Η Εκκλησία και ο κόσμος

Η Εκκλησία και ο κόσμος

Το τελευταίο κείμενο του μακαριστού Μητροπολίτη Γέροντος  Περγάμου Ιωάννη (Ζηζιούλα)* 

Η μελέτη του έργου των Τριών Ιεραρχών (ΦΩΤΟ ΕΠΑΝΩ: Οι Τρείς Ιεράρχες. Βημόθυρα τέλη 16ου αιώνα. Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Ακάκι, Ι.Μ. Μόρφου) μάς οδηγεί σε ωρισμένα συμπεράσματα για τη θέση της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Τρεις Ιεράρχες, που τιμούμε σήμερα, επέδρασαν βαθύτατα στον πολιτισμό της εποχής τους και ευρύτερα. Ιδιαίτερα επέδρασαν στον λεγόμενο Βυζαντινό πολιτισμό και στον πολιτισμό των λαών που ανήκουν στην πλειονότητά τους στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Χαρακτηριστικά της επιδράσεως αυτής είναι όχι μόνον ο σεβασμός προς την Εκκλησία και τους λειτουργούς της, ο οποίος ποτέ δεν επηρεάστηκε στο παρελθόν – ίσως ακόμα και σήμερα – από την αναξιότητα των επί μέρους προσώπων (με μια θαυμαστή διάκριση οι Ορθόδοξοι πάντοτε ξεχώριζαν το συγκεκριμένο πρόσωπο από εκείνο στο οποίο παρέπεμπε, έτσι ώστε να μη διαταραχθεί η τιμή προς το πρωτότυπο εξ αιτίας των τυχόν ελαττωμάτων της εικόνας…). Στον κοινωνικό χώρο, η Εκκλησία μετέφερε τον Κοινοτισμό στην οργάνωση της δημόσιας ζωής, ενισχύοντας έτσι το πνεύμα της «δημοκρατίας» στη γνήσια της έκφραση. Δημιούργησε επίσης ένα ανθρώπινο ήθος ανεκτικότητας έναντι των αδυναμιών των ανθρώπων, αποφεύγοντας τις κάθε λογής «ιερές εξετάσεις» και τα «κυνήγια μαγισσών», καλλιεργώντας θετικά ένα ήθος συμμετοχής στον πόνο και τη χαρά των άλλων.

            Αυτά θα ήταν αδιανόητα στον πολιτισμό μας χωρίς τη βαθειά επίδραση της Εκκλησίας, πράγμα το οποίο αποδεικνύεται πλέον σήμερα που, με τη βαθμιαία εκδυτικοποίηση των κοινωνιών μας, εξαφανίζονται σιγά-σιγά όλα αυτά τα ήθη. Και η μεν κοινωνία βαδίζει τον δρόμο της, μία πορεία που δε μπορούν, όπως όλα δείχνουν, να την ανακόψουν τα πετροβολήματα των φλογερών κοινωνικών κηρυγμάτων μας. Το τρομερό όμως είναι ότι και η ίδια η Εκκλησία χωρίς να το καταλαβαίνει αλλοτριώνεται πλέον, και παύει να είναι το άλας που θα συντηρήσει, έστω και με τη μορφή του «λείμματος», τον τρόπο υπάρξεως που παραπέμπει στον Τριαδικό Θεό, όπως μας τον δίδαξαν οι Πατέρες που τιμούμε σήμερα.

                                                     Ο μακαριστός Μητροπολίτης Γέρων Περγάμου Ιωάννης( 1931-2023)

Τα σημεία της αλλοιώσεως της ταυτότητας της Εκκλησίας μας είναι σήμερα, δυστυχώς πολλά.

            Ενδεικτικά θα αναφέρω τα εξής:

            α) Ο ψυχολογισμός διαβρώνει διαρκώς και περισσότερο την Εκκλησία μας. Οι πιστοί μας δεν πηγαίνουν, όπως άλλοτε, στην Εκκλησία, για να συναντήσουν τον άλλο, αλλά για να «νοιώσουν» μια ατομική εμπειρία επαφής με το «Θείον». Το ψυχολογικό αυτό είδος θρησκευτικότητας – καθαρά ατομικό και υποκειμενικό – καλλιεργείται πλέον από την ίδια την Εκκλησία με τη μορφή της τεχνητής «κατανύξεως» – μικρές μισοσκότεινες εκκλησίες, προτίμηση προς τα μοναστήρια, αποφυγή του συνωστισμού των πανηγυριών κ.λπ. – ακόμη και με την ίδια την Εξομολόγηση, η οποία από μέσον αποκαταστάσεως της σχέσεώς μας με την κοινωνία και την Κοινότητα της Εκκλησίας, όπως ήταν στην αρχαία Εκκλησία, τείνει να μετατραπεί σε «θεραπευτήριο» ψυχικών – γράφε ψυχολογικών – τραυμάτων του ατόμου. Η ψυχανάλυση – αυτό το κατ’ εξοχήν ατομιστικό κατασκεύασμα εσωστρέφειας – κατακτά πλέον και την Ορθόδοξη θεολογία μετατρέποντας την Εκκλησία σε «νοσοκομείο» ή θεραπευτήριο ατόμων, ωσάν να μην αρκεί η Κοινότητα της Εκκλησίας, για να θεραπεύσει τον άνθρωπο μετατρέποντάς τον από ενδοστρεφή σε κοινωνική ύπαρξη.

            β) Ο ηθικισμός απειλεί να σείσει τα ίδια τα θεμέλια της Εκκλησίας. Ο ηθικισμός που πρέπει να διακριθεί σαφώς από το ήθος, στηρίζεται στην προβολή κανόνων ηθικής, συμφώνων πάντοτε με το ό,τι μια κοινωνία κρίνει και αποδέχεται ως «ηθικό». Επικαλύπτεται έτσι η συναίσθηση της γενικής αμαρτωλότητας που διέπει την πεπτωκυία φύση μας, και εισάγεται η διάκριση των ανθρώπων σε λιγότερο και περισσότερο αμαρτωλούς – ωσάν η αμαρτία να διαβαθμίζεται και να ποσοτικοποιείται. Πληθαίνουν έτσι εκείνοι που κρατούν στα χέρια τους τον λίθον του αναθέματος, έτοιμοι να λιθοβολήσουν αυτούς που είναι πιο αμαρτωλοί από τους ίδιους. Στην σκηνή αυτή του λιθοβολισμού απουσιάζει ο Χριστός (η Εκκλησία τον κρύβει), που θα πει εκείνο το ο «ἀναμάρτητος πρῶτος τόν λίθον βαλέτω». Αντ’ αυτού εμφανίζεται η ίδια η Εκκλησία, ως άλλος Σαύλος προ της μεαταστροφής του, να ηγείται, ή να κάνει πως ηγείται, του καθαρτηρίου λιθοβολισμού. Έτσι, η μετάνοια, η τελώνεια αυτομεμψία, τείνει πλέον να αντικατασταθεί με το φαρισαϊκό «οὐκ ειμί ὥσπερ οἱ λοιποί». Και ενώ ο Χριστός, η κεφαλή της Εκκλησίας, αν και αναμάρτητος, ταυτίζεται επάνω στο σταυρό με τους αμαρτωλούς, το Σώμα Του, η Εκκλησία αποφεύγει σήμερα αυτόν τον ταυτισμόμ αδυνατώντας να σηκώσει τον Σταυρό της κεφαλής της. Έτσι η Εκκλησιολογία του Χρυσοστόμου, που αναφέραμε πιο πάνω, ανατρέπεται στην πράξη: η κεφαλή σταυρώνεται, ενώ το σώμα αρνείται να σταυρωθεί. Αλλά κάθε διακοπή τού σώματος από την κεφαλή, τονίζει ο ι. Χρυσόστομος, σημαίνει το θάνατο του σώματος. Η ταυτότητα της Εκκλησίας, όπως την αντιλήφθηκαν οι Τρεις Ιεράρχες, κινδυνεύει.

            γ) Η ταυτότητα της Εκκλησίας κινδυνεύει από τον συσχηματισμό της με τον τεχνολογικό πολιτισμό των ημερών μας. Το σημείο αυτό είναι πολύ λεπτό και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Η τεχνολογία αποτελεί απειλή για την ταυτότητα της Εκκλησίας, διότι εισάγει μία ιδιόμορφη, την πιο επικίνδυνη, μορφή ατομισμού, ο οποίος καταργεί τη σωματική κοινωνία των ανθρώπων, καλλιεργώντας μια μορφή επικοινωνίας, απαλλαγμένης από την ύλη. Ιδιαίτερα με τη μορφή του διαδικτύου, όπως και με εκείνη της τηλεοράσεως, η σωματική σύναξη των  ανθρώπων «ἐπί τό αὐτό», που είναι η ίδια η φύση της Εκκλησίας, αντικαθίσταται με μία «πνευματική» επαφή, στην οποία όλα τα υλικά σύμβολα της Εκκλησίας, με τα οποία εκφράζεται ο εικονισμός των σχέσεων, καταργούνται. Έτσι, δεν χρειάζεται η τοπική σύναξη του λαού και ο σωματικός ασπασμός των εικόνων ή των λειτουργών, αφού η Θεία Λειτουργία μπορεί πλέον να μεταδοθεί – και μάλιστα με απαίτηση ενίοτε της ίδιας της Εκκλησίας – και από την τηλεόραση (Σύντομα και η εξομολόγηση θα τελείται δια του internet). Και ας μην λεχθεί ότι αυτό γίνεται, για να εξυπηρετηθούν οι ασθενείς ή άλλως πως κωλυόμενοι. Διότι, αυτό που προσφέρεται στους ανθρώπους αυτών των κατηγοριών, δεν είναι καθόλου η πραγματικότητα της λειτουργίας (η οποία προϋποθέτει φυσική παρουσία και κοινωνία σώματος) αλλά μία οπτική εικόνα, δηλ. μία «εικονική πραγματικότητα», μία καρικατούρα της Θ. Λειτουργίας. Έτσι, δεν προσφέρεται παρά μία ψυχολογική ικανοποίηση στους ανθρώπους, με την οποία όμως η Εκκλησία αλλοιώνει την οντολογική πραγματικότητα της ταυτότητάς της, αφού η Λειτουργία είναι Σύναξις «ἐπί τό αὐτό» και η Εκκλησία Κοινότητα. Τα «άγια» δίνονται «τοῖς κυσί» με πλήρη άνεση συνειδήσεως. Στο όνομα της προσαρμογής της Εκκλησίας στις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου αλλοιώνεται ραγδαία και επικίνδυνα η ταυτότητα της Εκκλησίας.

            Οι Τρεις Ιεράρχες, τους οποίους τιμούμε σήμερα πανηγυρικά, συνέταξαν Θείες Λειτουργίες. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Στη Θεία Ευχαριστία εκφράζεται κατά τον πληρέστερο τρόπο η ταυτότητα της Εκκλησίας. Εκεί η Εκκλησία αποκαλύπτεται και πραγματοποιείται ως Σώμα του Χριστού, εικόνα της Αγίας Τριάδος, πρόγευση της Βασιλείας του Θεού. Εκεί ο άνθρωπος βιώνει τη σχέση του με τον Τριαδικό Θεό εν Χριστώ, με τους άλλους ανθρώπους και με την ίδια την υλική κτίση. Από τη σχέση του αυτή αντλεί την έμπνευση και την πυξίδα για τη ζωή του. Θα αρκούσε να αναλύσει κανείς την Θεία Λειτουργία του Μ. Βασιλείου ή του ι. Χρυσοστόμου, για να μεταφέρει σήμερα την πεμπτουσία της προσφοράς των Ιεραρχών αυτών στην Εκκλησία και τον άνθρωπο κάθε εποχής, περιλαμβανομένης και της δικής μας.

