Μ. Αϊντίν: Η Άγκυρα θα πιέζει την Αθήνα «με οποιοδήποτε τίμημα».
Της Μαρίας Βασιλείου*
Η Άγκυρα θα συνεχίσει να προκαλεί σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο και δεν θα διστάσει να πιέσει περαιτέρω την Αθήνα, ακόμη και «με οποιοδήποτε τίμημα», ακολουθώντας τη θέση «κάνουμε ό,τι λέμε» προκειμένου να διευθετηθούν οι διεκδικήσεις της, υποστηρίζει ο καθηγητής διεθνών σχέσεων στο πανεπιστήμιο Καντίρ Χας, Μουσταφά Αϊντίν. Ο επικεφαλής του τουρκικού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων επισημαίνει ότι ο νέος κύκλος έντασης, που ξεκίνησε μετά τη συμφωνία για ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, θα κλιμακωθεί περαιτέρω, καθώς η Τουρκία θα συνεχίσει να δείχνει με τις κινήσεις της ότι δεν δέχεται τον διαχωρισμό της ανατολικής Μεσογείου, χωρίς τη δική της συμμετοχή. Με αφορμή το σύντομο μορατόριουμ, που επιτεύχθηκε μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας με τη διαμεσολάβηση του Βερολίνου, ο κ. Αϊντίν επιβεβαιώνει ότι για την Τουρκία η ατζέντα σε έναν διάλογο με την Ελλάδα είναι ευρύτερη από αυτή που επιθυμεί η Αθήνα, αποσκοπώντας να διασφαλίσει «δίκαιη και ισότιμη συμμετοχή» στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Παράλληλα, επισημαίνει ότι στην τουρκική κοινή γνώμη έχει υποτιμηθεί η έκταση της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
«Στην Τουρκία τα θέματα που κυριαρχούν είναι η Συρία, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ, με τη Ρωσία και η Λιβύη. Η κρίση στην ανατολική Μεσόγειο βρίσκεται στην πέμπτη θέση ανάμεσα στα ζητήματα εξωτερικών υποθέσεων. Η κυβέρνηση δεν δίνει την εικόνα μιας κρίσης, και αυτή είναι που αντικατοπτρίζεται στα τουρκικά μίντια», δηλώνει ο Αϊντίν, ξεκινώντας τη συνέντευξή του με «ΤΑ ΝΕΑ».
Ο καθηγητής Μουσταφά Αϊντίν
«Η ένταση με την Ελλάδα δεν εκλαμβάνεται ότι αποτελεί απειλή για την Τουρκία, όπως η κατάσταση στη Συρία, και η κυβέρνηση δεν θεωρεί ότι χρειάζεται να εμπλακεί η τουρκική κοινή γνώμη» επεξηγεί ο ειδικός στην τουρκική εξωτερική πολιτική, ο οποίος θεωρείται εξέχουσα προσωπικότητα στους ακαδημαϊκούς κύκλους της γείτονος, ενώ πολλοί πρώην και νυν τούρκοι διπλωμάτες έχουν υπάρξει φοιτητές του. «Η Τουρκία επιζητεί την ενίσχυση της πίεσης προς την Ελλάδα, επιδιώκει να βάλει τη χώρα στη γωνία» τονίζει, ενώ θεωρεί ότι «η συμφωνία για ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, η οποία καλύπτει ορισμένες εκτάσεις της περιοχής που η Τουρκία διεκδικεί ως δική της ΑΟΖ, προσθέτει μία ακόμη επιπλοκή στις σχέσεις των δύο χωρών». Μάλιστα, εκτιμά ότι οι κινήσεις που ακολούθησαν και από τις δύο πλευρές, τερματίζοντας το σύντομο μορατόριουμ που επιτεύχθηκε με τη διαμεσολάβηση του Βερολίνου, δείχνουν ότι «θα υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση της έντασης καθώς η Τουρκία θα εξακολουθήσει να δείχνει με τις κινήσεις της ότι δεν αναγνωρίζει τον διαχωρισμό της ανατολικής Μεσογείου χωρίς τη συμμετοχή της, ενώ η Ελλάδα θα εξακολουθεί να εμπλέκει την ΕΕ. Το επίπεδο της έντασης θα εξαρτηθεί από το πώς Ελλάδα, Τουρκία και Αίγυπτος θα διαχειριστούν τις προκλήσεις της μίας προς την άλλη».
Ως βαθύς γνώστης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, υπήρξε μάλιστα μέλος της Ομάδας μελέτης της Οικονομίας και της Εξωτερικής Πολιτικής του προέδρου της Τουρκίας μεταξύ 2003 και 2009, ο κ. Αϊντίν δηλώνει ότι η τουρκική κυβέρνηση «ό,τι λέει ότι θα κάνει, το κάνει. Το βλέπουμε στη Συρία, το βλέπουμε παντού. Θα επιδιώξει να προχωρήσουν οι διεκδικήσεις της χώρας στην ανατολική Μεσόγειο με οποιοδήποτε τίμημα. Φτάνει σε σημεία, που δεν θέλουν να ρισκάρουν οι άλλοι εμπλεκόμενοι» τονίζει χαρακτηριστικά.
