Ν. Αναστασιάδης:”Ενορχηστρωμένη προσπάθεια, μέσα από κακόβουλα ψεύδη και φήμες, να τρωθεί το ήθος, το κύρος και η αξιοπρέπεια μου.
Κατηγόρησε πολιτικά κόμματα, χωρίς να κατονομάσει και απεκδύθηκε ευθυνών για εμπλοκή σε πράξεις διαφθοράς
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιοάδης , αν και δεν κατονόμασε , έκανε σαφές πως συγκεκριμένα πολιτικά κόμματα κάνουν ενορχηστρωμένη προσπάθεια διαστρέβλωση γεγονότων ή ψιθυρολογία, να δημιουργήσουν την αντίληψη πως αυτό είναι εμπλεκόμενος σε πράξεις διαφθοράς είτε για την έκταση του φαινομένου, κάτι που δεν ανταποκρίνεται ποσώς στην πραγματική διάσταση του προβλήματος, όπως είπε. Ωστόσο, αυτό το οποίο προκάλεσε έκπληξη ήταν η αναφορά του Νίκου Αναστασιάδη σε προπαγάνδα, κάνοντας παραπομπή στον Γκαίμπελς και την φράση του «Όσο μεγαλύτερο το ψέμα και όσο περισσότερο επαναλαμβάνεται τόσο πιο πιστευτό γίνεται».
Ο κ. Αναστασιάδης στο αποψινό διάγγελμα του αρομοίασε το κλίμα που έχει δημιουργηθεί στο εσωτερικό, με τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν πρόσφατα στην Ουάσιγκτον, στοιχειοθετώντας έτσι τα όσα ανάφερε περί προσπάθειας χειραγώγησης της κοινής γνώμης. Το δεύτερο σοβαρό ζήτημα που ανέδειξε το διάγγελμα του Προέδρου της Δημοκρατίας είχε να κάνει με την αρχική καταψήφιση του προϋπολογισμού για το 2021, την οποία απέδωσε στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Και δεν έμεινε ως εκεί. Συνέχισε κάνοντας λόγο για εργαλειοποίηση του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας Οδυσσέα Μιχαηλίδη. «Έφτασαν στο σημείο με πρόσχημα την δήθεν πάταξη της διαφθοράς, να επιχειρήσουν την παράλυση και κατάρρευση του κράτους, αρνούμενοι την ψήφιση του προϋπολογισμού, χωρίς να έχουν ουσιαστικά διαφωνία επί της φιλοσοφίας του, εργαλειοποιώντας προς τούτο, έναν ανεξάρτητο αξιωματούχο του κράτους. Πόσο η κομματική ή προσωπική πολιτική επιβίωση υπερέχει του συμφέροντος του συνόλου;» διερωτήθηκε.
Επί της ουσίας του ζητήματος με τις πολιτογραφήσεις, ο Νίκος Αναστασιάδης υπέδειξε πως το σύνολο των κομμάτων ουδέποτε αμφισβήτησαν το πρόγραμμα πολιτογραφήσεων, από το 2007 μέχρι και την κατάργησή του. Μάλιστα απευθυνόμενος σε όσα τον επικρίνουν, τους υπέδειξε το θεσμικό ρόλο της Βουλής απέναντι στις πολιτογραφήσεις, αναφέροντας πως ήταν απολύτως ενήμερη τόσο για τις εκάστοτε αποφάσεις, όσο και για τα στοιχεία των επενδυτών, που αποκτούσαν την κυπριακή υπηκοότητα, από την υιοθέτηση του προγράμματος το 2007. Τουναντίον εάν ασκούσαν, όπως είπε, διαχρονικά τις εκ του συντάγματος εξουσίες και υποχρεώσεις τους, τότε θα είχαν προχωρήσει στην υιοθέτηση συγκεκριμένων νομοθετικών μέτρων πάταξης της διαφθοράς και δεν θα στήριζαν ένα πρόγραμμα το οποίο κατηγορούν για διαφθορά.
Χωρίς να αναφέρεται συγκεκριμένα, ο Νίκος Αναστασιάδης ήταν ιδιαίτερα σκληρός στις εκφράσεις που χρησιμοποίησε για τα όσα λέγονται για το δικηγορικό γραφείο που φέρει το όνομά του. «Κάποιοι άλλοι, χωρίς να ντρέπονται, προβάλλουν τον ισχυρισμό πως το επενδυτικό πρόγραμμα υιοθετήθηκε χάριν του δικηγορικού γραφείου που φέρει το όνομά μου ή μελών της οικογενείας μου. Αγνοώντας τα οφέλη που είχαν εκατοντάδες επιχειρήσεις, χιλιάδες εργαζόμενοι, εκατοντάδες δικηγόροι, ελεγκτές και άλλα συναφή επαγγέλματα, από τους οποίους μόνο μία ελάχιστη μερίδα καταχράστηκαν και εκμεταλλεύτηκαν τα κενά και τις αδυναμίες του προγράμματος. Αγνοώντας ακόμη, πως κάποιοι εξ’ αυτών που εκστομούν ανάλογες ύβρεις, ήταν μεταξύ εκείνων που επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα»
*Αυτούσιο το κείμενο του διαγγέλματος
Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Σε ώρες που κρίνεται ή επικρίνεται ένας ηγέτης, οι πρώτοι που πρέπει να ενημερώνονται για τα όσα του αποδίδονται δεν είναι άλλοι από εσάς, εσάς τους πολίτες, που μου δώσατε την εντολή αλλά και προς τους οποίους πρώτιστα είμαι υπόλογος.
Για τούτο και θεώρησα πως προτού ανακοινωθούν τα νέα μέτρα και η στρατηγική πάταξης της διαφθοράς, δεν θα μπορούσα να μην σχολιάσω την κρατούσα σήμερα κατάσταση στην Κύπρο.
Και, βεβαίως, όχι για να αρνηθώ την ύπαρξη του φαινομένου της διαφθοράς, ενός φαινομένου που ταλανίζει την Κυπριακή Δημοκρατία από εγκαθιδρύσεως της ή και του συνόλου των χωρών από αρχαιοτάτων χρόνων.
Αλλά εκείνο που θέλω να αναδείξω είναι μια ενορχηστρωμένη προσπάθεια κάποιων, μέσα από διαστρέβλωση γεγονότων ή ψιθυρολογία, να δημιουργήσουν την αντίληψη, είτε πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι εμπλεκόμενος σε πράξεις διαφθοράς είτε ακόμα και για την έκταση του φαινομένου, κάτι που, και τα δύο, δεν ανταποκρίνονται ποσώς στην πραγματική διάσταση του προβλήματος.
Οι κανόνες της προπαγάνδας είναι διαχρονικοί, καλά γνωστοί, και ακόμη πιο αποτελεσματικοί, ιδιαίτερα σε περιόδους που η κοινωνία δοκιμάζεται.
Μία φράση που αποδίδεται στον Γκαίμπελς αναφέρει: «Όσο μεγαλύτερο το ψέμα και όσο περισσότερο επαναλαμβάνεται τόσο πιο πιστευτό γίνεται».
Το φαινόμενο αυτό ενισχύεται σήμερα, με την ταχύτατη και ανεξέλεγκτη διάδοση φημών, ψευδών ειδήσεων και λασπολογίας, μέσα από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
Χωρίς να αναφερθώ σε άλλα παραδείγματα, θα περιοριστώ σε αναφορά στο πιο πρόσφατο επί των ημερών μας φαινόμενο χειραγώγησης της κοινής γνώμης.
Γίναμε όλοι μάρτυρες στα όσα μετά τις εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες ακολούθησαν την εκλογή του νέου Προέδρου, όταν, αβάσιμα ο απελθών Πρόεδρος, ισχυρίστηκε πως η απώλεια των εκλογών οφείλετο σε εκλογική νοθεία από πλευράς των Δημοκρατικών, κάτι που για εβδομάδες επαναλάμβανε καθημερινώς.
Ως αποτέλεσμα, δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανών πολιτών, καθοδηγούμενοι από μερίδα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και με στοχευμένα και επαναλαμβανόμενα μηνύματα στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, παρά την έλλειψη τεκμηρίωσης, υιοθέτησαν ως αληθή τον ισχυρισμό, με κορύφωση τα όσα διαδραματίστηκαν στο Καπιτώλιο και η παγκόσμια κοινωνία έγινε μάρτυρας.
