Κάποιοι υπέροχοι δάσκαλοι κι ένας ταπεινός μαθητής

Κάποιοι υπέροχοι δάσκαλοι κι ένας ταπεινός μαθητής

Του ΚΩΣΤΑ ΜΠΟΥΡΑΖΕΛΗ*

 

Ο συντάκτης του κειμένου αυτού αισθάνεται ότι έτσι εκπληρώνει ένα παλιό χρέος. Έχει διδαχθεί στην πράξη την αξία του δημοκρατικού ήθους και πιστεύει ότι οφείλει ν’ αποδώσει ένα είδος ηθικών διδάκτρων σε αξέχαστους δασκάλους του: τέσσερις ανθρώπους, που ως διδάσκοντες, επιστήμονες και δημόσιοι λειτουργοί βρέθηκαν στο στόχαστρο του καθεστώτος της 21ης Απριλίου και υπέστησαν με διάφορους τρόπους τις διώξεις και τις συνέπειες της δικτατορίας, δίνοντας πολύτιμα μαθήματα στον τότε μαθητή τους κι όλους τους νεότερους, που συχνά αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν τι ακριβώς σημαίνει να ζεις χωρίς τις βασικές ανθρώπινες ελευθερίες. Όλοι εκείνοι οι δάσκαλοι είναι σήμερα νεκροί, αλλά πάντα ολοζώντανοι στην καρδιά και τη μνήμη μου, ώστε ελπίζω μήπως μπορέσω ν’ αναμεταδώσω το μήνυμα του, μη ευρύτερα γνωστού, παραδείγματός τους σε νεότερους.

Ο πρώτος λεγόταν Ανδρέας Αρναούτογλου και διηύθυνε το 4ο Δημοτικό Σχολείο Κατερίνης, όπου φοίτησα στην έκτη δημοτικού τη σχολική χρονιά 1961/2. Εξαίρετος δάσκαλος κι άνθρωπος, οργάνωνε συστηματικά και ζωντανά τη διδασκαλία του, αλλά και παράλληλες ουσιαστικές δράσεις της τάξης μας, που μας ενστάλαζαν πολύτιμη αίσθηση ευθύνης (με είχε εντάξει, θυμούμαι, στην «ομάδα αλληλεγγύης»). Ποτέ δεν έχασα επαφή μαζί του στα χρόνια που ακολούθησαν κι έτσι το φθινόπωρο του ’67 τον αναζήτησα περαστικός από την Κατερίνη κι έμαθα ότι είχε απολυθεί από τη δημόσια υπηρεσία ως παλιό στέλεχος του ΕΑΜ. Μοιράσθηκα την πίκρα του κι αισθάνθηκα, γιος τίμιου απόστρατου συνταγματάρχη του ελληνικού στρατού ο ίδιος, πόσο διεφθαρμένα μπορούσαν να σκέφτονται και να ενεργούν ορισμένοι δήθεν αδιάφθοροι παλιοί συνάδελφοι του πατέρα μου ως τυραννικοί διαχειριστές πολιτικής εξουσίας. 

Το δεύτερο «χτύπημα αφύπνισης» ήταν το βίωμα του Νίκου Παναγιωτάκη, αρχικά (άμισθου) υφηγητή της Βυζαντινής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, που είχε εκλεγεί καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων κι ανέμενε τον διορισμό του μέσα στο ’68. Στο διάστημα αυτό, για λόγους βιοπορισμού, παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα αρχαίων ελληνικών και λατινικών κι είχα την ευτυχία να είμαι μαθητής του. Χωρίς υπερβολή, κοντά του ένιωσα για πρώτη φορά τη συγκίνηση της πολυεπίπεδης ανάλυσης πρωτότυπων κλασικών κειμένων. Θυμούμαι κι εδώ την έκπληξή μου, όταν έμαθα ότι αυτόν τον εξαίρετο επιστήμονα και δάσκαλο, αυτό το αληθινό εθνικό κεφάλαιο, η δικτατορική κυβέρνηση αρνούνταν να τον διορίσει, ώστε αναγκάστηκε τελικά ν’ αναλάβει μια θέση καθηγητή στις ΗΠΑ. Στα αρχεία της Ασφάλειας υπήρχαν στοιχεία ότι ήταν «οπαδός του Ανδρέα Παπανδρέου», άρα για τις αντιλήψεις της παράνομης κυβέρνησης αριστερός κι αποδιοπομπαίος. Θυμάμαι ακόμη το θυμόσοφο σχόλιό του, όταν –μετά την αποκατάστασή του στην Ελλάδα και τη μεταπολίτευση– η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ καθυστερούσε τώρα τον (επάξιο) διορισμό του ως διευθυντή του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας: «Επί μεν της δικτατορίας διωκόμουν ως οπαδός του Ανδρέα Παπανδρέου, επί δε του ΠΑΣΟΚ ως οπαδός της Δεξιάς». Πόση πίκρα, πόση ανοησία!

