Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “διόπτρα” το ανέκδοτο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη “Ο ΑΝΗΦΟΡΟΣ”
Το χειρόγραφο του μυθιστορήματος φυλασσόταν στο Μουσείο Καζαντζάκη, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στους Βαρβάρους (σημερινή Μυρτιά)
Στις 26 Οκτωβρίου 2022, 65 χρόνια μετά τον θάνατο του Νίκου Καζαντάκη, θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις “διόπτρα” (Αθήνα) το μοναδικό ανέκδοτο έργο του “Ο ΑΝΗΦΟΡΟΣ”, που γράφτηκε περίπου 10 χρόνια πριν ο μεγάλος Έλληνας συγγραφέας φύγει από την ζωή.
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που χρονικά συμπίπτει με την αναχώρηση του Καζαντζάκη από την Κρήτη, στην οποία δεν ξαναγύρισε ποτέ ‒μόνο μετά θάνατον‒, και ουσιαστικά περιγράφει τα ζοφερά χρόνια του πολέμου, τόσο στην Αγγλία όσο και στην Ελλάδα, όπου ο συγγραφέας παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα για να μπορέσει να γράψει και να συγκεντρωθεί.
Από το Μουσείο Καζαντζάκη, Χειρόγραφο του Νίκου Καζαντζάκη από το έργο του Ο Ανήφορος.
Μέχρι σήμερα το χειρόγραφο του μυθιστορήματος φυλασσόταν στο Μουσείο Καζαντζάκη, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στους Βαρβάρους (σημερινή Μυρτιά). Τη μεταγραφή του ανέλαβε και έφερε εις πέρας η Βίκυ Κατσαρού, ενώ οι φιλόλογοι Νίκος Μαθιουδάκης και Παρασκευή Βασιλειάδη, οι οποίοι την είχαν επιχειρήσει πρώτοι, τονίζουν πως ο “Ανήφορος” είναι ένα “πρωτοποριακό μυθιστόρημα με έντονο υβριδικό χαρακτήρα, που γράφεται κατά την περίοδο της “εξόδου” του Νίκου Καζαντζάκη στην Ευρώπη ‒που η αναχώρησή του στο εξωτερικό έμελλε να αποτελέσει την αρχή του οριστικού εκπατρισμού του‒, και μάλιστα ταυτίζεται με τα πρώτα χρόνια της ενασχόλησης του Κρητικού λογοτέχνη με το μυθιστόρημα, εντείνοντας τις προσπάθειές του να επιβληθεί ως παγκόσμιος συγγραφέας και προσπαθώντας πεισματικά να διεκδικήσει το Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Ακαδημία”.
Ο Νίκος Μαθιουδάκης καιη Παρασκευή Βασιλειάδη εκτιμούν ότι το γεγονός πως το έργο παρέμενε ανέκδοτο “μάλλον οφείλεται είτε στο ότι θεωρήθηκε πρόδρομος του Καπετάν Μιχάλη, είτε αποκηρυγμένο από τον ίδιο τον συγγραφέα.
*Απόσπασμα από τον πρόλογο του Ανήφορου, από τον Νίκο Μαθιουδάκη και την Παρασκευή Βασιλειάδη.
Το έργο Ο Ανήφορος είναι το μοναδικό αδημοσίευτο, μέχρι και σήμερα, μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, το οποίο γράφτηκε το 1946 στην Αγγλία (ακριβώς μετά τη συγγραφή και έκδοση του έργου Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά), την οποία είχε επισκεφθεί μετά την τιμητική πρόσκληση του Βρετανικού Συμβουλίου, αλλά και με την ενδιαφέρουσα πρόταση να μιλήσει σε μια σειρά ραδιοφωνικών εκπομπών στο BBC.
Στις 2 Ιουνίου του 1946 ο Νίκος Καζαντζάκης αναχωρεί με καράβι για την Αγγλία. Κύριος σκοπός του ταξιδιού είναι να επισκεφθεί τις πιο σημαίνουσες προσωπικότητες των Γραμμάτων και της Τέχνης, προκειμένου να συζητήσει μαζί τους τα μεταπολεμικά προβλήματα του πολιτισμού.
