Έλληνες και Τούρκοι

Έλληνες και Τούρκοι

Του Δημήτρη Ρηγόπουλου*

Όταν ένας Τούρκος αγαπάει την Ελλάδα, το κάνει με το πρωτόγνωρο πάθος του ερωτευμένου που υποχρεώνεται να κρύβει τον έρωτά του. Όσοι βρεθήκαμε πρόσφατα στην παρουσίαση ενός νέου φιλόδοξου αγγλόφωνου ταξιδιωτικού οδηγού για την Αθήνα είχαμε την ευκαιρία να το διαπιστώσουμε από κοντά. Καθώς οι επιμελητές της έκδοσης «Monday to Sunday Athens» είναι μια Τουρκάλα και ένας Ελληνας (θα υπάρξει σύντομα ρεπορτάζ στις πολιτιστικές σελίδες της «Κ») και το βασικό σκέλος της παραγωγής ενορχηστρώθηκε από την Κωνσταντινούπολη, μου έκανε εντύπωση ο τρόπος (και ο τόνος) που μίλησαν οι δύο βασικοί συντελεστές από την Τουρκία.

Είναι μια αβίαστη, εγκάρδια συμπάθεια που συχνά αγγίζει τα επίπεδα της ανομολόγητης λατρείας που σε ένα πρώτο επίπεδο δεν δικαιολογείται από τα δεδομένα. Πιθανότατα ένας ψυχαναλυτής θα μπορούσε να πει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για τα ακραία συναισθήματα που μας πλημμυρίζουν για το ίδιο αντικείμενο, ειδικά αν αυτό είναι ένας γείτονας ή κάποιος που μας μοιάζει πολύ ή με τον οποίο μοιραζόμαστε ένα δύσκολο και τραυματικό παρελθόν. Αν και η οικειότητα δεν κινητοποιεί πάντα τα πιο θετικά ένστικτα των ανθρώπων, είναι ξεκάθαρο ότι στην περίπτωση των Ελλήνων και των Τούρκων επιβιώνει μια διαγενεακή συνθήκη συμβίωσης και κοινών παραστάσεων που έχει τη δύναμη να σαρώνει ταχύτατα προκαταλήψεις και μια επίμονη αμοιβαία εκπαίδευση στην εχθροπάθεια και στο μίσος.

Οι γέφυρες ανάμεσα στις δημιουργικές κοινότητες των δύο χωρών υπάρχουν, αλλά είναι πολύ λιγότερες δεδομένων των τεράστιων ευκαιριών.

Ο ταξιδιωτικός οδηγός είναι κατά βάση τουρκική παραγωγή και ο τίτλος για την Αθήνα είναι μόλις ο δεύτερος μετά την αντίστοιχη έκδοση για την Κωνσταντινούπολη. Οχι το Λονδίνο, το Παρίσι ή η Μαδρίτη, αλλά η Αθήνα. Για τους ίδιους ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο, «εδώ είναι το δεύτερό μας σπίτι», έλεγαν, και το εννοούσαν. Λίγο μετά την παρουσίαση είχα την ευκαιρία να μιλήσω με έναν από τους συντελεστές του βιβλίου και μου αποκάλυψε με κάποια συστολή ότι ο παππούς του είχε γεννηθεί στην Κρήτη. Αμέσως αναζήτησε στο κινητό του φωτογραφία με τον παππού, τη γιαγιά και τη μητέρα του μικρό κορίτσι από τη δεκαετία του ’50. Ηταν μια επιχρωματισμένη λήψη με φόντο μια λαμπερή μέρα στην Πόλη της εποχής. Πόσο οικεία ήταν αυτά τα χαμογελαστά πρόσωπα!

Είναι μια από εκείνες τις στιγμές υψηλής συναισθηματικής έντασης που ενεργοποιούν ακαριαία ξεχασμένες παρακαταθήκες ψυχικής σύνδεσης που είναι αδύνατον να προκύψουν με έναν τυχαίο Αγγλοσάξονα ή με έναν Γάλλο συνομιλητή. Οταν βρίσκομαι μπροστά σε τέτοιες σκηνές, πάντα αναρωτιέμαι γιατί οι ελληνοτουρκικές συμπράξεις είναι τόσο λίγες, αν σκεφτούμε πόσο αμοιβαία επωφελείς αποδεικνύονται και για τα δύο μέρη. Ναι, ο τουρισμός μπορεί να είναι το βασικό όχημα σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά όχι μόνο. Ανοίγει δρόμους που αξίζει να περπατηθούν από τους πολλούς, Ελληνες και Τούρκους.
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους/ Πηγή: kathimerini.gr

Share this post