            Τα παραπάνω σημεία είναι τα πιο σημαντικά που πρέπει να προβληθούν ιδιαίτερα στις μέρες μας. Οι Τρεις Ιεράρχες υπήρξαν Οικουμενικοί διδάσκαλοι. Η σημασία τους δεν περιορίζεται στην Ελληνική παιδεία, όπως συνηθίζεται να τονίζεται την ημέρα αυτή. Η διδασκαλία τους απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο, και έχει να κάνει με τον τρόπο υπάρξεως του ανθρώπου γενικά ως εικόνας του Τριαδικό Θεού. Τον τρόπο αυτό τον ενσαρκώνει και τον προβάλλει κατ’ εξοχήν η Εκκλησία, και το κάνει αυτό όχι με όσα διδάσκει, αλλά με αυτό που είναι, με την ίδια την ταυτότητά της. Να, γιατί έχει τόση σημασία το να μη στρεβλωθεί και αλλοιωθεί η ταυτότητα της Εκκλησίας. Ο κίνδυνος τέτοιας αλλοιώσεως εμφανίζεται σοβαρός στις μέρες μας. Τα προαναφερθέντα σημεία είναι ενδεικτικά. Πολλά, ίσως, ακόμα θα μπορούσαν να προστεθούν. Ας αρκέσουν αυτά για να προκληθεί μια εγρήγορση των συνειδήσεών μας, μάλιστα όσων χειρίζονται τις ευθύνες της εκκλησιαστικής ηγεσίας και της παιδείας του λαού. Αν διασώσουμε την ταυτότητα της Εκκλησίας, όπως τη συνέλαβαν οι Πατέρες της Εκκλησίας, δεν χρειαζόμαστε τίποτα άλλο, για να εκπληρώσουμε το χρέος μας έναντι του Θεού και των ανθρώπων, όπως και έναντι των Ιεραρχών, που τιμούμε σήμερα.

*Ο μακαριστός Μητροπολίτης Γέρων Περγάμου Ιωάννης ,Επίσκοπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου,  διετέλεσε καθηγητής  του ΕΚΠΑ . Το κείμενο αυτό, που απηχεί τις απόψεις του συγγραφέα του,  αναγνώστηκε από τον Μητροπολίτη Περιστερίου Γρηγόριο , στις 29 Ιανουαρίου 2023, κατά τον εορτασμό των Τριών Ιεραρχών , που έγινε στην Ι. Μ. Περιστερίου. Ο Μητροπολίτης Γέρων Περγάμου Ιωάννης βρισκόταν στο νοσοκομείο  και εκοιμήθη στην Αθήνα στις 2 Φεβρουαρίου 2023.

Αύριο, Σάββατο, 11 Μαρτίου 2023, στον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, θα τελεσθεί τρισαρχιερατική Θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος του Σεβ. Μητροπολίτου Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνος και συνιερουργούντων των Σεβ. Μητροπολιτών Πισιδίας κ. Ιώβ και Σηλυβρίας κ. Μαξίμου. Κατά την Θ. Λειτουργία θα τελεσθεί το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο του μακαριστού Μητροπολίτου Γέροντος Περγάμου κ. Ιωάννου (Ζηζιούλα), διακεκριμένου ιεράρχου του Οικουμενικού Θρόνου, σπουδαίου θεολόγου του καιρού μας, με παγκόσμια ακτινοβολία και τακτικού μέλους της Ακαδημίας Αθηνών. Μνημόσυνο θα τελεσθεί και στην Αθήνα. 

Share this post