Ι. Κασουλίδης: Για μένα Εθνικό Κέντρο είναι η Αθήνα
Την διαφωνία του στην θέση “η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται”, διατύπωσε ο ο πρώην υπουργός Εξωτερικών , Γιαννάκης Κασουλίδης, σε ομιλία του στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών για την Καμπύλη της Μεταπολίτευσης 1974-2024. Το συνέδριο οργανώνεται στην Αθήνα από τον Κύκλο Ιδεών σε συνεργασία με το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
” Ανήκουμε στο ίδιο έθνος, αν και νομικά ανήκουμε σε δύο ανεξάρτητα και κυρίαρχα κράτη. Είναι αυτονόητο ότι οι στραβοτιμονιές της μιας ή της άλλης, μπορούν να βάλουν σε περιπέτειες την Ελλάδα ή την Κύπρο, ή ακόμα και τις δύο μαζί. Για μένα Εθνικό Κέντρο είναι η Αθήνα, και με αυτό σαν πυξίδα για το εθνικό θέμα της Κύπρου, οι αποφάσεις λαμβάνονται από κοινού και οι χειρισμοί συντονίζονται από κοινού», υπογράμμισε ο κ. Κασουλίδης.
Επίσης, ο Γιαννάκης Κασουλίδης τόνισε πως λύση δύο κρατών με χωριστή διεθνή κυριαρχία, που προβάλλει η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή ηγεσία, δεν συμφέρει, ούτε στην μια κοινότητα, ούτε στην άλλη. «Για τους Ελληνοκύπριους θα σημαίνει διεθνή σύνορα με την Τουρκία μέσα στο νησί, οι τριβές γύρω από τη Νεκρή Ζώνη θα συνεχιστούν, νέες περιπέτειες θα ξεκινήσουν και η ειρήνη δεν θα επικρατήσει. Για τους Τουρκοκύπριους, το κατ’ επίφαση κράτος τους δεν θα είναι βιώσιμο. Θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από την Τουρκία και θα απορροφηθεί από αυτήν. Διεθνή αναγνώριση δεν θα αποκτήσει, γιατί υπάρχει από τα περισσότερα κράτη του κόσμου μια σοβαρή επιφύλαξη για την δημιουργία προηγουμένου για όσες αποσχίσεις είναι αποτέλεσμα στρατιωτικής βίας από έξωθεν. Η πολιτισμική ταυτότητα και ο κοσμικός χαρακτήρας των Τουρκοκυπρίων θα κινδυνεύσει να αφομοιωθεί. Όμως η ένταξη του κράτους τους στην Ε.Ε , μια πολυπόθητη επιθυμία τους, δεν θα εκπληρωθεί».
Παρατίθεται το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Ιωάννη Κασσουλίδη
Κασουλίδης Λύση δύο κρατών δεν συμφέρει, ούτε στην μια κοινότητα, ούτε στην άλλη by ARISTEIDIS VIKETOS on Scribd
«Τα διεθνή και εγχώρια ορόσημα στα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης»
Αφιερωμένο στις τομές, εγχώριες και διεθνείς, που ορίζουν την περίοδο της μεταπολίτευσης, ήταν μέρος της δεύτερης ημέρας του συνεδρίου με τίτλο «Η καμπύλη της Μεταπολίτευσης (1974-2024)» που πραγματοποιείται με αφορμή τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης και οργανώνεται από τον Κύκλο Ιδεών σε συνεργασία με το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
«Είμαστε ικανοί για το καλύτερο και για το χειρότερο», σημείωσε στον χαιρετισμό του ο Συμεών Τσομώκος, Πρόεδρος του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, αναφέροντας ορόσημα των 50 ετών της μεταπολίτευσης, από την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΕ, την αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, την ένταξη στην ΟΝΕ και τους Ολυμπιακούς Αγώνες μέχρι την οξεία πόλωση του πολιτικού συστήματος, την άνοδο του λαϊκισμού, την κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος και τη δίνη της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Παράλληλα, ανέδειξε ως μείζονος σημασίας θέματα για τη νέα εποχή που έχει ξεκινήσει την ανάδυση νέων γεωπολιτικών δυνάμεων, την ταχύτατη ανάπτυξη της τεχνολογίας , την έντονη μεταναστευτική κρίση και το οξύ δημογραφικό πρόβλημα.
Καθηγητές και πολιτικοί αναλυτές συζήτησαν για τη χρονική διάρκεια της μεταπολίτευσης. Ο ομότιμος καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γιάννης Βούλγαρης, σημείωσε ότι, ενώ ξέρουμε την αρχή αυτής της περιόδου – το 1974 – το τέλος της είναι αβέβαιο, εντοπίζοντας δύο ορόσημα, το τέλος του ψυχρού πολέμου το 1989 και το 2010 με την οικονομική κρίση και τονίζοντας ότι διατηρείται το βασικό δημοκρατικό και ευρωπαϊκό κεκτημένο που κινδύνευσε μόνο το 2015.
«Η μεταπολίτευση σε εμάς, αντίθετα από άλλες χώρες, δεν έχει τελειώσει. Θα τελειώσει μόνο όταν υπάρξει γενική πολιτική συναίνεση των κυριότερων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στους τρεις πυλώνες: την κοινοβουλευτική δημοκρατία, τον πολιτικό φιλελευθερισμό και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας», τόνισε ο πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας Τάκης Παππάς, σημειώνοντας ότι κομματικές και κοινωνικές δυνάμεις τείνουν συχνά να αμφισβητούν κάποιο από τα τρία αυτά θεμέλια της μεταπολίτευσης.
Στη δεκαετία του ’80 με την επικράτηση του ΠΑΣΟΚ και τις πρώτες μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούσαν επί δεκαετίες εντοπίζει το τέλος του πρώτου κύκλου της μεταπολίτευσης η Χριστίνα Κουλούρη, καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας και Πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου, επισημαίνοντας ότι ως κατάσταση τέλειωσε το 2010, όταν υπήρξε για πρώτη φορά κριτική αντιμετώπιση στοιχείων της μεταπολίτευσης.
Το φθινόπωρο του ’74 έγινε πιο ορατή η μεταπολίτευση με τη στενή έννοια, σύμφωνα με την Έφη Γαζή, καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, η οποία σημείωσε ότι απέκτησε ευρεία έννοια γύρω στο 1985, όταν άρχισε να συζητείται το τέλος της. Μάλιστα, εντόπισε την αντοχή της μεταπολίτευσης στο γεγονός ότι περιέχει πολλές εποχές στο εσωτερικό της.
Ανοιχτό θεωρεί το τέλος της μεταπολίτευσης με την έννοια του πολιτικού καθεστώτος που έχει γερά θεμέλια ο Σωτήρης Ριζάς, διευθυντής Ερευνών ΚΕΙΝΕ, Ακαδημία Αθηνών, επισημαίνοντας ωστόσο ότι με το τέλος του ψυχρού πολέμου μπήκαμε σε μια πιο εξελιγμένη φάση της ευρωπαϊκής ενοποίησης με νέα ατζέντα και περιορισμούς στη δυνατότητα των κρατών να διαμορφώνουν την πολιτική τους.
Από την πλευρά του, ο κ. Βούλγαρης εντόπισε ως ορόσημα το τέλος του διπολικού κόσμου αλλά και το 2009-10 που το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα υπέστη υποβάθμιση και η δημοκρατία για τη νέα γενιά έγινε συνώνυμο της στασιμότητας, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο αναφέρθηκε σε νέους αυταρχισμούς όπως στην Κίνα και στη Ρωσία.
Μεγαλύτερο βάρος στις τομές του εγχώριου πολιτικού συστήματος έριξε ο κ. Παππάς, τονίζοντας ότι το 2012 υπήρξε μια πολύ μεγάλη τομή με την κατάρρευση του δικομματισμού, ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην οικονομική κρίση του 2010, επισημαίνοντας ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας μας τότε ήταν υψηλότερο από το ΑΕΠ άλλων 13 χωρών της ΕΕ, ενώ σήμερα είμαστε μπροστά μόνο από τη Βουλγαρία.
Στο τέλος του ψυχρού πολέμου, το μακεδονικό ζήτημα, τη μαζική μετανάστευση καθώς η Ελλάδα έγινε για πρώτη φορά χώρα υποδοχής αλλά και την τεχνολογική εξέλιξη στάθηκε η κα Γαζή, ενώ ο κ. Ριζάς έκανε ειδική αναφορά στη ρήξη που υπήρξε στον πυρήνα που αποκαλούμε κοινωνικό συμβόλαιο, μιας και έχει απολεσθεί η προσδοκία ότι οι επόμενες γενιές θα ζήσουν το ίδιο ή καλύτερα από εμάς, γεγονός που οδηγεί στην αντίληψη ότι μια επιστροφή στα έθνη – κράτη μπορεί να δώσει οικονομικές και κοινωνικές λύσεις.
ΦΩΤΟ: Christos Simatos