Η Κριμαία στο επίκεντρο του ειρηνευτικού σχεδίου του Τραμπ – Πώς η κατάληψή της οδήγησε στη ρωσική εισβολή
Ζελένσκι: «η Ουκρανία δεν θα αναγνωρίσει ποτέ νομικά την κατοχή της Κριμαίας».
Ένα από τα κεντρικά σημεία έντασης στις προσπάθειες του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι η χερσόνησος της Κριμαίας, την οποία ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει θέσει στο επίκεντρο των διεκδικήσεών του.
Για πάνω από μία δεκαετία, διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης θητείας του Τραμπ, καταδίκαζαν την κατάληψη της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014 και δήλωναν ότι δεν θα αναγνωρίσουν ποτέ την προσάρτηση, χωρίς ωστόσο να κάνουν πολλά για να βοηθήσουν το Κίεβο να ανακτήσει τον έλεγχο της περιοχής.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι αντέδρασε έντονα, δηλώνοντας στους δημοσιογράφους ότι «η Ουκρανία δεν θα αναγνωρίσει ποτέ νομικά την κατοχή της Κριμαίας».
Ο Τραμπ και ο Ζελένσκι συναντήθηκαν το Σάββατο πριν από την κηδεία του Πάπα Φραγκίσκου, στην πρώτη τους κατ’ ιδίαν συνάντηση από το επεισοδιακό τετ α τετ στο Οβάλ Γραφείο τον Φεβρουάριο. Παρότι οι λεπτομέρειες της 15λεπτης συνομιλίας δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα, και οι δύο πλευρές την περιέγραψαν ως θετική, ενώ αργότερα ο Τραμπ άσκησε κριτική στον Πούτιν μέσω των κοινωνικών δικτύων, αμφισβητώντας το κατά πόσο ο Ρώσος πρόεδρος επιθυμεί πραγματικά τον τερματισμό του πολέμου.
Για την Ουκρανία και τους περισσότερους συμμάχους της, η κατάληψη της Κριμαίας από τη Ρωσία αποτέλεσε παραβίαση του διεθνούς δικαίου και η αποτυχία της Δύσης να αντιδράσει δυναμικά ενίσχυσε την επιθετικότητα της Μόσχας.
Αρχικά, η Ρωσία επέμενε ότι έχει στρατεύματα στην περιοχή. Λίγες ημέρες αφότου ανατράπηκε ο φιλορώσος πρόεδρος έπειτα από διαδηλώσεις στο Κίεβο τον Φεβρουάριο του 2014, ένοπλοι χωρίς διακριτικά εμφανίστηκαν έξω από τη ρωσική ναυτική βάση στη Σεβαστούπολη.
Οι Ουκρανοί προσπάθησαν να αποτρέψουν την είσοδο Ρώσων στο κοινοβούλιο της Κριμαίας, αλλά τη νύχτα της 27ης Φεβρουαρίου ειδικές δυνάμεις εισέβαλαν στο κτίριο, ύψωσαν τη ρωσική σημαία και αργότερα επέβλεψαν την ψηφοφορία για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος σχετικά με την ένταξη της Κριμαίας στη Ρωσία.
Η κυβέρνηση Ομπάμα έκανε ελάχιστα για να αποτρέψει την προσάρτηση, εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά της, καλώντας τη Ρωσία να αποκλιμακώσει και επιβάλλοντας κυρώσεις σε ορισμένους Ρώσους αξιωματούχους. Ο Τραμπ έχει κατηγορήσει τον τότε πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα ότι επέτρεψε στη Ρωσία να καταλάβει την Κριμαία, υποστηρίζοντας ότι αυτό δεν θα είχε συμβεί αν ήταν εκείνος στην εξουσία.
Η Κριμαία πέρασε στον έλεγχο της Ουκρανίας το 1954, όταν ο τότε ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Νικίτα Χρουστσόφ υπέγραψε διάταγμα που επικαλούνταν την οικονομική, εδαφική και πολιτιστική εγγύτητα μεταξύ Κριμαίας και Ουκρανίας. Όταν η Ουκρανία διεξήγαγε το δημοψήφισμα ανεξαρτησίας το 1991, περισσότεροι από τους μισούς ψηφοφόρους της Κριμαίας ψήφισαν υπέρ της ανεξαρτησίας.
Στις 16 Μαρτίου 2014, οι Ρώσοι διεξήγαγαν το δημοψήφισμα σε εκλογικά κέντρα που φρουρούνταν από ένοπλους. Η Ρωσία ανακοίνωσε ότι το 95,5% των κατοίκων της Κριμαίας ψήφισε υπέρ της ένωσης με τη Ρωσία. Ο Πούτιν υπέγραψε την επόμενη ημέρα νόμο για την ενσωμάτωση της Κριμαίας, σε τελετή που πραγματοποιήθηκε στο Κρεμλίνο. Σε μεταγενέστερη ομιλία του, ο Πούτιν θα παρομοίαζε την Κριμαία με το Όρος του Ναού για τη Ρωσία.
«Η Κριμαία ήταν η βάση από την οποία ξεκίνησαν όλα», δήλωσε η Όλχα Σκριπνίκ, η οποία εγκατέλειψε την Κριμαία την ημέρα του δημοψηφίσματος. «Γι’ αυτό η κατάληψη της Κριμαίας ήταν μόνο το πρώτο βήμα προς την ευρείας κλίμακας εισβολή. Η Ρωσία δεν σκόπευε να σταματήσει».
Η Ρωσία άρχισε αμέσως να διαγράφει κάθε ίχνος ουκρανικής παρουσίας στην Κριμαία και να επιβάλλει το δικό της αποτύπωμα, λεηλατώντας μουσεία και καταστρέφοντας ιστορικά μνημεία.
Παράλληλα, καθώς η Μόσχα ενίσχυε τη ναυτική και στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή, κατέφθαναν μαζικά ρωσικές οικογένειες. Νεοσύστατα κυβερνητικά προγράμματα ενθάρρυναν τη μετεγκατάσταση πολιτών στην Κριμαία, σε μια προσπάθεια αναδιαμόρφωσης της πληθυσμιακής σύνθεσης.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ουκρανίας, περίπου 800.000 Ρώσοι εγκαταστάθηκαν στη χερσόνησο μετά την κατοχή, ενώ τουλάχιστον 53.000 Ουκρανοί πολίτες την εγκατέλειψαν. Πριν από την κατάληψη, ο πληθυσμός της Κριμαίας ανερχόταν σε περίπου 2,3 εκατομμύρια κατοίκους, σύμφωνα με στοιχεία της ουκρανικής κυβέρνησης.
Οι νέες αρχές στην Κριμαία επέβαλαν με το ζόρι ρωσικά διαβατήρια στους Ουκρανούς πολίτες, ακόμη και σε όσους δεν τα επιθυμούσαν. Η άρνηση παραλαβής διαβατηρίου σήμαινε απώλεια πρόσβασης σε υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, εργασία και συντάξεις. Όσοι διατηρούσαν ουκρανικά διαβατήρια υφίσταντο συνεχή παρενόχληση.
«Για να αποποιηθείς την υπηκοότητα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, πρέπει να υποβάλεις αίτηση απευθείας στον Πούτιν», δήλωσε η Όλχα Κουρίσκο, εκπρόσωπος του Ουκρανού προέδρου για την Κριμαία. Οι περισσότεροι αποφεύγουν αυτό το βήμα, φοβούμενοι διώξεις.
Η Ρωσία εγκαθίδρυσε το δικό της δικαστικό σύστημα στην Κριμαία, μεταφέροντας δικαστές από τη ρωσική ενδοχώρα για να διεξάγουν ποινικές διαδικασίες που ουκρανικές αρχές και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων χαρακτηρίζουν παράνομες, στοχεύοντας κυρίως ακτιβιστές και δημοσιογράφους. Η κλίμακα της καταστολής ήταν τόσο μεγάλη που οι ρωσικές αρχές αναγκάστηκαν να ανοίξουν επιπλέον κέντρα κράτησης.
Οι διώξεις έπληξαν ιδιαίτερα τους Τατάρους της Κριμαίας, οι οποίοι είχαν εκτοπιστεί μαζικά υπό τον Στάλιν και μόλις τη δεκαετία του 1980, με τη χαλάρωση του σοβιετικού καθεστώτος, άρχισαν να επιστρέφουν στην πατρίδα τους.
Το στολίδι στο «στέμμα» του Πούτιν στην Κριμαία ήταν η κατασκευή μιας γέφυρας πάνω από το Στενό του Κερτς, που συνέδεσε τη χερσόνησο με τη ρωσική ενδοχώρα και χρειάστηκε δύο χρόνια για να ολοκληρωθεί. Όταν η γέφυρα άνοιξε το 2018, ο Πούτιν την διέσχισε προσωπικά οδηγώντας ένα φορτηγό.
Καθώς προετοιμαζόταν για την ευρείας κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία το 2022, η Ρωσία ενίσχυσε τις δυνάμεις της στην Κριμαία, χρησιμοποιώντας τη χερσόνησο ως ορμητήριο για την κατάληψη των νότιων ουκρανικών περιοχών της Ζαπορίζια και της Χερσώνας.
Άρματα μάχης προέλασαν από τη χερσόνησο της Κριμαίας προς την ουκρανική ενδοχώρα. Ο στόλος της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα σφυροκόπησε τις ουκρανικές ακτές.
Μετά την κατοχή ουκρανικών εδαφών το 2022, η χερσόνησος της Κριμαίας λειτούργησε ως κόμβος ανεφοδιασμού για την υποστήριξη του ρωσικού στρατού. Οι ουκρανικές επιθέσεις με πυραύλους και drones ήταν συχνές, ενώ η γέφυρα του Κερτς επλήγη δύο φορές και χρειάστηκε να κλείσει.
Η Ρωσία χρησιμοποίησε το λιμάνι της Σεβαστούπολης για τη μεταφορά κλεμμένου ουκρανικού σιταριού, ενώ οι φυλακές στην Κριμαία φιλοξενούσαν Ουκρανούς πολίτες που είχαν συλληφθεί από τις δυνάμεις κατοχής. Πολλά από τα χιλιάδες παιδιά που απήχθησαν από την Ουκρανία μεταφέρθηκαν σε κατασκηνώσεις στην Κριμαία.
Η Ρωσία άρχισε να καταστέλλει ακόμα πιο βίαια κάθε φιλοουκρανικό αίσθημα. Από το 2022, έχει κατασχέσει διπλάσιες περιουσίες σε σύγκριση με τα προηγούμενα οκτώ χρόνια. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων αναφέρουν ότι πλέον στοχοποιούνται ολοένα και περισσότερο οι γυναίκες και οι ηλικιωμένοι.
Επειδή οι περισσότεροι από όσους συλλαμβάνονται είναι άμαχοι, δεν υπάρχουν μηχανισμοί για ανταλλαγές αιχμαλώτων. Οι αρχές αναφέρουν ότι μόλις 10 άτομα από την Κριμαία έχουν επιστρέψει στο πλαίσιο ανταλλαγής από το 2014.
Ο Ζελένσκι έχει αντιταχθεί σθεναρά στην ιδέα να παραχωρήσει η Ουκρανία την Κριμαία. Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρέθεσε τη Διακήρυξη για την Κριμαία του 2018, που είχε εκδώσει ο τότε υπουργός Εξωτερικών του Τραμπ, Μάικ Πομπέο.
Η Ρωσία, έγραφε ο Πομπέο στη διακήρυξη, «επιδίωξε να υπονομεύσει μια θεμελιώδη διεθνή αρχή που συμμερίζονται τα δημοκρατικά κράτη: ότι κανένα κράτος δεν μπορεί να αλλάξει τα σύνορα άλλου διά της βίας.»
Μόλις λίγες ημέρες νωρίτερα, ο Τραμπ είχε πει: «Τι θα συμβεί με την Κριμαία από εδώ και πέρα;» δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου. «Αυτό δεν μπορώ να σας το πω».
Πηγή: skai.gr