Ανάλογα φαινόμενα δυστυχώς, καταγράφονται και στη δική μας πατρίδα.
Με αφορμή τις υπαρκτές αδυναμίες και κενά ενός προγράμματος που στόχο είχε την επανεκκίνηση της οικονομίας, σε ώρες που η χώρα αντιμετώπιζε τον κίνδυνο χρεωκοπίας, που η ανεργία έφτανε το 16%, που λειτουργούσαν κοινωνικά παντοπωλεία, απέδωσαν στην Κυβέρνηση τις ευθύνες διαφθοράς και εγκληματικών ενεργειών των ελαχίστων που καταχράστηκαν το πρόγραμμα.
Και αυτό παρά το γεγονός ότι με ήχο και εικόνα, η κοινωνία έγινε μάρτυρας των προσώπων που εξέθεσαν την Κύπρο διεθνώς και που βεβαίως δεν ανήκαν σε μέλη της Κυβέρνησης ή της κυβερνητικής παράταξης.
Ηθελημένα και αγνοώντας τις πιο πάνω πραγματικότητες, επιλέγηκε η διαφθορά ως το πεδίο συνένωσης όσων στόχο είχαν, είτε την εξυπηρέτηση κομματικών συμφερόντων είτε μια απόφαση που ελήφθη ότι ο Αναστασιάδης πρέπει να απομακρυνθεί, ή όσων διαφωνούν με τους χειρισμούς του Προέδρου στο εθνικό πρόβλημα, έστω και αν οι θέσεις τους στο Κυπριακό αλληλοσυγκρούονται, είτε ακόμη και κάποιων που καλή τη πίστει, υιοθέτησαν όσα επί 24ωρου προβάλλονται.
Αυτό που προκαλεί θλίψη, είναι η μεγιστοποίηση ενός προβλήματος, αναδεικνύοντας το ως το μόνο που αντιμετωπίζει ο τόπος, αγνοώντας τις απειλές της Τουρκίας που θέτουν σε κίνδυνο την ύπαρξη του Κυπριακού Ελληνισμού, αγνοώντας την πανδημία και τα προβλήματα που συσσώρευσε, τα οποία απειλούν να γονατίσουν επιχειρήσεις, εργαζόμενους και ευάλωτες ομάδες πληθυσμού. Αγνοούν τα πάντα.
Το πιο θλιβερό, όμως, είναι πως παραγνωρίζοντας τις πιο πάνω συνθήκες, κάποιοι έφτασαν στο σημείο με πρόσχημα τη δήθεν πάταξη της διαφθοράς, να επιχειρήσουν την παράλυση και κατάρρευση του κράτους, στις πιο κρίσιμες ώρες, αρνούμενοι την ψήφιση του προϋπολογισμού, χωρίς να έχουν ουσιαστικά διαφωνία επί της φιλοσοφίας του, ενεργοποιώντας και εργαλειοποιώντας προς τούτο, δυστυχώς, έναν ανεξάρτητο αξιωματούχο του κράτους.
Πόσο η κομματική, διερωτώμαι, ή η προσωπική πολιτική επιβίωση υπερέχει του συμφέροντος του συνόλου;
Αυτό που επιθυμώ είναι την αποκατάσταση στην αντίληψη των πολιτών της πραγματικής εικόνας και των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν κατά την εφαρμογή του Επενδυτικού Προγράμματος.
Ενός προγράμματος το οποίο το σύνολο των πολιτικών ηγεσιών είχε υιοθετήσει από το 2007 μέχρι και την κατάργηση του, χωρίς ποτέ να το αμφισβητήσει.
Δεν παραγνωρίζω την ίδια ώρα την ύπαρξη κενών και αδυναμιών του προγράμματος, κυρίως ως προς τους μηχανισμούς εποπτείας και ελέγχου. Γεγονός που όχι μόνο δεν αγνοήσαμε ως Κυβέρνηση, αλλά μας οδήγησε να τροποποιήσουμε το πρόγραμμα έξι συνολικά φορές μέσα σε χρονικό διάστημα επτά χρόνων.
