Επαναπατρίστηκε περίπου 46 χρόνια μετά από την σύληση της η δεσποτική εικόνα του Ένθρονου Χριστού του Αντιφωνητή

Επαναπατρίστηκε περίπου 46 χρόνια μετά από την σύληση της η δεσποτική εικόνα του Ένθρονου Χριστού του Αντιφωνητή

Η εικόνα χρονολογείται στα τέλη του 15ου ή στις αρχές του 16ου αιώνα και προέρχεται από την κατεχόμενη Εκκλησία του Αντιφωνητή στην Καλογραία της Επαρχίας Κερύνειας. 

Aκόμη ένας πολύ σημαντικός επαναπατρισμός στέφθηκε με επιτυχία. Πρόκειται για τη δεσποτική εικόνα του Ένθρονου Χριστού, η οποία χρονολογείται στα τέλη του 15ου ή στις αρχές του 16ου αιώνα και προέρχεται από την κατεχόμενη Εκκλησία του Αντιφωνητή στην Καλογραία της Επαρχίας Κερύνειας.

Ο επαναπατρισμός της εικόνας από την Ζυρίχη, της Ελβετίας, έγινε νε κατορθωτός,σύμφωνα με ανακοίνωση του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, ” μετά από πολύχρονες προσπάθειες, οι οποίες εντατικοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, δίδοντας επιτυχή κατάληξη σε μια από τις πιο γνωστές, αλλά και πολύπλοκες υποθέσεις επαναπατρισμού. Η περίπτωση της σύλησης της εκκλησίας του Αντιφωνητή από τον τουρκικό κατοχικό στρατό και τους συνεργάτες του και η πώληση των τοιχογραφιών, των φορητών εικόνων και των κατακερματισμένων ξυλόγλυπτων, η τύχη πολλών εκ των οποίων ακόμη αγνοείται, αποδεικνύει για μια ακόμη φορά τις καταστροφικές συνέπειες της τουρκικής εισβολής στην πολιτιστική κληρονομιά του τόπου.

Η εικόνα του Ένθρονου Χριστού από τον Αντιφωνητή, που επαναπατρίστηκε( Φωτο: Τμήμα Αρχαιοτήτων)

Η Εκκλησία της Κύπρου, η οποία εντόπισε την εικόνα σε δημοπρασία στο εξωτερικό, μετά από πληροφορίες του Διευθυντή του Μουσείου Κύκκου Στυλιανού Περδίκη, ενημέρωσε την Αστυνομία Κύπρου, η οποία προέβη σε συνεργασία με τον Γενικό Εισαγγελέα σε όλες τις απαιτούμενες διαδικασίες με αποτέλεσμα το 2014 οι Αστυνομικές Αρχές της Ελβετίας να προχωρήσουν σε κατάσχεση της εικόνας. Έπειτα ακολούθησαν όλες οι απαιτούμενες νομικές διαδικασίες, οι οποίες εντατικοποιήθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια με θετική κατάληξη. Αμέσως μετά, το Τμήμα Αρχαιοτήτων ξεκίνησε τις διαδικασίες επαναπατρισμού της εικόνας. Ο επαναπατρισμός κατέστη δυνατός μετά από συντονισμένες προσπάθειες του Τμήματος Αρχαιοτήτων, της Αστυνομίας Κύπρου και της Νομικής Υπηρεσίας σε στενή συνεργασία με την Εκκλησία της Κύπρου και τις αρμόδιες Αστυνομικές Αρχές της Ελβετίας.

 

 

Η παράδοση έγινε την 7η Ιουλίου 2022  από τον Δημόσιο Κατήγορο του Καντονίου της Ζυρίχης κ. Bernhard Hecht και η παραλαβή από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων δρ Μαρίνα Σολομίδου-Ιερωνυμίδου και τον Υπεύθυνο του Γραφείου Καταπολέμησης Παράνομης Κατοχής και Διακίνησης Αρχαιοτήτων του Αρχηγείου Αστυνομίας Ανώτερο Υπαστυνόμο Μιχάλη Γαβριηλίδη. Παρών επίσης στην παράδοση ήταν ο Συντηρητής του Τμήματος Αρχαιοτήτων δρ Ελευθέριος Χαραλάμπους.

Η διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων,  δρ Μαρίνα Σολομίδου-Ιερωνυμίδου (μ) , ο δημόσιος κατήγορος του Καντονίου της Ζυρίχης , Bernhard Hechtκ (δ) ο  υπεύθυνος του Γραφείου Καταπολέμησης Παράνομης Κατοχής και Διακίνησης Αρχαιοτήτων του Αρχηγείου Αστυνομίας, Ανώτερος Υπαστυνόμος,  Μιχάλης Γαβριηλίδης (α).

Ο  συντηρητής του Τμήματος Αρχαιοτήτων, δρ Ελευθέριος Χαραλάμπους, (α) , η δρ Μαρίνα Σολομίδου-Ιερωνυμίδου (μ) και  ο Ανώτερος Υπαστυνόμος, Μιχάλης Γαβριηλίδης(δ)/ ΦΩΤΟ: Τμἠμα Αρχαιοτήτων 

Στις   8 Ιουλίου 2022, η εικόνα μεταφέρθηκε με ασφάλεια στην Κύπρο συνοδευόμενη από τους προαναφερθέντες και βρίσκεται στο Κυπριακό Μουσείο. Η κατάσταση διατήρησης της εικόνας είναι πολύ καλή, αλλά θα ελεγχθεί από τους Συντηρητές του Τμήματος Αρχαιοτήτων, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η παράδοση της στον Μακαριότατο εντός της εβδομάδας, μέχρις ότου καταστεί εφικτή η επιστροφή και επανατοποθέτησή της στην εκκλησία του Αντιφωνητή όπου και ανήκει”.

Η Εκκλησία  του Αντιφωνητή, αναφέρει το Τμήμα Αρχαιοτήτων,  η οποία είναι κηρυγμένη σε Αρχαίο Μνημείο με βάση τον περί Αρχαιοτήτων Νόμο, ιδρύθηκε πιθανότατα τον 12ον αιώνα, ανήκει στον τύπο του νησιώτικου οκταγωνικού ναού με τρούλλο και είναι η μοναδική που σώζεται στην Κύπρο σε πολύ καλή κατάσταση.

Το μνημείο καταγράφει μεταγενέστερες φάσεις, οι οποίες χρονολογούνται τον 15ον και 16ον αιώνα με σημαντικότατες τοιχογραφίες και φορητές εικόνες. Δυστυχώς, μετά την τουρκική εισβολή, οι Τούρκοι αρχαιοκάπηλοι βεβήλωσαν το μνημείο, αφαίρεσαν σε μεγάλο βαθμό τις τοιχογραφίες, τις εικόνες και τον ξυλόγλυπτο διάκοσμο και τα πώλησαν παράνομα στην διεθνή αγορά.

Πολλές από τις εν λόγω τοιχογραφίες βρέθηκαν στην κατοχή του γνωστού Τούρκου αρχαιοκάπηλου Aydin Dikmen, αριθμός των οποίων επαναπατρίστηκε σταδιακά. Κατά καιρούς επαναπατρίστηκαν κάποιες από τις αξιόλογες εικόνες του εικονοστασίου, με σημαντικότερο επαναπατρισμό το 1998 της δεσποτικής εικόνας της Ένθρονης Θεοτόκου Βρεφοκρατούσας*.

Το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου στην ανακοίνωση του εκφράζει θερμές ευχαριστίες στην Εκκλησία της Κύπρου και ιδιαίτερα στον Προκαθήμενο Αυτής για την όλη στήριξη και τη συμβολή του στις προσπάθειες επαναπατρισμού, καθ’ όλη την διάρκεια των διαδικασιών. Ευχαριστίες, επίσης, εκφράζει  προς την Εθνική Επιτροπή για την Πάταξη της Σύλησης και της Παράνομης Διακίνησης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, καθώς και στο Τμήμα Τελωνείων και το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας για τις διευκολύνσεις που παρείχαν κατά την επιστροφή της εικόνας στην Κύπρο.

Το Τμήμα Αρχαιοτήτων ως το αρμόδιο Τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας για την προστασία και τη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου μας, θα συνεχίσει τις εντατικές του προσπάθειες για διάσωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, η οποία υπέστη ανυπολόγιστες ζημιές ως συνέπεια της τουρκικής εισβολής. Η συνεργασία με όλους τους αρμόδιους φορείς για τον δύσκολο αυτό αγώνα του επαναπατρισμού της συλημένης πολιτιστικής μας κληρονομιάς είναι άκρως αναγκαία και απαραίτητη και μόνο οι συντονισμένες προσπάθειες μπορούν να φέρουν τα ποθητά αποτελέσματα.

“Παροτρύνονται οι πολίτες να συμβάλουν με την διαβίβαση πληροφοριών σχετικών με κλοπή και παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών στο Τμήμα Αρχαιοτήτων ή στην Αστυνομία Κύπρου, είτε επώνυμα είτε ανώνυμα, συμβάλλοντας έτσι στο δύσκολο και χρονοβόρο έργο της ταυτοποίησης των πολιτιστικών αγαθών και της διεκδίκησής τους μέσω των πολύπλοκων νομικών διαδικασιών”, καταλήγει η ανακοίνωση.

***************************************************************************************

 

Στις 14 Σεπτεμβρίου 1998 ο τότε  υπουργός  Πολιτισμού της Ελλάδος,  Ευάγγελος  Βενιζέλος , και ο αείμνηστος πλέον υφυποτργός Εξωτερικών , Γιάννος Κρανιδιώτης,   παρέδωσαν στον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Α’ την  εικόνα της Ένθρονης Βρεφοκρατούσας από το ναό του Αρχαγγέλου Μιχαήλ Αντιφωνητή στην  Καλογραία,  που χρονολογείται περί τα τέλη του 15ου αιώνα.   Η εικόνα, που χρονολογείται περί τα τέλη του 15ου αιώνα,  ήταν στην κατοχή του συλλεκτή  έργων  Περβανά,  Έλληνα μονίμου κατοίκου Ελβετίας. Αυτός την είχε αγοράσει στο Λονδίνο  από τον Έλληνα έμπορο τέχνης,  Γιάννη Πετσόπουλο.    Ο Περβανάς πήρε την εικόνα για συντήρηση στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών. Εκεί την αναγνώρισε η κυρία Χρυσάνθη Μπαλτογιάννη.  Ο Περβανάς,μετά την παρέμβαση του Ευάγγελου Βενιζέλου,  υποχρεώθηκε να  παραδώσει την εικόνα και  έτσι αυτή  επαναπατρίστηκε στην Κύπρο. 

Η εικόνα της Ένθρονης Παναγίας είναι από το βιβλίο “Εικόνες της Κύπρου” του Αθανάσιου Παπαγεωργίου

            Το θόρυβο που προκάλεσε ο επαναπατρισμός από την Αθήνα της Βρεφοκρατούσας από τον Αντιφωνητή ακολούθησε η παράδοση στον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο την 1η Μαρτίου 1999 τεμαχίου τοιχογραφίας από τον Αντιφωνητή εκ μέρους της συλλέκτριας Μαριάννας Λάτση. Το τεμάχιο που τοποθετήθηκε από τη συλλέκτρια σε ειδικό πλαίσιο από πλέξιγκλας απεικονίζει κεφάλι Αγγέλου που αποτοιχίστηκε από τη σύνθεση της Δευτέρας Παρουσίας και χρονολογείται στα τέλη του 15ου αιώνα. Πρόκειται για χαρακτηριστικό παράδειγμα της προτίμησης των συλλεκτών στις μεμονωμένες μορφές και την έκθεση τους σε ειδικά πλαίσια ως προσωπογραφίες.

Το έργο  των Γεώργιου Σωτηρίου & Σταύρου Μπαλτογιάννη στην Μονή Αντιφωνιτή

Η πρώτη αναφορά για την Εκκλησία του Χριστού Αντιφωνιτή έγινε από τον  Γεώργιο Σωτηρίου (1880 – 1965) Ήταν Έλληνας αρχαιολόγος, βυζαντινολόγος, ιστορικός της τέχνης  πανεπιστημιακός και μέλος  τη  Ακαμίας Αθηνών.   Μεταξύ των έργων του περιλαμβάνεται  «τα Βυζαντινά μνημεία της Κύπρου».

normal image

Ο Σωτηρίου εργάστηκε με πάθος για να φέρει στο φως θαμμένες εκκλησίες, να ανακαλύψει και να παρουσιάσει βυζαντινά μνημεία διεσπαρμένα εντός και εκτός της ελληνικής επικράτειας (Θεσσαλονίκη, Θήβα, Σπάρτη, Νικόπολη, Έφεσος, Κύπρος, Σινά κ.α.).

Μεταξύ άλλων, ο Σωτηρίου ανέσκαψε τη Βασιλική του Ιλισσού στην Αθήνα και πραγµατοποίησε ανασκαφική έρευνα στη βασιλική του Αγίου ∆ηµητρίου Θεσσαλονίκης, όταν ανέλαβε το έργο της αποκατάστασης του ναού µετά την καταστροφή του στη μεγάλη πυρκαγιά του 1917.

Έχοντας ως στόχο να καταστήσει το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο «κατ’ εξοχήν εθνικόν Μουσείον της Ελλάδος» αλλά και «πρότυπον Μουσείον ολοκλήρου της Ανατολής», ο Σωτηρίου οργάνωσε τις συλλογές που είχε καταρτίσει στο προηγούμενο διάστημα η έως τότε διοικούσα Εφορευτική Επιτροπή και τις παρουσίασε πρώτη φορά στο κοινό το 1924 σε πέντε αίθουσες της Ακαδημίας Αθηνών.

Το 1930 το Μουσείο εγκαταστάθηκε οριστικά στη Villa Ilissia, ένα από τα ωραιότερα οικοδομήματα που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα κατά τα πρώτα έτη της ιστορικής διαδρομής της ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.

Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Μουσείο άνοιξε για το κοινό το 1946, ενώ τη δεκαετία του 1950 άρχισαν οι πρώτες περιοδικές εκθέσεις.

Ο Σωτηρίου παρέμεινε στο τιμόνι του Μουσείου έως το 1960 (τον διαδέχτηκε ο Μανόλης Χατζηδάκης), έχοντας πάντα στο πλευρό του, πολύτιμη και ακαταπόνητη συνεργάτιδά του, τη λαρισαία σύζυγό του, Μαρία Σωτηρίου (1888-1979), κορυφαίο μέλος της κοινότητας των βυζαντινολόγων.

Ο Γεώργιος και η Μαρία Σωτηρίου μελετούν ευρήματα από τις ανασκαφές στην Έφεσο (πηγή: ΒΧΜ, Ιστορικά & Φωτογραφικά Αρχεία)

Ο Σταύρος Μπαλτογιάννης, που  γεννήθηκε το 1929 στα Ιωάννινα και απεβίωσε στην Αθήνα το 2019 ,  σπούδασε  ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθηνών στο εργαστήριο του Γιάννη Μόραλη, απ’ όπου και αποφοίτησε το 1955. Στην συνέχεια έκανε  σπουδές στη ζωγραφική στην Academia di Belle Arti της Φλωρεντίας το 1956. Το 1959 με υποτροφία του Ι.Κ.Υ σπούδασε  συντήρηση έργων τέχνης στο Istituto Centrale per il Restauro της Ρώμης μέχρι το 1963.

Το 1962, μετά από εντολή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας της Ελλάδος έλαβε μέρος στο πρόγραμμα συντήρησης των φορητών εικόνων της Μονής Σινά.

Τον Μάιο του 1963 προσλαμβάνεται ως ζωγράφος αναστηλώσεων στην Αρχαιολογική Υπηρεσία του σημερινού ΥΠΠΟΑ της Ελλάδος .

Το 1965 με εντολή του Υπουργείου ήρθε  στην Κύπρο μαζί με τη σύζυγό του, Χρυσάνθη  (Χρύσα),  και ανέλαβαν εκείνος τη συντήρηση και τον καθαρισμό των τοιχογραφιών της Παναγιάς στο Τρίκωμο Αμμοχώστου και η Χρυσάνθη Μπαλτογιάννη την καταγραφή των εικόνων και κειμηλίων στο σημερινό κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Επίσης, συντηρεί τοιχογραφίες της Ρωμαϊκής εποχής στον αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας και στον Άγ. Νικόλαο στην Κακοπετριά.  Στα τετράδια του Σταύρου Μπαλτογιάννη υπάρχουν καταγραφές για την Μονή του Χριστού Αντιφωνητή. 

 

*Περισσότερα για την εκκλησία του Χριστού Αντιφωνιτή μπορείτε να διαβάσετε  στην σελίδα 107 του  βιβλίου του διαπρεπούς βυζαντινολόγου, Αθανάσιου Παπαγεωργίου , με τίτλο “¨ Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΟ ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ” . Το 1962 διορίστηκε Έφορος Μνημείων στο Τμήμα Αρχαιοτήτων της νεοσύστατης τότε Κυπριακής Δημοκρατίας. Το 1989 προήχθη σε Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, απ’ όπου συνταξιοδοτήθηκε το 1991. Καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του στο Τμήμα Αρχαιοτήτων εργάστηκε άοκνα και με συνέπεια για την προαγωγή της γνώσης και της έρευνας του πολιτισμού της βυζαντινής και της μεσαιωνικής Κύπρου, αλλά και για τη συντήρηση, προβολή και προστασία μνημείων και έργων τέχνης που μας κληροδότησαν οι περίοδοι αυτές. Η ενεργός και ουσιαστική συμμετοχή του Αθανάσιου Παπαγεωργίου στην προσπάθεια για διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου συνεχίστηκε και μετά τη συνταξιοδότησή του από το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Η  Η Χριστιανική Τέχνη στο κατεχόμενο από τον τουρκικό στρατό τμήμα της Κύπρου”, η οποία δημοσιεύτηκε το 2010 και η έχει ως στόχο να αναδείξει όχι τόσο την καταστροφή των μνημείων, όσο τη σημασία τους για την ιστορία και τον πολιτισμό της Κύπρου και, κατ’ επέκταση, την επιτακτική ανάγκη για προστασία και αναστήλωσή τους. Στο σημαντικό αυτό πόνημά του δημοσιεύει μοναδικές φωτογραφίες από τοιχογραφίες και εικόνες, που έχουν σήμερα χαθεί οριστικά ή αναζητούνται.

Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΟ ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ (Papageorghiou) (2).pdf

 

 

 

Share this post