριους εκφραστές του κινήματος του μοντερνισμού μαζί με τον Πάουντ. Κύριο θέμα των μοντερνιστών ήταν η παρακμή του πολιτισμού και ο ισχυρισμός ότι ο σύγχρονος  άνθρωπος πρέπει να ολοκληρωθεί για να λυτρωθεί.  Παράλληλα, ο μοντερνισμός μιλάει για την αστάθεια της ταυτότητας του ανθρώπινου υποκειμένου και τη διάσπαση της προσωπικότητας του. Στα έργα του Κάφκα και του Πιραντέλλο, το άτομο βρίσκεται σε κατάσταση εσωτερικής σύγκρουσης, όπου το συνειδητό παλεύει ενάντια στις δυνάμεις του ασυνείδητου ή, άλλοτε η λογική του αντικρούεται από τον παραλογισμό του εξωτερικού κόσμου. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην Έρημη χώρα του Τ.Σ Έλιοτ, η ταυτότητα του ιστορικού υποκειμένου καταργείται και τη θέση της παίρνει μια σειρά χαρακτήρων που συναιρούνται σ’ ένα ρόλο.

Ο Έλιοτ βραβεύτηκε το 1948 με το Νόμπελ λογοτεχνίας. Η ανάγνωση και η εξερεύνηση του έργου του δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ωστόσο δεν μπορεί κανείς να πει ότι δεν αξίζει τον κόπο. Η δυσκολία των ποιημάτων του θα μπορούσαν να απωθήσουν το κοινό μετά την πρώτη ανάγνωση και κατηγορήθηκε αρκετές φορές γι΄ αυτό. Αυτό οφείλεται κυρίως στον τρόπο συνοχής των ποιημάτων, ο οποίος δεν βασίζεται σε λογική, αλλά περισσότερο σε ψυχολογική και συναισθηματική αλληλουχία των ιδεών και των εικόνων.

Σημαντική και ιδιαίτερη είναι επίσης και η επίδραση που άσκησε ο Έλιοτ στον Γιώργο Σεφέρη. «Είπανε εναντίον του πως αφήνει τον αναγνώστη μέσα στη στεγνή, στέρφα και άνυδρη Έρημη Χώρα, μόνο, χωρίς ελπίδα σωτηρίας. Αυτό θα ήταν αλήθεια αν ο Έλιοτ δεν είχε δημιουργήσει ποίηση. Και η ποίηση όσο απελπισμένη κι αν είναι, μας σώζει πάντα, με κάποιον τρόπο, από την ταραχή των παθών», γράφει ο Γιώργος Σεφέρης για τον Τ.Σ. Έλιοτ.

Άντης Ροδίτης τιμήθηκε στη λογοτεχνία από το 1972 με το «βραβείο νέου λογοτέχνη» της Κυπριακής Δημοκρατίας για το βιβλίο του 4 Διηγήματα. Ακολούθησαν βιβλία διηγημάτων και νουβελών, χρονικών, μυθιστορημάτων και ποιημάτων. Η συλλογή ποιημάτων Ας περιμένω (ενσωματωμένη αργότερα στη συλλογή Το Εφαλτήριο, Αιγαίον, 2007) βραβεύτηκε από την Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών Κύπρου. Το μυθιστόρημά του «αληθινών γεγονότων» Δέκα χιλιάδες μέλισσες (Αρμός, 2010) τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο πεζογραφίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το χρονικό – ιστορική έρευνα Κουράγιο Πηνελόπη (Αρμός, 2013), για την περίοδο Δεκεμβρίου 1963 – Αυγούστου 1964 (ντε φάκτο ένωση Κύπρου-Ελλάδος), παρουσιάστηκε σε ειδική συγκέντρωση στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Το βιβλίο του Τα Γράμματα στη Μητέρα του Κώστα Μόντη (Αρμός, 2015) προσφέρει το «κλειδί αποκρυπτογράφησης» του σημαντικότερου έργου του Μόντη. Ο Άντης Ροδίτης έγραψε επίσης θεατρικά έργα. Εργάστηκε για χρόνια στα ΜΜΕ και στην παραγωγή ταινιών ντοκιμαντέρ για τον τόπο και τον πολιτισμό της Κύπρου και της Ελλάδος. Γράφει άρθρα πολιτικού, ιστορικού και λογοτεχνικού περιεχομένου.

 

Share this post