Κύπρος-ΕΕ-ΗΠΑ: Στρατηγικό βάθος και έλλειμμα
Του Κώστα Μαυρίδη*
Με την πρόσφατη στρατηγική συμφωνία ΗΠΑ-Κύπρου, η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί μέρος ομάδας τριάντα χωρών με τις οποίες οι ΗΠΑ διαθέτουν θεσμικά δομημένο διάλογο σε διάφορους τομείς. Η Κυπριακή συμφωνία περιλαμβάνει την ασφάλεια και την ενέργεια, πέρα από την οικονομία, κοινωνία, πολιτισμό κ.ά. Στην πράξη, η συμφωνία αυτή αποτελεί ιστορική αλλαγή στην αμερικανική θεώρηση της Αν. Μεσογείου με στρατηγικό βάθος για περαιτέρω συνεργασία.
Στην εποχή του «ψυχρού πολέμου» μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης (1950-1990), τα αμερικανικά συμφέροντα κατέτασσαν την Τουρκία ως σημαντικότερο σύμμαχό τους έναντι της Ελλάδας και κατ΄επέκταση της Κύπρου. Σ΄ εκείνο το περιβάλλον, με «αναλώσιμη» για τις ΗΠΑ την Κύπρο, η Κυπριακή Δημοκρατία αναζήτησε διεθνή στηρίγματα και εξοπλισμούς από άλλους για να αποτρέψει τους τουρκικούς επεκτατικούς σχεδιασμούς. Ταυτόχρονα, με την Ελλάδα και Τουρκία στο ΝΑΤΟ, πρώτιστο για τα αμερικανικά συμφέροντα ήταν η αποφυγή ενός γενικευμένου Ελληνοτουρκικού πολέμου που θα διέλυε την νοτιο-ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και αυτό αποτελούσε «πλεονέκτημα» για τον Ελληνισμό για αποτροπή μιας τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Ήταν εκείνο το «πλεονέκτημα» που η χούντα των Αθηνών κατέστρεψε προκαταβολικά συμφωνώντας με ΗΠΑ-Τουρκία στο σχέδιο για προδοσία της Κύπρου, διενεργώντας το πραξικόπημα κατά του Προέδρου Μακαρίου και ακολούθως εγκαταλείποντας την Κύπρο στον τουρκικό Αττίλα, το 1974.
Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, η καθοριστική στάση της γύρω από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η αναβάθμιση των σχέσεων Κύπρου-Ισραήλ σε όλους τους τομείς περιλαμβανομένης της άμυνας, διατηρώντας ταυτοχρόνως καλές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον ανθρωπιστικό διάδρομο προς την Γάζα, ανέδειξαν την Κύπρο ως αξιόπιστο εταίρο στην περιοχή. Δεδομένης και της πλέον στενής συνεργασίας στις Ελληνοαμερικανικές σχέσεις, οι ΗΠΑ έχουν αξιολογήσει για πρώτη φορά τη γεωγραφική και στρατηγική σημασία της Κυπριακής Δημοκρατίας, έξω από τις ελληνοτουρκικές «ανισορροπίες» δεκαετιών. Έτσι, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει σοβαρό κέρδος που ενισχύει τον ρόλο και τη διεθνή της υπόσταση ως αξιόπιστος εταίρος στην Αν. Μεσόγειο.
Κάποιοι δικοί μας έμειναν σε δογματισμούς από το παρελθόν και δεν αντιλαμβάνονται το διαφορετικό γεωπολιτικό παιγνίδι ενώπιον μας. Άλλοι σε Αθήνα-Λευκωσία, οι μονίμως κατευναστές, βλέπουν μόνο κινδύνους και απειλές, που υπάρχουν αλλά … «χωρίς να σπάσουν αυγά, ομελέτα δεν γίνεται». Χωρίς αμυντικές και πολιτικές συμμαχίες που αναπόφευκτα δημιουργούν αντιδράσεις, ουσιαστικά οφέλη δεν μπορεί να υπάρξουν.
Για δεκαετίες τα αμερικανικά συμφέροντα επέλεγαν την Τουρκία, αξιολογώντας μας «αναλώσιμους». Τώρα, οι ΗΠΑ δεν εγκαταλείπουν την Τουρκία αλλά κάνουν επιλογές που εξοργίζουν το τουρκικό καθεστώς. Επομένως, η σχέση Κυπριακής Δημοκρατίας-ΗΠΑ πρέπει να έχει στρατηγικό βάθος για «διπλό» κέρδος: Η Κύπρος κερδίζει εκείνο που δεν κερδίζει ο τουρκικός επεκτατισμός και συνεχιζόμενος Αττίλας. Φυσικά, η αυτοπροστασία μας είναι ευθύνη μας κι όχι άλλου. Παρόμοιο «διπλό» κέρδος δεν υπήρξε στη σχέση Κύπρου-ΕΕ αλλά έλλειμμα, αφού ευνοϊκές συνθήκες ανά καιρούς εξανεμίστηκαν με συναίνεση Αθήνας-Λευκωσίας. Σήμερα, κάποιοι στις Βρυξέλλες μάς θεωρούν δεδομένους κι «αναλώσιμους» αλλά η Κύπρος θα πρέπει να «εισπράξει» έναντι των θυσιών και της ευθυγράμμισής της με τα συμφέροντα της ΕΕ.
* Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ- S&D, Πρόεδρος Πολιτικής Επιτροπής για την Μεσόγειο/ Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους.