Κύριε υπουργέ, πήγαινε πίσω στην Τόχνη
Του Niyazi Kizilyurek*
Πριν μερικά χρόνια – νομίζω ήταν αρχές του 2015- εγώ και κάποιοι φίλοι μου επικοινωνήσαμε με τον κοινοτάρχη της Τόχνης γιατί θέλαμε και εμείς να εγκαινιάσουμε κάτι σε αυτό το χωριό. Όταν εξηγήσαμε στον κοινοτάρχη τί είχαμε στα υπόψη μας, μας έδωσε ραντεβού εκτός του χωριού, σε μια ταβέρνα στη Σκαρίνου. Πάνω στην κουβέντα, του αναπτύξαμε την ιδέα μας. Θέλαμε το χωριό Τόχνη να τιμήσει τους 84 σφαγιασμένους Τουρκοκύπριους. Θέλαμε ένα μνημείο ή τουλάχιστον ένα δέντρο ελιάς αφιερωμένο στη μνήμη αυτών των ανθρώπων. Θέλαμε η Τόχνη να αναγνωρίσει το μεγάλο αυτό έγκλημα.
Ο κοινοτάρχης, ο οποίος ήταν πολύ φιλικός, πραγματικά συγκινήθηκε. Και οι φίλοι του που ήρθαν μαζί του είχαν συγκινηθεί πολύ. Μάλιστα, ο ένας μας αφηγήθηκε πως σαν μικρό παιδί, είδε με τα ίδια του τα μάτια τις Τουρκοκύπριες γυναίκες στην πλατεία του χωριού -οι οποίες μόλις είχαν μάθει για τη σφαγή- να χτυπιούνται και με κραυγές να τραβούν τα μαλλιά τους. Μια εικόνα που όπως μας είπε δεν ξέχασε ποτέ.
Αυτή η πρωτοβουλία δεν καρποφόρησε. Ο κοινοτάρχης δεν τόλμησε να κάνει το βήμα για πολλούς και διάφορους λόγους.
Πρόσφατα, ο Υπουργός Εσωτερικών κύριος Νίκος Νουρής εγκαινίασε στην Τόχνη το κοινοτικό πάρκο Αθλοπαιδιών Τόχνης «Αγνοούμενου Μηνά Αντωνίου».
Καλά έκανε ο κύριος υπουργός. Πρέπει να τιμούμε όλους τους αγνοούμενους μας. Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.
Προφανώς όμως, κάτι ξέχασε ο υπουργός στην Τόχνη. Τους σφαγιασμένους Τουρκοκύπριους…
Ξέρετε κύριε υπουργέ ότι όποιος τιμά τη μισή αλήθεια, τους μισούς αγνοουμένους και δολοφονηθέντες και αγνοεί τους υπόλοιπους μόνο διχοτόμηση κτίζει. Εμείς θέλουμε μια ενωμένη πατρίδα, και η οδός προς μια ενωμένη πατρίδα περνά από την αποδοχή των εγκλημάτων των ένθεν και ένθεν. Νομίζω, καλά κάνετε να πάτε ξανά πίσω στο χωριό και να αποδώσετε την τιμή που χρειάζεται και στους υπόλοιπους.
Σας ανακοινώνω από τώρα δημόσια πως είμαι έτοιμος και εγώ να αναγνωρίσουμε μαζί όλα τα εγκλήματα τόσο του Τουρκικού στρατού, όσο των Τουρκοκυπρίων, όσο και των Ελληνοκυπρίων.
Τώρα, κύριε υπουργέ, αφού τολμήσατε και πήγατε στην Τόχνη για να εγκαινιάσετε ένα μνημείο για τον ελληνοκύπριο αγνοούμενο, σας συστήνω να πάτε πίσω στην Τόχνη για τα άλλα εγκαίνια…..
Και στο καινούριο μνημείο που ελπίζω πως θα εγκαινιάσετε προς τιμή των δολοφονηθέντων στην Τόχνη, θα σας συμβούλευα να γράψετε μια φράση του Σουάτ Χουσεϊν, του μοναδικού επιζώντα της σφαγής:
«Πάνω από όλα είναι η ειρήνη»
Η φράση ενός ανθρώπου που έζησε τις πιο φρικιαστικές στιγμές.
Αντί επιλόγου, η περιγραφή του συμβάντος από τον Σουάτ Χουσεϊν…
«Στη διασταύρωση Αγίας Φύλας και Παλώδιας μας κατέβασαν από τα λεωφορεία και μας οδήγησαν πεζούς προς ένα ερημικό μέρος στα χωράφια. Εκεί είδα ότι υπήρχαν δυο πρόσφατα σκαμμένοι μεγάλοι λάκκοι. Μας έβαλαν να καθίσουμε χάμω και δίπλα στους λάκκους και πρόσφεραν ένα τσιγάρο στον καθένα. Θα τραβήξαμε 3 ρουφηξιές ο καθένας όταν ξαφνικά οι ένοπλοι Ελληνοκύπριοι άρχισαν να πυροβολούν κατά πάνω μας με τα αυτόματα που βαστούσαν. Εγώ χτυπήθηκα στο χέρι και στο ισχίο και έγειρα πάνω στους άλλους πυροβολημένους χωριανούς μου. Το πρόσωπο και τα μάτια μου είχαν γεμίσει αίματα. Τα μυαλά του διπλανού μου είχαν κομματιαστεί. Οι ένοπλοι Ελληνοκύπριοι νόμισαν ότι σκότωσαν κι εμένα. Άκουσα κάποιον με ελληνική προφορά ανάμεσά τους να λέει «εντάξει η δουλειά, να φέρουμε τις μπουλντόζες να τους θάψουμε». Μόλις έφυγαν όλοι απ’ εκεί, εγώ κρύφτηκα ανάμεσα σε κάτι δέντρα εκεί κοντά. Το τραύμα μου δεν ήταν βαρύ αλλά με πονούσε. Έμεινα κρυμμένος στους λόφους γύρω στις 6 μέρες και μετά έφυγα. Στο τέλος κατάφερα να φτάσω στη Μουτταγιάκα. Απ’ εκεί με ασθενοφόρο των ΗΕ μεταφέρθηκα στην περιοχή των Βάσεων Επισκοπής»
*Ο Niyazi Kizilyurek είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ευρωβουλευτής του ΑΚΕΛ και της Ενωτικής Ευρωπαϊκής Αριστεράς/ Βόρειας Πράσινης Αριστεράς (GUE/NGL)./ Τα ενυπόγραφα άρθρα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους.