Η Κύπρος τιμά τον Χρήστο Γιανναρά
Τον μεγάλο Έλληνα καθηγητή φιλοσοφίας και συγγραφέα Χρήστο Γιανναρά, που «έφυγε» από τη ζωή τον περασμένο Αύγουστο σε ηλικία 89 ετών, τιμά η Κύπρος.
Εκδήλωση για τον αείμνηστο Γιανναρά θα γίνει αύριο(6.12.2024) το απόγευμα στην Αίθουσα Τελετών του Πολιτιστικού Ιδρύματος της Ιεράς Μονής Κύκκου στον Αρχάγγελο Λακατάμιας από τις 18:30 μέχρι 19:30.
Βασικός ομιλητής , με θέμα: “Χρήστος Γιανναράς-Το τραύμα της Θεολογίας”, θα είναι ο δρ. Αθανάσιος Παπαθανασίου, αναπληρωτής καθηγητής της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθήνας (πανεπιστημιακής δημόσιας σχολής) στο γνωστικό αντικείμενο Ιεραποστολική, Διαπολιτισμική Χριστιανική Μαρτυρία και Διάλογος.
Διευθύνει το θεολογικό περιοδικό «Σύναξη». Επίσης, ο κ. Παπαθανασίου κατέχει πτυχίο Νομικής.
Το αναλυτικό πρόγραμμα της εκδήλωσης:
Ο Χρήστος Γιανναράς
Ο Χρήστος Γιανναράς (1935-2024) γεννήθηκε στην Αθήνα. Φοίτησε στο 2ο Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών, και είχε συμμαθητές τους Λευτέρη Παπαδόπουλο, Θόδωρο Αγγελόπουλο και Αλέκο Φασιανό.
Σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Βόννης και του Παρισιού (Σορβόνη). Ήταν διδάκτωρ φιλοσοφίας της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Σορβόνης και της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Επίσης, υπήρξε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου, του St. Vladimir’s Orthodox Seminary της Νέας Υόρκης, του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και της Σχολής του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης. Διετέλεσε διευθυντής του περιοδικού Σύνορο, που εξέδωσε δώδεκα τεύχη από το 1964 ως το 1967.
Από το 1982 μέχρι το 2002 υπήρξε τακτικός καθηγητής της φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών της Αθήνας, αρχικά στο τότε ενιαίο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σπουδών και μετά στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών. Δίδαξε φιλοσοφική ορολογία, και μέθοδο, πολιτική φιλοσοφία και πολιτιστική διπλωματία. Επίσης είχε διδάξει ως επισκέπτης καθηγητής στα πανεπιστήμια Παρισιού, Γενεύης, Λωζάννης και Κρήτης.
Τον Νοέμβριο του 2017 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Επέδειξε πλούσιο συγγραφικό έργο με θεματολογία που σχετίζεται με την έρευνα των διαφορών ανάμεσα στην ελληνική και στην δυτικοευρωπαϊκή φιλοσοφία και ορθόδοξη χριστιανική παράδοση. Το βιβλίο του “Η ελευθερία του ήθους” θεωρείται ότι όρισε τον πυρήνα αυτού που αργότερα ονομάστηκε «νεορθοδοξία» και έχει χαρακτηριστεί «ο Μάης του ’68 στην Ορθόδοξη θεολογία και ηθική». Πολλά από τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 10 τουλάχιστον ευρωπαϊκές γλώσσες.
Έκανε παρεμβάσεις για πολλά χρόνια στην κοινωνική και πολιτική επικαιρότητα μέσω τακτικής αρθρογραφίας στις εφημερίδες, Το Βήμα, παλαιότερα, επί 13 χρόνια, και από το 1993 στην Καθημερινή, με παράλληλες τηλεοπτικές εμφανίσεις.
Από τα σημαντικά βιβλία του είναι και το“Καταφύγιο ιδεών-Μαρτυρία”, Ίκαρος, 2001. Πρόκειται για το χρονικό μιας ολοκληρωτικής στράτευσης, δέκα χρόνων, σε οργάνωση- κοινόβιο (“ΖΩΗ”) με έντονο χαρακτήρα ιδεολογικής θρησκευτικότητας. Μέσα από την αφήγηση αναλύονται οι εμπειρικά καλλιεργημένες μέθοδοι άσκησης ψυχολογικής εξουσίας και η διαμόρφωση χαρακτήρων απόλυτης εξάρτησης από το συγκεκριμένο οργανωτικό σχήμα. Δηλαδή συμπτώματα που παράγονται σε κάθε «κλειστό» σχήμα ιδεολογικής στράτευσης, άσχετα με τον θρησκευτκό, πολιτικό ή «κοινωνικών στόχων» προσανατολισμό του. Η επιτυχία του βιβλίου έγκειται στο ότι σαφώς λειτουργεί ως αρχέτυπη εικόνα των ανθρωπολογικών συνεπειών των παντός είδους ιδεολογικών καταφυγίων.
Το 2019 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος του απένειμε το οφφίκιο του Άρχοντος του Μεγάλου Ρήτορος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Αναφερόμενος στους λόγους για τους οποίους η Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως τίμησε τον Καθηγητή Γιανναρά ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος επισήμανε:
“Τιμώμεν, Εντιμολογιώτατε, την μεγάλην προσφοράν σας εις την θεολογίαν, την φιλοσοφίαν, την παιδείαν και τον πολιτισμόν. Θαυμάζομεν την πλουσιωτάτην συγγραφικήν παραγωγήν σας, η οποία περιλαμβάνει περί τας εξ δεκάδας σπουδαίων βιβλίων. Αναγνωρίζομεν την διαρκή και ευδόκιμον δημοσίαν μαρτυρίαν σας «περί της εν ημίν ελπίδος», τον γλαφυρόν λόγον του χαρισματικού ομιλητού και συζητητού, ο οποίος ήγγιζε και εγγίζει τας χορδάς της ψυχής και της διανοίας αναριθμήτων ανθρώπων, ημετέρων και θύραθεν, νέων και εν ηλικία, απλών και εν εξουσίαις, συνέβαλεν εις την προβολήν των πνευματικών θησαυρών της Ορθοδόξου ημών παραδόσεως, εβοήθησε τους πιστούς εις την συνάντησίν των με τον σύγχρονον κόσμον, την κριτικήν αξιολόγησιν του πολιτισμού του και την εκτίμησιν των θετικών προοπτικών του. Το έργον σας αποτελεί πολύτιμον πνευματικήν παρακαταθήκην και διά τας επερχομένας γενεάς”.
ΦΩΤΟ : Οικουμενικό Πατριαρχείο
Ο Πατριάρχης αναφέρθηκε εκτενώς στο συγγραφικό έργο του τιμωμένου και τόνισε:
“Διά την υμετέραν Εντιμολογιότητα, αγαπητέ Άρχων, η θεολογία, εις την αυθεντικήν έκφρασίν της, είναι πάντοτε θεολογία της ελευθερίας. Η ελευθερία είναι σχέσις, είναι η υπέρβασις του «στεγανού ῾εγώ᾽», η προσκόλλησις εις το οποίον είναι η κατ᾿ εξοχήν «ασθένεια προς θάνατον, δίχως ελπίδα Ανάστασης», όπως γράφετε (Η ελευθερία του ήθους, 1970, σ. 211). «Η όντως ζωή ταυτίζεται με την κοινωνούμενη ύπαρξη, την ελευθερία της αγάπης. Η υπαρκτική γνησιότητα, ο κατ᾿ αλήθειαν τρόπος της υπάρξεως, είναι η ελεύθερη αγαπητική αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά… Ο,τι είναι αγάπη και ελευθερία από τις αναγκαιότητες της φυσικής ατομικότητας, είναι ζωή» (Τα καθ᾿ εαυτόν, σ. 98-99). Είσθε ο εκφραστής και υπερασπιστής της Αληθείας ως «κοινωνίας», του «πολιτισμού της σχέσης» (Το προνόμιο της απελπισίας, σ. 117), του «πολιτισμού του προσώπου».
Κατωρθώσατε να διατυπώσετε εις σύγχρονον συναρπαστικήν γλώσσαν, και εν διαλόγω με την φιλοσοφίαν και την επιστήμην, χωρίς εκατέρωθεν μινιμαλισμούς, την αλήθειαν της εκκλησιαστικής εμπειρίας, όπως αυτή εβιώθη εις την παράδοσιν της Ορθοδοξίας, ως μετοχή εις την «καινότητα» της ζωής, η οποία δεν γνωρίζει φθοράν και θάνατον”.
Απαντώντας στον Πατριάρχη ο αείμνηστος Γιανναράς είπε: “Το οφφίκιο των “αρχόντων” του Οικουμενικού Πατριαρχείου – σημείωσε ο κ.Γιανναράς – έχει, τουλάχιστον στα δικά μου μάτια, τη σφραγίδα της ιδιαιτερότητας του “πρώτου τη τάξει” θεσμού στο επισκοπικό σύστημα της Εκκλησίας: Δεν ανακηρύσσει εταίρους, επίτιμους προκρίτους, επίλεκτους προύχοντες στην πατριαρχική τάξη. Όχι. Απονέμει την αναγνώριση “αρχόντων”. “Ο έχω, τούτο σοι δίδωμι”.
Επίσης, είχε τονίσει: “Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι “το πάντοτε αναλούμενο και ουδέποτε δαπανώμενο” κεφάλαιο αρχοντιάς του εκκλησιαστικού Ελληνισμού. Από που αντλείται ακενώτως το “τζιβαϊρικόν πολυτίμητο” καφάλαιο αρχοντιάς; Το όρισε η κεφαλή και ποδηγέτης της Εκκλησίας: “Ο θέλων πρώτος είναι, έστω πάντων έσχατος… Τις γαρ μείζων, ο ανακείμενος ή ο διακονών; Ουχί ο ανακείμενος; Εγώ δε ειμι εν μέσω υμών ως ο διακονών”…Το Πατριαρχείο, για άλλη μία φορά, σηκώνει τον σταυρό προπηλακισμών και απειλών της επηρμένης οφρύος των αριθμητικά ισχυρών, βεβαιώνοντας την αρχοντιά του λειτουργήματός του”.