Ο άγνωστος και καλά κρυμμένος κρατικός ύμνος της Κύπρου
Του Μιχάλη Μιχαήλ*
Κάθε κράτος που σέβεται τον εαυτό του διαθέτει, εκτός από τη σημαία του, και τον Εθνικό του Ύμνο. Σε κάποια κράτη ονομάζεται και Κρατικός Ύμνος.
Στην Κύπρο όλοι γνωρίζουμε πως ο Εθνικός Ύμνος της Κύπρου είναι ο ίδιος με της Ελλάδας. Μόνο που τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.
Η Κύπρος έχει τον δικό της ύμνο ο οποίος δεν ανακρούστηκε ποτέ, σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που προέκυψαν. Κατά καιρούς κυκλοφορούσαν διάφορες φήμες, ότι ήταν ένα κομμάτι του Μπετόβεν, άλλοι έλεγαν ότι η μουσική από ένα έργο του Χέντελ, άλλοι έλεγαν ότι ήταν απλώς φήμες και ότι από την πρώτη στιγμή υιοθετήθηκε ο ελληνικός εθνικός ύμνος. Ωστόσο τίποτε από αυτά δεν ήταν αλήθεια ή τουλάχιστον όλη η αλήθεια. Το μόνο που δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα ήταν το ότι η Κύπρος δεν είχε άλλο ύμνο εκτός από τον ελληνικό. Ο γράφων αποφάσισε να ψάξει το θέμα στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 2000. Έτσι μετά από μεγάλη έρευνα, που πέρασε από αρκετά εμπόδια κατάφερε να εντοπίσει τον ύμνο και να τον αναρτήσει στο Youtube με τον τίτλο «Κρατικός Ύμνος της Κυπριακής Δημοκρατίας» μαζί με τα πρώτα και λιγοστά στοιχεία που είχε συλλέξει. Στη συνέχεια έγιναν γνωστά ενδιαφέροντα στοιχεία.
Χωρίς Εθνικό Ύμνο
Αμέσως μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 16 Αυγούστου 1960 η Κυπριακή Δημοκρατία αποκτούσε το κρατικό της σύμβολο, τη σημαία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η σημαία επιλέγηκε μετά από διεθνή διαγωνισμό και ανταποκρινόταν στην πρόνοια του Άρθρου 4(1) του Συντάγματος: «Η Δημοκρατία έχει ιδίαν σημαίαν ουδετέρου σχεδίου και χρώματος, την οποίαν επιλέγουσιν από κοινού ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας».
Τον διαγωνισμό κέρδισε ο Τ/κύπριος Ισμέτ Γκιουνέι.
Στο Σύνταγμα όμως υπήρχε μία σοβαρή παράλειψη. Δεν προνοείτο εθνικός ή κρατικός ύμνος. Έτσι οι δύο πλευρές χρησιμοποιούσαν τους ύμνους των «μητέρων πατρίδων» τους, αφού αυτό προνοούσε το Σύνταγμα, ορίζοντας ότι οι δύο Κοινότητες στις εθνικές εορτές τους θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν τον Ελληνικό και Τουρκικό Εθνικό ύμνο αντίστοιχα καθώς και να κάνουν χρήση της ελληνικής και της τουρκικής σημαίας την οποία θα αναρτούσαν μαζί με τη σημαία της Κύπρου.
Έτσι για διάστημα περίπου 2 χρόνων η Κυπριακή Δημοκρατία ήταν ίσως το μοναδικό κράτος στον κόσμο που δεν διέθετε δικό της ύμνο.
Ανάγκη εξεύρεσης ύμνου
Η ανάγκη για τη δημιουργία ενός ύμνου προέκυψε όταν από το 1961 ο πρόεδρος Μακάριος και ο αντιπρόεδρος Φαζίλ Κιουτσούκ άρχισαν επίσημες επισκέψεις στο εξωτερικό και κατά τις επίσημες τελετές δεν υπήρχε κάποιο μουσικό κομμάτι για να ανακρουστεί εκ μέρους της Κύπρου.
Αρχικά επιλέγονταν διάφορα κομμάτια κλασικής μουσικής για να παίζονται ως ο ύμνος της Κύπρου και είναι χαρακτηριστική η αναφορά στον Δ. Διονυσίου του υφυπουργού παρά τω Προέδρω του Μακαρίου, του Πάτροκλου Σταύρου πως όταν ο Μακάριος επισκέφθηκε την Ουάσιγκτον στις 5 Ιουνίου, του 1962, στο αεροδρόμιο ανακρούστηκε ο Εθνικός Ύμνος των ΗΠΑ κι αμέσως μετά άρχισε ένα άλλο μουσικό κομμάτι. Σύμφωνα με τον Πάτροκλο Σταύρου, όταν ξεκίνησε το άλλο μουσικό κομμάτι, «ο Μακαριότατος θεώρησε ότι ήταν η συνοδευτική μουσική για επιθεώρηση του αγήματος. Τότε τον τράβηξα από το ράσο και του είπα: Μα που πάτε Μακαριότατε; Ανακρούεται ο Εθνικός Ύμνος της Κύπρου».
Ωστόσο ο Νίκος Κρανιδιώτης αναφέρεται στο ίδιο γεγονός τοποθετώντας το όμως στην Αίγυπτο την οποία ο Μακάριος επισκέφθηκε τον Ιούνιο του 1961. Μάλιστα αναφέρει πως ο ίδιος συνόδευε το Μακάριο.
Άλλες πληροφορίες λένε ότι κατά την επίσκεψη στην Αίγυπτο, η στρατιωτική μπάντα έπαιξε ως ύμνο της Κύπρου ένα στρατιωτικό εμβατήριο.
Παρόμοιο πρόβλημα παρουσιάστηκε και τον Μάιο του 1962 όταν ο Μακάριος επισκέφθηκε τη Δυτική Γερμανία. Οι Γερμανοί του έπαιξαν στο αεροδρόμιο τον… «Ύμνο της Χαράς» του Μπετόβεν, που αργότερα έγινε ο ύμνος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Καλείται ο Σόλωνας Μιχαηλίδης
Το πράγμα είχε παραγίνει και ο Μακάριος άρχισε να προβληματίζεται για το τι πρέπει να γίνει.
Ο προβληματισμός μεγάλωσε όταν θα έπρεπε να επισκεφθεί την Τουρκία το Νοέμβριο του 1962.
Έτσι κάλεσε τον διεθνούς φήμης κύπριο μουσουργό Σόλωνα Μιχαηλίδη, ο οποίος τότε ήταν Διευθυντής του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης και του ανέθεσε να συνθέσει ένα ύμνο για την Κύπρο.
Ο Σόλωνας Μιχαηλίδης συνθέτει αμέσως ένα μικρό κομμάτι κλασικής μουσικής, διάρκειας σχεδόν ενός λεπτού.
Ο Μακάριος ανεβαίνει στο αεροπλάνο των τουρκικών αερογραμμών και φτάνει στην Άγκυρα στις 22 Νοεμβρίου 1962. Τον υποδέχεται στο αεροδρόμιο ο ίδιος ο Πρόεδρος, στρατηγός Γκιουρσέλ επικεφαλής της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας.
Τα κανόνια έριξαν 21 χαιρετιστήριες βολές, ακούστηκε ο τουρκικός εθνικός ύμνος, αλλά ο κυπριακός δεν ακούστηκε!
Μετά την ανάκρουση του τουρκικού ύμνου έγινε αμέσως η επιθεώρηση του στρατιωτικού αποσπάσματος.
Έτσι η προσπάθεια του Σόλωνα Μιχαηλίδη έμεινε ανεκμετάλλευτη.
Ο ύμνος έμεινε στο συρτάρι.
Ένα χρόνο αργότερα έγιναν οι διακοινοτικές συγκρούσεις του 1963-64 και οι Τ/κύπριοι αποχώρησαν από τη διοίκηση του κράτους, αφήνοντας την εξουσία στους ε/κύπριους και το κράτος μετατρέπεται σιγά σιγά σε ε/κυπριακό.
Η δημόσια υπηρεσία στελεχώνεται από ε/κύπριου, ενώ τον Ιούνιο του 1964 η Κυπριακή Βουλή ψήφισε τον Νόμο 20 με τον οποίο ιδρύθηκε η «Εθνική Φρουρά», αφού ο Κυπριακός Στρατός που προνοούσε το Σύνταγμα δεν έγινε κατορθωτό να λειτουργήσει.
Η υιοθέτηση της μουσικής του ελληνικού Εθνικού Ύμνου
Τη χαριστική βολή του ύμνου που έγραψε ο Σόλωνας Μιχαηλίδης τη δέχτηκε τον Νοέμβριο του 1966 όταν το Υπουργικό Συμβούλιο υπό την προεδρία του Προέδρου Μακαρίου υιοθέτησε τη μουσική του ελληνικού Εθνικού Ύμνου.
Έχει σημασία να τονιστεί ότι με βάση την απόφαση 6133, δεν υιοθετήθηκε αυτούσιος ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας, δηλ. μαζί με τους στίχους, αλλά μόνο η μουσική του, όπως αναφέρεται στην απόφαση.
Ο μόνος που διαφώνησε με αυτή την απόφαση ήταν το τότε υπουργός οικονομικών Ρένος Σολομίδης.
Υπάρχει και κάτι άλλο που πρέπει να σημειώσουμε σε σχέση με αυτή την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Η απόφαση προνοούσε ότι η υιοθέτηση της μουσικής του ελληνικού Εθνικού Ύμνου θα παρέμεινε μυστική. Όπως αναγραφόταν στην απόφαση, μαζί με άλλες αποφάσεις, κι αυτή η απόφαση «Συνεφωνήθη όπως (…) μη δημοσιευθούν εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας»!
Η πρώτη μετάδοση της μουσικής του ελληνικού ύμνου μεταδόθηκε τα μεσάνυκτα της 16ης Νοεμβρίου, όταν το ραδιόφωνο του ΡΙΚ έκλεινε το πρόγραμμα του.
Η μετάδοση του προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, ιδιαίτερα από τουρκοκυπριακής πλευράς.
Μερίδα του τ/κυπριακού τύπου αντέδρασε γράφοντας ότι η μετάδοση του ελληνικού Ύμνου είναι παράνομη και αντισυνταγματική, με την εφημερίδα «Ακίν», σύμφωνα με τον Φιλελεύθερο της 19ης Νοεμβρίου 1966 να υπενθυμίσει ότι «το ΡΙΚ είναι ημικρατικός οργανισμός και εις ουδεμίαν χώραν του κόσμου ο κρατικός ραδιοσταθμός κλείει τα προγράμματά του με τον εθνικόν ύμνον ξένης χώρας».
Έκτοτε καθιερώθηκε ως Ύμνος της Κυπριακής Δημοκρατίας η μουσική του ελληνικού Εθνικού Ύμνου.
Ο δε Ύμνος του Σόλωνα Μιχαηλίδη θάφτηκε στα συρτάρια των αρχείων και δεν επρόκειτο να ακουστεί ποτέ ξανά, μέχρι την «ανακάλυψη» και τη δημοσιοποίηση του από τον γράφοντα το 2011.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το θάψιμο του Ύμνους της Κυπριακής Δημοκρατίας έγινε σκόπιμα. Εξού και κανένας δεν τον γνώριζε, κανένας δεν γνώριζε την ύπαρξη του, κανένας δεν γνώριζε και πολλοί δεν γνωρίζουν μέχρι σήμερα ότι η Κυπριακή Δημοκρατία διαθέτει δικό της Ύμνο.
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους