Γιώργος Σαββίδης: Θεσμικό θέμα το Πόθεν Έσχες Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού, όχι προσωπικό

Γιώργος Σαββίδης: Θεσμικό θέμα το Πόθεν Έσχες Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού, όχι προσωπικό

Για Μονή Αββακούμ: “Δεν θεωρώ ότι θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν οτιδήποτε λέγεται στο εκκλησιαστικό δικαστήριο, εκτός στην έκταση που υπάρχει μαρτυρία, η οποία θα επαναληφθεί και στους αρμόδιους ανακριτές της Αστυνομίας και στους ποινικούς ανακριτές”.

Θεσμικό και όχι για προσωπικό θέμα χαρτακτήρισε το θέμα του Πόθεν Έσχες Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού ο πρώτος, μιλώντας σήμερα  σε δημοσιογράφους σχετικά με τη πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.  

Σύμφωνα με ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας ο κ. Γιώργος Σαββίδης , απαντώντας  σε ερωτήσεις δημοσιοφράφων για το θέμα, στο περιθώριο διάλεξης  επανέλαβε ότι οι αποφάσεις των Δικαστηρίων είναι σεβαστές, διευκρινίζοντας ότι το θέμα αφορούσε στον θεσμό και όχι στα πρόσωπα, αφού, όπως είπε, ο ίδιος και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας έχουν, λόγω της προηγούμενης τους ιδιότητας ως Υπουργοί, κατατεθειμένο και δημοσιοποιημένο το Πόθεν Έσχες τους, κατά τον ίδιο τρόπο που το έχουν και οι υπόλοιποι αξιωματούχοι.

«Το καλό του κυπριακού Συντάγματος», είπε ο κ. Σαββίδης, «είναι το γεγονός ότι υπάρχει σαφής πρόνοια και διαδικασία με βάση την οποία οι διάφορες διχογνωμίες ή διαφορές απόψεων μεταξύ των θεσμών καθορίζονται με λεπτομέρεια στο πώς θα επιλύονται». Εξήγησε ότι στην υπόθεση αυτή, «υπήρχε μια διαφορετική νομική αντίληψη πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα και καθηκόντως, η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν, με γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να κάνει αναφορά του νόμου και, όπως γίνεται σε όλες τις περιπτώσεις διαφορών μεταξύ των διαφόρων θεσμών, την τελική απόφαση να πάρει το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο».

 

Υπόθεση της Μονής Οσίου Αββακούμ

 

Επίσης, ο κ. Σαββίδης απάντησε  στις επικρίσεις ότι φάκελοι, που αφορούν στην υπόθεση της Μονής Οσίου Αββακούμ, βρίσκονται αρκετό καιρό υπό εξέταση στη Νομική Υπηρεσία. 

Υπενθυμίζοντας ότι σε κάθε ποινική υπόθεση, το έργο της Νομικής Υπηρεσίας αρχίζει μετά από την ολοκλήρωση του ανακριτικού έργου της Αστυνομίας, ο κ. Σαββίδης ανέφερε πως σε σχέση με τη Μονή Οσίου Αββακούμ υπάρχουν και άλλες ενότητες με υποθέσεις που εξετάζονται, υπογραμμίζοντας πως η κάθε ενότητα πρέπει να έχει πλήρως ολοκληρωθεί πριν από τη λήψη οποιασδήποτε περαιτέρω απόφασης από τη Νομική Υπηρεσία. «Καμιά φορά είμαστε ανυπόμονοι και θέλουμε να τελειώσουν οι υποθέσεις αμέσως μόλις γίνει καταγγελία. Το θέμα των ερευνών δεν είναι θέμα που αφορά στη Νομική Υπηρεσία, αφορά στην Αστυνομία. Πρέπει να πω, προς τιμήν της Αστυνομίας, ότι σε αυτή τη συγκεκριμένη περίπτωση έχουν προχωρήσει με πολύ γοργό ρυθμό οι ανακρίσεις σε μια αρκετά δύσκολη, με οικονομική υφή, υπόθεση, και η μια ενότητα έχει ήδη καταχωρηθεί και εκκρεμεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Υπάρχουν κι άλλες ενότητες. Δεν σημαίνει ότι κάθε φορά που κάποιος φάκελος βρίσκεται στη Νομική Υπηρεσία, το θέμα έχει τελειώσει και εναπόκειται στη Νομική Υπηρεσία να απαντήσει. Πολλές φορές συμβαίνει να αποστέλλονται [φάκελοι] πίσω στην Αστυνομία από τους δικηγόρους της Νομικής Υπηρεσίας που χειρίζονται την υπόθεση, ώστε να γίνουν περαιτέρω εξετάσεις και να δοθούν περαιτέρω κατευθύνσεις. Σε αυτή την υπόθεση, υπάρχουν συγκεκριμένες ενότητες. Για να μπορέσει να ληφθεί μια απόφαση από τη Νομική Υπηρεσία για τον τρόπο χειρισμού μιας ενότητας, πρέπει όλες οι υποθέσεις της συγκεκριμένης ενότητας να είναι ολοκληρωμένες. Αυτή είναι η σωστή αντιμετώπιση του θέματος και αυτό είναι που γίνεται», είπε ο κ. Σαββίδης.  

Σε ερώτηση, εάν το εκκλησιαστικό δικαστήριο λαμβάνεται υπ’ όψιν στις υποθέσεις που αφορούν στη Μονή Οσίου Αββακούμ ή αν το θέμα είναι κατ’ εξοχήν ποινικό με βάση τι έχουν ενώπιον τους οι διωκτικές Αρχές, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας απάντησε ότι το ανακριτικό έργο αφορά οτιδήποτε λέγεται στο εκκλησιαστικό δικαστήριο, στην έκταση που υπάρχει μαρτυρία η οποία θα επαναληφθεί και στους αρμόδιους ανακριτές. «Τι είναι αποδεκτό σε ένα κυπριακό, ποινικό δικαστήριο σαν μαρτυρία είναι σαφώς καθορισμένο. Άρα ο δικηγόρος, ο λειτουργός της Νομικής Υπηρεσίας που θα χειριστεί την υπόθεση, πρέπει να έχει ως γνώμονα μόνο το τι μπορεί να παρουσιάσει και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να το παρουσιάσει σε μια ποινική υπόθεση, με βάση το δίκαιο της απόδειξης. Αυτό είναι που μάς κατευθύνει. Δεν θεωρώ ότι θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν οτιδήποτε λέγεται στο εκκλησιαστικό δικαστήριο, εκτός στην έκταση που υπάρχει μαρτυρία, η οποία θα επαναληφθεί και στους αρμόδιους ανακριτές της Αστυνομίας αλλά και στους ποινικούς ανακριτές που διορίσαμε, ώστε να προχωρήσει και να αποτελέσει  μέρος του φακέλου της ποινικής διερεύνησης που θα οδηγήσει ενδεχόμενα σε ποινική δίκη.»

Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ρωτήθηκε ακόμη για τον σφετερισμό ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα και κατά πόσον υπάρχουν φάκελοι ενώπιον της Νομικής Υπηρεσίας , που εξετάζονται αλλά και πόσο εύκολα μπορούν να τεκμηριωθούν τέτοιας φύσεως υποθέσεις. «Το πώς θα τεκμηριωθούν οι υποθέσεις», ανέφερε ο κ. Σαββίδης . «Εξαρτάται από το μαρτυρικό υλικό και, όπως ξέρετε, εναπόκειται στο αρμόδιο δικαστήριο να αποφασίσει για αν αποδεικνύεται ποινικά η υπόθεση. Το θέμα του σφετερισμού είναι ένα θέμα για το οποίο υπάρχει μεγάλος συντονισμός μεταξύ των διαφόρων αρμοδίων Τμημάτων του Κράτους. Γίνονται πολύ συχνά συσκέψεις στη Νομική Υπηρεσία και παρακολουθούμε την εξέλιξη των ερευνών. Ήδη έχουν καταχωρισθεί υποθέσεις, διερευνώνται και άλλες, και είναι ένα θέμα στο οποίο, σε τελική ανάλυση θα αποφασίσει η Δικαιοσύνη. Έχουμε ήδη κερδίσει κάποια προδικαστικά θέματα, τα οποία είχαν εγερθεί από συνάδελφους δικηγόρους και τώρα προχωρά η ουσία της υπόθεσης. Όλοι είναι αθώοι μέχρι να καταδικαστούν από το αρμόδιο δικαστήριο.», συμπλήρωσε. 

Διάλεξη «Πρόσφατη νομολογία του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα Κυρώσεων»

Ο κ. Σαββίδης χαιρέτισε τη διάλεξη του Δικαστή Σάββα Παπασάββα με θέμα: «Πρόσφατη νομολογία του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα Κυρώσεων». Παρέστησαν, μεταξύ άλλων,  η Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας, ο Αρχηγός Αστυνομίας, Δικαστές και λειτουργοί ανεξάρτητων Αρχών, κυβερνητικών Τμημάτων και Υπηρεσιών, οι αρμοδιότητες των οποίων σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το θέμα της παρουσίασης.

Το θέμα των κυρώσεων που επιβάλλονται από την ΕΕ τυγχάνει χειρισμού στην Κύπρο σε διάφορα επίπεδα, ανέφερε ο Γενικός Εισαγγελέας Γιώργος Σαββίδης σε χαιρετισμό του, σε εκδήλωση στην Ακαδημία της Νομικής Υπηρεσίας, στην οποία κύριος ομιλητής ήταν ο Αντιπρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου ΕΕ Σάββας Παπασάββας με θέμα «Πρόσφατη νομολογία του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα Κυρώσεων».

Σε εθνικό επίπεδο, το θέμα των κυρώσεων που επιβάλλονται από την ΕΕ τυγχάνει χειρισμού σε διάφορα επίπεδα, είπε ο Γενικός Εισαγγελέας.

Για τυχόν ποινικές παραβιάσεις και διάπραξη ποινικών αδικημάτων, εξήγησε, «διενεργούνται ανακρίσεις από την Αστυνομία, υπό τη νομική επόπτευση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και συγκαλούνται συχνά συσκέψεις σε επίπεδο ΓΕ και ΒΓΕ για παρακολούθηση της πορείας του ανακριτικού έργου και παροχή καθοδήγησης, εκεί και όπου χρειάζεται».

Περαιτέρω, πρόσθεσε, λειτουργοί της Νομικής Υπηρεσίας συμμετέχουν παρέχοντας νομικές συμβουλές, τόσο στη Συμβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών Κυρώσεων όσο και στη Μονάδα Εφαρμογής Κυρώσεων.

Ανέφερε επίσης ότι η Μονάδα Εφαρμογής Κυρώσεων ασχολείται με την εξέταση αιτημάτων που εμπίπτουν στον χρηματοπιστωτικό τομέα που επηρεάζονται από κυρώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ή/και Περιοριστικά Μέτρα από Κανονισμούς της ΕΕ.

Πρόσθεσε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών Κυρώσεων εξετάζει αιτήματα από πιστωτικά ιδρύματα (για πελάτες τους φυσικά ή νομικά πρόσωπα), οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΕ) 269/2014, σημειώνοντας ότι στη Συμβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών Κυρώσεων συμμετέχει επίσης εκπρόσωπος της ΜΟΚΑΣ.

Σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα, το θέμα της επιβολής κυρώσεων αποτελεί μέρος της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας της ΕΕ και οι αποφάσεις λαμβάνονται ομόφωνα από τα κράτη μέλη στη βάση των Συνθηκών της ΕΕ και με διαδικασία δύο σταδίων στην οποία εμπλέκεται το Συμβούλιο της ΕΕ.

Οι κυρώσεις, εξήγησε, «μπορεί να στρέφονται εναντίον κυβερνήσεων τρίτων χωρών, μη κρατικές οντότητες, ομάδες και φυσικά πρόσωπα, και διαλαμβάνουν διάφορα μέτρα, με πιο συνήθη τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων, τις ταξιδιωτικές απαγορεύσεις, τις διπλωματικές κυρώσεις και άλλες οικονομικές κυρώσεις στους τομείς του εμπορίου, της άμυνας, της τεχνολογίας, των χρηματοοικονομικών, των μεταφορών και της ενέργειας».

Βεβαίως, επισήμανε, «οι κυρώσεις που επιβάλλονται, δεν θα πρέπει να παρεκκλίνουν από το διεθνές δίκαιο και θα πρέπει να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες στις οποίες στηρίζεται η ΕΕ».

Και αυτός, είπε ο κ. Σαββίδης, «είναι ο ρόλος του ΔΕΕ και ειδικότερα του Γενικού Δικαστηρίου να το διασφαλίσει, εξετάζοντας προσφυγές και αποφασίζοντας επί θεμάτων που άπτονται, μεταξύ άλλων, της αναλογικότητας, της αναγκαιότητας καθώς και της επαρκούς αιτιολόγησής των κυρώσεων».

Ο Γενικός Εισαγγελέας ανέφερε επίσης ότι στην κυπριακή νομοθεσία, η παραβίαση των κυρώσεων αποτελεί ποινικό αδίκημα, το οποίο διώκεται μόνο κατόπιν έγκρισης του Γενικού Εισαγγελέα. «Άλλα κράτη μέλη της ΕΕ στα οποία η παραβίαση των κυρώσεων αποτελεί ποινικό αδίκημα είναι η Γαλλία, η Δανία, η Κροατία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Ουγγαρία, η Πορτογαλία, η Σουηδία και η Φιλανδία», είπε.

Σε σχέση τέλος με την παρουσία του Αντιπροέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κ. Σάββα Παπασάββα στην Ακαδημία της Νομικής Υπηρεσίας, ο κ. Σαββίδης είπε ότι η Ακαδημία της Νομικής Υπηρεσίας, στο πλαίσιο του έργου της, έχει προσκαλέσει τον Αντιπρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για διάλεξη «σε ένα πολύ σοβαρό και ενδιαφέρον θέμα, το οποίο είναι η αντιμετώπιση των κυρώσεων που επιβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα Ηνωμένα Έθνη, και πώς αντιμετωπίζονται αυτά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Γενικών Υποθέσεων, όπου ο κ. Παπασάββας είναι Αντιπρόεδρος. Είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα, γιατί οι κυρώσεις είναι ένα θέμα το οποίο μας αφορά πολύ σαν κοινωνία και πρέπει να λειτουργήσουμε και εμείς ως χώρα με τρόπο που να συνάδει με τις υποχρεώσεις που έχουμε στην ευρωπαϊκή οικογένεια».

Πηγή -ΦΩΤΟ: Νομική Υπηρεσία

 

Share this post