«Δύο χώρες φοβίζουν την Τουρκία».
Εκτιμά, μάλιστα, ότι η θέση της Ελλάδας ότι το ζήτημα είναι ευρωπαϊκό δύσκολα πείθουν την Τουρκία να υποχωρήσει στις διεκδικήσεις της. Η ΕΕ δεν έχει βαρύτητα στην Τουρκία και η χώρα δεν βλέπει τον διάλογο με την Ελλάδα ως ευρωπαϊκό διάλογο. Επεξηγεί ότι οι κυρώσεις από την ΕΕ δεν έχουν στην πραγματικότητα επιπτώσεις, ενώ ενισχύουν το αφήγημα της κυβέρνησης περί εχθρών της Τουρκίας. Μόνο δύο χώρες έχουν βαρύτητα για την Τουρκία, τονίζει ο τούρκος ακαδημαϊκός, ο οποίος είναι επίσης επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης στην Μπρουζ, η Γερμανία και οι ΗΠΑ. «Από ό,τι γνωρίζουμε η Τουρκία υποχώρησε με τη διαμεσολάβηση της Γερμανίας» δηλώνει, αλλά δεν θεωρεί ότι οι ΗΠΑ παίζουν σημαντικό διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας.
«Οι ΗΠΑ συμμετέχουν σε ναυτικούς ελιγμούς στην ανατολική Μεσόγειο με την Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα το ίδιο κάνουν και με την Τουρκία» λέει. Αποδίδει τη βαρύτητα που έχει το Βερολίνο στην Αγκυρα αφενός σε οικονομικούς λόγους και αφετέρου – δεδομένης της σκληρής στάσης του Εμανουέλ Μακρόν προς την Αγκυρα – «στην προσδοκία ότι η Γερμανία θα κινηθεί υιοθετώντας πιο συμβιβαστική στάση έναντι των τουρκικών ζητημάτων και θα ομαλοποιήσει τις ευρωτουρκικές σχέσεις».
ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα.
Όπως επεξηγεί ο κ. Αϊντίν η Τουρκία αντίκειται στη θέση ότι τα νησιά έχουν ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα διότι θεωρεί ότι παρεμποδίζεται έτσι η πρόσβαση της χώρας στα διεθνή ύδατα, θεωρεί ότι «δημιουργείται έτσι ένα είδος σκληρού συνόρου». Κατά τον Αϊντίν «οι τουρκικές διεκδικήσεις στην ανατολική Μεσόγειο δεν περιορίζονται στην εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου, είναι ζήτημα γεωπολιτικό, εδαφικό και θέμα ασφάλειας». Οι μη τουρκικοί χάρτες που κυκλοφορούν για την περιοχή, μάλιστα, δημιουργούν καταστάσεις παράνοιας στην Τουρκία, λέει ο διεθνολόγος και με δεδομένο τον ανταγωνισμό της Αγκυρας με αρκετές χώρες στην περιοχή – Αίγυπτο, Ισραήλ, ΗΑΕ, Κύπρο – η Αγκυρα επιζητεί «μορατόριουμ, συνολική επαναδιαπραγμάτευση με στόχο μια δίκαιη και ισότιμη συμμετοχή στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου». Στο πλαίσιο αυτό η Λιβύη και το τουρκολιβυκό μνημόνιο, το οποίο, όπως λέει ο κ. Αϊντίν, προωθήθηκε από το τουρκικό ναυτικό και αργότερα υιοθετήθηκε ως μέρος της εξωτερικής πολιτικής από το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, αποτέλεσε προσπάθεια διεύρυνσης των κανόνων του παιχνιδιού στη Μεσόγειο. Πάντως, θεωρεί ότι το ζήτημα μετατροπής της Αγίας Σοφίας από μουσείο σε τέμενος αποτελεί καθαρά κίνηση της τουρκικής κυβέρνησης για εσωτερική κατανάλωση, για να ενισχυθεί η κομματική βάση του κόμματος του Ερντογάν και να περιοριστεί το κοσμικό κράτος.
Οι διερευνητικές επαφές. Γυρνώντας πίσω στον χρόνο λέει ότι μέχρι το 2016, όταν διακόπησαν οι διερευνητικές συζητήσεις οι δύο πλευρές είχαν προχωρήσει αρκετά σε διπλωματικό επίπεδο. «Στην επίσκεψη Τσίπρα στο προεδρικό μέγαρο στην Αγκυρα στις αρχές Φεβρουαρίου του 2019» επεξηγεί ο Αϊντίν, όπου παραβρέθηκε και ο ίδιος, «δεν επιτεύχθηκε ο επιδιωκόμενος στόχος της Αθήνας για ενανέναρξη του διαλόγου. Μετά το κενό που δημιουργήθηκε στην επικοινωνία των δύο χωρών, η τουρκική κυβέρνηση διεύρυνε τις διεκδικήσεις της στην ανατολική Μεσόγειο».
ΠΗΓΗ: “ΤΑ ΝΕΑ” των Αθηνών