Η διαχείριση της έκτακτης κατάστασης στο Κυπριακό

Η διαχείριση της έκτακτης κατάστασης στο Κυπριακό

Του Νίκου Στέλγια*

 

Το τελευταίο διάστημα η ελληνοκυπριακή κοινότητα, στο μέτωπο του Κυπριακού έχει «χαθεί» μέσα σε ένα νοητό «νέφος» σύγχυσης, προβληματισμού και ασάφειας. Στους πολιτικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους της Λευκωσίας ακούγονται πολλά και κυκλοφορούν ενδιαφέρουσες πληροφορίες και φήμες. Αντιπολιτευόμενοι κύκλοι ασκούν κριτική στην κυβέρνηση με το πρόσχημα ότι δεν κλείνει (δεν επιθυμεί ή δεν είναι σε θέση) την πόρτα στις εναλλακτικές φόρμουλες στο Κυπριακό. Ακόμη, προβληματίζονται για το μέλλον-διαιώνιση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και η κυβέρνηση από την πλευρά της προβληματίζεται για το γεγονός ότι η ε/κ πλευρά οδηγείται σε μια νέα διάσκεψη με διαιρεμένες τις πολιτικές δυνάμεις της, όσο ποτέ.

Το γεγονός ότι λίγο πριν ένα κρίσιμο σταυροδρόμι στο Κυπριακό το πολιτικό χάος στην Λευκωσία είναι μεγάλο νομίζω πως πρέπει να προβληματίσει κάθε πολίτη που νοιάζεται για την επανένωση του νησιού. Ακόμη, η πραγματοποίηση της άτυπης διάσκεψης εν μέσω προεκλογικής περιόδου, πανδημίας-κοινωνικοοικονομικής αβεβαιότητας και με τις φήμες και καταγγελίες για φαινόμενα διαφθοράς και διαπλεκόμενων πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων να οργιάζουν είναι εξελίξεις που φέρνουν το κάθε ελεύθερα σκεπτόμενο, με δημοκρατικές ευαισθησίες συμπολίτη στα όρια του πανικού. Για αυτόν τον λόγο, στην «καρδιά» της σημερινής, σύντομης παρέμβασης μας τοποθετούμε το δύσκολο εγχείρημα της διαχείρισης της κρίσης στο Κυπριακό Ζήτημα. Και αυτό διότι, άποψη του αρθρογράφου είναι ότι οι στιγμές που διανύει η Κύπρος δεν παρέχουν χρονικά περιθώρια για χάσιμο στον βωμό της γκρίνιας, των μικροπολιτικών υπολογισμών και πολιτικής «μέθης».

Σε περίπτωση που αφήσουμε πίσω μας τον πολιτικό και δημοσιογραφικό βολονταρισμό και τυχοδιωκτισμό (η γνωστή μανηχαϊστική διχοτόμηση της ε/κ κοινής γνώμης από την περίοδο του Αννάν ανάμεσα στα στρατόπεδα του ναι και του όχι), με μια πρώτη, πολύ πρόχειρη ματιά διαπιστώνουμε ότι στο Κυπριακό Ζήτημα οι εξελίξεις έχουν φτάσει σε οριακό σημείο. Από την νύχτα της 7ης Ιουλίου 2017, δηλαδή του ναυαγίου του Κραν Μοντάνα, στην Άγκυρα και στην τ/κ κοινότητα έχουν αλλάξει πολλά. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα κοινό μέτωπο που προβάλλει την άποψη της ίσης κυριαρχίας και ετοιμάζεται για ένα μεγάλο «παζάρι» σε ένα μέτωπο που απλώνεται από τον Έβρο μέχρι την Κύπρο (βλπ. Κυριακάτικη έκδοση της Κ). Την ίδια στιγμή έχουν αλλάξει τα δεδομένα σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Με πολύ απλά λόγια, στο Κυπριακό εισερχόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά εν μέσω πανδημίας, παγκόσμιας και περιφερειακής αστάθειας, αντιπαράθεσης κ.ο.κ.

Με βάση την προαναφερόμενη υπόθεση-επισήμανση λοιπόν, γίνεται αντιληπτό ότι για την διαχείριση του Κυπριακού Ζητήματος, ή καλύτερα για την διαχείριση της κρίσης στο Κυπριακό, χρειαζόμαστε πολύ προσεκτικά βήματα και διπλωματικά πολυδιάστατους, ευαίσθητους υπολογισμούς και χειρισμούς. Ούτε λίγο ούτε πολύ χρειαζόμαστε παρόμοια στρατηγική με αυτήν που δρομολογήθηκε για την κρίση του κορωνοϊού πριν από περίπου έναν χρόνο. Στην περίπτωση της πανδημίας, το έργο της κυβέρνησης έρχεται να υποστηρίξει και να πλαισιώσει μια επιτροπή ειδικών-επιστημόνων. Στην καρδιά του εγχειρήματος συναντάμε το Υπουργείο Υγείας. Παρόμοια προσπάθεια θα μπορούσε, και κατά την ταπεινή μου άποψη θα έπρεπε ήδη, να επιστρατευτεί και στο μέτωπο της κρίσης στο Κυπριακό. Στο Προεδρικό η κυβέρνηση ετοιμάζεται για όλα τα σενάρια, ακόμη και για τα πιο εφιαλτικά. Η ομάδα των επιστημόνων, ειδικών ετοιμάζει εισηγήσεις, προτάσεις. Το Υπουργείο Εξωτερικών συντονίζει την προσπάθεια σε συνεργασία με όλες τις εμπλεκόμενες δομές, θεσμούς κ.ο.κ. Στην όλη προσπάθεια εκπροσωπούνται όλα τα κόμματα, όλες οι κοινωνικές αποχρώσεις, η Ακαδημία, ο Τύπος, με λίγα λόγια ολόκληρη η κοινωνία.

Ολοκληρώνω με μια επιπλέον επισήμανση-τοποθέτηση που θεωρώ εξίσου σημαντική. Δεν αμφισβητώ το γεγονός ότι την προκειμένη κρίσιμη στιγμή το πολιτικό χάος στην Λευκωσία, η κοινωνικοοικονομική αναστάτωση δημιουργούν μεγάλα χάσματα στην κοινωνία. Επίσης, δεν αποκρύβω την θλίψη μου για το γεγονός ότι η Πολιτική, η Ακαδημία, ο Τύπος, η Διανόηση, σε γενικές γραμμές η Κοινωνία δεν καταφέρνουν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων σε πολλά μέτωπα. Ωστόσο, όταν το διακύβευμα είναι τόσο μεγάλο όπως το μέλλον του κυπριακού κράτους που εγκαινιάστηκε την περίοδο του 1959-1960 και η επούλωση των πληγών της περιόδου 1963-1974, φέρω την άποψη ότι ο κάθε δημοκράτης πολίτης της Κύπρου δεν έχει άλλη επιλογή παρά να παλέψει με τις άδοξες συνθήκες με όλες τις τελευταίες, δυνάμεις που απομένουν στην διάθεση του.

ΠΗΓΗ: “Καθημερινή” Κύπρου/ Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους

Share this post