ΦΑΓΑΝΑΙ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ
Μητροπολίτου πρ. Χαλκηδόνος Ἀθανασίου
“Κύριε Θεέ βοήθησον ἡμῖν» (Ὑπ. Μον.)
«Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ὠνόμαζον ἤλεκτρον μᾶζαν χρυσοῦ καί ἀργύρου, τῆς ὁποίας τεμάχια τριβόμενα ἐπί ξηροῦ ὑφάσματος, εἵλκυον μικρά ρινήματα ἀχύρου» (Θ. Μιλήσιος). Ἐξ αὐτοῦ προέρχεται καί ἡ λέξις ἠλεκτρισμός.
Ὡς εἶναι δέ γνωστόν, πολλαί τυγχάνουσιν αἱ φαγάναι, αἱ ὁποῖαι κατεσθίουσι τήν φύσιν καί δή ὁ ἄνθρωπος μέ τά ὅσα ἐπινοεῖ καί ὑλοποιεῖ, ὅπως τήν σύγχρονον ψηφιοποίησιν.
Θά ἦτο δέ ὡραῖον τά δεδομένα νά αἰωρῶνται εἰς τόν οὐρανόν καί νά καταλήγωσιν εἰς τήν τηλεόρασιν ἤ ἑτέρας συσκευάς. Ὅμως τό διαδίκτυον δέν εἶναι ἕν ἰσχυρόν νέφος. Ὄπισθεν αὐτοῦ κρύπτονται κέντρα ὑπολογισμοῦ καί ἠλεκτρονικαί συσκευαί, αἱ ὁποῖαι διά τάς προσφοράς των ἐξοδεύουσι μέγα ποσόν ἐνεργείας.
Ἡ πολιτική καί οἰκονομία ἐπιθυμοῦσι ταχεῖαν διαμόρφωσιν τῆς ψηφιοποιήσεως τήν ὁποίαν προωθοῦσιν. Ὅμως αἱ συσκευαί χρησιμοποιοῦσι δραματικῶς πολλάς πρώτας ὕλας. Οὐδόλως δέ ὀμιλούσι διά τήν κατά τό θέμα τοῦτο χρησιμοποιουμένην ἐνέργειαν. Ἐπίσης κατά τήν κατασκευήν συσκευῶν ὅπως τά μηχανήματα ὑπολογισμοῦ, αἱ ὀθόναι, τά φορητά μηχανήματα ὑπολογισμοῦ, αἱ πινακίδες καί τά εὐφυῆ τηλέφωνα καταναλίσκονται πολλαί ἀξιόλογοι πρῶται ὕλαι. Διό καί εἶναι ἀναγκαῖον ἡ ψηφιοποίησις διαρκῶς νά διαμορφῶται. Λόγω δέ τῆς ἀπαιτουμένης μεγάλης ποσότητος τῆς ἐνεργείας, ἀνάλογον εἶναι καί τό μέγεθος τῶν ἐκπεμπομένων ἀερίων.
Ἄλλωστε πολλοί γιγνώσκουσιν, ὅτι κατά τάς ἐπαναστατικάς καί ἀποκαλυπτικάς ἡμέρας τῆς ἐποχῆς ἡμῶν, ἡ χρῆσις τοῦ παμφάγου ἠλεκτρισμοῦ εἶναι τεραστία καί ἀναπόφευκτος, πολλά δέ τά πλεονεκτήματα καί μειονεκτήματα αὐτῆς.
Εἰς τάς τεχνικάς συσκευάς τοποθετοῦνται ἱκανά πολύτιμα τεμάχια κατά τήν κατασκευήν δέ τῶν ὑπολογιστῶν, τῶν φορητῶν μηχανημάτων κ.ἄ. χρειάζεται οὐχί μόνον μεγάλη ἐνέργεια, ἀλλά καί πρῶται ὕλαι, τῶν ὁποίων ἡ ἀπόκτησις ἐπιφέρει σημαντικάς συνεπείας εἰς τό περιβάλλον. Τοῦτο σημαίνει ὅτι θά ἔπρεπε νά χρησιμοποιῶμεν ἐπί μακρόν τάς συσκευάς καί μετά νά τάς ἀνακυκλῶμεν προσεκτικῶς.
Μέταλλα ὡς χρυσός, ἄργυρος, τό κοβάλτιον καί παλλάδιον, τά ὁποῖα ἐτοποθετήθησαν ἐντός τῶν συσκευῶν, χρειάζονται διά τήν ἐξαγωγήν των πολλήν ἐνέργειαν καί πρός τοῦτο χρησιμοποιοῦνται δηλητηριώδεις χημικαί οὐσίαι.
Τά βαρέα μέταλλα φθάνουσιν εἰς τήν ἀτμόσφαιραν καί τό ὕδωρ, καί μολύνουσιν αὐτό, τόν ἀέρα, τόν ἄνθρωπον, τά ζῷα, τά φυτά καί τό ἔδαφος καθιστάμενον ἄκαρπον.
Ὡσαύτως ἡ ἀνακύκλωσις δέν λειτουργεῖ πλήρως, διότι τά εἰδικά ἐργοστάσια ἐπεξεργάζονται τόν ὕαλον, τά πλαστικά καί μέταλλα καί οὐχί ἐλαχίστας ποσότητας πολυτίμων μετάλλων καί σπανίων χωμάτων.
Ἐκ τῶν 50 μετάλλων πρός ἀνακύκλωσιν ἐπανέρχονται 17 περίπου. Τά ἀπορρίμματα τῶν ἠλεκτρονικῶν διοχετεύονται εἰς πτωχάς χώρας προκαλοῦντα κατά τήν ἐπεξεργασίαν τήν μόλυνσιν παιδίων καί γυναικῶν πρός κάρπωσιν ὀλίγων χρημάτων.
Ὡς ἐκ τούτου ἀναγκαία εἶναι ἡ ἀνανέωσις μέ τήν μέθοδον μισθώσεως ἀπορριμμάτων τινῶν διά μικρόν χρόνον.[1]
Δέον νά προστεθῇ τοῦτο: Εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ ἠλεκτρισμός εἶναι μία δύναμις ἡ ὁποία σχετίζεται μορφολογικῶς καί εἰκονολογικῶς μέ τόν ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος καί τήν παράγει.
Πολλάκις δηλονότι βλέπομεν καί ἀνθρώπους «ἐκπέμποντας» ἠλεκτρισμόν (ἠλεκτροφόρους), ὡς καί φῶς καί ἑλκυστικούς, ὡς οἱ καλλιτέχναι, ἐνῷ ἄλλοι οὐχί, οἱ ὁποῖοι ἀπωθοῦσιν, εἶναι ἀποκρουστικοί καί σκοτεινοί, κατά τό ῥητόν: «Οἵα ἡ μορφή τοιαύτη καί ἡ ψυχή». Οἱ ἐκπέμποντες λοιπόν ἠλεκτρισμόν πράττουσι τοῦτο μέ τό πρόσωπόν των, τό βλέμμα, τούς ὀφθαλμούς των, τήν φωνήν, τήν ὁμιλίαν, τό χρῶμα καί τό σῶμά των, τάς πράξεις καί τόν τρόπον των, τάς κινήσεις καί γενικῶς τόν χαρακτῆρα, καθώς καί τήν «ἀνεπιτήδευτον» ἐνδυμασίαν των.
Αὕτη ἡ παρατήρησις τοῦ ἀνθρωπίνου ἠλεκτρισμοῦ κατέχει βαθυτέραν φιλοσοφικήν σημασίαν. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὡς ὁ Ἀριστοτέλης, ἐθεώρουν τήν ψυχήν ὡς τήν πρωταρχικήν ἐντελέχειαν, ἕν εἶδος ἐσωτερικῆς δυνάμεως ἤ ἐνεργείας, ἥτις καθίστησι τόν ἄνθρωπον ζῶντα ὄντα. Ἡ ζωτική αὕτη δύναμις ἐκφαίνεται εἰς τούς ἀνθρώπους ὡς εἶδος λαμπρότητος ἤ μαγνητισμοῦ, παρομοίου πρός τόν ἠλεκτρισμόν, ὄν οἱ ἀρχαῖοι ἐκάλουν «τό θεῖον πῦρ».
Οἱ διάφοροι πολιτισμοί ἀνά τούς αἰῶνας ἐθεώρουν τό ἀνθρώπινον σῶμα ὡς φορέα ἐνεργείας. Οἱ Σῖναι ὁμιλοῦσι περί «τσί», οἱ Ἰνδοί περί «πράνα», οἱ δέ σύγχρονοι ἐπιστήμονες παρατηροῦσι τάς ἠλεκτρομαγνητικάς ἰδιότητας τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Ἀξιοσημείωτον εἶναι ὅτι ὁ ἐγκέφαλος τοῦ ἀνθρώπου παράγει ἠλεκτρικά κύματα μετρήσιμα διά τῆς ἠλεκτροεγκεφαλογραφίας, τά δέ νεῦρα μεταδίδουσι μηνύματα διά τῆς ἠλεκτροχημικῆς ὁδοῦ.
Ὑπό τήν ἔννοιαν ταύτην, αἱ παρατηρήσεις περί ἀνθρώπων «ἐκπεμπόντων ἠλεκτρισμόν» δέν ἀποτελοῦσι μόνον ποιητικήν μεταφοράν, ἀλλά καί ἐπιστημονικήν πραγματικότητα μετασχηματιζομένην εἰς κοινωνικήν ἀντίληψιν, ἐν ᾗ ἡ ζωτικότης, ἡ εὐφυΐα, ἡ δημιουργικότης καί ἡ χαρισματική προσωπικότης παρομοιάζονται πρός τήν ἠλεκτρικήν λάμψιν.
Πανταχοῦ καί συχνάκις λοιπόν παρατηρεῖ τις παραγωγήν ἐνεργείας διά τοῦ Ἠλεκτρισμοῦ κατεσθιομένην μέ τήν χρῆσιν τῶν ποικίλων μορφῶν αὐτῆς.
Συμπερασματικῶς, ὁ ἠλεκτρισμός ἀποτελεῖ φυσικόν φαινόμενον ἀρρήκτως συνδεδεμένον μετά τοῦ ἀνθρωπίνου πολιτισμοῦ ἀπό τῆς ἀρχαιότητος μέχρι τῶν ἡμερῶν ἡμῶν. Ἡ διπλῆ φύσις αὐτοῦ, ἤτοι φυσική δύναμις καί πολιτισμικόν σύμβολον, καθιστᾷ αὐτόν μοναδικόν ἐν τῇ ἀνθρωπίνῃ ἐμπειρίᾳ. Ἀφ’ ἑνός μέν ἡ ἀλόγιστος χρῆσις αὐτοῦ ἐπιφέρει περιβαλλοντικάς συνεπείας, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡ κατανόησις καί ἡ συνετή ἀξιοποίησις αὐτοῦ δύναται νά ἀποτελέσῃ πηγήν προόδου καί ἀναπτύξεως.
Ἐάν ἐπιθυμῶμεν τήν ἁρμονικήν συνύπαρξιν μετά τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, ὀφείλομεν νά ἐπανεξετάσωμεν τήν σχέσιν ἡμῶν μετά τοῦ ἠλεκτρισμοῦ, ἀναζητοῦντες τρόπους βελτιώσεως τῆς ἀποδοτικότητος, τῆς ἀνακυκλώσεως καί τῆς βιωσιμότητος. Ὡς ἠλεκτροφόροι ὄντες, ἔχομεν τήν εὐθύνην νά διαχειριζώμεθα μετά σοφίας τάς τεχνολογικάς δυνάμεις ἅς αὐτός ἡμῖν παρέχει, ἵνα μή κατεσθίῃ τήν φύσιν ἐξ ἧς προερχόμεθα καί τῆς ὁποίας ἀποτελοῦμεν ἀναπόσπαστον μέρος.
[1] G. Seyfert, Stromfresser auf dem Schreibtisch, Public Forum 3 (19-22) 20.