Η προοπτική των Ελληνοτουρκικών σχέσεων
Τις τελευταίες δεκαετίες οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν δοκιμαστεί λόγω της επιθετικής πολιτικής που εφαρμόζει η Τουρκία με την απειλή πολέμου (casus belli) του 1995, την αμφισβήτηση της κυριαρχίας της Ελλάδος σε πολλά από τα νησιά του Αιγαίου, τις συνεχείς παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου και των χωρικών υδάτων, την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, και τις τουρκικές αμφισβητήσεις σε θέματα όπως η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, το FIR των Αθηνών, και την ελληνική δικαιοδοσία στην περιοχή έρευνας και διάσωσης ( S&R area ). Το 2018 η Τουρκία προσπάθησε να εκμεταλλευθεί την αστάθεια στη Λιβύη και να υπογράψει το παράνομο μνημόνιο (Memorandum of Understanding –MoU ) με την προσωρινή κυβέρνηση συνεργασίας της Λιβύης το 2019, που οριοθετούσε τις υποτιθέμενες θαλάσσιες ζώνες τους. Επιπρόσθετα η Τουρκία ενήργησε παράνομες σεισμικές έρευνες στην Ελληνική και Κυπριακή θαλάσσια ζώνη το 2020, ενέργεια που καταδικάστηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και οδήγησε στην διακοπή των προενταξιακών χρηματοδοτήσεων.
Λόγω των προαναφερθεισών τουρκικών ενεργειών, που αποτελούσαν απειλή για την ασφάλεια στην περιοχή, πολλές μεσογειακές χώρες προέβησαν σε σχήματα συνεργασίας, όπως η τριμερής συνεργασία «Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ» και «Ελλάδος-Κύπρου-Αιγύπτου», η στρατηγική συνεργασία Ελλάδος και Γαλλίας και το Φόρουμ για το Αέριο της Ανατολικής Μεσογείου ( EMGF ). Σ’ αυτό το πλαίσιο πολλά σχέδια καταρτίστηκαν για τη διασύνδεση εμπορικών και ενεργειακών της Ευρώπης με την Ασία και την Αφρική, όπως ο «Euro-Asia Interconnector» ο «Euro-Africa Interconnector», υποθαλάσσια καλώδια ηλεκτρικής ενέργειας και αγωγοί φυσικού αερίου, ο αγωγός φυσικού αερίου «Eastern Mediterranean»(East-Med), και ο «IndiaMiddle East-Europe Economic Corridor» (IMEC).
Αρχές 2023, λόγω της ανθρωπιστικής βοήθειας της Ελλάδος στην Τουρκία μετά τους καταστροφικούς σεισμούς, έχουμε αναζωπύρωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Μετά από μερικές υψηλού επιπέδου συναντήσεις ο Τούρκος πρόεδρος και ο Έλληνας πρωθυπουργός υπέγραψαν τη «διακήρυξη των Αθηνών», που θεωρείται ορόσημο στις διμερείς σχέσεις των δύο κρατών, καθώς καθορίζει : «Την συμμετοχή των δύο μερών σε διαρκείς διαβουλεύσεις βασιζόμενες σε πολιτικό διάλογο, θετική ατζέντα, και μέτρα αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Την αποχή από κάθε δήλωση ή ενέργεια που θα μπορούσε να βλάψει το πνεύμα και το γράμμα της Διακήρυξης και την ειρήνη και σταθερότητα στην περιοχή. Την επίλυση κάθε διαφοράς με απ’ ευθείας διαβουλεύσεις ή άλλα μέσα, όπως προβλέπονται από το χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Αυτή η φράση του τούρκου προέδρου δεν αποτελεί έκπληξη για πολλούς αναλυτές, πρώτα από όλα γιατί η συνήθεια της επιθετικότητας και των απειλών είναι γνωστή συμπεριφορά του, που αποσκοπεί στο να καλοπιάνει τους εθνικιστικούς κύκλους και να αποπροσανατολίζει τους τούρκους πολίτες από σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, και δευτερευόντως επειδή η Διακήρυξη των Αθηνών, όπως είναι διατυπωμένη στο τελευταίο μέρος της, δεν αποτελεί μια υποχρεωτική διεθνή συμφωνία, με την έννοια ότι αμφότερα τα μέρη μπορούν να ενεργούν ενάντια στα προβλεπόμενα της, χωρίς να αντιμετωπίζουν νομικές συνέπειες. Παρά ταύτα αυτή η δήλωση φανερώνει ότι οι τελευταίες κινήσεις του τούρκου προέδρου είναι μια πρόσκαιρη μεταβολή συμπεριφοράς, με σκοπό να βελτιώσει την εικόνα της χώρας και όχι μια ώριμη επιλογή για να προάγει την ειρήνη και την ασφάλεια στη περιοχή. Πλέον αυτού το γεγονός ότι το casus belli της μεγάλης τουρκικής εθνοσυνέλευσης είναι ενεργό, μαζί με την κατ’ επανάληψη απειλή του τούρκου προέδρου, κυρίως το 2022, ότι «η Τουρκία μπορεί αιφνιδιαστικά να έλθει μια βραδιά», δημιουργούν σοβαρές επιφυλάξεις για τις τουρκικές επιδιώξεις.
Παράλληλα με τα ανωτέρω η Τουρκία προσπάθησε να βελτιώσει τις διμερείς σχέσεις της με την Αίγυπτο, καθώς αυτές είχαν τελείως εξασθενήσει από το 2013, όταν η αιγυπτιακή μουσουλμανική αδελφότητα απώλεσε την εξουσία. Για το σκοπό αυτό ο τούρκος πρόεδρος επισκέφθηκε την Αίγυπτο στις 14 Φεβ 2024 μετά από δεκαετία και πλέον για να συναντήσει τον ομόλογο του Abdel Fattah al-Sisi. Οι δύο ηγέτες επιβεβαίωσαν το λιώσιμο των πάγων στις μεταξύ τους σχέσεις, την αύξηση των εμπορικών σχέσεων στα δύο κράτη μέσα στον συνεχιζόμενο πόλεμο μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ, καθώς η Τουρκία είναι γνωστό ότι υποστηρίζει την Χαμάς, και η Αίγυπτος είναι ο αγαπημένος προορισμός για τους παλαιστίνιους πρόσφυγες.
Η συνάντηση αυτή ανησύχησε την ελληνική πλευρά, παρά το γεγονός ότι ούτε η Τουρκία ούτε η Αίγυπτος έκανε επίσημες ανακοινώσεις, επειδή πολλά τουρκικά και ελληνικά μέσα κυκλοφόρησαν ότι η προσέγγιση μπορούσε να οδηγήσει στην οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής τους Ζώνης, σενάριο που κατ’ επανάληψη είχε διαψευσθεί στο παρελθόν. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να τονιστεί ότι η Αίγυπτος είναι ένας από τους μεγάλους εμπορικούς εταίρους της Τουρκίας, όπως και ο πιο σημαντικός πάροχος ενέργειας στην Ανατ. Μεσόγειο. Τούτου δοθέντος η προσέγγιση με την Τουρκία θα μπορούσε να βλάψει τις Ελληνοαιγυπτιακές σχέσεις στη περίπτωση που αυτό επηρεάζει τα σχέδια (projects ) της Ανατ. Μεσογείου.
Η στρατηγική τους είναι κάθε εβδομάδα να αμφισβητούν την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος, και κάθε φορά να προσθέτουν και ένα καινούργιο θέμα για να συζητηθούν όλα σαν πακέτο. Η Ελλάδα διακηρύττει ότι με την Τουρκία έχει ένα μόνο θέμα να συζητήσει, αυτό της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, και ο πρωθυπουργός της Ελλάδος στη τελευταία τους συνάντηση δήλωσε τη διαφωνία του στις αξιώσεις των τούρκων, λέγοντας : «Δίπλα στις διαπιστωμένες διαφωνίες μας μπορούμε να γράφουμε μία παράλληλη σελίδα, με τις συμφωνίες μας», ενώ με κάθε ευκαιρία αρνείται κατηγορηματικά κάθε υποχώρηση σε θέματα κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων, γιατί αποτελούν για την Ελλάδα αμετακίνητες κόκκινες γραμμές.
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η προσπάθεια της Τουρκίας να εξομαλύνει τις σχέσεις με Ελλάδα και Αίγυπτο είναι μια προσωρινή στρατηγική, που αποβλέπει στο να προωθήσει τα συμφέροντα της, και δεν είναι μια μόνιμη στροφή στην εξωτερική της πολιτική που πηγάζει από την αντίληψη ότι ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου στους γείτονες και η συνεργασία μ’ αυτούς αποτελεί το θεμέλιο της ειρήνης και ασφάλειας στην περιοχή.
Σ’ ότι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η επιφυλακτικότητα και καχυποψία της Ελλάδος προς την Τουρκία είναι κατανοητή και δικαιολογημένη και αντανακλάται στην ακόλουθη δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδος Γεωργίου Γεραπετρίτη : «Θα ζούσαμε στα σύννεφα να πιστεύουμε ότι ο δρόμος για την εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων θα μπορούσε να είναι ευθεία γραμμή, χωρίς ανεβοκατεβάσματα και υπαναχωρήσεις. Το ξέρουμε αυτό. (…. ). Μας παρουσιάζεται μια ιστορική ευκαιρία. (… ). Να εξερευνήσουμε δυνατότητες να συμβιώσουμε με την Τουρκία σε καλή γειτονία. Αν δεν ενεργώ, και αν η παρούσα κυβέρνηση δεν ενεργεί προς αυτήν την κατεύθυνση, θα είμαστε υπόλογοι στην ιστορία. Δεν λέγω ότι αυτή η προσπάθεια θα είναι απαραίτητα επιτυχής. Αλλά θέλω να εξαντλήσω όλους τους τρόπους».
*Ο Γιώργος Γκορέζης είναι ε.α. Υποστράτηγος, αρθρογράφος, συγγραφέας. /Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους/ Πηγή: huffingtonpost.gr