Ν. Χριστοδουλίδης: Δεν θα παρασυρθούμε σε προσεγγίσεις, που επιθυμεί να μας οδηγήσει η Άγκυρα
ΣΥΝΈΝΤΕΥΞΗ – ΑΠΕ /Κυριακή 4 Μαρτίου 2018
Οι πρόσφατες ενέργειες της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ επιβεβαιώνουν και «την ορθότητα της κοινής προσέγγισης Λευκωσίας και Αθηνών ότι μέσα στο πλαίσιο της λύσης του Κυπριακού θα πρέπει να γίνεται απόλυτα σεβαστή η κυριαρχία και ανεξαρτησία της χώρας, και για αυτό θα πρέπει να τερματιστούν αναχρονιστικοί θεσμοί, όπως είναι η Συνθήκη εγγυήσεως, τα όποια επεμβατικά δικαιώματα και η διατήρηση μόνιμης παρουσίας στρατού στην Κύπρο», υπογραμμίζει ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου, Νίκος Χριστοδουλίδης, σε αποκλειστική συνέντευξη στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, την πρώτη από της αναλήψεως του χαρτοφυλακίου του την περασμένη Πέμπτη.
Στην συνέντευξη του ο κ. Χριστοδουλίδης, ο οποίος, αύριο, Δευτέρα, θα βρίσκεται στην Αθήνα και μαζί με τον Έλληνα ομόλογό του θα ενημερώσει την Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής των Ελλήνων, απαντά σε σειρά ερωτήσεων για το Κυπριακό, την κρίση στην κυπριακή ΑΟΖ, το πρόγραμμα γεωτρήσεων της Κύπρου, την κλιμακούμενη επιθετικότητα της Τουρκίας και δίνει, χωρίς να ανοίγει για ευνόητους λόγους τα «χαρτιά του», το στίγμα αντίδρασης της Λευκωσίας, ιδιαίτερα αν, όπως απειλεί, φέρει το δικό της γεωτρύπανο στην κυπριακή ΑΟΖ.
Ειδικότερα, ο κ. Χριστοδουλίδης στην αποκλειστική συνέντευξη του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ επισημαίνει:
-Εκείνο, που πρέπει να κάνεις είναι μέσα από την επιχειρηματολογία σου να ταυτίσεις τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα σου με όλους εκείνους, που προσδωκείς να εξασφαλίσεις την υποστήριξη τους. Ζούμε σε ένα άναρχο διεθνές σύστημα και δεν υπάρχει άλλη οδός για εξυπηρέτηση στόχων στο συστημικό επίπεδο, ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε σε μικρά κράτη, όπως η Κυπριακή Δημοκρατία.
– Αναλογιστείτε, αν η Τουρκία συμπεριφέρεται σήμερα με το συγκεκριμένο τρόπο, πώς θα συμπεριφερόταν, αν αποδεχόμασταν αυτά που ζητούσε σε σχέση με το κεφάλαιο της Ασφάλειας και των Εγγυήσεων.
-Μόλις ληφθεί η πολιτική απόφαση για να προχωρήσουμε σε μια τέτοια ενέργεια (κατάθεση από την Κυπριακή Δημοκρατία των γεωγραφικών συντεταγμένων οριοθέτησης της ΑΟΖ της με την Τουρκία), και προβούμε σε όλες τις σχετικές ενέργειες, θα προχωρήσουμε και σε δημόσια ανακοίνωση, αν κρίνουμε φυσικά ότι κάτι τέτοιο εξυπηρετεί το συμφέρον της Κυπριακής Δημοκρατίας.
– Για το θέμα της εξερεύνησης και εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεχίζει να υφίσταται σχετική σύγκλιση, που είχε επιτευχθεί κατά τη διάρκεια του προηγούμενου γύρου των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους κυρίους Χριστόφια και Ταλάτ, η οποία προνοεί ότι οι αποφάσεις που αφορούν τις θαλάσσιες ζώνες (χωρικά ύδατα, συνορεύουσα ζώνη, υφαλοκρηπίδα, αποκλειστική οικονομική ζώνη) όπως αυτές ορίζονται από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας 1982, θα αποτελούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα στην επανενωμένη Κύπρο.
-Η κλιμακούμενη επιθετικότητα της Τουρκίας στη θάλασσα, όπως εκδηλώνεται το τελευταίο διάστημα, στόχο έχει να δημιουργήσει προβλήματα στο ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην προσπάθεια της ΕΕ να καταστεί η ανατολική Μεσόγειος ως ένας εναλλακτικός ενεργειακός διάδρομος για την Ευρώπη, όπως επίσης να προκαλέσει πλήγμα στην επιτυχή πολιτική περιφερειακής συνεργασίας μεταξύ των χωρών της ανατολικής Μεσογείου, που έχει ως επίκεντρο και καταλύτη τους υδρογονάνθρακες.
-Αυτή η τουρκική συμπεριφορά είναι μια από τις βασικές προκλήσεις, που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Μια πρόκληση, που επηρεάζει ταυτόχρονα ζωτικά και βασικά συμφέροντα της ίδιας της ΕΕ, αλλά και των άλλων κρατών της περιοχής και είναι για αυτό το λόγο, που χρειάζεται συνεργασία και συλλογική αντιμετώπιση.
-Η παρούσα συμπεριφορά της ‘Αγκυρας δεν δείχνει καμία διάθεση, έστω, διερεύνησης του ενδεχομένου επανέναρξης συνομιλιών.
Για την πρόσφατη επιστολή του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη προς τον γ.γ. του ΟΗΕ, ο κ. Χριστοδουλίδης αποκαλύπτει ότι ο Κύπριος Πρόεδρος κάνει σαφές πως «αν αρθούν οι παράνομες ενέργειες της Τουρκίας και οι όποιες απαράδεκτες αξιώσεις από πλευράς Τουρκοκυπρίων, είναι έτοιμος άμεσα να προσέλθει στον διάλογο, που άπτεται των εσωτερικών πτυχών του Κυπριακού, αλλά και να συμμετάσχει σε μια νέα διάσκεψη για την Κύπρο, εφόσον θα έχει προηγηθεί η κατάλληλη προετοιμασία και σε αυτήν θα συμμετάσχουν ενεργά τα 5 μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και η ΕΕ».
Στην ερώτηση, πώς θα αντιμετωπίσει η Κυπριακή Δημοκρατία ενδεχόμενη κλιμάκωση των τουρκικών προκλήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ, ο κ. Χριστοδουλίδης υπογραμμίζει: «Δεν θα παρασυρθούμε σε προσεγγίσεις, που ενδεχομένως επιθυμεί να μας οδηγήσει η τουρκική κυβέρνηση, ούτε θα μας απομακρύνει από την προσήλωση μας στον υπ΄ αριθμό ένα στόχο μας, που είναι ο τερματισμός της κατοχής και η επανένωση της πατρίδας μας.
*Η πλήρης συνέντευξη του νέου υπουργού Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη στον Αριστείδη Βικέτο για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων είναι η εξής:
ΕΡ: Ξεκινήσατε ως Ειδικός Επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, στην συνέχεια ενταχθήκατε στην Διπλωματική Υπηρεσία και μετά αναλάβατε διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του Προέδρου Αναστασιάδη και κυβερνητικός εκπρόσωπος. Πώς φιλοδοξείτε να αφήσετε τη δική σας σφραγίδα στην εξωτερική πολιτική της Κύπρου ως υπουργός Εξωτερικών;
ΑΠ: Υπάρχουν αρκετές σκέψεις και ιδέες σε σχέση με πολιτικές, που θα πρέπει να συνεχιστούν, κάποιες από αυτές να ενισχυθούν όπως και κάποιες άλλες, που θα είναι σημαντικό να υιοθετηθούν. Επιστρέφω σε ένα υπουργείο, που γνωρίζω πολύ καλά, και έχω πλήρη συναίσθηση και του σημαντικού ρόλου, που διαδραματίζει, αλλά και των πολλών και ποικίλων προκλήσεων, που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Αν λάβουμε υπόψη και ποιον διαδέχομαι στο υπουργείο Εξωτερικών, αντιλαμβάνεστε, ότι οι ευθύνες είναι ακόμη μεγαλύτερες.
Ο κ. Κασουλίδης με τις γνώσεις του και τον τρόπο, που άσκησε την εξωτερική μας πολιτική έχει ανεβάσει πολύ υψηλά τον πήχη.
‘Αρα, πρώτος στόχος είναι να πετύχω την συνέχεια των όσων σημαντικών έχουν επιτευχθεί και που αναπόφευκτα, σε συνεργασία και συνδυασμό με τις ενέργειες του Προέδρου Αναστασιάδη, έχουν αναβαθμίσει την διεθνή υπόσταση της χώρας μας, αλλά και το ρόλο που διαδραματίζει τόσο στα της ΕΕ όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Πέραν των πιο πάνω, υπάρχουν διάφορες σκέψεις και στόχοι, τόσο μεσοπρόθεσμα, όσο και μακροπρόθεσμα. Σκέψεις και στόχοι που θα συζητήσω από τις πρώτες μέρες με τα στελέχη του υπουργείου, ώστε να καθορισθεί και ένας οδικός χάρτης σε σχέση με την υλοποίησή τους.
Αντί να μιλήσω αυτή την στιγμή για την σφραγίδα, που θέλω να αφήσω, προτιμώ, και το θεωρώ και πιο ορθό, αυτό να προκύψει μέσα από την δουλειά μου. Εξάλλου, αυτό θα έχει σημασία στο τέλος της μέρας.
ΕΡ: Λόγω της τελευταίας θέσης σας γνωρίζετε από «πρώτο χέρι» τα των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό και τα της κρίσης στην κυπριακή ΑΟΖ. Τί έχετε διδαχθεί από αυτά;
ΑΠ: Αρκετά είναι αυτά που έχω βιώσει γενικότερα για πολλά θέματα, από την θητεία μου ως κυβερνητικός εκπρόσωπος και ως αυτόπτης μάρτυρας σε διάφορα σημαντικά, που έγιναν τα τελευταία 4 χρόνια. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό για τις ευκαιρίες, που είχα. Όμως, δεν είναι ακόμα το στάδιο του δημόσιου απολογισμού.
Αν θέλετε όμως να αναφερθώ σε ένα πρόσφατο γεγονός, που επιβεβαίωσε για ακόμη μια φορά μία εκ των βασικών μου πεποιθήσεων και κύριο χαρακτηριστικό, που πρέπει να διέπει την εξωτερική πολιτική, ιδιαίτερα μικρών κρατών. Αναφέρομαι στην πρόσφατη κρίση στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αντίδραση της ΕΕ. Το γενικότερο δίδαγμα αφορά το γεγονός ότι για να πετύχεις στήριξη για τις θέσεις σου σε διεθνές επίπεδο, δεν αρκεί να έχεις είτε το δίκαιο με το μέρος σου, είτε να έχεις να αντιμετωπίσεις μια χώρα, που γενικότερα δεν έχει και την καλύτερη εικόνα σε διεθνές επίπεδο. Εκείνο, που πρέπει να κάνεις είναι μέσα από την επιχειρηματολογία σου να ταυτίσεις τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα σου με όλους εκείνους, που προσδοκείς να εξασφαλίσεις την υποστήριξη τους. Ζούμε σε ένα άναρχο διεθνές σύστημα και δεν υπάρχει άλλη οδός για εξυπηρέτηση στόχων στο συστημικό επίπεδο, ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε σε μικρά κράτη, όπως η Κυπριακή Δημοκρατία.
ΕΡ: Ήταν σώφρων η στάση της κυβέρνησης να δημιουργήσει κλίμα ευφορίας -σας θυμίζω και την δήλωση του υπουργού Ενέργειας δύο μέρες πριν τις εκλογές για «τα πολύ σημαντικά αποτελέσματα της διάτρησης στο Οικόπεδο 6»- για το θέμα των υδρογονανθράκων;
ΑΠ: Είναι λανθασμένη τυχόν εντύπωση ή προσπάθεια ερμηνείας των απαράδεκτων τουρκικών ενεργειών, λόγω δηλώσεων που έγιναν. Δηλώσεις, που είχαμε υποχρέωση να προβούμε, λόγω ενημέρωσης από την εμπλεκόμενη εταιρεία (ΕΝΙ), που να σας υπενθυμίσω ότι προχώρησε σε σχετική δημόσια τοποθέτηση, μετά την επίσημη ενημέρωση προς την κυβέρνηση, λόγω και υποχρεώσεων της, που απορρέουν από την συμμετοχή της σε διεθνή χρηματιστήρια.
ΕΡ: Συμμερίζεστε την άποψη ότι, μετά την πρόσφατη κρίση, το δίλημμα ασφαλείας έχει πλέον μεταφερθεί στον ίδιο τον Πρόεδρο Αναστασιάδη και στην ελληνοκυπριακή πλευρά;
ΑΠ: Αν οι τελευταίες εξελίξεις αποδεικνύουν κάτι πέραν πάσης αμφιβολίας, είναι το ότι πολύ ορθά δεν έγιναν αποδεκτές στο Κρανς Μοντανά, από Αθήνα και Λευκωσία, οι απαιτήσεις της Τουρκίας για εγγυητικά και παρεμβατικά δικαιώματα στην Κύπρο και μόνιμη παρουσία τουρκικού στρατού στο νησί. Αναλογιστείτε, αν η Τουρκία συμπεριφέρεται σήμερα με το συγκεκριμένο τρόπο, πώς θα συμπεριφερόταν, αν αποδεχόμασταν αυτά που ζητούσε σε σχέση με το κεφάλαιο της Ασφάλειας και των Εγγυήσεων.
ΕΡ: Γιατί έπρεπε να γίνει γεώτρηση στο τεμάχιο 3, από την στιγμή, που οι ΗΠΑ, σύμφωνα με δήλωση του προκατόχου σας, διεμήνυσαν ότι δεν μπορούν να ασκήσουν επιρροή στην ‘Αγκυρα; Πώς κρίνετε τη στάση Ρωσίας, Βρετανίας και Ισραήλ στην παρούσα κρίση;
ΑΠ: Η γεώτρηση στο τεμάχιο 3 έπρεπε να γίνει, γιατί ήταν μέσα στους σχεδιασμούς, αλλά και στις υποχρεώσεις της εταιρείας ΕΝΙ, όπως επίσης στον γενικότερο ενεργειακό σχεδιασμό της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όσον αφορά το ερώτημα σας για τις ΗΠΑ, πάρα τις ομολογουμένως δύσκολες σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με την Τουρκία, είναι σημαντικό το γεγονός ότι το θέμα τέθηκε από τον υπουργό Εξωτερικών , Ρεξ Τίλερσον προς τον Τούρκο ομόλογό του, μέσα στο πλαίσιο της πρόσφατης του επίσκεψης στην ‘Αγκυρα.
Από εκεί και πέρα, όπως σας προανέφερα, ζούμε σε ένα άναρχο διεθνές σύστημα και το κάθε κράτος, ειδικότερα στα θέματα εξωτερικής πολιτικής κινείται στην λογική κόστος και όφελος. Αυτό το γνωρίζουμε πολύ καλά. Είμαστε απόλυτα ρεαλιστές. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο για παράδειγμα, η Τουρκία θα προχωρήσει σε επίλυση του Κυπριακού μόνον, αν αντιληφθεί ότι θα υπάρξουν οφέλη για την ίδια μέσα από μια τέτοια εξέλιξη, ή αν αντιληφθεί ότι έχει κόστος από την συνέχιση της σημερινής απαράδεκτης κατάστασης πραγμάτων. Σίγουρα ενδεχόμενη πίεση από τρίτα κράτη ή/και άσκηση επιρροής προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, έχει την σημασία και σπουδαιότητα της, αλλά δεν είναι ικανή από μόνη της να οδηγήσει σε επίλυση του Κυπριακού.
ΕΡ: Για πόσο χρόνο θα εκκρεμεί η κατάθεση από την Κυπριακή Δημοκρατία των γεωγραφικών συντεταγμένων οριοθέτησης της ΑΟΖ της με την Τουρκία;
ΑΠ: Μόλις ληφθεί η πολιτική απόφαση για να προχωρήσουμε σε μια τέτοια ενέργεια, και προβούμε σε όλες τις σχετικές ενέργειες, θα προχωρήσουμε και σε δημόσια ανακοίνωση, αν κρίνουμε φυσικά ότι κάτι τέτοιο εξυπηρετεί το συμφέρον της Κυπριακής Δημοκρατίας.
ΕΡ: Πώς και από ποιους θα διοικείται το κρατικό ταμείο για τη διαχείριση των όποιων μελλοντικών αποθεμάτων υδρογονανθράκων; Θα υπάρχει συμμετοχή Τουρκοκυπρίων;
ΑΠ: Σε σχέση με τους Τουρκοκυπρίους και το θέμα της εξερεύνησης και εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της Κυπριακής Δημοκρατίας, να σας αναφέρω καταρχάς ότι συνεχίζει να υφίσταται σχετική σύγκλιση, που είχε επιτευχθεί κατά τη διάρκεια του προηγούμενου γύρου των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους κυρίους Χριστόφια και Ταλάτ, η οποία προνοεί ότι οι αποφάσεις που αφορούν τις θαλάσσιες ζώνες (χωρικά ύδατα, συνορεύουσα ζώνη, υφαλοκρηπίδα, αποκλειστική οικονομική ζώνη) όπως αυτές ορίζονται από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας 1982, θα αποτελούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα στην επανενωμένη Κύπρο.
Επιπρόσθετα, η κυβέρνηση έχει προβεί σε ένα σημαντικό βήμα, που αποδεικνύει με απτό τρόπο τη δέσμευσή της στην αρχή ότι ο φυσικός πλούτος του νησιού ανήκει στο Κράτος και σε όλους τους νόμιμους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και ότι στόχος μας είναι η πλήρης αξιοποίηση της προοπτικής, που διαφαίνεται ότι υπάρχει στον τομέα των υδρογονανθράκων, με τους καλύτερους δυνατούς όρους, για να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη για το σύνολο του Κυπριακού λαού. Προς αυτή την κατεύθυνση, έχουμε προωθήσει στη Βουλή νομοσχέδιο, το οποίο προνοεί τη σύσταση κρατικού ταμείου για τη διαχείριση των όποιων μελλοντικών αποθεμάτων υδρογονανθράκων, διασφαλίζοντας τα συμφέροντα υφιστάμενων και μελλοντικών γενεών όλων των Κυπρίων, στην βάση του νορβηγικού μοντέλου, όπως, επίσης, διεθνώς αναγνωρισμένων αρχών και βέλτιστων πρακτικών.
ΕΡ: Συμμερίζεστε την άποψη ότι η ναυτική πολεμική παρουσία της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ, η παρεμπόδιση του γεωτρητικού προγράμματος και η από κοινού με τους Τουρκοκύπριους αμφισβήτηση της κυριότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ, αποτελούν συνεπακόλουθο του ναυαγίου του Κρανς Μοντανά και επίδειξη ισχύος εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία προειδοποιεί για το τι θα ακολουθήσει;
ΑΠ: Η κλιμακούμενη επιθετικότητα της Τουρκίας στη θάλασσα, όπως εκδηλώνεται το τελευταίο διάστημα, στόχο έχει να δημιουργήσει προβλήματα στο ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην προσπάθεια της ΕΕ να καταστεί η ανατολική Μεσόγειος ως ένας εναλλακτικός ενεργειακός διάδρομος για την Ευρώπη, όπως επίσης να προκαλέσει πλήγμα στην επιτυχή πολιτική περιφερειακής συνεργασίας μεταξύ των χωρών της ανατολικής Μεσογείου, που έχει ως επίκεντρο και καταλύτη τους υδρογονάνθρακες. Επιχειρεί, δηλαδή, η Τουρκία με τις ενέργειές της τον στρατηγικό ενεργειακό έλεγχο της ανατολικής Μεσογείου προς ίδιον όφελος και σίγουρα σε καμιά περίπτωση οι ενέργειες της δεν σχετίζονται, όπως δημόσια ισχυρίζεται, με την προστασία των συμφερόντων των Τουρκοκυπρίων. Εξάλλου, όπως σας ανέφερα προηγουμένως, τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων είναι απόλυτα διασφαλισμένα μέσα στο πλαίσιο της λύσης του Κυπριακού.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, η Τουρκία αποσκοπεί στην προαγωγή των συμφερόντων της και ενός εκ των βασικών της στόχων, που είναι να μετατραπεί σε ενεργειακό κόμβο, ελέγχοντας αριθμό μέσων μεταφοράς φυσικού αερίου, καθώς και των τιμών του. Η εν λόγω τουρκική συμπεριφορά είναι μια από τις βασικές προκλήσεις, που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Μια πρόκληση, που επηρεάζει ταυτόχρονα ζωτικά και βασικά συμφέροντα της ίδιας της ΕΕ, αλλά και των άλλων κρατών της περιοχής και είναι για αυτό το λόγο, που χρειάζεται συνεργασία και συλλογική αντιμετώπιση.
ΕΡ: Από την μέχρι τώρα πείρα σας εκτιμάτε ότι η Τουρκία μεθοδεύει λύση «δύο κρατών»; Από όσα είναι σε γνώση σας τι μπορεί να προβλέπει ένα σχέδιο Β΄ της Τουρκίας και πώς θα το αποτρέψει η κυπριακή κυβέρνηση;
ΑΠ: Δεν μπορώ να μιλήσω για το τι πραγματικά μεθοδεύει η Τουρκία σε σχέση με την επίλυση του Κυπριακού, πέραν του να αναφέρω ότι η παρούσα συμπεριφορά της ‘Αγκυρας δεν δείχνει καμία διάθεση, έστω, διερεύνησης του ενδεχομένου επανέναρξης συνομιλιών, όπως επίσης και το ότι οι θέσεις, που εξέφρασε στο Κρανς Μοντανά δεν μπορούσαν να οδηγήσουν σε λύση του Κυπριακού, που θα γινόταν αποδεκτή από τους Ελληνοκύπριους.
ΕΡ: Θα έχει αποτέλεσμα η θέση για επανάληψη των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό, νοουμένου ότι θα προηγηθεί ο τερματισμός της παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνης;
ΑΠ: Καταρχάς να αναφέρω ότι αναμφίβολα η διαμορφωθείσα κατάσταση, με την κορύφωση της παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής της Ζώνης από την Τουρκία, δεν δημιουργούν ένα ευνοϊκό κλίμα για επανέναρξη των συνομιλιών για επίλυση του Κυπριακού. ‘Αρα, της εξέτασης του ενδεχομένου επανέναρξης των συνομιλιών θα πρέπει να προηγηθεί, ο τερματισμός των εν λόγω ενεργειών από πλευράς Τουρκίας. Ενεργειών, που επιβεβαιώνουν και την ορθότητα της κοινής προσέγγισης Λευκωσίας και Αθηνών ότι μέσα στο πλαίσιο της λύσης του Κυπριακού θα πρέπει να γίνεται απόλυτα σεβαστή η κυριαρχία και ανεξαρτησία της χώρας, και για αυτό θα πρέπει να τερματιστούν αναχρονιστικοί θεσμοί, όπως είναι η Συνθήκη εγγυήσεως, τα όποια επεμβατικά δικαιώματα και η διατήρηση μόνιμης παρουσίας στρατού στην Κύπρο.
Τούτων λεχθέντων, η γενικότερη μας προσέγγιση στο Κυπριακό εστιάζεται σε δυο βασικά δεδομένα. Πρώτο, εκείνο που πρέπει όλοι, και Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, να αντιληφθούν σε σχέση με το Κυπριακό, είναι ότι η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν μπορεί να αποτελεί την λύση του Κυπριακού. Η παρούσα κατάσταση είναι αρνητική εξέλιξη για το σύνολο του Κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους, και εγκυμονεί κινδύνους. Δεύτερο, μετά και την πρόσφατη αποτυχία στο Κρανς Μοντανά, λόγω των θέσεων της τουρκικής πλευράς, αλλά και του γεγονότος ότι από το 1974 παρήλθαν 44 χρόνια και πολλές πρωτοβουλίες χωρίς αποτέλεσμα, πρέπει όλοι μας να κατανοήσουμε ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια μιας νέας αποτυχίας στο Κυπριακό.
ΕΡ: Στην πλάστιγγα των διαπραγματεύσεων τι μετρά περισσότερο για την ελληνοκυπριακή πλευρά τα θέματα περιουσιών και δομής της ομοσπονδίας ή η κατάργηση των εγγυήσεων των επεμβατικών δικαιωμάτων και του τουρκικού στρατού;
ΑΠ: Καταρχάς να αναφέρω ότι ο κυπριακός λαός, στην πλειοψηφία του τουλάχιστον, θα τοποθετηθεί επί ενός σχεδίου λύσης στην βάση των συνολικών προνοιών του Σχεδίου και όχι απλώς στην βάση επιμέρους προνοιών. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, όλες οι πτυχές είναι σημαντικές, παρόλο ότι είναι σε όλους κατανοητό πως αναπόφευκτα η πάροδος του χρόνου δημιουργεί τετελεσμένα, η αντιμετώπιση των οποίων καθίσταται πιο δύσκολη μέσα στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων.
