«Ἀναπεσών ἐκοιμήθης ὡς λέων καί ὡς σκύμνος…» (Γεν. 49,9)

«Ἀναπεσών ἐκοιμήθης ὡς λέων καί ὡς σκύμνος…» (Γεν. 49,9)

Σκέψεις  στην μακαρία μνήμη του Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μελίτωνος (Χατζή) , ο οποίος εκοιμήθη στις 27 Δεκεμβρίου 1989, ημέρα μνήμης του Πρωτομάρτυρος & Αρχιδιακόνου Στεφάνου.

Του Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Μελίτωνος*

Εἰς τόν Ναόν τοῦ Πρωτάτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὑπάρχει ἡ θαυμαστή παράστασις τοῦ Ἀναπεσόντος Χριστοῦ. Ἡ προφητεία ἀναφέρεται εἰς τήν Γέννησι τοῦ Χριστοῦ, ἄν καί δέν τήν ἀπεικονίζει. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύει τήν Γραφική ρῆσι καί ἀσφαλῶς καί τήν παράστασι, ὅτι “ὅπως ὁ λέων εἶναι φοβερός καί ὅταν κοιμᾶται, ἔτσι καί ὁ Χριστός εἶναι δυνατός”, ἀκόμη καί τήν ὥρα τῆς ἐσχάτης ἀδυναμίας Του (PG 55, 31-41), ὅταν γεννᾶται ὡς βρέφος ἐν τῇ φάτνῃ, διότι δέν ὑπῆρχε διά τόν Δημιουργόν καί Κυβερνήτην τῶν πάντων «τόπος ἐν τῷ καταλύματι»∙ὅταν ζεσταίνεται ἀπό τά χνῶτα τῶν ζώων∙ὅταν συκοφαντεῖται, ἐμπτύεται, περιπαίζεται, ραπίζεται, δικάζεται ὑπό δούλου καί κατακρίνεται καί καταδικάζεται∙ὅταν σταυροῦται πρίν ἤ ἀναστῇ ἐκ τῶν νεκρῶν.

Ἡ εἰκών τοῦ Πρωτάτου μοῦ ἦλθε στόν νοῦ, ὅταν συλλογιζόμουν περίλυπος ἀπόψε -μνήμη τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρος καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου-, τήν κοίμησι τοῦ Γέροντος Μελίτωνος τοῦ Χατζῆ, τοῦ πολιοῦ Ἱεράρχου τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, πού ἐκείνη τήν ἡμέρα ἐκοιμήθη, δι’ ἡμᾶς ὅμως τούς ἐπιγενομένους ἀνέπεσε. Ἄς ἐπιτραπῇ, ἡ μεταφορά -ἀνθρωπομόρφως- τῆς παραστάσεως στόν Γέροντα, ὁ ὁποῖος ἐπί ἥμισυ καί πλέον αἰῶνος ὑπῆρξε ὁ στυλοβάτης, ὁ ἀγαθός σύμβουλος, ὁ κρατῶν ἀφανῶς τά σκῆπτρα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὁ φλογερός κῆρυξ τοῦ μεγαλείου τῆς Ὀρθοδόξου Ρωμηοσύνης, ὁ ὁποῖος, ὡς λέων -καί ὡς σκύμνος- ἐπολιτεύθη ἐν τῇ διακονίᾳ καί τῇ προσφορᾷ, νυχθημερόν ἐργαζόμενος ἐν συνέσει καί σοφίᾳ πάντοτε τό κλέος καί τήν ἀκμήν καί τήν δόξαν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας∙δημιούργησε σχολήν∙ὑπῆρξεν ὁ ἀεί λάμπων ἀστήρ ἐν τῷ στερεώματι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὅπου γῆς, τά δίκαια καί τἠν ἑνότητα τῆς ὁποίας προήσπισε καί περιεφρούρησε σθεναρῶς ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ∙ἐβάστασε τήν δοκιμασίαν τῆς ἀσθενείας∙καί «ἔπεσε», ἤ ὀρθότερον «ἀνέπεσε», τήν 27ην Δεκεμβρίου 1989, διότι κατέλιπε εἰς τούς ἐπιγόνους τοῦ Φαναρίου μίαν «παρακαταθήκην», ἄσπιλον, ἀμόλυντον, μή ἔχουσαν σπίλον ἤ ρυτίδα. Ἡ παρακαταθήκη του, εἶναι τό χρέος καί ἡ εὐθύνη ὅλων μας διά τήν ζωήν καί τήν πολιτείαν καί τήν μαρτυρίαν καί τήν δόξαν τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, δηλαδή τήν ἀποστολήν της ὡς στρατευομένης, ὥστε ἡ στρατεία της ἐν τῷ κόσμῳ νά εἶναι νῦν καί ἀεί καί μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος ἁγία καί ἄμωμος. Καί διά τοῦτο δέν ἔπεσε ὁ Γέροντας. Ἁπλῶς ἀνέπεσε καί σάν λιοντάρι καί σάν σκύμνος, δηλαδή σάν λεονταράκι, μᾶς παρακαλουθεῖ ἐκ τῆς μονῆς του εἰς τούς οὐρανίους θαλάμους, κυρίως ὡς πρός τήν τήρησι τῆς παρακαταθήκης του.

Ὁ Γέροντας αὐστηρός πάντοτε ἐν τῆ ἐκκλησιαστικῇ καί ἀρχιερατικῇ πορείᾳ του, -ἐνίοτε φοβερός ὡς σκύμνος, ὡς «μέγας τῆς ἀθλήσεως πρόβολος»-, ἐζήτει πολλά ἀπό τούς συνεργάτας του. Συγχρόνως ὅμως, ὅπως ὅλοι οἱ μεγάλοι κατά κανόνα, εἶχε καί καρδιά μικροῦ παιδιοῦ∙ εἶχε μίαν ἀφέλειαν χαριτωμένην, ἡ ὁποία εἰς κρισίμους διά πρόσωπα καί περιστάσεις στιγμάς μετεβάλλετο εἰς «σπλάγχνα οἰκτιρμῶν» εἰς «ἄφατον ἔλεος» ἀκόμη καί δι’ ἐκείνους πού τόν ἐπίκραινον∙εἰς εὐσπλαγχνίαν ἀνέλπιστον. Ἐγνώριζε νά τιμᾷ κατ’ ἀξίαν καί νά ἀποδίδῃ τιμήν ἀκριβοδικαίαν. Ἔτσι τόν ἐβίωσα κατά τά δέκα καί πλέον ἔτη τῆς παρ’ αὐτῷ διακονίας μου.

Ἀναπολῶ, λοιπόν, τήν μνήμην καί τήν πιστότητά του -μέ ἀκαταγώνιστον σθένος- εἰς τό χρέος καί τήν εὐθύνην διά τόν Θεσμόν τῆς διδύμου ἱερᾶς ὑποθέσεως Ἐκκλησίας καί Γένους, ἀλλά καί τήν κοίμησίν του τήν σημαδιακήν αὐτήν ἡμέραν: «Ὁ Δεσπότης χθές ἡμῖν διά σαρκός ἐπεδήμει, καί ὁ δοῦλος (ὁ Ἀρχιδιάκονος Στέφανος) ἀπό σαρκός ἐξεδήμει», συμπαραλαβών καί τόν ἀρχιδιάκονον τοῦ Ὡραίου, τοῦ Μεγάλου καί τοῦ Ἀληθινοῦ, τόν Γέροντα Χαλκηδόνος Μελίτωνα, τήν ὥραν τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς του καί ἐνῷ ἐψάλλετο τό «ἀπολυτίκιον»: «Βασίλειον διάδημα ἐστέφθη ἡ σή κορυφή, ἐξ ἄθλων ὧν ὑπήνεγκας ὑπέρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ…» καί τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἐπισφράγισις τῆς ματαιοπόνου ἑσπέρας καί ἀνατολή τῆς ἑπομένης, τῆς αἰωνίου.

Ἡ παρατιθεμένη ἀνωτέρω φωτογραφία τήν ἡμέραν τῆς μνήμης τῆς πολιούχου Χαλκηδόνος Ἁγίας Εὐφημίας, 11η Ἰουλίου 1975, μετά τήν τελεσθεῖσαν ὑπό τοῦ τότε βοηθοῦ Ἐπισκόπου του, Ἑλενουπόλεως Ἀθανασίου Παπᾶ, Θείαν Λειτουργίαν, διακονοῦντος τοῦ σημειοῦντος τάς ταπεινάς αὐτάς γραμμάς, εἶναι μνήμη καί ἀνάμνησις. Ἔχω σημειώσει εἰς τό ἡμερολόγιόν μου τῆς ἡμέρας ἐκείνης: «…καί σήμερα ἐμαθήτευσα παρά τούς πόδας Γαμαλιήλ… ὁ Γέροντας μετά τήν Θεία Λειτουργία στήν Ἁγία Εὐφημία μᾶς ἑρμήνευσε τό μαρτύριον τῆς Ἁγίας ἀλλά καί τήν προσφοράν της εἰς τόν Οἰκουμενικόν Θρόνον διά τῶν Πατέρων τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου…»∙καί κατέληγε «…αὐτό εἶναι τό δόγμα τῆς Χαλκηδόνος. Μή τό ξεχνᾶτε καί μή δειλιάζετε σεῖς τά νέα βλαστάρια τῆς Κωνσταντινουπολίτιδος Ἐκκλησίας μπροστά στίς ἀντιξοότητες… αὐτή εἶναι ἡ παρακαταθήκη μου».

Ἀπόψε, λοιπόν, διά τόν γράφοντα εἶναι ἑσπέρα καί «νύκτα ἀφώτιστος τῆς λύπης…». Γιατί σέ ἀναπολῶ, Γέροντα, πού ὡς λέων μᾶς ἐδίδαξες ἐμπειρικά μιά ζωή, καί ὡς σκύμνος ἀνέπεσες στό σπίτι σου στήν Χαλκηδόνα σάν σήμερα πρίν 32 χρόνια. Καταθέτω δέ νοερά καί ἐκ τοῦ μακρόθεν στόν νωπό γιά μένα πάντοτε τάφο σου, στό Κοιμητήριο τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, τό δάκρυ τῆς εὐγνωμοσύνης καί τοῦ πόνου πού κυλᾷ ἀπό τά μάτιά μου καί ὑγραίνει τό γηρασμένο πλέον πρόσωπό μου.

«Ἀναπαύου ἐν εἰρήνῃ», Γέροντα: Ὅτι τόν δρόμον τετέλεκας, τήν πίστιν τετήρηκας, τό χρέος καί τήν εὐθύνην ἐξεπλήρωσας, τήν σκυτάλην καί τήν παρακαταθήκην παρέδωκας. Ἐστεφανώθης πλειστάκις, ἄλλοτε διά τοῦ ἀκανθίνου στεφάνου τῆς λύπης καί τῆς ἀχαριστίας, ἄλλοτε δέ δι’ ἀνθοστεφῶν στεφάνων ἀναγνωρίσεως τῆς συμβολῆς καί τῆς προσφορᾶς σου εἰς τήν ἀρετήν καί τόν ἔπαινον τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας. Νῦν δέ, σοῦ ἀποδίδεται ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος παρά τοῦ στεφανοθέτου καί ἀπροσωπολήπτου Κριτοῦ. Ἀναπαύου ἐν εἰρήνῃ, ἀλησμόνητε Γέροντα, ὅπου οὔκ ἐστι πόνος, οὐ λὐπη, οὐ στεναγμός.

Πόλη 27η Δεκεμβρίου 2021

*Ο Μητροπολίτης Φιλαδελφείας Μελίτων   ( κατά κόσμον Δημήτριος Καράς) είναι Ιεράρχης του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Γεννήθηκε στα Αγρίδια της Ίμβρου το 1951. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης το 1974. Το 1986 αναγορεύθηκε διδάκτορας της ίδιας Θεολογικής Σχολής. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 4 Αυγούστου 1974 από τον τότε  Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Βαρθολομαίο (νυν Οικουμενικό Πατριάρχη)  και Πρεσβύτερος στις 25 Δεκεμβρίου 1987 από τον μακαριστό Οικουμενικό Πατριάρχη Δημήτριο. Υπηρέτησε ως Κωδικογράφος (1974-1984) και Υπογραμματέας (1984-1987) της Ιεράς Συνόδου. Διετέλεσε επίσης επί πολλά έτη Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου. Στις 28 Οκτωβρίου 1990 στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Φιλαδελφείας. Την χειροτονία τέλεσε ο  τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος. 

ΕΠΑΝΩ:  Φωτογραφία  (cognoscoteam.gr ) της τοιχογραφίας -τέλος του 13ου αιώνα- με την παράσταση του  “Αναπεσόντος Χριστοῦ” από τον Ναό του Πρωτάτου του Αγίου Όρους, η οποία αποδίδεται   στον αγιογράφο Μανουήλ Πανσέληνο. 

ΠΗΓΗ: Εφημερίδα “ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ” Κωνσταντινούπολης

Share this post