Στις 30 Ιουλίου του ίδιου χρόνου εγκαθίσταται στο Κέιμπριτζ, σ’ ένα δωμάτιο που του ενοικίασε το Βρετανικό Συμβούλιο (Castle Bray, Chesterton Lane), και αρχίζει να γράφει ένα μυθιστόρημα. Στην αγγλική επαρχία μένει μέχρι και τις 19 Σεπτεμβρίου. Στο μυθιστόρημα που έγραψε εκεί θα δώσει το όνομα Ο Ανήφορος, χωρίζοντάς το σε τρία μέρη: Κρήτη – Αγγλία – Μοναξιά. Όπως σημειώνει και ο Παντελής Πρεβελάκης, ένα κεφάλαιο του καζαντζακικού πεζογραφήματος δημοσιεύεται από τον ίδιο τον συγγραφέα στη Νέα Εστία στις 15 Μαρτίου 1947, ωστόσο το σύνολο του μυθιστορήματος μένει αδημοσίευτο, πιθανότατα γιατί αρκετές σελίδες του πέρασαν στον κατοπινό Καπετάν Μιχάλη.
Κατά το χρονικό διάστημα αυτό ο Νίκος Καζαντζάκης καταβάλλει έντονες προσπάθειες, προκειμένου να προσελκύσει την προσοχή της Σουηδικής Ακαδημίας στην υποψηφιότητά του για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, υποστηρίζοντας όμως επιτακτικά τη συνυποψηφιότητά του με τον στενό του φίλο Άγγελο Σικελιανό.
Τον Σεπτέμβριο του 1946, από τις σελίδες του περιοδικού Life and Letters, απευθύνει έκκληση στους διανοούμενους ολόκληρου του κόσμου να ιδρύσουν μια «Διεθνή του Πνεύματος», δημοσιεύοντας ένα σύντομο ερωτηματολόγιο με επτά ερωτήσεις σχετικά με τις ανησυχίες που τον απασχολούσαν για τον κόσμο και την κρίσιμη ιστορική στιγμή που βρισκόταν, σε σχέση με την Τέχνη και τα Γράμματα, με κορωνίδα την ανίχνευση του πρωταρχικού χρέους των διανοουμένων και των καλλιτεχνών προς την ειρηνική συνεργασία των λαών. Το κείμενο που κυκλοφόρησε στο αγγλικό λογοτεχνικό περιοδικό αποτελεί ουσιαστικά την κατακλείδα των συζητήσεων που είχε με τους Άγγλους διανοούμενους. Σημειωτέον πως ο Νίκος Καζαντζάκης στην έκκλησή του προς τους ανθρώπους της Τέχνης και των Γραμμάτων προβάλλει την αγωνία του για τις συνέπειες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τον φόβο του για την τύχη του πολιτισμού ύστερα από την κόλαση στη Χιροσίμα. Οι ανησυχίες, οι αγωνίες και οι φόβοι του αποτέλεσαν τη μαγιά της συγγραφής του μυθιστορήματος Ο Ανήφορος, που έμελλε να μείνει στο συρτάρι περίπου για εβδομήντα πέντε χρόνια.
Το νεοεκδοθέν έργο είναι ένα μυθοπλαστικό πεζογράφημα με πολλά πραγματικά γεγονότα και (αυτο-)βιογραφικές εμπειρίες, που αποτελεί ένα πρωτοποριακό για την εποχή του μυθιστόρημα, εκθέτοντας με αμεσότητα –ανεπιτήδευτη γλώσσα και δυναμικό ρυθμό– τα δεινά και τις συνέπειες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τις κοινωνικοπολιτικές ιδέες του Καζαντζάκη για το μέλλον της ανθρωπότητας.
Νίκος Καζαντζάκης
Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1883 στο Ηράκλειο της τουρκοκρατούμενης τότε Κρήτης, Παρασκευή, ημέρα των ψυχών. Για δικηγόρο τον προόριζε ο πατέρας του, ο καπετάν Μιχάλης, αφού πρώτα τον μύησε στην αγάπη και στο δέος της λευτεριάς.
Στα Γράμματα εμφανίστηκε με δοκίμια και άλλα κείμενα το 1906, έτος αποφοίτησής του (με άριστα) από τη Νομική Σχολή τού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το πτυχίο φέρει και την υπογραφή του Κωστή Παλαμά ως Γενικού Γραμματέως του Πανεπιστημίου.
Ο πρώτος του γάμος, με τη Γαλάτεια Αλεξίου, έρωτας των νεανικών του χρόνων, κατέληξε σε διάσταση και διαζύγιο. Την ευτυχία βρήκε ο Καζαντζάκης στη δεύτερη σύζυγό του Ελένη, το γένος Σαμίου. Έγραψε ο Καζαντζάκης στον φίλο του Παντελή Πρεβελάκη στις 4 Μαΐου 1957: «Στην Ελένη χρωστώ όλη την καθημερινή ευτυχία της ζωής μου· χωρίς αυτή θά ’χα πεθάνει τώρα και πολλά χρόνια. Συντρόφισσα γενναία, αφοσιωμένη, περήφανη, έτοιμη για κάθε πράξη που θέλει αγάπη».
Ο Καζαντζάκης ταξίδεψε πολύ στην Ελλάδα για να γνωρίσει τη συνείδηση της γης και της φυλής μας, όπως έλεγε ο ίδιος. Βρέθηκε και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και σε τόπους της Ανατολής. Με την Κύπρο, την οποίαν επισκέφθηκε με την Ελένη, συνδέθηκε ιδιαίτερα και τάχθηκε σταθερά υπέρ των αγώνων της για ελευθερία.
Παρά το γεγονός ότι ήταν ένας ασκητής ο Νίκος Καζαντζάκης αναμίχθηκε και στα κοινά. Το 1945 και για 40 ημέρες διετέλεσε Υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου, αλλά παραιτήθηκε, κυρίως μη αντέχοντας τα αιτήματα για ρουσφέτια. Το 1947-48 διετέλεσε τμηματάρχης της UNESCO στο Παρίσι, από όπου και πάλι παραιτήθηκε –και ας ήταν σπουδαία εκείνη η θέση– για να μπορέσει απερίσπαστα να επιδοθεί στην αγνή και αφιλόκερδη πνευματική δουλειά.
Βασικός άξονας των καζαντζακικών έργων είναι η εσωτερική ελευθερία και αξιοπρέπεια του ανθρώπου, η κοινωνική δικαιοσύνη, η τόλμη, όπως εκφράζεται στον φιλοσοφικό του όρο Η Κρητική Ματιά: να κοιτάζεις άφοβα τον φόβο, να ζεις τη ζωή των θνητών και να συμπεριφέρεσαι σαν να είσαι αθάνατος, να αγωνίζεσαι για την καταξίωση της ψυχής, μιας ψυχής διαρκώς πεινασμένης και ανικανοποίητης, που κατατρώγει τη σάρκα και οδηγεί σε πνευματική υπέρβαση και λύτρωση.
Για την ακέραιη και άφοβη παρουσία του ο μεγάλος Κρητικός καταπολεμήθηκε και από την Πολιτεία και από την Εκκλησία, που με τις παρεμβάσεις τους ματαίωσαν τη σίγουρη απονομή σ’ αυτόν του Βραβείου Νόμπελ. Τη δεκαετία του ‘50 η Εκκλησία της Ελλάδος άρχισε διαδικασία αφορισμού του, αλλά δεν τόλμησε να προχωρήσει στην πράξη. Το Βατικανό το 1954 ανέγραψε το μυθιστόρημά του Ο Τελευταίος Πειρασμός στον Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων.
Ο Νίκος Καζαντζάκης ασχολήθηκε με όλα τα είδη τού λόγου: ποίηση, θέατρο, φιλοσοφία, ταξιδιωτική αφήγηση, μυθιστόρημα. Έκανε, επίσης, πολλές μεταφράσεις και διασκεύασε στα ελληνικά μεγάλο αριθμό παιδικών βιβλίων. Μυθιστορήματά του έγιναν πολυβραβευμένες ταινίες, όπως ο Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, που σκηνοθέτησε ο Μιχάλης Κακογιάννης, με πρωταγωνιστές τον Άντονυ Κουίν και την Ειρήνη Παπά, και Ο Τελευταίος Πειρασμός, που σκηνοθέτησε ο Μάρτιν Σκορσέζε.
Κατά το ταξίδι της επιστροφής του από την Κίνα, εισήχθη στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Φράιμπουργκ της Γερμανίας, όπου πέθανε στις 26 Οκτωβρίου 1957, στις 10:20 το βράδυ. Νεκρός μεταφέρθηκε στην Αθήνα και μετά στην Κρήτη. Τάφηκε στην Τάπια Μαρτινέγκο, πάνω στα βενετσιάνικα τείχη του Ηρακλείου.
Σήμερα θεωρείται διεθνώς ένας οικουμενικός συγγραφέας και στοχαστής, ένας κλασσικός. Είναι ο πιο πολυμεταφρασμένος Νεοέλληνας συγγραφέας και σχεδόν δεν υπάρχει άνθρωπος που ξέρει να διαβάζει και δεν θα μπορέσει σε κάποια γλώσσα να διαβάσει Καζαντζάκη.
Στον τάφο του, που είναι παγκόσμιο πνευματικό προσκύνημα, έχει τοποθετηθεί το επιτύμβιο που εκείνος ζήτησε:
“Δε φοβούμαι τίποτα.
Δεν ελπίζω τίποτα.
Είμαι λέφτερος”.
Πηγή: εκδόσεις διόπτρα