Παρά ταύτα και με όλες τις αυστηροποιήσεις, τις τροποποιήσεις, δεν απετράπη η κατάχρηση ή οι εγκληματικές ενέργειες από μια μερίδα επιτήδειων.
Με παρρησία θέλω να δηλώσω ενώπιον σας πως αναγνωρίζω και αναλαμβάνω τις πολιτικές ευθύνες που βαρύνουν την Κυβέρνηση.
Αυτό που με τα πιο πάνω θέλω να υπογραμμίσω είναι την πολιτική μας αποφασιστικότητα και βούληση για άμεση διερεύνηση όλων των υποθέσεων και λήψη με αποφασιστικότητα δραστικών μέτρων προς τιμωρία όσων δόλια ενήργησαν, αλλά και την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας.
Να υπενθυμίσω πως μετά τα πρώτα δημοσιεύματα διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, Επιτροπή υπό την κα Δήμητρα Καλογήρου, η έρευνα της οποίας οδήγησε στον εντοπισμό αδυναμιών, ενδεχόμενων ποινικών αδικημάτων ή και άλλων ευθυνών από συγκεκριμένα πρόσωπα, τα οποία σήμερα διερευνώνται για τις πράξεις τους.
Επισημαίνω ακόμη πως αμέσως μετά την δημοσιοποίηση των γεγονότων που έλαβαν χώρα σε οικία μέλους της Βουλής, αποφασίστηκε:
(α) Ο άμεσος τερματισμός του Επενδυτικού προγράμματος.
(β) Ο διορισμός Ανεξάρτητης Επιτροπής Εξέτασης Αποστέρησης υπηκοότητας.
(γ) Ενώ ζητήθηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα ο διορισμός Διερευνητικής Επιτροπής, η οποία υπό την προεδρία του πρώην Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Μύρωνα Νικολάτου προχωρεί ήδη με διαφάνεια και δημόσιες συνεδριάσεις, στην πλήρη διερεύνηση του όλου Επενδυτικού Προγράμματος.
Συναφής με τον πιο πάνω διορισμό ήταν και η παρέμβαση στις αρχές Σεπτεμβρίου, του Ευρωπαίου Επιτρόπου για θέματα Δικαιοσύνης, ο οποίος διεμήνυσε ότι ανέμενε από την Κυπριακή Δημοκρατία, τον διορισμό Ερευνητικής Επιτροπής με διευρυμένες και οιονεί δικαστικές εξουσίες.
Και δεν είναι τυχαίες οι αναφορές μου γιατί όπως έχω προαναφέρει, μέσα από τη συστηματική διαστρέβλωση των γεγονότων, επιχειρείται καθημερινά η δημιουργία της εντύπωσης πως η Κυβέρνηση αρνείται ή δήθεν φοβάται τον έλεγχο από τον Γενικό Ελεγκτή.
Την απάντηση σε όσους έχουν υιοθετήσει τα ψεύδη ως τρόπο πολιτικής επιβίωσης, δίδει ο ίδιος ο Γενικός Ελεγκτής σε γραπτά του κείμενα.
Παραθέτω επί λέξει, τι αναφέρεται στην ανακοίνωση που εξεδόθη στις 4/11/20 μετά την συνάντηση του με τον Γενικό Εισαγγελέα:
«…δεδομένου ότι η Κυβέρνηση δεσμεύεται από τις γνωματεύσεις του Γενικού Εισαγγελέα, ο Γενικός Ελεγκτής αναγνωρίζει και αντιλαμβάνεται ότι, εκ των πραγμάτων, παρά την διαφωνία του, στο παρών στάδιο δεν θα του παραδοθούν άλλοι φάκελλοι και δεν τίθεται θέμα προσφυγής στο Δικαστήριο».
Ενώ, στην έκθεση του, προς την Πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, ημερομηνίας 13/11/20, προς στήριξη του Προϋπολογισμού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, αναφέρει ότι:
«…αφού η τελική θέση της Κυβέρνησης είναι (πλέον) πως έχουμε αρμοδιότητα ελέγχου του προγράμματος πολιτογραφήσεων, άρα δεν προκύπτει θέμα αμφισβήτησης αρμοδιοτήτων και συνεπώς δεν υφίσταται τέτοια διαφορά για παραπομπή στο Ανώτατο Δικαστήριο».
Να επαναλάβω πως οι εν λόγω γραπτές αναφορές έγιναν στις 4 και 13 Νοεμβρίου, πολύ πριν δηλαδή, την καταψήφιση του Προϋπολογισμού.
Ενώ, σε επιστολή μου στον Πρόεδρο του ΔΗΚΟ, στις 21 Δεκεμβρίου του 2020, αφού παρέθετα τις πιο πάνω δηλώσεις του Γενικού Ελεγκτή, τόνιζα πως: «είναι πασιφανές πως η Κυβέρνηση ούτε αρνήθηκε ούτε αρνείται την παράδοση των φακέλων. Αυτό που έπραξε και πράττει, είναι ο οφειλόμενος σεβασμός στις γνωματεύσεις του Γενικού Εισαγγελέα, όπως και ο ίδιος Γενικός Ελεγκτής αναγνωρίζει».
Το επαναλαμβάνω για να γίνει απολύτως σαφές: Η Κυβέρνηση ουδεμία ένσταση έφερε ή φέρει, όπως ο Γενικός Ελεγκτής παραλάβει τους φακέλους των πολιτογραφήσεων ευθύς μετά την ολοκλήρωση του έργου της Διερευνητικής Επιτροπής, προκειμένου και ο ίδιος να προβεί στους ελέγχους σύμφωνα με τις συνταγματικές του αρμοδιότητες.
Μετά τα πιο πάνω, διερωτώμαι πόσα ακόμη ψέματα θα επιστρατεύσουν όσοι έθεσαν σε κίνδυνο την κατάρρευση του κράτους ή την φυσική ή οικονομική επιβίωση χιλιάδων συμπολιτών μας.
Το χειρότερο μέρος της ίδιας μεθοδολογίας αποτελεί και η προσπάθεια αμφισβήτησης του ήθους, του κύρους και της εντιμότητας των τεσσάρων προσωπικοτήτων που συνιστούν την Ερευνητική Επιτροπή, την οποία ο Γενικός Εισαγγελέας διόρισε.
Μία προσπάθεια που είναι απόλυτα ταυτισμένη με την εργαλειοποίηση ενός ανεξάρτητου αξιωματούχου, με στόχο την ανάδειξη του ως του μόνου έντιμου και αξιόπιστου να διενεργεί ελέγχους, εν γνώσει τους ότι οι εξουσίες του Γενικού Ελεγκτή που απορρέουν από το Σύνταγμα είναι περιορισμένες, όπως ρητά αναφέρει και στη δήλωση του ο τέως Γενικός Εισαγγελέας κ. Κώστας Κληρίδης, στις 10 Δεκεμβρίου.
Ειλικρινά διερωτώμαι ποιος αλήθεια μπορεί να αμφισβητήσει πλέον την στοχευμένη εκστρατεία διαστρέβλωσης και χειραγώγησης της κοινής γνώμης, η οποία στόχο είχε και έχει να εμπεδώσει στους πολίτες ότι ο Πρόεδρος και η Κυβέρνηση του, επειδή τάχα είναι διεφθαρμένοι, φοβούνται δήθεν τον έλεγχο του Γενικού Ελεγκτή.
Και δεν είναι τυχαία η αναφορά μου, αφού φτάσαμε στο κατάντημα, δημοσιογράφος που παραδέχεται ότι δεν κατέχει τα οποιαδήποτε στοιχεία, να ισχυρίζεται δημόσια, στηριζόμενος σε φήμες ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετέφερε δήθεν εκτός Κύπρου εκατοντάδες εκατομμύρια κέρδη από το Επενδυτικό Πρόγραμμα και γι’ αυτό, μη συμβάλλοντας στη λύση του Κυπριακού, ως ισχυρίζεται, χάσαμε την Αμμόχωστο και τη Μόρφου. Διερωτώμαι ειλικρινά πώς μπορεί να χαρακτηρίσω το φαινόμενο.
Το εξίσου απαράδεκτο, αντί να απολογηθεί για την ύβρη που εκστόμισε, αφού όλες οι πηγές που επικαλέστηκε τον διέψευσαν, είχε το θράσος να καλεί εμένα να αποδείξω ότι δεν είναι κακοήθη ψεύδη και λάσπη τα όσα ισχυρίστηκε.
Την ίδια ώρα, κάποιοι άλλοι, χωρίς να ντρέπονται, προβάλλουν τον ισχυρισμό πως το Επενδυτικό Πρόγραμμα υιοθετήθηκε χάριν του δικηγορικού γραφείου που φέρει το όνομά μου ή μελών της οικογενείας μου. Πότε το ισχυρίζονται; Όταν αγνοούν τα οφέλη που είχαν εκατοντάδες επιχειρήσεις, χιλιάδες εργαζόμενοι, εκατοντάδες δικηγόροι, ελεγκτές και άλλα συναφή επαγγέλματα, από τους οποίους μόνο μία ελάχιστη μερίδα καταχράστηκαν και εκμεταλλεύτηκαν τα κενά και τις αδυναμίες του προγράμματος.
Αγνοώντας ακόμη, πως κάποιοι εξ αυτών που εκστομούν ανάλογες ύβρεις, ήσαν μεταξύ εκείνων που επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα.
Θα επαναλάβω πως δεν αποποιούμαι των όποιων πολιτικών ευθυνών φέρει η Κυβέρνηση για την εποπτεία και έλεγχο του προγράμματος.
Ωστόσο, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής πως οι σημερινοί επικριτές δεν ήσαν μόνο γνώστες των προνοιών των προγραμμάτων για κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις, αλλά ήσαν και απολύτως ενήμεροι τόσο για τις εκάστοτε αποφάσεις, όσο και για τα στοιχεία των επενδυτών, που αποκτούσαν την κυπριακή υπηκοότητα από την υιοθέτηση του προγράμματος το 2007.
Το εξίσου σημαντικό είναι πως ο θεσμικός έλεγχος της ορθότητας των αποφάσεων της εκτελεστικής εξουσίας συνταγματικά ανήκει στην Βουλή, ενώ του δημοσιονομικού ελέγχου στην Ελεγκτική Υπηρεσία.
Εάν τα κοινοβουλευτικά κόμματα, που σήμερα εμφανίζονται ως πρωταγωνιστές πάταξης της διαφθοράς, ασκούσαν διαχρονικά τις εκ του συντάγματος εξουσίες και υποχρεώσεις τους τότε:
Πρώτον, θα υιοθετούσαν έγκαιρα τα νομοσχέδια που εκκρεμούν για χρόνια ενώπιον τους, με στόχο την πάταξη της διαφθοράς.
Δεύτερον, θα υιοθετούσαν τις συστάσεις της GRECO που αφορούν το νομοθετικό σώμα σε σχέση με ζητήματα διαφάνειας και πάταξης της διαφθοράς.
Τρίτον, δεν θα στήριζαν ένα πρόγραμμα που σήμερα ισχυρίζονται πως έγινε για λόγους διαφθοράς, αλλά αντίθετα θα έπρεπε να ζητούσαν την κατάργησή του.
Τέταρτον, θα ασκούσαν ως όφειλαν αποτελεσματικά τον θεσμικό ελεγκτικό τους ρόλο, με βάση τα στοιχεία που ανελλιπώς τους παρέχονταν.
Ο ισχυρισμός πως τάχα τα στοιχεία δεν ήσαν επαρκή για έλεγχο, καταρρίπτεται από το γεγονός ότι η έρευνα του διεθνούς τηλεοπτικού δικτύου βασίστηκε σε έγγραφα που φέρουν τη σφραγίδα της Βουλής.
Πέμπτον, η εγγραφή εκ των υστέρων σωρείας θεμάτων για συζήτηση στη Βουλή, μετά την κατάργηση του προγράμματος, είναι πασιφανές πως οφείλεται στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, ύστερα από την αποκάλυψη πως μεταξύ των πρωταγωνιστών του σκανδάλου ήσαν δικά τους στελέχη.
Θέλω να είμαι κάθετος και απόλυτα αυστηρός, επαναλαμβάνοντας πως η διαφθορά είναι ένα υπαρκτό φαινόμενο.
Εάν η Κυβέρνηση δεν το αναγνώριζε, δεν θα θεσμοθετούσε σωρεία μέτρων κατά της διαφθοράς, αλλά και των όσων σημαντικών επιπλέον αύριο θα εξαγγελθούν για δραστική αντιμετώπιση του φαινομένου.
Η αποφασιστικότητα του ιδίου, αλλά και της Κυβέρνησης μου για πάταξη της διαφθοράς, καταγράφεται και από τον μεγάλο αριθμό διώξεων αξιωματούχων της πολιτείας και όχι μόνο, που είχαν εμπλακεί σε αδικήματα διαφθοράς.
Μία σύγκριση του αριθμού καταδικασθέντων κατά τη δική μου διακυβέρνηση, σε σύγκριση με όσους καταδικάστηκαν από εγκαθιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα ήτο αρκετή για να πείσει για τα όσα λέγω.
Όπως, όμως, έχω προαναφέρει, άλλη είναι η δημιουργηθείσα αντίληψη για το μέγεθος της διαφθοράς και άλλες οι πραγματικές διαστάσεις του φαινομένου, όπως εξάλλου τούτο αποτυπώνεται στις εκθέσεις Ευρωπαϊκών και Διεθνών Οργανισμών εποπτείας.
Ενδεικτικά αναφέρω:
Πρώτον, στην τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου, η οποία εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2020, επί λέξει καταγράφεται «…πως για πρώτη φορά έχουν καταδικαστεί 37 πρόσωπα σε 26 υποθέσεις», επισημαίνοντας πως υπάρχει «βελτίωση στους δείκτες καταπολέμησης της διαφθοράς» σε σχέση με το παρελθόν.
Δεύτερον, η Moneyvall αξιολογεί θετικά την πραγματική πρόοδο που έκανε η χώρα μας στην καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, σε όλα τα επίπεδα. Ενδεικτικά, αναφέρω πως στο τεχνικό μέρος της έκθεσης η Κυπριακή Δημοκρατία παρουσιάζει βαθμολογίες πλήρους συμμόρφωσης ή μεγάλης συμμόρφωσης σε όλες τις 40 ελεγχόμενες παραμέτρους.
Τρίτον, η GRECO, στον τέταρτο κύκλο αξιολόγησης της Κύπρου, διαπιστώνει πως καμία από τις εκκρεμούσες μέχρι την έκδοση της έκθεσης συστάσεις αφορά την εκτελεστική εξουσία, δηλαδή την Κυβέρνηση.
Τέταρτον, να σημειώσω πως τον Απρίλιο του 2019 επισκέφθηκε την Κύπρο ο Υφυπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και εκ των πολιτικών προϊσταμένων του Δικτύου Καταπολέμησης Οικονομικού Εγκλήματος (FinCEN) των ΗΠΑ, ο οποίος σε δηλώσεις του ανέφερε πως: «Η Κύπρος έχει επιτελέσει τεράστια πρόοδο και βελτιώσεις στο νομικό πλαίσιο καθώς και στην επιβολή του νόμου».
Πέμπτον, τον Αύγουστο του ιδίου έτους επισκέφθηκε την χώρα μας αντιπροσωπεία της Αμερικανικής Βουλής, με επικεφαλής την Πρόεδρο της Επιτροπής Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών, η οποία δήλωσε πως η χώρα μας σημείωσε πρόοδο και παρουσίασε βελτιωμένο νομικό και ρυθμιστικό πλαίσιο κατά του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, δηλώνοντας καταληκτικά πως: «…Η Κύπρος είναι πια σε θέση να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις στον τομέα της παρεμπόδισης του ξεπλύματος χρήματος».
Ζητώ πραγματικά την κατανόησή σας γιατί υποχρεώθηκα να αναφερθώ εκτενώς στα όσα συνθέτουν τις πραγματικές διαστάσεις της διαφθοράς, αλλά και την έκταση της εσκεμμένης διαστρέβλωσης, λασπολογίας μέσα από τη διασπορά φημών ή λόγω κομματικών σκοπιμοτήτων.
Είναι καλά γνωστό, πως στην μακρόχρονη πολιτική μου παρουσία, ακόμη και οι σκληρότεροι των επικριτών μου αναγνωρίζουν πως ουδέποτε αρνήθηκα την όποια καλόπιστη ή και κακόπιστη κριτική για τις όποιες θέσεις υιοθετούσα ή για τυχόν λάθη και παραλείψεις που έχω διαπράξει.
Είναι καλά γνωστό σε πολιτικούς φίλους, αλλά και αντιπάλους πως ουδέποτε η στιγμιαία πικρία υπήρξε αφορμή να διατηρώ διάσταση σχέσεων με όσους διαφώνησα ή αντιπαρατέθηκα.
Αυτός εξάλλου είναι ένας κανόνας που θεωρώ πως είτε τον αποδέχεσαι, είτε δεν τον αποδέχεσαι και δεν συμμετέχεις στην πολιτική.
Αυτό, όμως, που ως άνθρωπος και όχι ως πολιτικός δεν μπορώ να αποδεχτώ, είναι την όποια συστηματική και ενορχηστρωμένη προσπάθεια, μέσα από κακόβουλα ψεύδη και φήμες, να τρωθεί το ήθος, το κύρος και η αξιοπρέπεια μου.
Συμπατριώτισσες, συμπατριώτες,
Ήμουν, το ομολογώ, ενδεχόμενα, αιχμηρός στις αναφορές μου. Όμως επί μήνες ανέχομαι και υπομένω μία χωρίς προηγούμενο προσπάθεια διασυρμού, με υποτιμητικά υπονοούμενα, προσβολές και αήθεις ισχυρισμούς που υπερβαίνουν κάθε όριο πολιτικού πολιτισμού και δεοντολογίας.
Ανέχθηκα και υπέμενα, γιατί γνωρίζω καλά πως οι απαιτήσεις σας από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, δεν είναι να αναλώνεται σε διαμάχες αλληλοεπίρριψης ευθυνών, αλλά την ώρα της κρίσης, με την τόλμη και τις αποφάσεις του, να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τα μεγάλα προβλήματα που η χώρα αντιμετωπίζει.
Είναι για τούτο που αντιπαρέρχομαι προσωπικά αισθήματα πικρίας που είναι φυσικό να μου δημιουργούνται.
Γι’ αυτό και θέλω με κατηγορηματικότητα να δηλώσω ότι δεν προτίθεμαι να επανέλθω στο κεφάλαιο αυτό, μέχρι την ολοκλήρωση των εργασιών της Διερευνητικής Επιτροπής. Και τούτο για λόγους καθαρά σεβασμού προς το έργο που κλήθηκε η Επιτροπή να διεκπεραιώσει.
Τα μέτρα που αύριο θα εξαγγελθούν, αποτελούν την μεγαλύτερη παρέμβαση που έγινε ποτέ στην Κυπριακή Δημοκρατία, προκειμένου να δημιουργήσουμε το ισχυρότερο κατά το δυνατόν, δίκτυο προστασίας από την διαφθορά.
Καλώ όλους, με πλήρη σεβασμό στις διαφορετικές απόψεις, μέσα σε κλίμα εποικοδομητικής πολιτικής αντιπαράθεσης, από κοινού να αντιμετωπίσουμε τόσο το πρόβλημα της διαφθοράς όσο και τα άλλα κρίσιμα προβλήματα ύπαρξης, που ο λαός μας αντιμετωπίζει.
Θέλω να πιστεύω πως αυτό που θα υπερισχύσει είναι ο πατριωτισμός, με τον οποίο πιστώνω όλες ανεξαίρετα τις πολιτικές παρατάξεις.
Αυτό αναμένουν οι πολίτες, εσείς, από το πολιτικό σύστημα και προς αυτή την κατεύθυνση θα συνεχίσω να εργάζομαι, ώστε για άλλη μία φορά να ανταποκριθώ στις προσδοκίες σας.
Σας ευχαριστώ.