Το τρίτο παράδειγμα ήθους, ικανότητας και διώξεων φέρει το όνομα Κωνσταντίνος Συριόπουλος. Ο εξαίρετος αυτός αρχαιολόγος και ιστορικός, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ (σπανιότατη διάκριση για Ελληνα της γενιάς του), βρέθηκε στον δρόμο μου ως καθηγητής φιλολογικών μαθημάτων στο 16ο Λύκειο Αμπελοκήπων όπου αποφοίτησα. Και με αυτόν ανέπτυξα και διατήρησα ισόβια σχέση σεβασμού, εκτίμησης κι εμπιστοσύνης. Ο άνθρωπος αυτός είχε πολεμήσει στον Εμφύλιο ως αξιωματικός του επίσημου ελληνικού στρατού και ποτέ δεν ήταν αριστερός, απλώς φωτισμένος, άρα επικίνδυνος επίσης. Στα αρχεία της Ασφάλειας βάραινε πάνω του η εμπλοκή του ως συμβούλου του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου επί Παπανούτσου στην έγκριση του σχολικού βιβλίου Βυζαντινής Ιστορίας του Καλοκαιρινού, θεωρηθέντος άδικα ως «αντεθνικού». Άρα και γι’ αυτόν οι δρόμοι έμεναν κλειστοί για πανεπιστημιακή θέση και οι μεταθέσεις που έπαιρνε στη Μέση Εκπαίδευση από τη δικτατορία ήταν ισότιμες εξορίας, όπου δεν θα μπορούσε να συνεχίσει το επιστημονικό – συγγραφικό του έργο για την ελληνική προϊστορία – πρωτοϊστορία. Η επιστημονική ποιότητα ήταν κι εδώ αμελητέα, έως ανεπιθύμητη.

Ο τέταρτος μάρτυρας αυτής της ζοφερής πραγματικότητας όπως τη βίωσα ήταν ίσως κι ο πιο απροσδόκητος. Ο επίσης αλησμόνητος καθηγητής μου στο ΕΚΠΑ, μέγας ιστορικός του Βυζαντίου, Διονύσιος Ζακυθηνός. Ενας ευπατρίδης της ελληνικής παιδείας, εξαίρετος δάσκαλος, γοητευτικός άνθρωπος και εκπρόσωπος (Κεφαλλήν γαρ) εκείνης της υπέροχης λεπτότητας του επτανησιακού πνεύματος, μιας από τις ωραιότερες αρτηρίες του νεοελληνικού πνευματικού αίματος. Ο Ζακυθηνός ήταν ήδη καθηγητής πριν από την 21/4/67, ήταν αναγνωρισμένης δεξιάς κλίσης, αλλά δεν μπορούσε ν’ ανεχθεί το επίπεδο που επέβαλε τώρα η δικτατορία και τα όργανά της. Τον είχε ιδιαίτερα ερεθίσει η απόλυση του εκλεκτού συναδέλφου του της Βυζαντινής Αρχαιολογίας Δημητρίου Πάλλα (άλλου παλαιού στελέχους του ΕΑΜ), αλλά και η εγκαθίδρυση και στο ΕΚΠΑ ενός «κυβερνητικού επιτρόπου» για την επιτήρηση των πανεπιστημιακών πραγμάτων. Όλα αυτά τον οδήγησαν σε πρόωρη παραίτηση από την καθηγεσία του, θεωρούσε ότι αυτή ήταν η μόνη έντιμη λύση που του απέμενε.

Ανακαλώ κι αναπολώ αυτούς τους υπέροχους δασκάλους γνώσης και ήθους. Ας τους μαθαίνουν κι οι νεότεροι ως διακριτικά υπομνήματα δράσης και εσωτερικής αυτόφωτης λάμψης σε σκοτεινούς καιρούς. Η πραγματική επιστήμη αναγνωρίζεται επειδή βολεύεται μόνο στην αλήθεια, πέρα από χρώματα επικαιρότητας και παραλλαγής.
 
* Ο κ. Κώστας Μπουραζέλης   ( φωτο επάνω) είναι ομότιμος καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο ΕΚΠΑ./  Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους

ΠΗΓΗ: “Καθημερινή” Αθηνών

Share this post