Χωρίς να υποβαθμίζω την σημασία κανενός κεφαλαίου και καμίας πτυχής του Κυπριακού, θεωρώ ότι η λειτουργικότητα του κράτους σε μια επανενωμένη Κύπρο, η δυνατότητα να λαμβάνει ανεξάρτητα αποφάσεις, που να εξυπηρετούν αποκλειστικά τα συμφέροντα του Κυπριακού λαού, χωρίς εγγυητικά και παρεμβατικά δικαιώματα και παρουσία ξένου στρατού, είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα μετρήσουν περισσότερο σε ένα ενδεχόμενο δημοψήφισμα.
ΕΡ: Υποβλήθηκε ένα έγγραφο για Μηχανισμό Εφαρμογής της Λύσης στο Κρανς Μοντανά; Ποιους ενδοιασμούς έχετε γι΄ αυτό; Η μη αποδοχή συνέχισης της διάσκεψης του Κρανς Μοντανά σε επίπεδο πρωθυπουργών Ελλάδας-Τουρκίας οφείλεται σε αυτούς τους ενδοιασμούς;
ΑΠ: Είναι σημαντικό να κάνω σαφές ότι η ανάγκη ύπαρξης μηχανισμού παρακολούθησης εφαρμογής της λύσης (για αντιμετώπιση των όποιων εύλογων ανησυχιών σε σχέση με την ανταπόκριση της Τουρκίας στις υποχρεώσεις της, που θα απορρέουν από μια ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού) επιτεύχθηκε για πρώτη φορά στην ιστορία των διαπραγματεύσεων και συζητήθηκε μετά από δική μας απαίτηση.
Σε σχέση με το συγκεκριμένο ερώτημα απαντώ ότι συζήτηση επί του εγγράφου, που αναφέρατε, δεν έγινε λόγω της γενικότερης τουρκικής προσέγγισης και επιμονής, κατά την διάρκεια του δείπνου της 6ης Ιουλίου 2017, για την ανάγκη ύπαρξης εγγυητικών και παρεμβατικών δικαιωμάτων, όπως και η μόνιμη παρουσία τουρκικού στρατού στην Κύπρο. Αυτός ήταν και ο λόγος, που η διάσκεψη στο Κρανς Μοντανά οδηγήθηκε σε αδιέξοδο.
ΕΡ: Υπάρχει κάποιο νέο στοιχείο στην επιστολή του Προέδρου Αναστασιάδη προς τον γ.γ. του ΟΗΕ;
ΑΠ: Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης πολύ πρόσφατα, και σε συνέχεια και προηγούμενης αλληλογραφίας του με τον γ.γ. των Ηνωμένων Εθνών, αλλά και της συνάντησης τους, στην Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο του 2017, αποτάθηκε γραπτώς στον κ. Γκουτέρες, παραθέτοντας τις απόψεις του για την περαιτέρω πορεία των προσπαθειών επίλυσης του Κυπριακού και πώς μπορεί να προχωρήσει η όλη διαδικασία. Όπως ο ίδιος ο Πρόεδρος δημόσια ανέφερε, και να σημειώσω εδώ ότι η ετοιμότητα του αναγνωρίζεται από τον διεθνή παράγοντα, κατέστησε σαφές στον γ.γ. του ΟΗΕ πως, αν αρθούν οι παράνομες ενέργειες της Τουρκίας και οι όποιες απαράδεκτες αξιώσεις από πλευράς Τουρκοκυπρίων, είναι έτοιμος άμεσα να προσέλθει στον διάλογο, που άπτεται των εσωτερικών πτυχών του Κυπριακού, αλλά και να συμμετάσχει σε μια νέα διάσκεψη για την Κύπρο, εφόσον θα έχει προηγηθεί η κατάλληλη προετοιμασία και σε αυτήν θα συμμετάσχουν ενεργά τα 5 μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και η ΕΕ.
Η θέση αυτή έχει διαβιβαστεί κατ΄ επανάληψη και στην τουρκοκυπριακή πλευρά. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι συμπατριώτες μας όχι μόνο παρουσιάζονται απρόθυμοι, αλλά και με πρόσθετες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και απαράδεκτες προτάξεις, δεν δείχνουν καμία διάθεση για επανέναρξη των συνομιλιών.
ΕΡ: Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, Μουσταφά Ακιντζί, δήλωσε αναφορικά με το θέμα των υδρογονανθράκων και της ΑΟΖ: «όπου είναι αυτοί θα είμαστε και εμείς. Έτσι θα συνεχιστεί από δω και πέρα. Έτσι θα προχωρήσει και η διαδικασία με το γεωτρητικό πλοίο της Τουρκίας. Εάν κάνουν αυτοί γεώτρηση στο τεμάχιο 10, έχουμε και εμείς δικαίωμα σε περιοχή, που συμφωνήσαμε με την ΤΡΑΟ (Τουρκική Ανώνυμη Εταιρεία Πετρελαίου) να προχωρήσουμε». Πόσο σας προβληματίζει η δήλωση και ποιούς τρόπους αντίδρασης έχει σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Κυπριακή Δημοκρατία;
ΑΠ: Τέτοιου είδους δηλώσεις και προσεγγίσεις, όπως και άλλες που γίνονται από πλευράς Τουρκίας και τουρκοκυπριακής πλευράς και δεν σχετίζονται κατ΄ ανάγκη με το θέμα των υδρογονανθράκων, προβληματίζουν τόσο εμάς όσο και τη διεθνή κοινότητα, σε σχέση με τις πραγματικές τους προθέσεις, την επιθυμία και ετοιμότητα τους για επανέναρξη των συνομιλιών. Σας ανέφερα και προηγουμένως ότι οι ενέργειες της Τουρκίας στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν έχουν καμία σχέση με την διασφάλιση των συμφερόντων των Τουρκοκυπρίων. Και θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι και η Διεθνής Κοινότητα αντιλαμβάνεται ότι οι ενέργειες και δηλώσεις που γίνονται γενικότερα αποδεικνύουν απροθυμία από πλευράς Τουρκίας για επανέναρξη των συνομιλιών.
Σε σχέση με τους τρόπους αντίδρασης μας θα επαναλάβω τα όσα πολύ ορθά ανέφερε πρόσφατα ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ν. Αναστασιάδης. Δηλαδή, ότι χρειάζεται ψυχραιμία, υπομονή και σύνεση. Δεν θα παρασυρθούμε σε προσεγγίσεις που ενδεχομένως επιθυμεί να μας οδηγήσει η τουρκική κυβέρνηση, ούτε θα μας απομακρύνει από την προσήλωση μας στον υπ΄ αριθμό ένα στόχο μας, που είναι ο τερματισμός της κατοχής και η επανένωση της πατρίδας μας. Με αυτό τον τρόπο προσεγγίζουμε την διαμορφωθείσα κατάσταση πραγμάτων, χωρίς να παραλείπουμε βεβαίως να πράττουμε εκείνο που επιβάλλεται μέσα από τη διπλωματική οδό, όπως εξάλλου αποδεικνύετε, ανάμεσα σε άλλα, και από τα αποτελέσματα του πρόσφατου ‘Ατυπου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες.
ΕΡ: Ποια η απάντηση στον ισχυρισμό του Τουρκοκύπριου ηγέτη ότι «στο δείπνο της 11ης Μαΐου (2015) στο Λήδρα Πάλας είχε μια κατ΄ ιδίαν συνάντηση με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, στην οποία του είπε ο ίδιος ότι θα ξεκινούσαν τις διαπραγματεύσεις στις 15 του μηνός, αλλά η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν θα προχωρούσε σε γεωτρήσεις στην ανατολική Μεσόγειο»; Κατά τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης του απάντησε ότι «δεν επρόκειτο να συμβεί κάτι τέτοιο».
ΑΠ: Αντιλαμβάνεστε από την ίδια την εξέλιξη των πραγμάτων όσον αφορά τους ενεργειακούς σχεδιασμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας, που υλοποιήθηκαν, σε διάφορα στάδια, από το δείπνο τις 11ης Μαΐου και μετά, ότι κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί.