Η Αιθερία, η Φοστίν, η Μπερενίς και το ταξίδι τους στον… Γολγοθά

Η Αιθερία, η Φοστίν, η Μπερενίς και το ταξίδι τους στον… Γολγοθά

Ξεκίνησαν από το Παρίσι για να φτάσουν ως την Ιερουσαλήμ με τα πόδια δύο γαλλίδες φοιτήτριες. Το κρύο της Σλοβενίας και το πέρασμα από την Ελλάδα.

 

Της Μαρίας  Αντωνιάδου*

Ήταν την άνοιξη του 381 μ.Χ. Η Αιθερία, μια νεαρή γυναίκα γεννημένη και μεγαλωμένη στον Ροδανό ποταμό στα νότια της Γαλλίας και στα βόρεια της Ισπανίας, ξεκινάει με όπλο τη δύναμη της πίστης, τη μόρφωση και την αριστοκρατική της καταγωγή την πραγματοποίηση του μεγάλου οράματός της, που είναι η προσκύνηση του Γολγοθά και του Παναγίου Τάφου. Επί τέσσερα σχεδόν χρόνια ταξίδευε. Και βρέθηκε εκεί που φάνταζε σχεδόν ακατόρθωτο για έναν άνθρωπο. Κι όμως, αυτός ο άνθρωπος, αυτή η γυναίκα, δεν κάμφθηκε από τις κακουχίες. Ορος Σινά, Αίγυπτος, Γαλιλαία, Σαμάρεια, Ιουδαία και Ιεροσόλυμα. Γολγοθάς… Πανάγιος Τάφος.

‘Υστερα από 1.640 χρόνια, δύο νεαρές φοιτήτριες από το Παρίσι, στη χαραυγή του 21ου αιώνα, ξεκίνησαν στις 24 Ιανουαρίου το μακρύ και δύσκολο προσκύνημα της Αιθερίας, επιλέγοντας όμως μια διαφορετική οδό: Γαλλία, Ιταλία, Κροατία, Σλοβενία, Σερβία, Βόρεια Μακεδονία, Ελλάδα, Κύπρος… Ιερουσαλήμ. Η Μπερενίς και η Φοστίν με μόνο εφόδιο την πίστη στους στον Θεό και χωρίς χρήματα περπατούν 25 χιλιόμετρα βήμα-βήμα κάθε ημέρα. Και ήδη έχουν διανύσει περισσότερα από 3.000 χιλιόμετρα στους 6 μήνες, τις 161 ημέρες και νύχτες και τις 3.864 ώρες που διαρκεί το ταξίδι τους μέχρι να φτάσουν στον Γολγοθά. Τον Πανάγιο Τάφο.

Δεν μένουν σε ξενοδοχεία, ζητούν φιλοξενία από τους ανθρώπους. Δεν τρώνε σε εστιατόρια. Ζητούν φαγητό από τους κατοίκους των περιοχών που διέρχονται και, κυρίως, δεν δέχονται χρήματα.

«Το Βήμα της Κυριακής» τις συνάντησε στη Χλόη, ένα χωριό στην καρδιά του θεσσαλικού κάμπου, λίγο έξω από το Βελεστίνο. Είχαν διανύσει μέσα στον καύσωνα, με τον υδράργυρο να ξεπερνάει τους 35 βαθμούς Κελσίου, 24 χιλιόμετρα. Και βρήκαν φιλόξενη στέγη στο σπίτι ενός δασκάλου, του Χρήστου Καραβασίληπου τις έβλεπε για πρώτη φορά στη ζωή του.

Η απόφαση και οι όροι των γονιών

Γεννημένες και μεγαλωμένες στο Παρίσι, σπουδάζουν διοίκηση επιχειρήσεων. Η 23χρονη Φοστίν είναι το μεσαίο παιδί από τα τρία της οικογένειάς της και σε λίγο θα ξεκινήσει και τις φιλολογικές σπουδές της στη Σορβόννη. Η Μπερενίς είναι μικρότερη κατά έναν χρόνο από τη Φοστίν, έχει 7 αδέλφια, το μεγαλύτερο 25 ετών και το μικρότερο μόλις 7.

«Γνωριστήκαμε στη χριστιανική ένωση του Πανεπιστημίου. Πριν από περίπου δυόμισι χρόνια βρισκόμασταν με το πρόγραμμα Erasmus στην Ισπανία και μια βραδιά, ύστερα από πολλή συζήτηση, αποφασίσαμε να πραγματοποιήσουμε αυτό το ταξίδι».

Οι μητέρες μας ήταν ανένδοτες, θυμούνται και οι δύο. «Ο πατέρας μου, αντίθετα», λέει η Φοστίν, «ενθουσιάστηκε διότι επιτέλους κάποιο από τα παιδιά του είχε στο αίμα του την περιπέτεια, όπως ο ίδιος».

Ομως η Μπερενίς δυσκολεύτηκε πολύ. «Η  μητέρα μου», λέει στο «Βήμα», «εργάζεται σε εταιρεία ασφάλειας και προκειμένου να πειστεί έθεσε δύο απαράβατους όρους σε συνεννόηση με τους γονείς της Φοστίν: να μη διασχίσουμε την Τουρκία, όπως επιθυμούσαμε, διότι μερικούς μήνες πριν είχαμε τον αποκεφαλισμό του καθηγητή στη Γαλλία, και να έχουμε μαζί μας διαρκώς ένα GPS που θα δείχνει πού βρισκόμαστε. Το αποδεχθήκαμε και αρχίσαμε την προετοιμασία. Μας πήρε συνολικά ενάμιση χρόνο συζήτησης και προετοιμασίας, κυρίως πνευματικής. Μιλήσαμε με τους πνευματικούς μας και ύστερα από έναν χρόνο αρχίσαμε την οργανωτική προετοιμασία που διήρκεσε έξι μήνες. Και να ‘μαστε εδώ στην Ελλάδα».

 Από τον χιονιά στον καύσωνα

Στη Σλοβενία και στην Ελλάδα οι αντοχές των δύο κοριτσιών πραγματικά δοκιμάστηκαν. «Την άνοιξη ενώ περνούσαμε τη Σλοβενία παγώσαμε. Επί ώρες χιόνιζε, έβρεχε και ο αέρας λυσσομανούσε. Τα ρούχα είχαν κολλήσει επάνω μας και σε κάποια σημεία έβλεπες και κρυστάλλους. Σταματήσαμε μπροστά σε ένα σπίτι γιατί πλέον δεν μπορούσαμε να περπατήσουμε και οι άνθρωποι αυτοί μας άνοιξαν την πόρτα τους. Μας προσέφεραν ένα ζεστό κρεβάτι και μοιράστηκαν το φαγητό τους μαζί μας. Στην Ελλάδα βιώνουμε τον καύσωνα. Πραγματικά κάποια στιγμή ο υδράργυρος έδειξε 45 βαθμούς. Ετσι ξεκινάμε στις 6 το πρωί τα βήματά μας. Το μεσημέρι σταματάμε γιατί είναι αδύνατον να περπατήσουμε στον καυτό ήλιο και το απόγευμα βρίσκουμε πού θα μείνουμε» λένε οι φοιτήτριες από τη Γαλλία.

«Ποτέ δεν σκεφτήκαμε να επιστρέψουμε. Ποτέ δεν απογοητευτήκαμε. Μόλις περάσαμε την Ιταλία έγινε lockdown. Ηταν η μόνη στιγμή που κάναμε οτοστόπ για να περάσουμε μια σήραγγα που υπάρχει στα σύνορα και παρά τον κορωνοϊό οι άνθρωποι μας δέχονταν. Με μέτρα, άνοιγαν τα σπίτια τους. Μας έβαζαν σε άλλα δωμάτια και σε άλλα τραπέζια, αλλά καταλάβαινες ότι σου έδιναν την αγκαλιά τους από μακριά, και ήταν και είναι ζεστή αυτή η αγκαλιά».

«Δύο κορίτσια με καλούς τρόπους»

«Η κόρη μου γνωρίστηκε με τα κορίτσια στην πλατεία του χωριού και μου ζήτησε να τις φιλοξενήσουμε. Αυτό και έπραξα. Υπηρετώντας ως εκπαιδευτικός 22 χρόνια, μπορώ να ξεχωρίσω τους χαρακτήρες. Είναι δύο ντροπαλά κορίτσια, μετρημένα και με πολύ καλούς τρόπους. Τρεις ήταν οι λόγοι που έκαναν την οικογένεια μου να φιλοξενήσει αυτά τα παιδιά: οι αρχαίοι Ελληνες είχαν τον Ξένιο Δία και η φιλοξενία ήταν μέσα στις προτεραιότητές τους, ότι αυτά τα παιδιά πήγαιναν στους Αγίους Τόπους και τρίτον γιατί σκέφτηκα τους γονείς αυτών των κοριτσιών. Πραγματικά είναι αξιοθαύμαστες» τονίζει στο «Βήμα» ο κ. Χρήστος Καραβασίλης, πατέρας δύο παιδιών και ο ίδιος.
Οι δύο Γαλλίδες από την πλευρά τους λένε ότι κάθε φορά που μπαίνουν σε ένα σπίτι προσέχουν να υπάρχει γυναίκα. «Το καταλαβαίνουμε από τον τρόπο που είναι διακοσμημένο το σπίτι. Διαφορετικά δεν μπαίνουμε από φόβο». Ρωμαιοκαθολικές στο δόγμα, η Φοστίν και η Μπερενίς σε μερικά 24ωρα φτάνουν στην Αθήνα έχοντας περάσει πολλές κακουχίες και σκοπέλους.

*Η δημοσιογράφος Μαρία Αντωνιάδου είναι πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ / ΠΗΓΗ: “ΤΟ ΒΗΜΑ” των Αθηνών

Share this post