Η εικόνα ως προσευχή
Του Γιώργου Κόρδη*
Είχαμε φίλους εδώ στο διαδίκτυο τις προάλλες κουβέντα για τες εικόνες και κάποιοι συνέδεσαν τις εικόνες με την προσευχή.
Και σκέφτηκα και είπα να πω κάποια πράγματα όχι διεκδικώντας την αλήθεια αλλά καταθέτοντας μιαν άποψη διαμορφωμένη απο τα διαβάσματα μου και κυρίως απο την εμπειρία μου στις εκκλησίες που εργαστήκαμε με την ομάδα μου.
Στην καθ᾽ εικαστική παράδοση όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την Εικονομαχία, και η οποία έχει δικό της τρόπο κατανόησης της ζωγραφικής πράξης και των συντελεστών της, η εικόνα είναι γεγονός με πολλαπλές λειτουργίες μέσα στην εκκλησιαστική κοινότητα.
Ο κύριος και βασικός λόγος ύπαρξης της εικόνας του Χριστού αλλά και όλων κατ᾽επέκταση των εικόνων είναι να βεβαίωσουν την αλήθεια όσων εικονίζουν-δείχνουν.
Η Εικόνα του Χριστού βεβαιώνει πως έγινε αληθινός άνθρωπος προσλαμβάνοντας όλη την ανθρώπινη φύση πλην αμαρτίας και με την πρόσληψη αυτή την έσωσε.
Έτσι, ο εξεικονισμός του Χριστού και άρα κάθε εικόνα Του, πρωτίστως στοχεύει να δείξει την αλήθεια της Ενανθρωπήσεως του Λόγου.
Δεύτερη λειτουργία των εικόνων είναι η εκκλησιολογική. Μέσα απο ένα περίπλοκο και εξαίσιο ζωγραφικό σύστημα που σήμερα ονομάζεται Βυζαντινό, αλλά που στην πραγματικότητα είναι η εξέλιξη του σώματος της Έλληνικής ζωγραφικής μέσα στους αιώνες, όσα εικονίζονται «παραντοποιούνται» , γίνονται «παρουσίες» στον χωρόχρονο της Θείας λειτουργίας, εντός του Ναού. Έτσι στην Ευχαριστιακή Σύναξη είναι παρόν το Σώμα του Χριστού, η Εκκλησία του , οι άγιοι Του μέσα απο τις εικόνες τους.
Ο εικαστικός τρόπος με τον οποίο γίνεται η «παροντοποίσηση» αυτή είναι πολλά όμορφος αλλά πολλά περίπλοκος και δεν είναι δυνατόν εδώ να τον αναλύσουμε.
Τρίτη λειτουργία των εικόνων ειναι η ποιητική.
Σε κάθε εποχή ο τρόπος των εικόνων επαναπροσδιοριζόταν με βάση νέα θεολογικά, πνευματικά, υλικά αλλά και αισθητικά δεδομένα. Ακόμη και το ίδιο το πρόσωπο των ζωγράφων (αγιογράφων ) έπαιζε τον ρόλο του ώστε ο εικαστικός τρόπος των εικόνων να ανανεώνεται διαρκώς και να δημιουργεί έναν αυξανόμενο ζωγραφικό πλούτο.
Έτσι έγιναν οι λεγόμενες «Σχολές» ζωγραφικής-αγιογραφίας. Η στυλιστική αυτή ανάπτυξη που εκφράζει εκτός των άλλων και την εποχή των ζωγράφων (βλ. Σχετικά την δημιουργία της Κρητικής Σχολής με την επίδραση της Αναγεννήσεως) μαρτυρεί και για το πρόσωπο των αγιογράφων και τις ευασθησίες τους, την ποιητική του χαρακτήρας τους.
Η χρήση των εικόνων ως μέσων με το οποίο κάποιος πιστός μεμονωμένα προσεύχεται ενώπιον τους δεν αναφέρεται στις πηγές, ούτε απο κανέναν συγγραφέα και σίγουρα δεν υπάρχει σε επίσημα Συνοδικά κείμενα της Εκκλησίας.
Η μόνη σχετική αναφόρα γίνεται ως εξής:
Γράφεται συχνά πως οι πιστοί μέσω των εικόνων ανάγονται σε έννοια και τιμή του εικονιζομένου. Βλέπεις πως θέτουν οι σοφοί Πατέρες το ζήτημα; Δεν λένε πως η εικόνα σε ανάγει κάπου αλλά πως οι πιστοί ανάγονται. Αυτό σημαίνει πως ο καθένας ανάλογα με τις προϋποθέσεις του ανάγεται αναλόγως σε έννοια και τιμή του εικονιζομένου. Δεν είναι η εικόνα που κάνει την δουλειά αλλά ο ίδιος ο πιστός Θεατής με τις όποιες προϋποθέσεις του.
Γιαυτό δεν εμποδίστηκαν ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ και ο άγιος Νεκτάριος να προσευχηθούν ενώπιον νατουραλιστικών εικόνων που διέθεταν. Έτσι με μια εικόνα μη Βυζαντινής τεχνοτροπίας ( Βλ. Παναγία Ιεροσολυμίτισσα) ακόμη και με μιαν «άσχημη» κακοφτιαγμένη εικόνα, αν διασώζει την πραγματική υποστατική μορφή ο πιστός μπορεί να αναχθεί σε τιμή του εικονιζομένου. Δεν ειναι η εικόνα που θα ωθήσει και θα οδηγήσει τον πιστό εκεί, αλλά οι πνευματικές του προϋποθέσεις.
Γιαυτό και με σοφἰα η Εκκλησία ως Σὠμα ουδέποτε έθεσε ως όρο για να είναι μια εικόνα αυθεντική την αισθητική της ωραιότητα αλλά μονάχα την διαφύλαξη της υποστατικής μορφής και το όνομα ( Βλ. Σχετικά στα Πρακτικά και στον «Όρο» της Ζ᾽Οικουμενικής Συνόδου).
Και φυσικά ουδέποτε η εν Πνεύματι άγιώ πορευομένη Εκκλησία του Χριστού όρισε και καθιέρωσε ( ανήγαγε σε ιερή δηλαδή) την τεχνοτροπία κάποιας εποχής όσο όμορφη και σπουδαία και να ήταν. Εξάλλου η ίδια η πορεία της εκκλησιαστικής τέχνης μαρτυρεί πως ουδέποτε υπήρξε στάση ή βήμα σημειωτόν στην αυξητική εξέλιξη της τέχνοτροπίας των εικόνων. Ακόμα και μετά τον μέγιστο Πανσέληνο ή τον τρανό Θεοφάνη τον Κρήτα οι ζωγράφοι συνέχισαν να δημιουργούν αναζητώντας, όχι ματαίως, νέους δρόμους και τρόπους για να αυξήσουν τον υπάρχοντα πλούτο της εικονογραφικής τέχνης.
Και ένα τελευταίο σχόλιο.
Όταν γίνεται σήμερα λόγος περί κατανύξεως στην οποία οδηγούνται κάποιοι πιστοί ενώπιον των εικόνων πρέπει, θαρρώ, να είμεθα προσεκτικοί διότι ουδείς μπορεί να γνωρίζει τί ακριβώς περιγράφεται με έναν τέτοιο όρο.
Αν πάντως αυτή η κατάνυξις συμβαίνει, αυτό δεν μπορεί να είναι αποκλειστικως έργο της εικόνας αλλά κυριως αποτέλεσμα της πνευματικής κατάστασης όσων ζουν ανάλογες εμπειρίες.
Και σίγουρα αυτές οι εμπειρίες, έναν υπάρχουν, δεν γίνεται να αναχθούν σε κριτήριο αυθεντικότητας των εικόνων.
Η Εκκλησία εν Συνόδῳ έχει ορίσει με ακρίβεια τί κάνει μια εικόνα να είναι αυθεντική και ποιός ο ρόλος του εικαστικού στοιχείου το οποίο σε κάθε περίπτωση είναι περιουσιακό στοιχείο, γύρω από την ουσία δηλαδή κι όχι ουσία.
ΦΩΤΟ ΕΠΑΝΩ:Παναγία βρεφοκρατούσα. Η Καιομένη και να φλεγόμενη Βάτος.Του σύγχρονου Σέρβου ζωγράφου-ζωγράφου Todor Mitrovic
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους