ΙΝΑ ΠΑΝΤΕΣ ΕΝ (ΜΗ…) ΩΣΙΝ !
Του Μητροπολίτη
πρ. Χαλκηδόνος
Αθανασίου*
Ἀπό τῆς ἐποχῆς κυρίως Ἀθηναγόρου Α’ τοῦ πάνυ (1948 – 1972) τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ὀργάνωσε διαφόρους θεολογικούς διαλόγους (διορθοδόξους, διαχριστιανικούς, διαθρησκειακούς καί ἄλλους) μετά τῆς Ρ/Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τῶν Προτεσταντῶν Ἰουδαίων καί τοῦ Ἰσλάμ. Ἧτο τότε ἡ ἐποχή τοῦ ἐνθουσιασμοῦ τῶν μεγάλων Οἰκουμενιστῶν (W. V.’t Hooft, L. Vischer, W. Blake κ. ἄ.). Διά τοῦτο καί ὁ αἰών ἐκλήθη τοῦ οἰκουμενισμοῦ.
Οὗτοι ἐπίστευον, ὅτι μετά τά δεινά τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οἱ ἄνθρωποι θά ἡνοῦντο ἐν τῆ πίστει!
Τά ἀποτελέσματα τῶν διαλόγων, οἱ ὁποίοι μέχρι σήμερον συνεχίζονται ὑποβαθμισμένοι, ήσαν πενιχρά καί ἀποσπασματικά.
Οἰκουμενισμός δέ καλεῖται ἡ παγκόσμιος κίνησις Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία σκοπεύει τήν ἀποκατάστασιν τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν εἰς εὐχαριστιακήν κοινωνίαν. Τό κοινόν Ποτήριον.
Βεβαίως ὁ διαθρησκειακός διάλογος εἶναι πάντοτε μία πρόκλησις διά τούς πιστούς, διότι ἕκαστος σκέπτεται, ὅτι κατέχει τήν ἀλήθειαν.
Παραλλήλως δέ ἐγένοντο κατά καιρούς εἰσηγήσεις διά τήν ἀνέγερσιν ἑνός ναοῦ (House of One) εἰς τόν ὁποῖον θά συμπροσεύχεται ἕκαστος κατά τήν παράδοσιν του Χριστιανός, Ἰουδαῖος καί Μουσουλμάνος (A. Wachama). Καί αὔται αἱ τρεῖς θρησκεῖαι θά ἀποτελοῦν μίαν ἄγκυραν κοινήν τῆς εἰρήνης. Οἱ ἔχοντες ἱστορικήν συνείδησιν οὐδέν εἷχον πρόβλημα ἐπί τοῦ προκειμένου.
Εἰς τήν ἀρχαίαν Δαμασκόν Χριστιανοί, Ἰουδαῖοι καί Μουσουλμάνοι προσηύχοντο ἐπί ἔτη κάτωθεν μιᾶς στέγης. Ναοί, Τεμένη καί Συναγωγαί εὑρίσκοντο πλησίον ἀλλήλων. Μερικοί ἐφοβοῦντο ἀνάμειξιν θρησκειῶν καί τήν δημιουργίαν μιᾶς νέας, ὅπερ δέν προεβλέπετο.
Ὁ ναός ὅμως οὗτος εὑρίσκεται εἰς μεσάζον στάδιον ἀπό ἐτῶν, καί θά εἶναι δῆθεν ἔτοιμος εἰς τήν πλατεῖαν τοῦ Ἁγίου Πέτρου τοῦ Βερολίνου τό 2028.
Ἔδει νά ἔχει ἕνα Ἱερόν χῶρον διά τάς τρεῖς ἀβραμιαίας θρησκεῖας, ἕτερον δέ διά τήν συνέυρεσιν πάντων. Καί εἰς αὐτόν καταφαίνεται ἡ ἐγγύτης καί διαφορά τῶν προσευχομένων.
Ἤδη ἀπό τοῦ 2012 ὑπάρχει ἕν σχέδιον του ἀρχιτεκτονικόν. Μεγάλα κτίρια εἶναι δυσχερῆ διότι ἀπαιτοῦν ἀτμόσφαιραν καί συμφωνίαν τῶν συμβαλλομένων εἰς τάς λεπτομερείας. Τά container τοῦ ναοῦ εἶναι γεμάτα ἀπό πληροφορίας διά τά σχέδια του.
Οἱ λόγοι καθυστερήσεως τῆς ἀνοικοδομήσεως ὀφείλονται εἰς τάς ἀνασκαφάς τῆς ἐκεί περιοχῆς, τήν παῦσιν λόγω τῆς πανδημίας, τό ἀνερχόμενον κόστος κ. ἄ.
Ρυθμολογικῶς τό σχέδιον δέν ἔπρεπεν νά αρνείται τά προηγούμενα ἔργα τῆς παραστατικῆς θεολογίας, ἀλλά νά συμβάλει εἰς αὐτήν καί τήν σύγχρονον ἀρχιτεκτονικήν τῆς ναοδομίας. Δέον νά εἶναι ἁπλοῦν καί ἀπέριττον, μετά ὀλίγου διακόσμου, φωτεινόν, κατασκευασθέν μέ σύγχρονα ὑλικά, ἀτμοσφαιρικόν καί ἐνδεικτικόν τῆς ταυτότητος.[1]
Τούτων οὕτως ἐχόντων ἄς μή λησμονῶμεν, ὅτι καί οἱ ἐντολοδόχοι διαφόρων ἔργων παραστατικῆς θεολογίας καί μη, συχνάκις κρίνονται θετικῶς ἀλλά καί ἀρνητικῶς.
Ἄς στραφῶμεν ὅθεν τώρα εἰς ἕν ἕτερον παράδειγμα τοῦ θέματος: Τήν προσωπικότητα τοῦ Πάπα μέ τό σημαντικόν ἔργον του, τό ἀποτυπωθέν εἰς τάς ἐγκυκλίους, τάς διακηρύξεις καί τά δοκίμια του: Laudato si, Amoris Laetitia, Fiducia Supplicans, Fratelli tutti, Lumen fidei, Evangelli gaudium κ. ἄ.
Οὐδείς λέγουν δύναται νά εἶναι ὅτι ἐπιθυμεῖ. Ὁ Ἅγιος Πατήρ εἶναι ἐγκάρδιος, μέ χιοῦμορ, λίαν ἀσυμβίβαστος, τό κοινωνικόν βάρος τῆς Ἐκκλησίας, ἕν πολιτικόν βάρος, εἷς Superpapst, συντηρητικός, δυστυχῶς ἐπίμων, κατ᾿ ἄλλους ἀνίκανος διά διαρκεῖς μεταρρυθμίσεις, ἐπιμένων εἰς προμοντέρνα δείγματα σκέψεως καί πράξεως.
Πολλοῖ ἵστανται παρ᾿ αὐτόν ἐκ πίστεως χριστιανικῆς, ὁ ὁποῖος ἀγωνίζεται διά τάς βάσεις τοῦ βίου εἰς τήν περιοχήν τοῦ Ἀμαζονίου, διά τήν ἐλευθερίαν τῆς θρησκείας εἰς τά δικτατορικά κράτη χάριν ἑνός καλυτέρου βίου μετά φυγήν καί ἐκδίωξιν.
Διά τόν ἰσολογισμόν τοῦ Ποντιφικάτου λέγουν: ὅτι ὁ Πάπας Φραγκῖσκος ἧτο Πάπας τῆς ἀπογοητεύσεως καί ἐρωτοῦν: Εἶναι οὗτος ὁ Πάπας τῶν Μεταρρυθμίσεων τελικῶς τροχοπεδισθείς ὑπό τῆς Κουρίας;
Ὁ Πάπας ἐτόνισεν ἰδιαιτέρως τήν πτωχείαν, προερχόμενος ἐξ Ἀργεντινῆς, τόν ἀνθρωπισμόν, τήν εὐσπλαχνίαν, τήν ποιμαντικήν φροντίδα τῆς οἰκογενείας καί ἐπολέμισεν τόν κληρικολαϊκισμόν.
Ἡ γοητεία τῆς αρχης πρό προλλοῦ ὑπεχώρισεν εἰς τήν ἀπογοήτευσιν, εἴτε λόγω τῆς ὑποστηρίξεως τῶν γυναικῶν, τῆς καταπολεμήσεως τῆς διαφθορᾶς, τῆς συνοδικῆς διαδικασίας, τῆς ἐπεμβάσεως εἰς τά διοικητικά καί οἰκονομικά τοῦ Βατικανοῦ, τῆς Χειροτονίας τῶν viri probati κ.ἄ. Πάντα δέ ταῦτα ἀφοροῦν κυρίως τόν ἴδιον καί οὐχί τάς συμβουλάτοράς του, ὡς συμβαίνει ἀλλαχοῦ… [2] τούς δῆθεν σοφούς καί “ἀποφάντορας”.
Ἀπελπισία λοιπόν πανταχοῦ; Μάλιστα ἐξ ὅσων βλέπομεν καί ἀκούομεν. Διά τοῦτο τί ζητοῦμεν ἀπό τόν Πάπαν νά εὐλογήσει πάσας τάς διαφθοράς καί νά μήν τάς ἀγγίξει; ἤ νά μήν κάνει τίποτε; καί νά λέγεται Πάπας τῆς ἀπραξίας;
Fiasco ὅθεν ὁ “Κύριος” τῆς συγχρόνου κοινωνίας, τῆς ἀπαραδέκτου καί ἀπέλπιδος μέ τάς θεραπαινίδας του.
“Ἐλπίς εἶναι μία μαϊμοῦ, ἡ ὁποία ξύεται ἐπί τῆς τραπέζης καί τρέμει ἀπό τό κρύον”. (J. Cortazar).
Ἔλεος Κύριε Θεέ!
[1] . – J. Bauer, Sie bauen noch nicht, aber beten schon, Publik – Forum 3 (2024)
[2] – Β. Βauer, – Schrabe, Franziskus noch Hoffnungsträger? Ἔνθ. ἀνωτ. 5 (2020) 5 . J. Ebner, Wollte Jesus eine Kirche mit Papst, Ἐνθ. Ἀνωτ. 7 (2024) 35. M. Meier, Der Papst der Enttäuschungen, Φράϊμπουργκ 2024.
* Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους